Όσο πιο πολύ γερνάω, τόσο πιο πολύ βλέπω πως το μόνο που δεν εξασθενεί είναι τα όνειρα…

Ζαν Κοκτώ

Από την έλλειψη ενός καρφιού χάθηκε ένα πέταλο, από την έλλειψη ενός πέταλου, χάθηκε ένα άλογο, από την έλλειψη ενός αλόγου, χάθηκε ένας άνθρωπος….

Αυτή η ακίνητη κίνηση σού κόβει την ανάσα!!

Γιώργος Σεφέρης

(για το άγαλμα του Ηνιόχου των Δελφών – «Δελφοί», Δοκιμές Β’ τόμος – 1961)

Μάθημα βιώσιμης αμπελουργίας – Οι αρχαίοι Έλληνες … διδάσκουν

Μάθημα βιώσιμης αμπελουργίας – Οι αρχαίοι Έλληνες … διδάσκουν

Στην αρχαιότητα, το αμπέλι ήταν συστηματικά πολυεπίπεδη καλλιέργεια και συνδέθηκε με καλλιέργειες δέντρων, δημητριακών, κτηνοτροφικών φυτών και γενικά βρώσιμων φυτών. Οι Έλληνες είχαν ήδη καταλάβει το ενδιαφέρον των χλωρών λιπασμάτων και βρήκαν τρόπο να περιορίσουν τη φυτοϋγειονομική πίεση.

«Σε μια ορεινή περιοχή της Μεσογείου όπου οι καταστροφές είναι ο κανόνας, οι Έλληνες είχαν εφαρμόσει από την αρχαιότητα διάφορες στρατηγικές για τη βελτιστοποίηση των πόρων τους, ιδιαίτερα στον αμπελουργικό τομέα», αναφέρει αρχικά ο Thibault Boulay, αμπελουργός στην περιοχή Sancerre και λέκτορας αρχαίας ιστορίας στο University of Tours – Ο François Rabelais, προσκεκλημένος στο Cité du Vin στο Bordeaux.

Όπως επισημαίνει η ΚΕΟΣΟΕ σε ανάρτησή της, μέχρι τη βυζαντινή περίοδο, η καλλιέργεια της αμπέλου ήταν έτσι πάντα πολυεπίπεδη, συνδεόμενη με άλλα είδη, «αυτό που οι σημερινοί γεωπόνοι ονομάζουν πολυποικιλιακή αμπελοκαλλιέργεια».

«Οι ελληνικοί αμπελώνες ήταν ”συνδεδεμένοι”, αυξάνοντας σε λίγα χρόνια από 7 σε 30 ή και 40.000 κλήματα ανά εκτάριο, φυτεμένα ταυτόχρονα με δημητριακά (κριθάρι, σιτάρι, κεχρί κ.λπ.), κτηνοτροφικά φυτά (μηδική, βίκος, φάβα, τριγωνέλλα κ.λπ.)., γεγονός που επέτρεπε στους αμπελουργούς να παράγουν φακές, κρεμμύδια, ρεβίθια, αντίδια, μαρούλια, καρότα, ραπανάκια, παντζάρια. Εκεί υπήρχαν και οπωροφόρα δέντρα, όπως η συκιά και η ελιά ή το κεράσι σε πιο υγρές περιοχές. Και κάποιοι φημίζονταν για το σαφράν, το σκόρδο ή τα φασόλια τους, τα οποία εκτιμούσαν πολύ οι αγορές», προσθέτει ο ομιλητής. Οι αμπελώνες ήταν επίσης περιτριγυρισμένοι από κλαδεμένα δέντρα, μεγάλους παραγωγούς βιομάζας.

Περιορισμός του υδατικού στρες

Οι Έλληνες είχαν βρει έναν τρόπο να περιορίσουν το υδατικό στρες, να προωθήσουν τον αερισμό του εδάφους και τη βιολογική ζωή. «Είχαν κατανοήσει εμπειρικά ότι αυτά τα συστήματα παρέχουν ένα βιότοπο για χρήσιμη μικροπανίδα, ενάντια στους βιοεχθρούς της αμπέλου».

Όταν η αμπελοκαλλιέργεια έγινε κερδοσκοπική, οι Έλληνες κατέφυγαν στη δουλεία για να σκαλίσουν το χώμα και να συντηρήσουν τις πεζούλες. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ο Thibault Boulay, αναφέρει ότι τα αμπέλια ήταν γυμνά για να περιορίσουν τις επιφανειακές ρίζες και να ωθήσουν τα αμπέλια να ριζώσουν για να φέρουν νερό από βαθιά. Οι αμπελουργοί εκμεταλλεύτηκαν αυτή τη λειτουργία για να κάνουν τροποποιήσεις εδάφους στις οποίες οι γεωπόνοι συνιστούσαν την προσθήκη νεκρών φύλλων πεσμένων από τα πρέμνα, τα οποία αναγνωρίζονται πλέον, ως πηγή άνθρακα και αζώτου.

«Χρησιμοποιούσαν τις σχετικές καλλιέργειες ως χλωρή λίπανση. Ο Θεόφραστος αναφέρει ότι το φασόλι γονιμοποιεί το έδαφος επειδή έχει χαλαρό ιστό και αποσυντίθεται εύκολα» διευκρινίζει ο Thibault Boulay, πριν προσθέσει ότι «οι Έλληνες εξασκούσαν ήδη την χλωρή λίπανση, και γύριζαν το λούπινο προτού σπαρθεί».

Φυτοϋγειονομικός έλεγχος

Οι γεωπόνοι επέμεναν επίσης στις αρετές των κουκιών, του βίκου και της κολοκύθας όσον αφορά τον φυτοϋγειονομικό έλεγχο. «Κάποιοι Έλληνες καλλιέργησαν επίσης άγρια αγγούρια που κατέληγαν να εκρήγνυνται στα αμπέλια και να αποδεσμεύουν μια προστατευτική ουσία, την ελατίνη. Την εποχή της οινοποίησης χρησιμοποιούσαν αρωματικά φυτά (θυμάρι, δεντρολίβανο, ρίγανη κ.λπ.), για την αναστολή των βακτηρίων του γαλακτικού οξέος.

Αυτό το μοντέλο εξαπλώθηκε σε όλη τη Μεσόγειο (από την κοιλάδα του Νείλου έως τις υψηλές σατραπείες της Κεντρικής Ασίας) από τον 8ο αιώνα π.Χ. με την κατάκτηση του Μ. Αλέξανδρου του Περσικού βασιλείου. Οι Έλληνες εξαφανίστηκαν από το πολιτικό παιχνίδι τον 2ο αιώνα π.Χ., αλλά το τοπίο παρέμεινε. Γνωρίζουμε ότι απεσταλμένοι από τη δυναστεία των Χαν έφεραν αμπέλια και μηδική στην κινεζική πρωτεύουσα τον 2ο αιώνα π.Χ., ότι το αμπέλι συνδέθηκε τότε με τις μουριές, τις τζιτζιφιές και τις αχλαδιές τον 5ο αιώνα. Στο Ουζμπεκιστάν, οι αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν δείξει παρουσία πεπονιών στους αμπελώνες».

Ο Thibault Boulay θα ήθελε το επάγγελμα του αμπελουργού να αντλήσει έμπνευση από αυτό για να φανταστεί την αμπελουργία του αύριο. «Πρέπει να επιστρέψουμε στο δόγμα της καθαρότητας των φυτών και να σταματήσουμε να εναντιωνόμαστε στην πολυκαλλιέργεια και την ποιότητα» επιμένει καταλήγοντας.

Ασθενής και οδοιπόρος -ή μήπως διπόρος;

Μπήκαμε αισίως στη Σαρακοστή· κάποιοι νηστεύουν αυτή την περίοδο, είτε συστηματικά είτε επιλεκτικά, άλλοι όχι. Όμως όλοι σχεδόν, νηστεύοντες και μη, ξέρουμε την παροιμιώδη φράση «ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει», που εξαιρεί από τη νηστεία όσους ασθενούν κι όσους ταξιδεύουν· η λογική της εξαίρεσης των οδοιπόρων ήταν ότι, τον καιρό που πλάστηκε η φράση, που δεν είναι πάντως αρχαία ή βυζαντινή, ο ταξιδιώτης δεν είχε τη δυνατότητα να επιλέξει φαγητό, στο πανδοχείο όπου θα διανυκτέρευε.

Εδώ και μερικά χρόνια κυκλοφορεί στο Διαδίκτυο η άποψη ότι η φράση αυτή είναι παρεφθαρμένη, και ότι το σωστό είναι «ασθενής και διπόρος». Άλλοι έχουν προτείνει άλλες λέξεις αντί για τον οδοιπόρο: ωδιπόρος, ωδειπόρος, ωδυπόρος. Υποτίθεται πως όλες αυτές οι λέξεις (διπόρος, ωδιπόρος, ωδειπόρος κτλ.) σημαίνουν την εγκυμονούσα ή τη θηλάζουσα γυναίκα.

Στην πραγματικότητα, όλες αυτές οι λέξεις είναι ανύπαρκτες. Δεν θα τις βρείτε ούτε στα σημερινά λεξικά, ούτε στα λεξικά της αρχαίας, ούτε στο Thesaurus Linguae Graecae (TLG) που αποθησαυρίζει το σύνολο της αρχαίας και βυζαντινής γραμματείας. Ακόμα, δεν είναι κανονικά σχηματισμένες. Ας πούμε, στα αρχαία ο τόνος ανεβαίνει στη σύνθεση, οπότε θα ήταν δίπορος, λέξη που σημαίνει τον τόπο που έχει δυο περάσματα.

Όπως άλλωστε έγραψε ο μακαριστός μητροπολίτης Ηλείας Γερμανός, σε άρθρο του που εύκολα μπορείτε να βρείτε ολόκληρο μέσω Γκουγκλ:

Τελευταίως εμφανίζονται κάποιοι θεολογικοφιλολογούντες, οι οποίοι ανεκάλυψαν τάχα ότι αυτό που λέει και κατανοεί ο λαός μας αιώνες τώρα διά την νηστείαν, ακολουθώντας την Κανονική παράδοσι των πατέρων μας, ότι δηλαδή «ασθενής και οδοιπόρος αμαρτίαν ουκ έχει», είναι τάχα λανθασμένον και ότι το ορθόν είναι να λέμε και να γράφωμε «ασθενής και ωδει(ι) πόρος (ήδιπόρος) αμαρτίαν ουκ έχει».

Και συνεχίζοντας ο σεβασμιότατος εκθέτει αναλυτικά για ποιο λόγο η λαϊκή παροιμία αναφέρεται όντως σε οδοιπόρους: αφενός ότι οι λέξεις ωδειπόρος, ωδιπόρος κτλ. δεν υπάρχουν σε κανένα λεξικό και αφετέρου ότι η εξαίρεση των οδοιπόρων είναι σύμφωνη και με τους ιερούς κανόνες και με την παράδοση της εκκλησίας.

Γιατί όμως εμφανίστηκαν, τα τελευταία 20 χρόνια, αυτές οι «αναθεωρητικές» απόψεις;

Αφενός, κάποιοι συγχέουν την πίστη με την αυστηρότητα, οπότε θέλουν να μειώσουν τις εξαιρέσεις στη νηστεία. Αφετέρου, κάποιοι που θεωρούν ότι είναι μορφωμένοι πάνω από τον μέσο όρο, αρέσκονται στο να ανακαλύπτουν «λάθη» σε λόγιες ή μη εκφράσεις που τις λέει όλος ο κόσμος, ώστε οι ίδιοι να αυτοεπιβεβαιώνονται, ότι τάχα ξέρουν (αυτοί και μόνο!) την αλήθεια που αγνοεί η… πλέμπα.

Κάτι παρόμοιο, άλλωστε, ισχύει και με την κοινότατη φράση «και πράσινα άλογα», για την οποία κάποιοι διατείνονται ότι είναι τάχα λάθος, παραφθορά της (ανύπαρκτης) «πράσσειν άλογα».

Αλλά αυτό θα το δούμε σε άλλο άρθρο. Προς το παρόν, ας θυμηθούμε και την άλλη φράση, που καταντάει επίκαιρη στις μέρες μας: Νηστεύει ο δούλος του Θεού, γιατί φαΐ δεν έχει.