Στο βράχο που ο κόρακας σβήνει , γέρνοντας στα κρουσταλλένια νερά
του Μόρνου κι απλώνει το γεφύρι του Στενού , τα παλιά-παλιά χρόνια , ανθούσε
πόλη έμορφη , η Αιτωλική Καλλίπολη . Στις μέρες μας , ένα γκρενισμένο τείχος και
σωρός ονόματα , σπαρμένα δω κι’ εκεί , μαρτυράνε του τόπου τούτου του δύστυχου ,
τη μοίρα .
Ξεχασμένοι , στριμωγμένοι , ανάμεσα στη Γκιώνα και τα Βαρδούσια οι
Καλλιπολίτες , πνιγμένοι στην αφάνεια , καρτέραγαν την τρανή στιγμή , να τους
υψώσει – αστέρια και ήλιους -στην ιστορία , τη γιομάτη θυσίες . Και τη ” στιγμή
” , την έφεραν οι Γαλάτες .
Κάπως έτσι έγινε τότε . Οι Γαλάτες ( Κέλτες ) απ’ τον 5ο π.Χ αιώνα
, διάβηκαν τις Άλπεις , πλημμύρισαν την πεδιάδα του Πάδου , κι’ από εκεί
ξαπλώθηκαν – αργότερα – στη Μακεδονία . Νομαδικός λαός , με πολλές πατριές και
μη έχοντας ξεπεράσει την οργάνωση του γένους , ζούσε απ’ το πλιάτσικο πού ‘κανε
κάθε κλάδος , για δικό του λογαριασμό και μόνο .
Το Φθινόπωρο του 279 , ο τρομερός Βρέννος – με συνάρχοντά του τον
Ακιχώριο – έπεισε και τους υπόλοιπους αρχηγούς να ξεχυθούν κάτω απ’ τον Όλυμπο ,
βάζοντας στο μάτι τους Δελφούς και τ’ άλλα πλούσια ιερά . Για την καινούρια του
επιχείρηση , μάζεψε πολύ στρατό . Πάρα πολύ . Ο Παυσανίας , μιλάει για 152.000
πεζούς και 61.000 ιππείς , με τους υπηρέτες τους . ( Βέβαια τόσοι δεν μπορεί να’
ταν , γιατί αν βάλουμε πως σαν νομάδες , έσερναν μαζί και τις οικογένειές τους ,
θα ‘φταναν το ένα εκατομμύριο ψυχές , πράγμα αδύνατο ). Άλλοι λένε πιό λίγους .
Κι η αλήθεια δεν βρίσκεται , όσοι όμως μαζεύτηκαν , 20 – 30.000 μάλλον – ήταν
αρκετοί .
Σύμμαχός τους , μπροστά , έτρεχαν οι διαδόσεις , μια φήμη που τους
ήθελε απάνθρωπους , τρομερούς , σκληρούς , ανθρωποφάγους κι ότι άλλο χώραγε ο
νους . Τούτο ξύπνησε τους Έλληνες , τους έκανε να παρατήσουν τις φαγωμάρες και
να ενωθούν , για να σταθούν εμπόδιο στον εχθρό ,που θόλωνε τον ουρανό με τον
κουρνιαχτό που σήκωναν οι πολεμιστές του .
Τριάντα χιλιάδες άντρες αρματώθηκαν στις Θερμοπύλες , βάζοντας
αρχηγούς – για την παλιά δόξα και για τ’ ότι στεόλαν και μεγάλη δύναμη – στους
Αθηναίους , μ’επικεφαλής τον Κάλλιπο . Οι Αιτωλοί κι οι Οζόλες Λοκροί , έδωσαν
το ” παρών ” στο εθνικό αυτό προσκλητήριο με αρκετούς πεζούς – κατάλληλους για
κάθε είδους μάχη – μπόλικο ιππικό , εφτακόσιους ενενήντα ” ψιλούς ” και πάνω
από εφτά χιλιάδες οπλίτες , με στρατηγούς τους : Πολύαρχο , Πολύφρονα και
Λακράτη . Στην πρώτη κρούση των επιδρομέων , η ατσαλένια θέληση των υπερασπιστών
τους τσάκισε και τους ξανάστειλε στη Θεσααλία . Ο βρέννος , ψύχραιμος , γερός
οδηγητής , δεν τα ‘χασε .
Για να τους αναγκάσει να φύγουν εξασθενίζοντας τη φρουρά , χώρισε
τους μισούς πεζούς , πρόσθεσε κι οχτακόσιους ιππείς και βάζοντας αρχηγούς τον
Ορεστόριο και τον Κόμβουτι – τους χάραξε γραμμή – κάνοντας ελιγμό πίσω στη
Θεσσαλία , να χτυπήσουν στη γειτονική Αιτωλία . Πιστοί στις εντολές του , δεν
άφηναν χλωρό χορτάρι όπου πατούσαν . Κι’ ήταν γραφτό να γίνει έτσι
.
Μια γενιά πριν , η κόρη του βασιλιά των Χαόνων , Φαεννίς , είχε
πει στους Δελφούς , προβλέποντας την επιδρομή , πως ” ο ολέθριος στρατός των
Γαλατών θα λεηλατήσει τον τόπο , όπου περάσει “. Το περίμεναν λοιπόν , οι
Έλληνες . Το περίμεναν , όχι όμως και στο μέγεθος που έγινε .
Ο Ορεστόριος και ο Κόμβουτις ξεθεμελιώνοντας κάθε τι που τύχαινε
μπροστά τους , άγγιξαν την χωρίς φρουρά – έλειπαν στις Θερμοπύλες οι άντρες –
και δίχως τείχη , Καλλίπολη . Τσακίζοντας την ασθενική αντίσταση , οι Κέλτες ,
λεύτεροι διέπραξαν ” ..τα μεγαλύτερα ανοσιουργήματα απ΄όσα εξ ακοής γνωρίζομεν
που δεν ομοιάζουν καθόλου με τολμηρά κακουργήματα ανθρώπων , όπως λέει ο
Παυσανίας . Κάθε άνδρας , χωρίς διάκριση , γέρος ή νέος , έφηβος ή βρέφος στα
στήθια της μάνας του , πέρασε από μαχαίρι . Από τα βυζανιάρικα , όσα ήταν πιό
παχειά αφού τα σκότωναν , έπιναν το αίμα κι’ έτρωγαν τις σάρκες τους . Από τις
γυναίκες , μια και είχαν μάθει για τούτους , όσες μπόρεσαν κι’ όσες πρόλαβαν ,
αυτοκτόνησαν την ώρα που γονάτισαν οι υπερασπιστές . Οι άλλες , όσες έζησαν ,
δέχτηκαν κάθε είδους εξευτελισμούς . Κι’ όσες βρίσκαν Γαλατικά σπαθιά ,
προτιμούσαν τον θάνατο , ενώ και στις υπόλοιπες – δεν άργησε να’ρθει ευεργέτης –
μετά από βασανιστήρια , πείνα και αϋπνία βδομάδων .
Ρήμωσε η Καλλίπολη , οι Καλλιείς , οι άμαχοι , οι γερόντοι , τα
γυναικόπαιδα , οι ανήμποροι χάθηκαν . Οι κατακτητές αφού άδειασαν σπίτια κι
‘ιερά και κάθε τι αξίας , έβαλαν φωτιά κι’ ύστερα περήφανοι , πήραν την κοιλάδα
του Μόρνου , προς τα κάτω , τη Ναύπακτο . Δεν έσωσαν όμως , φτεροκόπησαν τα
μαύρα μαντάτα , κι έφτασαν ως τις Θερμοπύλες . Οι αγγελιοφόροι του κακού ,
σκόρπισαν την είδηση παντού . Οι Αιτωλοί , παράτησαν τις θέσεις τους κι’ έτρεξαν
στη χώρα τους , να σώσουν τις άλλες πόλεις που κινδύνευαν και να πάρουν εκδίκηση
.
Στο μεταξύ , σ’όλη την ΑΙτωλία , όποιος μπορούσε να κρατήσει όπλο
, όποιος ήταν ικανός να κάνει το παραμικρό κακό στον επιδρομέα , ενωνόταν στη
στρατιά από άντρες και γυναίκες , γερόντους και παιδιά – που δυναμωμένη από την
κρίσιμη περίσταση – ορκίστηκε να διαλύσει τον εχθρό .
Ακόμα και από τη θάλασσα , έρχονταν – μόνοι απ’ τους Αχαιούς – οι
γείτονες Πατρινοί , έξυπνοι και αντρείοι μαχητές . Με τους Κέλτες , αντάμωσαν
κάπου κοντά στη Ρέρεση , έδωσαν γερή μάχη , αλλά έχασαν , κάτω απ’ τον όγκο και
την τρελή αποφασιστικότητα των ξένων . Δεν υπεχώρησαν όμως , έπιασαν τα στενά
κι’ ανάγκασαν τους βαρβάρους να υποχωρήσουν . Αυτό ήταν η καταστροφή τους . Στο
γυρισμό , σ’ όλο το δρόμο , δεξι΄;α κι’ αριστερά , στις πυκνοφυτεμένες πλαγιές ,
στα πλούσια πλατάνια , οι Αιτωλοί -με μανιασμένες τις γυναίκες – τους πέταγαν
ακόντια , ξύλα , λιθάρια κι’ ‘οτι άλλο βρίσκαν πρόχειρο . Οι Γαλάτες οπλισμένοι
μόνο με μικρές ασπίδες , δεν μπορούσαν να φυλαχτούν , κι έχασαν πολλούς άνδρες
γιατί – κι όταν τους κυνήγαγαν εκείνοι χάνονταν , μια και δεν είχαν βαρος , και
βγαίναν πιο πέρα , ξαναχτυπώντας τους . Το κακό ήταν μεγάλο , πάνω από τους
μισούε Κέλτες χάθηκαν σ’ αυτόν τον κλεφτοπόλεμο , κι’ όσοι μείναν – κουρέλια
στην ψυχή – δεν μπόρεσαν να μη νικηθούν αργότερα στη μάχη των Δελφών
.
” Έτσι , μολονότι αι συμφοραί των Καλλιέων είναι τόσον μεγάλαι ,
ώστε να κάνουν και τα αναγραφόμενα εις τα Ομηρικά έπη , περί Λαιστρυγόνων και
Κυκλώπων , να μη φαίνονται ως αναληθή , η επελθούσα εκδίκησις ήτο ανταξία ” ,
σημειώνει ο Παυσανίας . Η συντριβή των Γαλατών , βέβαια , δεν ήταν απλή
Αιτωλολοκρική νίκη , σώθηκε η Ελλάδα .
Στη Μακεδονία , υπήρχαν κι άλλοι Κέλτες , έτοιμοι να τρέξουν , αν
τους καλούσαν οι συμπατριώτες τους . Τι θα γινόταν ; Αν ο Βρέννος δε νικιόταν ,
μετά τον αφανισμό της Καλλίπολης , φαίνεται απίθανο αν θα υπήρχε δύναμη να τον
κρατήσει στον Ισθμό ή αλλού , ενώ – όπως να’χε – είναι σίγουρο πως θα ρήμαζε τη
χώρα κα θα’ ταν δύσκολο να διωχτεί . Κι ήταν φοβεροί στο ” μάζεμα ” . Τόσο
φοβεροί – που για να καταλάβει κανένας – αρκεί ν σημειωθεί πως οι Πατρινοί , από
τα λάφυρα που πήραν , απ’ όσα είχαν κλέψει οι Κέλτες – έφτιαξαν στην αγορά τους
, το πιό καλό Ωδείο στην Ελλάδα , μετά της Αθήνας .
Απ’ το θρίαμβο ανάσαναν όλοι . Οι Αμφικτίονες , όρισαν ειδική
γιορτή – τα Σωτήρια – κι οι Θεσπιείς αφιέρωσαν στην Ολυμπία , αδριάντα του
Αιτωλού στρατηγού Ευρύδαμου . Του ίδιου – κι αγάλματα και άλλων Αιτωλών
στρατηγών – ύψωσαν κι οι Αιτωλολοκροί στους Δελφούς , μαζί με μαρμάρινα της
Αρτέμιδας , της Αθηνάς και του Απόλλωνα ( δύο ) ενώ τέλος , σκάλισαν τρόπαια κι
άγαλμα οπλισμένης γυναίκας , που συμβόλιζε την Αιτωλία και το ‘ βαλαν κι αυτό
στο ιερό , μαζί με πολλά όπλα των Κελτών που στήθηκαν – απ’ τους ιερείς – πλάϊ
στις χρυσές ασπίδες , εκείνες που χάρισαν οι Αθηναίοι μετά τη νίκη στο Μαραθώνα
, όταν έσωσαν κι αυτοί – όπως οι Αιτωλοί – την Ελλάδα .
Η ολοζώντανη αυτή ιστορική περιγραφή της καταστροφής της
Καλλίπολης , που κυριολεκτικά..” ξεχειλίζει ” απ’ το μοναδικό περιγραφικό
λογοτεχνικό ύφος του αξέχαστου Λιδορικιώτη Γιώργου Καψάλη , δημοσιεύτηκε στην
Αθηναϊκή ημερήσια εφημερίδα ” Βραδυνή ” στις 13 Δεκεμβρίου 1965 .
http://lidoriki.blogspot.com/