Στις πλαγιές του Κιθαιρώνα
Στην άλλη άκρη της Αττικής, στα Βίλια, στους πρόποδες του Κιθαιρώνα, συναντήσαμε τον Προκόπη Πλούμπη και τον αδελφό του Θανάση στο τυροκομείο τους. Τα Βίλια ήταν ανέκαθεν κτηνοτροφική περιοχή με ντόπιους και Αρβανίτες βοσκούς και παλιότερα με νομάδες κτηνοτρόφους από τη Φωκίδα. Ο αδελφοί Πλούμπη είναι δεύτερη γενιά τυροκόμοι και ακολούθησαν το επάγγελμα του πατέρα τους, παρά το γεγονός ότι ο Προκόπης εργαζόταν για χρόνια ως μηχανολόγος στη ΔΕΗ και ο Θανάσης έχει στην πλάτη του σπουδές στους υπολογιστές και εργαζόταν στην ΙΒΜ. Όταν ο τυροκόμος πατέρας τους αρρώστησε, τα αδέλφια έπρεπε να διαλέξουν τι θα κάνουν. Επέλεξαν να συνεχίσουν την πατρική τέχνη και τελικά πήγαν το οικογενειακό τυροκομείο πολλά βήματα μπροστά, με μια θαυμαστή γκάμα έξοχων τυριών και δύο ιδιόκτητα σημεία διάθεσης των προϊόντων τους, ένα στα Βίλια και ένα στην Οινόη. Τα προϊόντα τους, ιδιαίτερα η βαρελίσια φέτα τους, είναι μία από τις καλύτερες που έχουμε δοκιμάσει σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Παράγουν ακόμα γραβιέρα, κεφαλοτύρι, σκληρό κατσικίσιο και, φυσικά, παραδοσιακό πρόβειο γιαούρτι, ρυζόγαλο και κρέμες. Στο κελάρι του τυροκομείου, πάνω στα ξύλινα ράφια, τα κεφάλια της γραβιέρας αφήνονται να ωριμάσουν από 4 έως 24 μήνες. Όσο ωριμάζουν τοποθετούνται σε ολοένα και ψηλότερα ράφια και ξεχωρίζουν από τη χαρακτηριστική γκριζωπή θαμπάδα της επιδερμίδας τους. Η νοστιμιά και η μετρημένη αψάδα τους είναι συναρπαστικές. Η παλαιωμένη, δε, είναι ένα τυρί συγκλονιστικό, μια έκρηξη έντονης γαλατένιας γεύσης με απολαυστική ένταση! «Είναι το ορεινό γάλα που δίνει στα τυριά μας αυτή τη νοστιμιά», εξηγεί ο Θανάσης Πλούμπης. Το γάλα για τα τυριά τους έρχεται από πρόβατα που βόσκουν στον Κιθαιρώνα και στη βόρεια πλευρά της Πάρνηθας, προς τα Δερβενοχώρια. «Το πουρνάρι και η άγρια χλόη που τρώνε, για παράδειγμα, τα γίδια δεν υπάρχουν στον κάμπο. Έχει διαφορά λοιπόν η γεύση του γάλακτος. Ο Κιθαιρώνας, ξέρετε, είναι το μοναδικό βουνό με την πλουσιότερη χλωρίδα μετά το Παγγαίο», τονίζει. Το αποκλειστικά αιγοπρόβειο γάλα για τα γιαούρτια και τα τυριά τους προέρχεται από κοπάδια των γειτονικών περιοχών: Μάνδρα, Δερβενοχώρια, Βίλια και Ερυθρές (Κριεκούκι). Οι ποσότητες μικρές, ίσα να καλύψουν την παραγωγή που διατίθεται στα δικά τους πρατήρια. Τα πάντα στο τυροκομείο τους γίνονται στο χέρι κι έτσι μόνο οι μικρές ποσότητες είναι διαχειρίσιμες στον βαθμό που δεν θα μειωθεί στο ελάχιστο η κορυφαία ποιότητα των τυριών τους.
Μια παράδοση που χάνεται
Ο Προκόπης Πλούμπης συμφωνεί, ωστόσο, πως τόσο η κτηνοτροφία όσο και η τυροκομία είναι δουλειές δύσκολες, ιδιαίτερα απαιτητικές. «Όταν ξεκίνησα, πριν από 30 χρόνια, στην Ελλάδα λειτουργούσαν 2.300 τυροκομεία και τώρα έμειναν κάτω από 300», λέει χαρακτηριστικά. «Όσο δύσκολη είναι η θέση σήμερα των κτηνοτρόφων, άλλο τόσο και ακόμη περισσότερο είναι αυτή των τυροκόμων. Πολλοί μάλιστα έχασαν τα πάντα, αφού με τα ελάχιστα κέρδη τους έπρεπε να πληρώσουν χρέη». Ένας λόγος γι’ αυτό είναι ότι η Αττική έχει εξαιρεθεί από χρηματοδοτούμενα προγράμματα, γιατί για το κράτος δεν θεωρείται αγροτική περιοχή. Η στροφή της πολιτείας στη στήριξη των μεγάλων βιομηχανικών μονάδων τυροκομίας, θέτοντας προδιαγραφές στην παραγωγή που τις ευνοούν, αφήνει ακάλυπτους τους τυροκόμους. Τα αττικά τυροκομεία πλέον μετρώνται στα δάχτυλα του ενός χεριού: Κωσταρέλος, Παγώνης, Πλούμπης, Μαργώνης, Γκαϊδατζής. «Αυτή τη στιγμή βλέπετε τις τελευταίες γενιές τυροκόμων», λέει φανερά πικραμένος αλλά και αγανακτισμένος ο κ. Πλούμπης.
Πηγή:gastronomos.gr
Αντισταθείτε πάλι σ’ όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοι
σ’ όλους που γράφουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα
στις κολακείες τις ευχές στις τόσες υποκλίσεις
από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους
Μιχάλης Κατσαρός
Σε ολόκληρο το σύμπαν, μόνο ένας τρόπος υπάρχει να ωθήσεις κάποιον να κάνει κάτι. Και ο τρόπος αυτός είναι να θέλει να το κάνει!
Βαρδούσια (νότια απόληξη)
Χασιά
Ζαβός και τσεβδός
Ζαβό τον φωνάζανε στο χωριό. Ζαβό και τσεβδό και να δεις που άκουγε κι απαντούσε. Καλοκάγαθος ήταν ο Μπάμπης και πολύ καλός μάστορας! Ένα μικρό συνεργείο είχε κι έφτιαχνε μοτοποδήλατα.
Ο καλύτερος μάστορας στην περιοχή ήταν. Έδιωχνε πελατεία.
Αλλού να τα πα πα πάτε τους έλεγε. Έχω πο πο πολύ δουλειά εγώ και δε δε δεν μπορώ. Κι οι πελάτες ξέροντας πόσο καλός ήταν αφήνανε τα μοτοποδήλατα και φεύγανε κι ο Μπάμπης θύμωνε που δεν τον άκουγαν…
Έπαιρνε τότε ένα παλιό μοτοσακό που είχε ένα χαρβαλιασμένο αλλά η μηχανή του δούλευε ρολόι, το καβάλαγε κι έκανε μια βόλτα να ηρεμήσει. Κι όταν του λέγανε γιατί δεν παίρνεις άλλο μοτοσακό εκείνος τους έλεγε, αυτό θε θε θέλω εγώ σας πειράζει; Και κείνοι γελούσαν γιατί τον πειράζανε και το’ ξερε κι αυτός και γελούσε στο τέλος. Όλοι ξέρανε την αγάπη που είχε για το μοτοσακό του και για τα ζώα.
Το μικρό του συνεργείο γεμάτο από γάτες, σκύλους και κότες ήταν όλη μέρα. Τα τάιζε, τα πότιζε και τους μιλούσε.
Ήταν η παρέα του! Αν αρρώσταινε κάποιο έφερνε κτηνίατρο να το δει. Του έστρωνε σε μια γωνιά του συνεργείου και το γιατροπόρευε σαν μωρό παιδί και δεν κοιμόταν στο σπίτι του και στο κρεβάτι του μέχρι να γίνει καλά!
Μια μέρα πήγαινε βόλτα με το μοτοσακό του κι είχε πάνω ένα σκύλο και μια στιγμή πετιέται ο σκύλος και τρέχει τρέχει κι ο Μπάμπης δεν ήξερε τι να κάνει. Σταμάτησε το μοτοσακό του κι έτρεχε και κείνος ξοπίσω του και τον φώναζε να σταματήσει μα ο σκύλος δεν τον άκουγε. Κάποια στιγμή τον βλέπει να γαυγίζει ψηλά στον τοίχο ενός πηγαδιού.
Μια γάτα είχε δει και την πήρε στο κατόπι και κείνη δεν υπολόγισε καλά το άλμα της κι έπεσε μέσα στο πηγάδι γι αυτό κι ο σκύλος γάβγιζε…Τρελάθηκε ο Μπάμπης και βάζει και κείνος τις φωνές κι ήρθαν κάποιοι που τον άκουσαν και σαν μάθαν τι έγινε γελούσαν και φεύγανε και κείνος έκλαιγε και πήγαινε πέρα δώθε μη ξέροντας τι να κάνει…
Θα ψο ψο ψοφήσει φώναζε ο καημένος και χτύπαγε τα χέρια του στο στήθος. Να φωνάζει ο Μπάμπης να γαυγίζει ο σκύλος μα βοήθεια καμία για την γάτα που νιαούριζε στο βάθος του άδειου πηγαδιού από νερό.
Και παίρνει το μοτοσακό του και φεύγει. Πάει να βρει έναν που συνεχώς του έλεγε το πουλάς να τ αγοράσω το μοτοσακό σου;
Κι έλεγε ο Μπάμπης δε δε δεν το πουλάω.
Μα τώρα θα το χαρίσει σε κείνον αρκεί να τον βοηθήσει να βγάλουν την γάτα. Μες τα κλάματα του είπε τι συμβαίνει και στο τέλος του λέει έλα και γω θα θα θα στο χαρίσω το μοτοσακό.
Τον λυπήθηκε η ψυχή του με τόσο κλάμα, βουτάει μια τριχιά χοντρή και του λέει πάμε βρε Μπάμπη να σώσουμε την γάτα.
Δένει την τριχιά στο σώμα του, ήρθαν και κάνα δυο ακόμα που τους φώναξε κατέβηκε στο πηγάδι πιάνει την γάτα και την δίνει στον Μπάμπη που δεν μπορούσε να σταματήσει το κλάμα και φύγανε. Κι αφού συνήλθε ο Μπάμπης του φωνάζει δυνατά να τον ακούσει. Το μοτοσα σα σα κοοοό να πα πα πάρεις….
Μα κείνος δεν το πήρε ποτέ και ούτε πείραξε ξανά τον Μπάμπη γιατί ψυχές σαν την δική του δεν τις πειράζεις αλλά τις θαυμάζεις! Αν κάποιος ήθελε να βρει το συνεργείο του, ρωτούσε που είναι του ζαβού και του τσεβδού το μαγαζί;
Κι ο Μπάμπης για να τους τα επισκευάσει τους έλεγε, αγαπάς τα ζώα; Αν του λέγανε όχι δεν τους έφτιαχνε τις βλάβες τους και θυμωμένος τους έδιωχνε λέγοντάς τους στο κα κα καλό.
Το αγαπούσε το μοτοσακό του ο Μπάμπης! Μ αυτό πήγε βόλτα την κοπέλα που ερωτεύτηκε όταν ήταν νέος! Πάνω στη σέλα του ανταλλάξανε τα πρώτα τους φιλιά!
Εκεί του είπε σ αγαπώ, εκεί και το αντίο…
Ζαβό και τσεβδό τον έλεγαν…
Ελευθερία Λάππα
1982
Η ανθρώπινη Έπαρση
Η έπαρση των ανθρώπινων όντων, η βαθιά ριζωμένη πεποίθηση ότι ο άνθρωπος είναι μοναδικός και ριζικά διαφορετικός από τα ζώα, είναι κατανοητή. Όλα τα είδη είναι μοναδικά. Αν δεν ήσαν, δεν θα αποτελούσαν διακεκριμένα και ανεξάρτητα είδη. Κάθε ζώο, για να εκτελέσει το βιολογικό του έργο, να συντηρήσει τον εαυτό του και τα γονίδιά του, είναι υποχρεωμένο να ενεργεί σαν να υπάρχει ο κόσμος μόνο για το καλό το δικό του και της οικογένειάς του. Αυτή τη θεμελιώδη βιολογική επιταγή της αυτοσυντήρησης ο άνθρωπος τη μετέτρεψε σε ανθρωποκεντρική θεώρηση του σύμπαντος.
Από το βιβλίο :
Colin Blakemore “Η μηχανή του νου” – Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Οι Αυτές Υψηλότητες οι Πρίγκηπες!
•Στην ενδοχώρα της Ανδρου σε ένα κοίλωμα των λοφοσειρων βρίσκεται ο οικισμός «Γίδες».Ο φιδωτός χωματόδρομος καταλήγει στην μαγική παραλία Γίδες.Διδυμη με το Βιτάλι .Οριοθετούνται από βραχοσχηματισμούς περίτεχνης,τυχαίας φυσικής γλυπτικής.Ζωόμορφες «κατασκευές» της φύσης που έρπουν προς τη κυματισμένη θάλασσα.Τις έχω πάντα στη μνήμη μου.Να τις απολαμβάνω σε ανηφόρες και κατεβασιές με τη Μαρίνα.Υπέροχες μέρες.Το φοβερό της μνήμης έντομο μες τη γη,είχε υμνήσει ο Ελύτης.
•Στην πλαγιά των Γιδών πριν τη θάλασσα ο Λεωνιδας ο αδελφός του Γιώργου,έχτισε ένα απλό,απέριττο αλλά πολύ όμορφο σπίτι.Στο πουθενά.
•Τι κάνει ο αδελφός σου ρε Γιώργο.Μια χαρα μου λέει.Ξερεις πως τον αποκαλώ;Leonide de Gides.Ο Λεωνιδας των Γιδών.Πολυ σωστά.Ο αδιαφιλονίκητος πριγκηψ των γιδών,αιγών και αγριοκατσικων της Ανδριακής ενδοχώρας.Εχω γελάσει πολύ με το Leonides de Gides.
.Και νόμιζα πως όταν γίνεσαι Υπουργός χάνεις το χιούμορ σου.Δεν ισχύει Γιώργο φίλε μου καλέ.Αλωβητο το χιούμορ.
•Παύλος de Grece λοιπόν και φαμίλια de Grece.Απο καιρό παρατηρώ την σταδιακή επάνοδο.Ηδη ακροδεξιά sites σημειώνουν την ανάγκη ενοποίησης του «πατριωτικού» χώρου.
Πάνος Μπιτσαξής
Ελένη Μπάρλου και Κ Μπερτσιάς (1995)
ιντεραμερικαν/δεκαετία 80
Η κριτική είναι επικίνδυνη επειδή πληγώνει την ανεκτίμητη υπερηφάνεια του ανθρώπου, τραυματίζει την αυτοεκτίμησή του και ξυπνά τη μνησικακία…
Τι είναι ο κομπραδόρος και ο ραντιέρης;
ο κομπραδόρος είναι ο μεσάζων, ο εργολάβος των ξένων αφεντικών.
(προέρχεται από το comprador, σημαίνει κυριολεκτικά “αγοραστής” και μας έρχεται από τα Πορτογαλικά.
ο ραντιέρης είναι ο τοκογλύφος, αυτός που θησαυρίζει από ενοίκια, τίτλους, προσόδους αλλά και από το χρηματιστήριο.
(ραντιέρης, από το γαλλικό rentier, δηλαδή δικαιούχος ενοικίων και τόκων, τοκογλύφος, “εισοδηματίας)
Αρκεί ένα λεπτό για να ερωτευθείς, μια ώρα για να συμπαθήσεις και μια μέρα για ν’αγαπήσεις. Όμως μια ολόκληρη ζωή δεν αρκεί για να ξεχάσεις….
Με την Λαμπέτη πίσω…