Τι είναι το περίφημο μουστάκι ντούγκλα;

Δεν ξανακάνω φυλακή
με τον Καπετανάκη
που ‘χει ντούγκλα στο μουστάκι
τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε.

Τη δόλια τη μανούλα μου
την πότισες φαρμάκι,
αχ, εσύ Καπετανάκη.
Τα μελιτζανιά να μην τα βάλεις πια.

Ξυπνώ και βλέπω σίδερα,
στη γη στερεωμένα
τα παιδάκια τα καημένα
τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε.

ξεκινάω από τον τρίτο στίχο, όπου το ερώτημα αφορά το μουστάκι του Καπετανάκη. Έχει ντούγκλα στο μουστάκι, όπως ακούγεται στο τραγούδι; Και τι είναι η ντούγκλα;

Εκ πρώτης όψεως τέτοια λέξη δεν υπάρχει και εύλογα  κάποιοι που ακούνε το  τραγούδι νομίζουνε ότι λέει “μπούκλα” στο μουστάκι, δηλαδή φουντωτό μουστάκι. Αλλά αυτό είναι παράκουσμα.

Έχει υποστηριχτεί ότι υπήρχε στη δεκαετία του 1930 ένα  καλλυντικό για τα μουστακια, μάρκας Douglas, το οποίο οι Έλληνες, σε μια εποχή όπου ελάχιστοι ήξεραν αγγλικά το διάβαζαν γαλλοπρεπώς,  Ντούγκλας. Οπότε ο Καπετανάκης είχε βάλει αλοιφή “Ντούγκλας” στο  μουστάκι του.

Πράγματι τον παλιό καιρό,  που όλοι σχεδόν είχαν μουστάκια, υπήρχαν ειδικές αλοιφές για την περιποίησή τους. Ο γενικός όρος για την αλοιφή του μουστακιού ήταν  “μαντέκα”. Ωστόσο, η εκδοχή αυτή προσκρούει στο ότι δεν υπάρχουν τεκμήρια για την ύπαρξη μάρκας Douglas.

Όμως το όνομα Douglas, Ντάγκλας,  συνδέεται  με άλλον τρόπο με το μουστάκι.

Υπάρχει, βλέπετε, ο αρχαίος κινηματογραφικός αστέρας Ντάγκλας (γαλλιστί Ντούγκλας) Φέρμπανξ (Douglas Fairbanks, 1883-1939) που πρωταγωνίστησε σε θρυλικές ταινίες, όπως ο Κλέφτης της Βαγδάτης. Όπως βλέπετε, το διάσημο μουστάκι του, επονομασθέν «μουστάκι ντούγκλα(ς)» ήταν ψιλό ψιλό μουστακάκι, ποντικομούστακο (σαν του Μανόλη Χιώτη). Φαίνεται πως και ο Καπετανάκης είχε “ντούγκλας το μουστάκι”, που ακούγεται ακριβώς όπως και το “ντούγκλα στο μουστάκι”.

Ότι το μουστάκι του Ντάγκλας Φέρμπανξ ήταν διάσημο, το ξέρουμε από πολλές αναφορές κειμένων της εποχής. Μάλιστα, στο βιβλίο Cultural journeys into the Arab world, παρατίθενται αναμνήσεις  κάποιου  ο οποίος θυμάται “that was the  preferred type of moustache in those days, the Douglas”.

Για να τα λέμε όλα, δεν είναι απολύτως βέβαιο τι είδους μουστάκι ήταν το “Ντούγκλας”. Εγώ λέω λεπτό, αλλά σε πρόσφατο τηλεπαιχνίδι θεωρήθηκε σωστή απάντηση το τσιγκελωτό. Βέβαια, ένα λεπτό μουστάκι μπορεί να είναι και τσιγκελωτό.

Πηγή:

Απόσπασμα από: sarantskos.wordpress.com

“Μην απελπίζεσαι, ούτε καν για το γεγονός ότι δεν απελπίζεσαι. “

Κάφκα

Αλλαγή της αντίληψης για τον θάνατο

Για τον θάνατο: Τι μπορεί να γίνει γι’ αυτό;

Αλλάξτε την εστίαση. Πρέπει να σκεφτούμε ότι, ενώ είναι το μεγαλύτερο πρόβλημά μας, το γήρας είναι και η λύση. Τα γηρατειά είναι απολύτως επαναστατικά αν είμαστε ικανοί να βιώσουμε τη διαδικασία του να γίνουμε τίποτα -του να πηγαίνουμε προς το θάνατο- ως μια φυσική και ευχάριστη διαδικασία.

Πρέπει να είμαστε ικανοί να βιώσουμε το ξεθώριασμα του σώματος και του νου μας ως ένα εξαιρετικό γεγονός. Αν το πετύχουμε αυτό – αν ανταλλάξουμε την παραδοσιακή κουλτούρα της παραίτησης μπροστά στο θάνατο με μια νέα κουλτούρα αποδοχής του να γινόμαστε τίποτα – θα κάνουμε ένα υπερβατικό βήμα για να ξεφύγουμε από τη μαζική τρέλα στην οποία είμαστε βυθισμένοι. Τώρα, πολύ, πολύ αμφιβάλλω ότι ο λευκός πολιτισμός είναι ικανός να το κάνει αυτό*.

*Φράνκο Μπεράρντι, φιλόσοφος.

Ο 74χρονος Μπεράρντι αποτελεί σημείο αναφοράς του αριστερού αυτόνομου κινήματος της δεκαετίας του 1970-1980, μιας ομάδας με μικρή πολιτική σημασία αλλά σημαντική καλλιτεχνική και πνευματική βαρύτητα. Ο Bifo -το παρατσούκλι του από παιδί- σκεφτόταν για την πολιτική με κλασικούς πολιτικούς όρους επί δεκαετίες. Αλλά καθώς προχωράει στην ηλικία, έχει αρχίσει να σκέφτεται την πολιτική με ψυχολογικούς όρους, σαν ο κόσμος να μην είναι πλέον απλώς ένα ανισόρροπο και άδικο σύστημα σχέσεων εξουσίας. Περισσότερο από ποτέ, αισθάνεται ότι η Γη είναι ένα συναισθηματικό και σοβαρά άρρωστο νευρικό σύστημα.

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ

Σαράντα λύκοι μὲ προβιὰ (γι᾿ αὐτοὺς χτυπᾷ ἡ καμπάνα)
καθένας γουρουνόπουλο, καθένας νταμιτζάνα!
Κι ἀπὲ ρεβάμενοι βαθιὰ ξαπλώσανε στὸ τζάκι,
κι ἀβάσταγες ἐνιώσανε φαγοῦρες στὸ μπατζάκι.

Ὄξ᾿ ὁ κοσμάκης φώναζε: «Πεινᾶμε τέτοιες μέρες»
γερόντοι καὶ γερόντισσες, παιδάκια καὶ μητέρες
κ᾿ οἱ τῶν ἐπίγειων ἀγαθῶν σφιχτοὶ νοικοκυρέοι
ἀνοῖξαν τὰ παράθυρα καὶ κράξαν: «Εἶστε ἀθέοι».

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ

Μάνος Χατζηδάκις

― Ποιοι άνθρωποι σας αρέσουν; Οι νεαροί ή οι μεγαλύτεροι;

― Μου αρέσουν οι 18χρονοι όταν δεν τραγουδάνε, οι 24χρονοι όταν ακούνε, οι 30χρονοι όταν συνομιλούνε, οι συνομήλικοι όταν φανερώνουν παιδεία και ζωτικότητα και οι εις ηλικίαν γέροντες όταν σιωπούν χαμογελώντας με κατανόηση.

Μάνος Χατζηδάκις

Το κάπνισμα προκαλεί γήρανση του δέρματος

Υπάρχουν τσιγάρα στοχαστικά
έσχατα καταφύγια μιας ελάχιστης ανυποταξίας.
Κάθε ρουφηξιά και μια αστοχία θυμικού
στο εργοστάσιο των ωρών.
Κιτρινισμένοι και σκαμμένοι οι τοίχοι των δαχτύλων
ανάμεσα στις κυκλοφοριακές αρτηρίες της ερειπωμένης
παλάμης.
Σε μια χειρονομία εξεγερμένης προσευχής
κουβαλάνε στις χούφτες τους τους βομβαρδισμένους δρόμους
της μνήμης
σαν μικρά κουτάβια που τα επιστρέφει η μαμά τους στη
φωλιά.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Ηλία Αλεβίζου :

και το πνεύμα εν είδει περιστεράς!

Το νεο ρεύμα και ο ΣΥΡΙΖΑ.. και το πνεύμα εν ειδει περιστεράς

•Η ανησυχία του Κασσελακη για την νομιμοποίηση 500000 όπως ακούστηκε Πακιστανών ήταν το πρώτο.Ανησυχεί για την επαπειλουμενη,κατα τη γνώμη του εθνοφυλετικη καθαρότητα.Κοινή ανησυχία με το Σαμαρά και το Βελόπουλο.Η ανησυχια του για τη συνθηκη της Λωζανης και τον αφοπλισμό των νησιών ήταν το δεύτερο.Ανησυχει για την κρυφή ατζέντα του κατευνασμου που υπόγεια προωθεί ο Μητσοτάκης,με λαγούς τον Γεραπετριτη και το Συρίγο.Η πατρις κινδυνεύει.Κοινή ανησυχία με το Σαμαρά κσι το Βελοπουλο.Τώρα έρχεται το τρίτο.Ο άγιος καθαρμός των μολυσμένων υδάτων του Βοσπορου στο πλάι του Πατριαρχη.Γυμνασμένος είναι ίσως βουτήξει στο Βοσπορο διεκδικώντας τον τίμιο Σταυρό.Η επίδειξη της βαθιάς θρησκευτικότητας του ΣΥΡΙΖΑ.Δεν θα μονοπωλήσει τη θρησκεια μας ο Νατσιός.Είμαστε όλοι θρήσκοι. «και το πνεύμα εν ειδει περιστερας».Περιμένω τωρα να ταχθεί και κατα του γάμου των ομόφυλων και της τεκνοθεσίας που απειλούν την παραδοσιακή οικογενεια.Να γίνει το μεγάλο καρέ.Να καταγγελθεί η υποκρισία Μητσοτάκη και ο διχασμός της ΝΔ.Όχι στη τεκνοθεσια τη θελουμε αλλοιώς όχι όπως υποκριτικά τη θέλει ο Μητσοτάκης.


•Τι να σημαινουν όλα αυτά;είχε διερωτηθει ο Σαββόπουλος.Ελσα σε φοβάμαι σαν φωνή κυρίου.Μα ειναι απλό.Προ της δυσκολίας να πείσει το κεντροαριστερό ακροατήριο στρέφεται στο ακροδεξιό.15% έχει και ανηφορίζει.Είναι μια λύση εθνικά επωφελής.Γιατί όχι;η αγκάλη της αριστεράς μπορεί να στεγάσει την παραπλανημένη Ακροδεξιά οπτική.Να τη ματαστρεψει σε προοδευτική κατεύθυνση.Να την κανει δημιουργική επαναστατική.Πατρις,Θρησκεια,Οικογένεια και χέρι χέρι με το ΣΥΡΙΖΑ.Για να πέσει επιτέλους η επάρατη δεξιά.Και θα βρεθεί μια λύση και για την Αυγή.Να στηριχθει η προοδευτική Εστία φίλε μου κάλε Δημήτρης Καπράνος.Στο κάτω κάτω έχει πλούσια ύλη και διαβάζεται.Εγώ είμαι αναγνώστης τακτικός.Αντιθέτως η Αυγή δεν διαβάζεται.Το προσπάθησα αλλά είναι αδύνατο.

Πάνος Μπιτσαξής

Λεύκτρα Βοιωτίας

Το μαρμάρινο κυλινδρικό τροπαιο στα Λεύκτρα της Βοιωτίας. Αναστηλώθηκε από τον καθηγητή Ορλάνδο (1887-1979). Το Τρόπαιο έστησαν οι Θηβαίοι μετά τη νίκη τους επί των Σπαρτιατών το 371 πΧ. Στην περίφημη μάχη νικήθηκαν οι Σπαρτιάτες που μέχρι τότε ήσαν αήττητοι και την ηγεμονική θέση πήρε η Θήβα-

Ήταν 11,000 Σπαρτιάτες εναντίον 6,000 Θηβαίων. Ο Θηβαίος στρατηγός Επαμεινώνδας εφάρμοσε για πρώτη φορά στην ιστορία των πολέμων τη “λοξή φάλαγγα” χαρίζοντας τη νίκη στη Θήβα. Η ιστορία τον έκρινε σαν τον ευφυέστερο στρατηγό όλων των εποχών.

Οι άνθρωποι που πάνε μπροστά σ’ αυτόν τον κόσμο, είναι αυτοί που σηκώνονται, αναζητούν τις συνθήκες που θέλουν, κι αν δεν τις βρουν, τις διαμορφώνουν μόνοι τους!!

Το παράδοξο της επιλογής και η επιλογή του ‘’λογαριασμού ηλεκτρικού’’ ρεύματος !

Πάσχος Μανδραβέλης

Πάσχος Μανδραβέλης/Καθημερινη

Ο ​Αμερικανός καθηγητής Ψυχολογίας Μπάρι Σουάρτζ διηγήθηκε με πολύ γλαφυρό τρόπο πώς οδηγήθηκε να γράψει το «Το παράδοξο της επιλογής» ένα από τα μεγαλύτερα μπεστ σέλερ στον χώρο της ψυχολογίας.

«Παλιά υπήρχε ένα μόνο στυλ στα τζιν. Τα αγόραζες και εφάρμοζαν χάλια. Αν τα φόραγες πολύ καιρό και τα έπλενες κάθε λίγο και λιγάκι, σιγά σιγά άρχιζες να τα νιώθεις καλά πάνω σου. Οταν, λοιπόν, πήγα ν’ αγοράσω καινούργιο τζιν ύστερα από πολλά χρόνια, λέω στον πωλητή: “Χρειάζομαι ένα παντελόνι τζιν. Το μέγεθός μου είναι αυτό”. Και εκείνος με ρωτάει: “Το θέλετε εφαρμοστό, άνετο ή χαλαρό; Το θέλετε με κουμπιά ή με φερμουάρ; Πετροπλυμένο ή ξεβαμμένο; Ταλαιπωρημένο, ίσως; Φαρδύ απ’ το γόνατο και κάτω ή στενό, μπλα μπλα μπλα…” Και συνέχιζε… Εμεινα με το στόμα ανοιχτό. Και όταν συνήλθα, λέω: “Θέλω εκείνο το στυλ που υπήρχε όταν υπήρχε μόνο ένα στυλ”. Δεν είχε ιδέα για τι πράγμα μιλούσα. Πέρασα λοιπόν μία ώρα να δοκιμάζω όλα εκείνα τα διαολεμένα παντελόνια μέχρι που έφυγα απ’ το κατάστημα με το πιο βολικό παντελόνι που είχα φορέσει ποτέ· η αλήθεια να λέγεται. Ολες εκείνες οι επιλογές με βοήθησαν να διαλέξω καλύτερα. Αλλά αισθάνθηκα χειρότερα. Γιατί;

Εγραψα ολόκληρο βιβλίο για να εξηγήσω στον εαυτό μου το γιατί. Ο λόγος που ένιωσα χειρότερα είναι ότι με όλες αυτές τις εναλλακτικές που είχα, οι προσδοκίες μου για το πόσο καλό μπορεί να είναι ένα τζιν απογειώθηκαν. Πριν είχα λιγότερες προσδοκίες. Δεν περίμενα τίποτα ιδιαίτερο όταν υπήρχε μόνο ένα στυλ. Αλλά όταν εμφανίστηκαν 100 στυλ, διάολε, ένα απ’ όλα θα έπρεπε να ήταν το τέλειο. Αυτό που αγόρασα ήταν καλό, αλλά δεν ήταν το τέλειο. Ετσι, λοιπόν, συνέκρινα αυτό που αγόρασα μ’ αυτό που περίμενα, κι αυτό που αγόρασα ήταν κατώτερο σε σχέση μ’ αυτό που περίμενα. Το να προσθέτει κανείς εναλλακτικές στη ζωή του δεν μπορεί παρά να αυξάνει τις προσδοκίες του σχετικά με το πόσο καλές θα είναι αυτές οι εναλλακτικές. Κάτι τέτοιο θα επιφέρει μείωση της ικανοποίησης από τα αποτελέσματα, ακόμα κι όταν αυτά είναι θετικά αποτελέσματα» (Barry Schwartz, «The Paradox of Choice», ομιλία στο TedGlobal 2005, μτφρ. Παναγιώτης Παπουτσής, Δήμητρα Παπαγεωργίου).

Ελευθερία και μιζέρια

Ο καθηγητής στο κολέγιο Swarthmore της Πενσιλβάνια επιχειρηματολογεί ότι το επίσημο δόγμα που θέλει περισσότερες επιλογές (προσωπικές επαγγελματικές, υλικές, ακόμη και ερωτικές) μπορεί να σημαίνει μεγαλύτερη ελευθερία για τον δυτικό άνθρωπο, αλλά επίσης σημαίνει και μεγαλύτερη μιζέρια.

Οι άπειρες επιλογές, λέει, παραλύουν τον άνθρωπο. Είναι εξαντλητικές για την ψυχολογική του κατάσταση. Μας οδηγούν να έχουμε παράλογα υψηλές προσδοκίες, να αναρωτιόμαστε συνέχεια για τις επιλογές μας (πριν τις κάνουμε και αφού τις κάνουμε) και να ψέγουμε διαρκώς τον εαυτό μας για τις αποτυχίες μας… Οι υπερβολικά πολλές επιλογές υπονομεύουν την ευτυχία μας…

Οι πολλές επιλογές, είπε στη διάσημη αυτή ομιλία του, «έχουν αρνητικές επιπτώσεις στους ανθρώπους. Η μία επίπτωση, κατά παράδοξο τρόπο, είναι ότι επιφέρει παραλυσία μάλλον παρά απελευθέρωση. Με τόσο πολλές εναλλακτικές επιλογές, οι άνθρωποι το βρίσκουν πολύ δύσκολο να κάνουν έστω και μία επιλογή… Η δεύτερη συνέπεια είναι ότι ακόμα κι αν τα καταφέρουμε να ξεπεράσουμε την παραλυσία και να κάνουμε κάποια επιλογή, καταλήγουμε να είμαστε λιγότερο ικανοποιημένοι απ’ το αποτέλεσμα της επιλογής μας απ’ ό,τι θα ήμασταν αν είχαμε λιγότερες εναλλακτικές…». Ο μηχανισμός της δυστυχίας, κατά τον Σουάρτζ, είναι απλός: οι πολλές επιλογές δημιουργούν έστω κατά φαντασίαν πολλές καλύτερες επιλογές. «Η κατά φαντασίαν καλύτερη επιλογή σε οδηγεί να μετανιώσεις για την αρχική σου επιλογή κι αυτή η μεταστροφή μειώνει την ευχαρίστηση που ένιωσες όταν την έκανες, ακόμα κι αν ήταν μια σωστή απόφαση… Οταν υπάρχουν πολλές εναλλακτικές επιλογές είναι εύκολο να επινοείς θετικές πλευρές των επιλογών που είχες και τελικά δεν έκανες, και αυτό σ’ αφήνει λιγότερο ικανοποιημένο από την επιλογή που τελικά έκανες».

Κλιμάκωση προσδοκιών

Ενα άλλο αρνητικό των πολλών επιλογών είναι η κλιμάκωση των προσδοκιών. «Προσθέτοντας κάποιος εναλλακτικές στη ζωή του, δεν μπορεί παρά να αυξάνει τις προσδοκίες του σχετικά με το πόσο καλές θα είναι αυτές οι εναλλακτικές. Κάτι τέτοιο θα επιφέρει μείωση της ικανοποίησης από τα αποτελέσματα, ακόμα κι όταν αυτά είναι θετικά αποτελέσματα… (Παλιότερα) υπήρχε η δυνατότητα να βιώνουν οι άνθρωποι εμπειρίες ως ευχάριστες εκπλήξεις. Σήμερα, στον κόσμο που ζούμε –κόσμο ευμάρειας, βιομηχανοποιημένων πολιτών, όπου προσδοκούμε το τέλειο– το καλύτερο που ελπίζουμε να μας συμβεί είναι αυτό που αντιστοιχεί στις προσδοκίες μας. Ποτέ δεν θα βιώσετε ευχάριστες εκπλήξεις επειδή οι προσδοκίες σας, οι προσδοκίες μου, έχουν χτυπήσει κόκκινο… Η κλινική κατάθλιψη έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις τα τελευταία χρόνια. Πιστεύω ότι σημαντικός, όχι ο μοναδικός, αλλά σημαντικός παράγοντας γι’ αυτή την έκρηξη κατάθλιψης, και επίσης αυτοκτονιών, είναι το ότι οι άνθρωποι βιώνουν απογοητεύσεις επειδή οι προσδοκίες τους είναι τόσο μεγάλες…».

Φυσικά ο Σουάρτζ δεν είναι κατά της προσφοράς των επιλογών σε μια κοινωνία. Δεν θα πρότεινε ποτέ μια «δικτατορία του ρομαντισμού», κάποια μαγική επιστροφή στο παρελθόν, τότε που οι επιλογές ήταν λιγότερες. «Αναμφισβήτητα είναι καλύτερα να έχεις κάποιες επιλογές απ’ το να μην έχεις καμιά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι οι περισσότερες επιλογές είναι καλύτερο από τις λιγότερες. Υπάρχει κάποιο μαγικό ποσό. Δεν ξέρω ποιο είναι. Είμαι αρκετά βέβαιος ότι έχουμε κατά πολύ ξεπεράσει το όριο όπου οι εναλλακτικές που έχουμε βελτιώνουν την ευημερία μας», λέει, αλλά στο βιβλίο του δίνει μικρές συνταγές πώς να προσαρμόσουμε τη ζήτηση των προσφορών, να ξεπεράσουμε το άγχος της επιλογής. Και γι’ αυτό προσθέτει… επιλογές: «Επιλέξτε πότε αξίζει να επιλέξετε… Οι άνθρωποι πρέπει να διαλέγουν πότε μια επιλογή είναι επιλογή ζωής κι ας αφήνουν τις υπόλοιπες ευκαιρίες να περνούν». Δεύτερον, «οι άνθρωποι πρέπει να επιλέξουν περισσότερη ευχαρίστηση και λιγότερη μεγιστοποίηση των υλικών αγαθών». Τρίτον, πρέπει να σκεφτόμαστε λιγότερο το κόστος ευκαιρίας. «Μια καλή επένδυση είναι αυτή που έχει μεγαλύτερες αποδόσεις από τον πληθωρισμό. Κάποιος που επιδιώκει τη μεγιστοποίηση μπορεί να κερδίσει πιο πολλά, αλλά θα ευχαριστηθεί λιγότερο». Επίσης, «ελέγξτε το ύψος των προσδοκιών σας… Μετανιώστε λιγότερο… Εξασκείστε την ευγνωμοσύνη… Ψαλιδίστε τις κοινωνικές συγκρίσεις…» κ.λπ. Μόνο έτσι δεν θα αισθανόμαστε χειρότερα κάθε φορά που τα πάμε καλύτερα.

«Διατρέχουμε τον κίνδυνο να μας πάρουν στα σοβαρά, κάτι που είναι η αρχή του τέλους»*

*Ζαν Κοκτώ. Στον κόσμο της λογοτεχνίας, ο Ζαν Κοκτώ κέρδισε νωρίς την αναγνώριση με έργα όπως τα “Les Enfants Terribles” (1929) και “Les Parents Terribles” (1938). Συνδέθηκε με τα κινήματα της πρωτοπορίας και αποτέλεσε κεντρική φιγούρα στους καλλιτεχνικούς κύκλους του Παρισιού στις αρχές του 20ού αιώνα.