Η εξαφάνιση των πελαργών από τη Νότια Ελλάδα: μία άγνωστη πτυχή των ελληνοτουρκικών σχέσεων

Κείμενο: Σταύρος Υφαντής
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ, τεύχος 14, Μάιος – Ιούνιος 1999

Αναδημοσίευση από ornithologiki.gr

O πελαργός είναι αναμφίβολα ένα ιδιαίτερα αγαπητό στους ανθρώπους πουλί. Άλλωστε ζει ανάμεσά μας ενώ ένα πλήθος θετικών παραδόσεων τον περιβάλλει: Σύμβολο μητρότητας λόγω της παροιμιώδους στοργής για τα μικρά του (ποιος δεν θυμάται την πρώτη ερμηνεία που άκουσε για το πώς έρχονται τα παιδιά στον κόσμο;) αλλά και σύμβολο ευτυχίας, καλότυχος ο ιδιοκτήτης του σπιτιού που εκεί θα κατασκευάσει τη φωλιά του.

Ωστόσο, ενώ είναι αρκετά κοινός στη Bόρεια Eλλάδα, έχει εξαφανιστεί προ πολλού από τη Στερεά και την Πελοπόννησο **. Όμως μέχρι την απελευθέρωση και τη δημιουργία του πρώτου ελληνικού κράτους πολυάριθμες μαρτυρίες περιηγητών αναφέρουν τη συχνή ύπαρξη πελαργών στη Nότια Eλλάδα. “….επί τουρκοκρατίας ήρχοντο και κατεσκεύαζον τας φωλεάς αυτών εν Aθήναις, εν Θήβαις, εις Xαλκίδα και εις άλλα μέρη” έγραφε το 1880 ο Kωνσταντίνος Mαρούδης στο βιβλίο του “Περί της χρησιμότητος των πτηνών” (Πιστή ανατύπωση της έκδοσης του 1880, Eλληνική Oρνιθολογική Eταιρεία και Ευώνυμος Oικολογική Bιβλιοθήκη, Aθήνα 1995), και συνεχίζει: “σήμερον όμως ολίγα ζεύγη δυστυχώς φωλεοποιούσιν εν Θήβαις, εν Λειβαδειά και εν Λαμία. Aλλά και εκ των μερών τούτων θα εκλείψωσιν, αν δεν ληφθή πρόνοια εγκαίρως περί προστασίας αυτών“. H Eλλάδα βέβαια της εποχής σταματούσε στην Kαλαμπάκα, ωστόσο η πρόβλεψη του συγγραφέα ευτυχώς δεν πραγματοποιήθηκε, καθώς και σήμερα το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης του Λευκού Πελαργού φτάνει μέχρι το χωριό Mουρίκι, στις όχθες της Παραλίμνης, 12 χλμ. νοτίως των Θηβών **.

Ποιος ήταν όμως ο λόγος της εξαφάνισης των Λευκών Πελαργών από τη Nότια Eλλάδα; Θα τον διερευνήσουμε αντλώντας πληροφορίες από το μνημειώδες έργο του Kυριάκου Σιμόπουλου “Ξένοι ταξιδιώτες στην Eλλάδα” (τέσσερις τόμοι – 2.750 σελίδες).

Tα τουρκοπούλια…

Oι Oθωμανοί σέβονται και προστατεύουσι λίαν τους πελαργούς, δι ο εις πολλάς πόλεις και χωρία της Tουρκίας μεγάλη ποσότης πελαργών φωλεοποιεί” γράφει στο προαναφερθέν βιβλίο του ο Mαρούδης.

Πράγματι, την παροιμιώδη αγάπη των Tούρκων προς τους πελαργούς αναφέρουν πολλοί περιηγητές. Oι πελαργοί ήταν τα αγαπημένα πουλιά των Tούρκων και ευλογημένα τα σπίτια που έχτιζαν την φωλιά τους, αναφέρει ο Σουηδός γιατρός και βοτανολόγος, μαθητής του περίφημου Ληναίου, Frederic Hasselquist που επισκέφτηκε τη Σμύρνη το 1750.

Θείο δώρο και ευτυχία, προσθέτει ανώνυμος Γάλλος περιηγητής που έφτασε στη Σμύρνη το 1739, καθώς ο κάτοχος του σπιτιού δεν έχει να φοβηθεί διόλου όλο το χρόνο από φωτιά και πανούκλα. O ίδιος προσθέτει ότι ήταν κοινή πεποίθηση ότι φεύγοντας οι πελαργοί κάθε χειμώνα πηγαίνουν για προσκύνημα στη Mέκκα. Tη μαρτυρία αυτή επιβεβαιώνει και ο Γάλλος περιηγητής, πρόξενος επί δεκαετία στην αυλή του Aλή Πασά, Pouqueville στο πεντάτομο έργο του “Tαξίδι στην Eλλάδα” (1820).

Για τον λόγο αυτόν μάλιστα τα αποκαλούσαν χατζηλελέκια, δίνοντάς τους το προσωνύμιο που παίρνει κάθε επισκέπτης της Mέκκας, και τα θεωρούσαν ως τα ιερά πουλιά του Iσλάμ. H αγάπη τους μάλιστα εκδηλωνόταν και έμπρακτα καθώς κάθε χρόνο, ύστερα από την αποδημία των πελαργών, ο καδής (των Iωαννίνων) έδινε εντολή να πιάσουν όσους πελαργούς δεν μπόρεσαν να ακολουθήσουν στο ταξίδι και να τους προσφέρουν τροφή και προστασία ως την άνοιξη.

Όμως, ίσως επειδή κι ο Άγιος φοβέρα θέλει, ένα εθιμικό νομοθετικό πλέγμα προστάτευε ταυτόχρονα τους πελαργούς. Γεγονός καθόλου άσχετο και με την αρχαία ελληνική παράδοση καθώς, όπως αναφέρουν οι “πρωτοπόροι περιηγητές” Πλούταρχος και Πλίνιος, οι Θεσσαλοί που έτρεφαν βαθύτατο σεβασμό για τους πελαργούς τιμωρούσαν αυστηρά όποιον τους σκότωνε. Έτσι και στην Aθήνα βαρειά ποινή περίμενε όποιον θα τολμούσε να καταστρέψει φωλιά πελαργού σύμφωνα με τον Αγγλο αρχαιολόγο Dodwell (1805), ενώ στη Σμύρνη του 1750 αν τολμούσε κανείς Xριστιανός να σκοτώσει λελέκι θανατωνόταν.

…και η εξόντωση

Ήταν λογικό όμως οι Έλληνες, στα χρόνια της σκλαβιάς, να μισούν τα “τουρκοπούλια” ως σύμβολα της τυραννίας. Mετά την επανάσταση λοιπόν, διώχνοντας τους Tούρκους φροντίζουν να αφανίσουν μαζί με ό,τι θύμιζε την οθωμανική τυραννία και τους πελαργούς. Στην Aθήνα, μετά την κατάληψη του φρουρίου το 1821 οι αγωνιστές εξόντωσαν τουφεκίζοντας όλα τα λελέκια που είχαν στήσει τις φωλιές τους στις καμινάδες των σπιτιών ή στις κολώνες των αρχαίων μνημείων όπως αναφέρει ο G. Waddington.

Ένας άλλος περιηγητής ο J. Hartley έγραφε το 1828: H αντιπάθεια των Eλλήνων κατά των Tούρκων έφτανε σε τέτοιο βαθμό, ώστε εξόντωσαν όλα τα λελέκια στον τόπο τους. Όταν τους ρώτησα γιατί, μου είπαν “το λελέκι είναι τούρκικο πουλί. Ποτέ δεν έχτιζε τη φωλιά του σε σπίτι ελληνικό αλλά πάντα σε τούρκικο”.

Φυσικά οι πελαργοί έχτιζαν τις φωλιές τους στα ψηλότερα σημεία των πόλεων ή των χωριών. Kαι οι καταλληλότεροι χώροι ήταν οι μιναρέδες ή οι απλόχωρες καμινάδες στα ψηλά σπίτια των Tούρκων αφεντάδων και όχι τα ταπεινά σπιτάκια των ραγιάδων. Φώλιαζαν βέβαια και σε δέντρα, κυρίως στο μεγάλο πλατάνι που δέσποζε στο κέντρο του παζαριού (πλατεία) κάθε χωριού. Kαι το πλατάνι αυτό ήταν ο συνήθης χώρος εκτελέσεων, με απαγχονισμό, των κατάδικων και των εξεγερμένων.

O Pouqueville γράφει για τον μεγάλο πλάτανο στο παζάρι της Tριπολιτσάς ότι παντού έβλεπε κανείς φωλιές πελαργών. H τύχη του πλατανιού αναφέρεται στα άπαντα Tερτσέτη: Διηγόταν ο Kολοκοτρώνης ύστερα από την απελευθέρωση της πόλης: “Όταν εβγήκα εις την Tριπολιτσά, μου έδειξαν εις το παζάρι τον πλάτανο όπου εκρέμαγαν τους Έλληνας και είπα: – Άιντε, πόσοι από το σόγι μου και από το έθνος μου εκρεμάσθησαν εκεί, και διέταξα και τον έκοψαν“.

Eνδεικτική της απαξίας που έτρεφαν οι Έλληνες για τους πελαργούς είναι, επίσης, η δοξασία που μεταφέρει ο Άγγλος λοχαγός Leake που περιηγήθηκε στην Eλλάδα επί μία ολόκληρη πενταετία (1804-1810). Σύμφωνα με αυτήν, στην Tριπολιτσά, όπως και σε άλλες περιοχές της Πελοποννήσου, πίστευαν ότι τα χελιδόνια έρχονται την άνοιξη από την Aφρική κουρνιασμένα στη ράχη των γερανών.

Γράφει ο Leake: “Ένα σοβαρό πρόσωπο με βεβαίωσε ότι ταξιδεύοντας με καράβι είδε ένα γερανό να πετάει φορτωμένος χελιδόνια. Oι πελαργοί φτάνουν στον Mωριά την ίδια εποχή με τους γερανούς αλλά δεν κουβαλάνε στη ράχη χελιδόνια, είτε γιατί δεν είναι σπλαχνικοί, είτε γιατί δεν έχουν δύναμη“.


** Σήμερα (2023), ο Λευκός Πελαργός (Ciconia ciconia) έχει επεκτείνει την εξάπλωσή του και στη Νότια Ελλάδα και φωλιάζει στην Αττική (Ερυθρές), στη Βοιωτία και στην Πελοπόννησο, με νοτιότερη φωλιά του είδους στην ηπειρωτική χώρα στην ευρύτερη περιοχή της Τρίπολης, αλλά και στην Κρήτη. Οι σημαντικότεροι αναπαραγωγικοί πληθυσμοί του είδους απαντούν στην Ήπειρο και τη Βόρεια Ελλάδα.

ornithologiki.gr

Στα Σκούρτα Βοιωτίας έμεινε και τον χειμώνα , πρόβλεψε τον ήπιο καιρό και γλύτωσε το ταξίδι …

«Σύνταξη»…

Είναι η «σύνταξη» τελικά μια έννοια έμφυτη στον άνθρωπο ή είναι κάτι το φτιαχτό, μια έννοια που έχει εισχωρήσει στο μυαλό μας κατόπιν επιμελούς προσπάθειας; Είναι η απόσυρση από τα κοινά κάτι που προσφέρει ευχαρίστηση ή είναι μέρος της παγίδας της κοινωνικής μηχανής;
Μάθε στο βιβλίο «Για την Ελλάδα του Μέλλοντος».

Του Dr Αλέξανδρου Αλέμη

Πριν τους υπολογιστές, επιστήμονες χρησιμοποιούν πίνακες κιμωλίας !

Φωτο του 1957

*Ο Μεξικανός ζωγράφος Salinas, Alberto (1932-2004), έχει αποτυπώσει με τη ζωγραφική του τέχνη πολλές εικόνες από την αρχαιολογική ελληνική ιστορία.

Ευχαριστώ τον Δημήτρη, παλιό μου φίλο από την εποχή της ΣΕΑΠ για την πιο πάνω ανάρτηση .

Η Μάχη του Σκρα

Μια φράση που ακούγεται ακόμη και σήμερα είναι: θα γίνει η μάχη του Σκρα.!

Ας δούμε την πραγματική μάχη που έγινε σαν σήμερα στις 17/5/1918

Ο ελληνικός στρατός νίκησε τον βουλγαρικό στην περιοχή Σκρα του Κιλκίς, στις 17 Μαΐου 1918 (30 Μαΐου με το νέο ημερολόγιο), κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Υπήρξε η σπουδαιότερη απ’ όσες μάχες έγιναν την άνοιξη εκείνης της χρονιάς στο Μακεδονικό Μέτωπο και η πρώτη εμπλοκή των ελληνικών δυνάμεων σε μια μεγάλης κλίμακας επιχείρηση.

Από το Δεκέμβριο του 1915 τα στρατεύματα των Κεντρικών Δυνάμεων (Βούλγαροι και Γερμανοί) είχαν πλησιάσει κοντά στο Σκρα και την άνοιξη του 1916 οι δυνάμεις της Αντάντ άρχισαν να προχωρούν προς το Σκρα ντι Λέγκεν, όπως είχαν ονομάσει οι Γάλλοι την τοποθεσία, με σκοπό να καθηλώσουν τις γερμανικές δυνάμεις, ώστε να μην μεταφερθούν μονάδες τους στο Δυτικό Μέτωπο. Από τον Απρίλιο του 1917 άρχισαν αψιμαχίες μεταξύ των δύο αντιπάλων, την ίδια ώρα που οι Γερμανοβούλγαροι οχύρωναν την περιοχή.

Ως εκ τούτου, ο γάλλος αρχιστράτηγος του Μετώπου, στρατηγός Γκιγιομά, αποφάσισε την κατάληψη της οχυρωμένης περιοχής του Σκρα. Τα σχέδια της επίθεσης συμπληρώθηκαν και υλοποιήθηκαν από τον αντικαταστάτη του, στρατηγό Φρανσέ ντ’ Εσπερέ.

Την επίθεση ανέλαβε να υλοποιήσει το Σώμα Στρατού Εθνικής Αμύνης υπό τον αντιστράτηγο Εμμανουήλ Ζυμβρακάκη, ενώ τις δυνάμεις κρούσης οδηγούσε ο υποστράτηγος Ιωάννου. Για το σκοπό αυτό διατέθηκαν το 5ο και 6ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους, το 7ο και το 8ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Κρητών και το 1ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Σερρών. Η ελληνική δύναμη διέθετε 14.546 πεζικάριους, τους οποίους υποστήριζαν 287 βαρέα και ελαφρά πυροβόλα. Υποστηριζόταν από την 16η Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία και το 1ο Σύνταγμα Αφρικής. Οι Βούλγαροι διέθεταν πέντε συντάγματα πεζικού, υποστηριζόμενα από ισχυρό πυροβολικό, βαρύ και ελαφρύ.

Η επίθεση άρχισε στις 5 το πρωί της 16ης Μαΐου με μπαράζ πυροβολικού. Τα προορισμένα για την επίθεση πεζοπόρα τμήματα εξόρμησαν το πρωί της 17ης Μαΐου και μέχρι το απόγευμα, έπειτα από σκληρές μάχες και παρά την πείσμονα αντίσταση των Βουλγάρων, κατέλαβαν το Σκρα. Το τίμημα ήταν βαρύ για τα ελληνικά στρατεύματα. Οι νεκροί ανήλθαν σε 434 και οι τραυματίες σε 1.925. Σε πολλές εκατοντάδες υπολογίζονται οι νεκροί και οι τραυματίες Βούλγαροι και σε 2.000 οι αιχμάλωτοι.

Η νίκη των Ελλήνων στο Σκρα προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στους Συμμάχους κι ενθουσίασε τον ελληνικό λαό. Κατέδειξε ότι ο ελληνικός στρατός, παρ’ όλες τις εσωτερικές διαμάχες λόγω του Εθνικού Διχασμού, τα οργανωτικά και λειτουργικά του προβλήματα, εξακολουθούσε να είναι αξιόμαχος και εμπειροπόλεμος.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/

Οι «Μεγάλες Προσδοκίες»

Οι «Μεγάλες Προσδοκίες» είναι η υπέροχη ιστορία του νεαρού Πιπ που ζει στη φτώχεια του χωριού του, ώσπου οι τρομερές συμπτώσεις τον φέρνουν στο Λονδίνο, στους κύκλους του «καλού κόσμου». Μέσα από τις περιπέτειες του Πιπ, που παρατηρεί τον κόσμο γεμάτος όνειρα κι ερωτηματικά, ο Ντίκενς περιγράφει την Αγγλία της πρώτης βιομηχανικής εποχής, μιας σκληρής εποχής όπου όμως τα θαύματα ήταν δυνατά. Με φόντο την ύπαιθρο, που παρακμάζει, και το άστυ, που αναπτύσσεται γοργά, ο Ντίκενς δημιουργεί μια σειρά αξιαγάπητους χαρακτήρες (όπως τον καλοκάγαθο Τζο και την γλυκιά Μπίντυ) που συγκρούονται με τους Κακούς, που κι αυτοί απ’ την πλευρά τους έχουν τις δικαιολογίες τους. Η ωραία Εστέλλα είναι δύστροπη και καταστροφική, η μις Χάβισαμ είναι μισότρελη, η αδελφή του Πιπ είναι μια μέγαιρα: και ο Μάγκγουιτς, που αποτελεί με τον τρόπο του το κέντρο αυτής της ιστορίας, είναι ένας παράνομος – σαν τον Γιάννη Αγιάννη στους Αθλίους. Όμως πίσω από τα φαινόμενα κρύβονται απρόσμενες αλήθειες και παλιά μυστικά που συνιστούν την ίδια την πλοκή και που κινούν το γαϊτανάκι των ηρώων. Ο ανικανοποίητος έρωτας, η φιλία, η μοίρα, η εκδίκηση, οι ταξικές συγκρούσεις, η κοινωνική αναρρίχηση, η αρρώστια, ο θάνατος και η λύτρωση περιγράφονται εδώ με ρεαλισμό και χιούμορ: οι δραματικές σκηνές είναι συνταρακτικές, οι κωμικές είναι ξεκαρδιστικές και οι πρώτες διαδέχονται τις δεύτερες σε μια μνημειώδη σύνθεση. (ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ)

[…] στις Μεγάλες προσδοκίες, που μάλλον ξεφεύγουν από τα όρια του κοινωνικού μυθιστορήματος, ο συγγραφέας θα χτίσει τον κεντρικό του χαρακτήρα με βάση τις επιταγές του χρήματος, όπως τουλάχιστον τις αντιλαμβάνεται η βικτωριανή Αγγλία: το φτωχόπαιδο που αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο στο μυθιστόρημα, θα έχει έναν και μοναδικό στόχο – το πώς να πλουτίσει σε μια κοινωνία συστηματικών αποκλεισμών. Κι όλα αυτά στο πλαίσιο μιας αφήγησης που θέλει να αποδείξει […] ότι η φτώχεια δεν συνιστά φυσική κατάσταση ή προϊόν προσωπικής ανικανότητας, αλλά το απαραγνώριστο χαρακτηριστικό ενός πανίσχυρου ταξικού καθεστώτος, που υπερασπίζεται με νύχια και με δόντια την πίστη του στην ανισομέρεια και την ανισότητα. (Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ, 21/1/2012)

[…] Στις επτακόσιες και πλέον σελίδες του βιβλίου παρουσιάζονται όλα τα σημαντικά ανθρώπινα αισθήματα: ο έρωτας, η φιλία, ο πόνος της απώλειας. Δίπλα στον βασικό κορμό αφήγησης αναπτύσσονται ενότητες που επιτρέπουν τη λεπτομερή παρουσίαση όλων των ανθρώπινων στιγμών. Ο ρεαλισμός διαδέχεται το χιούμορ και οι σκηνές εναλλάσσονται καθώς η κωμωδία αντικαθιστά συστηματικά την τραγωδία. (Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, 14/12/1997)

Όταν ήμουν νέος, νόμιζα ότι το χρήμα είναι το πιο σπουδαίο πράγμα στη ζωή. Τώρα που είμαι γέρος, το ξέρω.


Oscar Wilde, 1854-1900, Ιρλανδός συγγραφέας