Αρβανίτες ,αρβανίτικο τραγούδι.

τραγουδά ο Κ ΠΙΣΙΝΑΣ.

ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ

Προέλευση και ιστορία του ονόματος .

Οι Αρβανίτες πρωτοαναφέρονται στις Βυζαντινές πηγές από τον Μιχαήλ Ατταλειάτη και αργότερα – ως Αρβανίτες από το Άρβανον – στο βιβλίο της Άννας Κομνηνής, “Αλεξιάδα”. Το βιβλίο ασχολείται με τις ταραχές στην περιοχή του Αρβάνου που προκάλεσαν οι Νορμανδοί κατά τη διάρκεια της βασιλείας του πατέρα της, Αυτοκράτορα Αλέξιου Α’ Κομνηνού (10811118). Στην «Ιστορία» (10791080 μ.Χ.), ο Βυζαντινός ιστορικός Μιχαήλ Ατταλειάτης ήταν ο πρώτος που ανέφερε τους Αλβανούς ως έχοντες λάβει μέρος σε εξέγερση εναντίον της Κωνσταντινούπολης το 1043 μ.Χ. και τους Αρβανίτες ως υποτελείς του Δούκα του Δυρραχίου.
Ο όρος Αρβανίτικα προέρχεται από τη λέξη Αρβανίται. Η ετυμολογία του ελληνικού επιθέτου Αρβανίτικα προέρχεται από τη ρίζα Αρβανίτ- του ουσιαστικού Αρβανίτης, σύμφωνα με το λεξικό του Γιάννη Κουλάκη.[11] Σύμφωνα με το λεξικό του Γ.Μπαμπινιώτη η λέξη προέρχεται από το τοπωνύμιο Άρβανα>αλβ.Ärbena. Η ονομασία Άρβανα δόθηκε αρχικώς στην οροσειρά που εκτείνεται μεταξύ των ποταμών Mat και Ischmi (δυτικά της Αχρίδας),οι δε κάτοικοι των περιοχών αυτών ονομάστηκαν (από τους υπόλοιπους Έλληνες) Αρβανίται, όνομα που συνδέθηκε εσφαλμένα με τον τύπο Αλβανία, ο οποίος δεν έχει την ίδια ετυμολογική προέλευση.
Οι Αρβανίτες, κυρίως μετά την ανάπτυξη του Αλβανικού εθνικισμού αλλά και λόγω της συμπόρευσής τους με το ελληνικό στοιχείο, απορρίπτουν οιαδήποτε συσχέτιση με τους Αλβανούς. Στη δεκαετία του 1990 ο Αλβανός Πρόεδρος Σαλί Μπερίσα περιέγραψε τους Αρβανίτες ως μια αλβανική μειονότητα στην Ελλάδα, προκαλώντας την οργισμένη αντίδραση των Αρβανιτών στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης.
Σύμφωνα με τον Αριστείδη Κόλλια, μερικοί Αρβανίτες στο βορειοδυτικό τμήμα της Ηπείρου παραδοσιακά αυτοαποκαλούνται και με την ονομασία Shqiptár (Σκιπτάρ), χωρίς να επικαλούνται αλβανική εθνική συνείδηση. Η λέξη αυτή χρησιμοποιείται επίσης σε μερικά χωριά της Θράκης, όπου οι Αρβανίτες μετανάστευσαν από τα βουνά της Πίνδου κατά τον 19ο αιώνα. Από την άλλη μεριά αυτή η λέξη είναι παντελώς άγνωστη στο κύριο σώμα των Αρβανιτών της νότιας Ελλάδας.


ΚΑΘΑΡΑ ΔΕΥΤΕΡΑ

Με την Καθαρά Δευτέρα ξεκινά η Σαρακοστή
για την Ορθόδοξη εκκλησία, ενώ ταυτόχρονα σημάνει το τέλος των Απόκρεω.
Η Καθαρά Δευτέρα ονομάστηκε έτσι γιατί οι Χριστιανοί “καθαρίζονταν” πνευματικά
και σωματικά. Είναι μέρα νηστείας αλλά και μέρα αργίας για τους Χριστιανούς. Η
νηστεία διαρκεί για 40 μέρες, όσες ήταν και οι μέρες νηστείας του Χριστού στην
έρημο.

Την Καθαρά Δευτέρα συνηθίζεται να τρώγεται λαγάνα
(άζυμο ψωμί
που παρασκευάζεται μόνο εκείνη τη μέρα),ταραμάς
και άλλα νηστίσιμα φαγώσιμα, κυρίως λαχανικά, όπως και φασολάδα
χωρίς λάδι.
Επίσης συνηθίζεται το πέταγμα χαρταετού.

Τ΄ ακούτε τι παράγγειλε η Καθαρή Δευτέρα;
Πεθαίν΄ ο Κρέος,
πέθανε, ψυχομαχάει ο Τύρος

σηκώνει ο Πράσος την ουρά κι ο Κρέμμυδος
τα γένεια

Μπαλώστε τα σακούλια σας, τροχίστε τα λεπίδια

και στον τρανό τον πλάτανο, να μάσουμε στεκούλια
(Δημοτικός
σατυρικός θρήνος Φθιώτιδας)

Η Καθαρά Δευτέρα εορτάζεται 48 ημέρες πριν την Κυριακή της Ανάστασης
του Χριστού
, το χριστιανικό Πάσχα.

Από παλιά η Καθαρή Δευτέρα, πέρασε στην συνείδηση του λαού, σαν μέρα
καθαρμού. Οι βυζαντινοί, την Καθαρή Δευτέρα την ονόμαζαν Απόθεση -Απόδοση, και
τελούσαν δρώμενα. Τραγουδούσαν σχετικά άσματα, από τα οποία έχουν σωθεί μικρά
μέρη μέχρι στις μέρες μας. «Ίδε το έαρ το καλόν πάλιν επανατέλλει, φέρον υγείαν
και χαρά και την ευημερίαν».
Το πέταγμα του χαρτααετού,
είναι ένα έθιμο μεταγενέστερο. Κούλουμα
ονομάζεται η καθαροδευτεριάτικη έξοδος στην εξοχή και το πέταγμα του αετού. Οι
χριστιανοί, παρέες παρέες βγαίνουν στην εξοχή, παίρνοντας μαζί τους νηστίσιμα
φαγητά, και το ρίχνουν στην διασκέδαση και τον χορό. Τα κούλουμα από τόπο σε
τόπο γιορτάζονται διαφορετικά, με διάφορες εκδηλώσεις. Παντού όμως επικρατεί
κέφι, χορός και τραγούδι.

Για την ετυμολογία της λέξης κούλουμα υπάρχουν πολλές εκδοχές. Κατά τον
Νικόλαο Πολίτη, πατέρα της ελληνικής λαογραφίας, η λέξη προέρχεται από το
λατινικό Cumulus (κούμουλους) που σημαίνει σωρός, αφθονία αλλά και το τέλος.
Εκφράζει δηλαδή το τέλος, τον επίλογο της Απόκριας. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή
προέρχεται από μια άλλη λατινική λέξη, την λέξη «κόλουμνα» δηλαδή «κολώνα». Κι
αυτό επειδή το πρώτο γλέντι της Καθαράς Δευτέρας στην Αθήνα, έγινε στους Στύλους
του Ολυμπίου Διός.

Όποια όμως κι αν είναι η ρίζα της λέξης, απ’ όπου κι αν προέρχεται, τα
κούλουμα είναι μια καλή ευκαιρία για όλους να διασκεδάσουν κοντά στην φύση.[1]

Κούλουμα

Με την ονομασία κούλουμα χαρακτηρίζεται ο υπαίθριος πανηγυρισμός της
«Καθαρής
Δευτέρας
».

Δεν έχει εξακριβωθεί η αρχαία προέλευση της εορτής αυτής που αποτελεί
θρησκευτική εορτή κατά την οποία εορτάζεται η αμέσως μετά της Αποκριάς
έναρξη της Τεσσαρακοστής.
Οι γιορτάζοντες τα «Κούλουμα» τρώνε άζυμο άρτο «λαγάνες» ενώ καταναλώνουν κυρίως
νηστίσιμα φαγητά λεγόμενα σαρακοστιανά όπως π.χ. ταραμά, ταραμοσαλάτα,
θαλασσινά, ελιές, κρεμμύδια, διάφορα λαχανικά, χαλβά
κ.ά..

Γενικά

Η γιορτή αυτή είναι πανελλήνια και κατ΄ άλλους έχει αθηναϊκή καταγωγή, ενώ
κατ΄ άλλους βυζαντινή. Στην Κωνσταντινούπολη
γιορταζόταν έντονα από πλήθος κόσμου που συνέρρεε σε ένα από τους επτά λόφους
της πόλης και συγκεκριμένα σ΄ εκείνο του ελληνικότατου οικισμού των
«Ταταούλων».

Στην Αθήνα από πολλές δεκαετίες προ του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου τα Κούλουμα
γιορταζόταν στις πλαγιές του λόφου του Φιλοπάππου όπου οι Αθηναίοι «τρωγόπιναν»
καθισμένοι στους βράχους από το μεσημέρι μέχρι τη δύση του Ήλιου. Οι
περισσότεροι χόρευαν από τους ήχους πλανόδιων μουσικών, κατά παρέες, είτε
δημοτικούς είτε λαϊκούς χορούς υπό τους ήχους «λατέρνας».

Το σούρουπο όλοι οι Ρουμελιώτες γαλατάδες της Αθήνας έστηναν λαμπρό χορό
κυρίως τσάμικο γύρω από τους στύλους του Ολυμπίου Διός παρουσία των Βασιλέων και
πλήθους κόσμου.

Σήμερα τα Κούλουμα γιορτάζονται σχεδόν σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας μαζί με
το κύριο της ημέρας έθιμο του πετάγματος του «χαρταετού».
Ειδικότερα στην Αθήνα με την ιστορική συνέχεια της παρουσίας του ανώτατου
άρχοντα τονίζεται ιδιαίτερα η λαογραφική αξία του εθίμου αυτού στο Λόφο
του Φιλοπάππου
.

Ετυμολογία

Για την ετυμολογία του ονόματος που παραμένει άγνωστη όπως και η αρχή του
εορτασμού υπάρχουν πολλές απόψεις. Κατά μερικούς προήλε από τον αναγραμματισμό
της λατινικής λέξης cumulus που σημαίνει σωρός, αφθονία ή επίλογος,
υποδηλώνοντας έτσι το πολύ “φαγοπότι” με πολύ χορό, ή το τέλος της εορταστικής
περιόδου της αποκριάς. Ειδικότερα όμως ο Α. Καμπούρογλου σημειώνει ότι ο όρος
είναι καθαρά αθηναϊκός και προέρχεται από τις κολώνες του ναού του Ολυμπίου Διός
που τις αποκαλούσαν στη νεότερη ιστορία οι Αθηναίοι columna, κόλουμνα,
κούλoυμνα, κούλουμα, χωρίς όμως αυτό και να προσδιορίζει την αρχή της εορτής που
πιθανολογείται κατά τη περίοδο της τουρκοκρατίας.Ο ίδιος όμως προσθέτει στις
σημειώσεις του ότι ο λόφος επί του οποίου βρίσκεται το Θησείο ονομάζονταν στην
αρχή της εποχής του Όθωνα “τριανταδυό κολώνες”.
Χαρακτηριστικό επίσης είναι
ότι στα τούρκικα η γιορτή ονομάζεται «Μπακλά χουράν» από τη λέξη «μπακλά» που
σημαίνει κουκιά.