Παντελής Παντελής από την κατεχόμενη (ακόμη) Λύση της Κυπρου σε βόλτα στην Αθήνα

Η Λύση (τουρκ: Akdoğan) είναι κατεχόμενη κωμόπολη της Κύπρου και ανεξάρτητος δήμος στην Επαρχία Αμμόχωστου. Προσωρινή έδρα του δήμου είναι η Λάρνακα. Η Λύση βρίσκεται στην πεδιάδα της Μεσαορίας και απέχει 32 χιλιόμετρα από τη Λευκωσία , 20 χιλιόμετρα από τη Λάρνακα και 29 χιλιόμετρα από την Αμμόχωστο. Πριν την τούρκικη εισβολή του 1974 είχε 5.500 κατοίκους.

Το νέο αμπελοτόπι του νέου οικιστή του Τσιγκουρατίου Γιάννη Αναγνωστάκη είναι σχεδόν έτοιμο σήμερα φυτευθηκαν τα πρώτα 200 καμπερνε καλά μπερεκέτια αγαπητέ φίλε Γιάννη

Την σπάνια αλλά ανερχόμενη ποικιλία λημνιώνα απεφάσισε να φυτεύσει στο νέο αμπελώνα του ο Ν Αναγνωσστάκης στα Δερβενοχώρια

Η λημνιώνα, η οποία δεν πρέπει να συγχέεται με το λημνιό, είναι το ανερχόμενο αστέρι των ελληνικών ερυθρών ποικιλιών και δεν αποκλείεται να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για κορυφαίες ετικέτες σύγχρονων κρασιών της Ελλάδας, μέσα στα επόμενα χρόνια. Το δυναμικό ποιότητας αυτής της ερυθρής ποικιλίας, που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ερυθρών ξηρών κρασιών, εντοπίστηκε μόνο όταν τα κλήματα που είχαν απομείνει από αυτήν ήταν ελάχιστα. Αρκετά χρόνια έρευνας και μικροοινοποιήσεων, στις οποίες συνεργάστηκαν πολλοί επιστήμονες, καλλιεργητές και παραγωγοί, άρχισαν να αποφέρουν εντυπωσιακά αποτελέσματα.

Το κρασί από λημνιώνα έχει εξαιρετικά βαθύ, ζωηρό και σκούρο κόκκινο χρώμα. Στη μύτη είναι πλούσιο, πολύ εκφραστικό, με έντονη γεύση μαύρων φρούτων και μπαχαρικών και ορυκτώδη χαρακτήρα, ενώ έχει καλή σχέση με νέο βαρέλι. Το στόμα είναι ευρύ και δομημένο πάνω σε στιβαρές, αλλά ποτέ επιθετικές ταννίνες. Η αλκοόλη μπορεί να είναι σχετικά υψηλή, παρότι σπανίως ξεπερνά το 13,5%, αλλά εξισορροπείται πάντα από την έντονη οξύτητα της ποικιλίας. Λέγεται πως η λημνιώνα προέρχεται από τη Θεσσαλία και ειδικότερα από τις περιοχές της Καρδίτσας και του Τυρνάβου. Σήμερα, λόγω του υποσχόμενου προφίλ της, καλλιεργείται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, συχνά όμως πειραματικά.

Η λημνιώνα είναι μια από τις σπάνιες αυτές ερυθρές ποικιλίες, που οδηγούν σε κρασιά με εκχύλισμα, συμπύκνωση, οξύτητα, αρώματα και γεύση, τα οποία δεν τείνουν να γίνουν παχιά και υπερβολικά σωματώδη. Απευθύνονται σε όσους αναζητούν κομψά και ασυνήθιστα κόκκινα κρασιά. Τα κρασιά αυτά, ιδίως όταν είναι νέα, συνοδεύουν άριστα πιάτα με μοσχάρι και άλλα κόκκινα κρέατα με πλούσια γεύση. Τα περισσότερα διαθέσιμα δείγματα μπορούν να καταναλωθούν άμεσα, αλλά ωφελούνται αν παλαιώσουν τουλάχιστον για λίγα χρόνια στη φιάλη, ενώ φτάνουν στο ζενίθ τους μέσα σε δέκα ή και περισσότερα χρόνια.

ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΟ ΟΡΟΠΕΔΙΟ ΤΩΝ ΣΚΟΥΡΤΩΝ απο Χρ Μίχα

ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΟ ΟΡΟΠΕΔΙΟ ΤΩΝ ΣΚΟΥΡΤΩΝ απο Χρ Μίχα

Στην περιοχή των Δερβενοχωρίων , συναντά κανείς πάνω από 25 σπήλαια , σπηλαιοβάραθρα και καταβόθρες , εξαιτίας της σύστασης του υπεδάφους της , που αποτελείται κυρίως από ασβεστολιθικά πετρώματα , που ευνοούν τον σχηματισμό αυτών. Κατά την άποψη μου , πέραν της μοναδικής , φυσικής ομορφιάς τους , χρήζουν περαιτέρω επιστημονικού ενδιαφέροντος και προστασίας , από τις αρμόδιες εφορείες του Υπουργείου Πολιτισμού και θα μπορούσαν υπό προϋποθέσεις , να αναδειχθούν και να αξιοποιηθούν και τουριστικά , αποτελώντας πόλο έλξης , για λάτρεις τις σπηλαιολογίας , φυσιολάτρες , κλπ . Πέραν των άλλων , τα σπήλαια αποτελούν σημαντικό κομμάτι του περιβάλλοντος και έχουν άμεση σχέση με την ποιότητα Ζωής , καθώς τις περισσότερες φορές σχετίζονται με το υπόγειο νερό, που αντλείται , με τις γεωτρήσεις για ύδρευση και για άρδευση. Τα κυριότερα στην περιοχή των Σκούρτων είναι , το γνωστό από την αρχαιότητα Σπήλαιο , στο Πυργάρι και η μεγάλη καταβόθρα βόρεια του οροπεδίου των Σκούρτων , η οποία απορροφάει το 80% περίπου των όμβριων υδάτων του Οροπεδίου .
Η παράδοση μας θέλει τα νερά της να χύνονταν στην θάλασσα και συγκεκριμένα στον Ωρωπό , υπάρχουν όμως και άλλα μικρότερα όπως για παράδειγμα : το σπήλαιο -βάραθρο , βόρεια του όρους Ρόκανι , που στα Χρόνια της Γερμανικής κατοχής χρησιμοποιήθηκε για αποθήκη τροφίμων , το σπήλαιο στο ύψωμα Μεσοράχη , επίσης το σπήλαιο- Βάραθρο στην περιοχή ΄΄ τσέπια Διπλού ΄΄ , το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως αποθήκη πυρομαχικών από τα στρατεύματα του ΕΛΑΣ , το σπήλαιο ΄΄Γκλαβανιάς ΄΄ το οποίο κατά μαρτυρία κτηνοτρόφων της περιοχής , σε δυσμενής καιρικές συνθήκες , βρίσκει πάντα καταφύγιο μεγάλος αριθμός ζώων ( πάνω από διακόσια πρόβατα ) . Ακόμη το βάραθρο στην περιοχή ΄΄ Περιστέρι ΄΄ για το οποίο οι κάτοικοι λένε ότι το βάθος του δεν μπορεί να προσδιορισθεί , το σπήλαιο της΄΄ Ευλογιάς΄΄ στα όρια Σκούρτων με τον Ασπρόπυργο (κάτω πηγάδι ) όπου πήγαιναν αρρώστους με μολυσματικές ασθένειες , στα βυζαντινά και Τούρκικα χρόνια , αρκετά μεγάλων διαστάσεων και επίσης πολλά άλλα ακόμη , διάσπαρτα σε όλη την έκταση του Οροπεδίου (Πύλη , Πάνακτος , Στεφάνη ) στις θέσεις Ταμπούρι , Χούνι , Σεσι, Κρέριζι, Μάλια Κουσαρι , Ασωπός , Μπέκα , Καμάρεζα , Γκούρεζα , Κουκούδι , Θράκες , Λακόμα , Κόκκινη Σπηλιά , Κάστρο Πανάκτου κλπ .
Η Καταβόθρα των Σκούρτων έχει εξερευνηθεί από την Άννα Πετρόχειλου και αναλυτική περιγραφή της , υπάρχει στο περιοδικό ΠΑΝ του 1951 σε άρθρο του Ιωάννη Πετρόχειλου , ειδικότερα μεταξύ άλλων αναφέρονται τα ακόλουθα