Ο Φούσκας και οι ένδεκα μαντράχαλοι! (διήγημα)

Ο Φούσκας και οι ένδεκα μαντράχαλοι! (διήγημα)

Ο Φούσκας και οι ένδεκα μαντράχαλοι!

Είχε σκοτεινιάσει για τα καλά όταν φθάσαμε στο μικρό χωριό στα ριζά ενός λόφου και στα στενά θεοσκότεινα δρομάκια τα μονά ζωντανά, που τους ενοχλούσε η άφιξη μας, ήταν μια πολυάριθμη ομάδα σκυλιών, που με τα άγρια αλυχτίσματά τους προσπαθούσαν να μας κρατήσουν μακριά από τον χώρο, που είχαν ορίσει ως δικό τους.

Εντοπίσαμε ένα σπίτι, που ταίριαζε στην περιγραφή που μας είχε δοθεί και χτυπήσαμε δισταχτικά την πόρτα. Σε λίγο άνοιξε, και μας υποδέχτηκε ο συμμαθητής μας ο Δημήτρης ο Φραντζής, δεν ήταν βέβαια αυτό το όνομα του, αλλά του είχαμε κολλήσει το Φραντζής γιατί έμοιαζε καταπληκτικά με έναν πολύ δημοφιλή ποδοσφαιριστή της Προοδευτικής.

Ο Φραντζής είχε προσκαλέσει, εμένα και δυο φίλους μας συμμαθητές, τον Κώστα και τον Βασίλη να επισκεφτούμε το χωριό του, που βρισκόταν στα νοτιοανατολικά  της κωμόπολη μας, πρωτεύουσα μιας ορεινής επαρχίας  στο κέντρο της Στερεάς Ελλάδος. Στην μικρή μας πόλη  λειτουργούσε εξατάξιο γυμνάσιο όπου εμείς που καταγόμασταν από τα γύρω χωριά της επαρχίας ζούσαμε μόνοι μας σε κάποιο μικρό δωμάτιο που οι γονείς μας είχαν ενοικιάσει . Δύσκολη η ζωή μακριά από την οικογενειακή εστία αλλά είχε όμως και τα καλά της. Είχες σημαντική ελευθερία που αν κατάφερνες να την χειριστείς σωστά μεγάλωνες πιο υπεύθυνα και καλλιεργούσες από μικρός την αρετή της αυτοπεποίθησης και της αυτοπειθαρχίας.

Χωρίς την στενή επίβλεψη των γονιών μας ήταν πιο εύκολο να δεχθούμε την πρόσκληση του φίλου μας χωρίς να λογαριάσουμε ότι  θα έπρεπε να  περπατήσουμε περίπου μιάμιση ώρα και μάλιστα η επιστροφή μας θα ήταν γύρω στα μεσάνυχτα..

Βέβαια η πρόσκληση ήταν πολύ δελεαστική, θα βλέπαμε  για πρώτη φορά τηλεόραση και μάλιστα ένα παιγνίδι για το οποίο αγωνιούσε όλη η Ελλάδα.

Ο Παναθηναϊκός εκείνο το βράδυ έπαιζε για το πρωτάθλημα Ευρώπης με την πρωταθλήτρια της Αγγλίας, την Έβερτον.

Το 1971 οι τηλεοράσεις σπάνιζαν, ελάχιστοι είχαν την οικονομική ευχέρεια να αποκτήσουν μια ασπρόμαυρη, για έγχρωμη δεν γίνεται καν λόγος αφού δεν υπήρχε ακόμη έγχρωμη εκπομπή, αλλά και αυτοί που θα μπορούσαν να αγοράσουν στις περισσότερες περιπτώσεις θα τους ήταν άχρηστη μιας και δεν είχαν εγκατασταθεί αρκετοί αναμεταδότες για να μεταφέρουν το τηλεοπτικό σήμα.

Ο φίλος μας, ο Φραντζής, είχε ένα ξάδελφο, που είχε αγοράσει τηλεόραση και είχε την τύχη η θέση του χωριού, στους πρόποδες ενός λόφου να επιτρέπει να «πιάνει» το σήμα από τα Γεράνια, μάλλον εξ αντανακλάσεως..

Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι που ζούσαμε εκείνα τα χρόνια στα ορεινά χωριά, την τηλεόραση ακουστά την είχαμε και ελάχιστοι ήσαν εκείνοι οι τυχεροί που είχαν επισκεφθεί την Αθήνα και είχαν δει το πως λειτουργούσε αυτό το μαγικό κουτί.

Πέρασαν μάλιστα πολλά χρόνια για να μπορέσουν τα χωριά μας τα περίκλειστα από  ορεινούς όγκους  να «πιάσουν σήμα» έστω και με πολλά «χιόνια», όπως βάπτισαν την κακή λήψη…

Ο Φραντζής μας σύστησε στον ξάδελφο του και στην οικογένεια του,που μας καλοδεχθήκαν πολύ θερμά, μας πέρασαν σε ένα ευρύχωρο δωμάτιο όπου στην μια άκρη υπήρχε το αναμμένο τζάκι. Βρισκόμασταν στις αρχές Μαρτίου με το κρύο να είναι ακόμη αρκετά έντονο, ιδιαίτερα τα βραδιά. Στην άλλη άκρη πάνω σε ένα τραπεζάκι ήταν τοποθετημένο το «μυθικό κουτί», η περίφημη τηλεόραση. Κοντά στο τζάκι υπήρχε ένα τραπέζι με τις καρέκλες όπου καθίσαμε όλοι με πλάτη στο τζάκι και βλέπαμε μπροστά μας την οθόνη της τηλεόρασης που εκείνη την στιγμή παρουσίαζε το δελτίο ειδήσεων. Έμοιαζε μάλλον σαν τα κινηματογραφικά επίκαιρα που βλέπαμε στον σινεμά πριν ξεκινήσει να παίζει η ταινία. Η αλήθεια είναι ότι ενώ εντυπωσιάστηκα από το γεγονός ότι συμβαίνει κάτι τόσο μακριά και μπορείς και το βλέπεις εκείνη την στιγμή καθισμένος στην καρέκλα του σπιτιού σου, δίπλα στην ζεστασιά του τζακιού,  δεν ενθουσιαστικά  όμως γιατί η εικόνα ήταν χάλια, κάποιες φιγούρες διακρίναμε και με δυσκολία ξεχωρίζαμε τα πρόσωπα. Η τηλεόραση είχε πολλά «χιόνια», η φωνή όμως του εκφωνητή ήταν αρκετά καθαρή και έτσι ακούγαμε τα πάντα και ας μην τα διακρίναμε ευκρινώς.

Το παιγνίδι θα ξεκινούσε σε μισή περίπου ώρα και έτσι αρχίσαμε την συζήτηση με θέμα ποιο άλλο βέβαια από την πορεία του Παναθηναϊκού!

Θυμάμαι ότι εμείς οι νεαροί μαθητές μονοπωλούσαμε την συζήτηση που οι μεγαλύτεροι ήσαν μάλλον άφωνοι ακροατές εκτός από τον ιδιοκτήτη του σπιτιού που ήταν ποδοσφαιρικά ενήμερος, οπαδός του Ολυμπιακού αλλά για παιγνίδια του Παναθηναϊκού με τις ξένες ομάδες γινόταν φανατικός παναθηναϊκός και όπως μας δήλωσε με στόμφο: “πάνω από όλα η πατρίς!”

Διανύαμε ήδη τον πέμπτο χρόνο της στρατιωτικής διακυβέρνησης και η πατρίς μαζί με την θρησκεία και την οικογένεια αποτελούσαν το αγαπημένο μότο των συνταγματαρχών!

Ξαφνικά η ηλικιωμένη γιαγιά που φρόντιζε το τζάκι μας διέκοψε και  ζήτησε αν μπορούσε να ρωτήσει κάτι. Σταματήσαμε την συζήτηση και περιμέναμε με περιέργεια της γιαγιάς το ερώτημα.

«Σας ακούω τόση ώρα εσάς τα παιδιά, που πηγαίνετε και στο γυμνάσιο, να αραδιάζεται ένα σορό ονόματα και να λέτε τόσα πράγματα γι αυτούς που κυνηγάνε ένα τόπι σε ένα χωράφι με γρασίδι που έχουν αρχηγό ένα Φούσκα – τον Πούσκας εννοούσε -λες και αυτό θα σας δώσει ψωμί να φάτε. Αυτά είναι τα γράμματα που μαθαίνετε; Θα κάνετε τρεις ώρες ποδαρόδρομο στα θεοσκότεινα για να δείτε σε αυτό το παράξενο κουτί κάτι μαντράχαλους να κυνηγάνε και να κλωτσάνε ένα τόπι. Να με συμπαθάτε παιδιά μου εγώ δεν μπορώ να σας καταλάβω».

Και συνέχισε:«βέβαια πολλά δεν τα πιάνει το μυαλό μου, έχω γεράσει αρκετά .. να αυτό το κουτί που έφερε ο γιος μου πριν δυο βδομάδες, τηλεόραση μου είπε ότι το λένε.. πως στο καλό έρχονται εδώ μπροστά μας και βλέπουμε όλους αυτούς τους ανθρώπους!  Αυτοί δεν μας βλέπουν; τους έχουμε βάλει στο σπιτι μας ..ευτυχώς που υπάρχει το κουμπί και κλείνει και μπορούμε να ξαπλώσουμε στο κρεβάτι μας χωρίς να μας βλέπουν!»

«Ρε μάνα σιγά σιγά θα τα καταλάβεις ..βάλε τώρα ξύλα στο τζάκι και φέρε τα στραγάλια με το ούζο να μας τρατάρεις, και μην ξεχάσεις και τα λουκούμια για τα παιδιά» και συνέχισε «στην εποχή σου μάνα είχατε αλλά πράγματα που δεν καταλάβαιναν οι παλιότεροι, έτσι πορεύεται ο κόσμος».

Η γιαγιά δεν αντιμίλησε και σηκώθηκε να πάει στην διπλανή κάμαρα για να εκτελέσει την επιθυμία του γιου της, μαζί της σηκώθηκε και πήγε και η νύφη της.

Γεγονός ήταν ότι στα επτά χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας η μόνη ουσιαστική διέξοδος της νεολαίας ήταν ο αθλητισμός και για την επαρχία, το ποδόσφαιρο κατά κύριο λόγο. Ο Ασλανίδης, ο γενικός γραμματέας αθλητισμού, με το προσφιλές του σύνθημα: «κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο», προέτρεπε την νεολαία να ασχολείται αποκλειστικά με τα αθλητισμό ώστε να παραμένει μακριά από πολιτικές αναζητήσεις που σίγουρα μπελάδες θα έφερναν στο καθεστώς. Οι αθλητικές εφημερίδες με κυρίαρχες το Φως τω σπορ και την Αθλητική ηχώ έκαναν ρεκόρ πωλήσεων.

Στα διαλείμματα των μαθημάτων μας οι μόνες συζητήσεις μεταξύ των αγοριών ήταν το ποδόσφαιρο και ομηρικοί ήταν  οι καυγάδες για το πια ήταν η καλύτερη ομάδα. Τα μεγάλα μέτωπα των συγκρούσεων αφορούσαν τους οπαδούς του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού. Στην δίκη μου τάξη εγώ είχα αναδειχθεί αρχηγός των κόκκινων και ο συμμαθητής μου ο Θανάσης αρχηγός των πρασίνων. Η ζωή όμως κάνει τα δικά της παιγνίδια και ο Θανάσης «άλλαξε» στρατόπεδο και βρέθηκε στο κατακόκκινο στρατόπεδο, ως σημαίνον στέλεχος του ΚΚΕ

Πριν μερικά χρόνια που ο Θανάσης μιλούσε σε μια συγκέντρωση του ΚΚΕ στα δυτικά προάστια Αττικής και πήγα να τον συναντήσω, σχεδόν 50 χρόνια από τους ομηρικούς καυγάδες μας. Μόλις κατέβηκε από την εξέδρα τον πλησίασα και πολύ σοβαρά του επισήμαινα ότι δεν περίμενα ποτέ να αλλάξει παράταξη και να γίνει κόκκινος, αιφνιδιάστηκε και με αμήχανο  ύφος μου απαντά: «δεν σας καταλαβαίνω κύριε εγώ πάντα κόκκινος ήμουν». «Για θυμήσου καλύτερα.. εγώ θυμάμαι πολύ καλά ότι στα χρόνια του γυμνασίου ήσουν φανατικός πράσινος» του απαντώ γελώντας! Η εγκάρδια χειραψία και το τρανταχτό του γέλιο μας πήγε στα χρόνια εκείνα τα αλλοτινά …

Το παιγνίδι ξεκίνησε με τον Παναθηναϊκό να παλεύει και να στέκεται όρθιος. Η άμυνα του με τον Καμάρα και τον Σούρπη και τα αλλά παιδιά να μην αφήνουν μύγα να περάσει και αν περνούσε κάποια βολίδα των Άγγλων ο Τάκης ο Οικονομόπουλος να πιάνει τα άπιαστα. Το απίθανο συμβαίνει στο 81 λεπτό που ο ψηλός ο Αντωνιάδης στέλνει την μπάλα στα δίχτυα  της ´Εβερτον.

Η χαρά ήταν τόσο  μεγάλη που ο Γιώργος ξεκρέμασε το δίκαννο που ήταν στον τοίχο δίπλα στο τζάκι και έτρεξε  στο μπαλκόνι για να ρίξει τους χαρμόσυνους  πυροβολισμούς αλλά η γυναίκα του έμπηξε τις φωνές θυμίζοντας ότι έχουμε στρατιωτικό νόμο και θα μπλέξουμε …

Η γιαγιά ήταν η μόνη  ατάραχη και μάλιστα χαμηλόφωνα  μονολογούσε: «δεν πάει καλά ο κόσμος, Παναγία μου βοήθησε μας!». Δυστυχώς η χαρά δεν διήρκεσε  για πολύ και το όνειρο της νίκης έσβησε ακριβώς στη λήξη του παιγνιδιού αφού οι Άγγλοι κατάφεραν να ισοφαρίσουν.

Φύγαμε αμέσως, είχαμε και μια επιστροφή δύσκολη. Μόλις αφήσαμε τα τελευταία σπίτια του χωριού και σταματήσαμε να ακούμε τα άγρια αλυχτίσματα των σκυλιών νιώσαμε την απόκοσμη πήχτρα του σκοταδιού και πλησιάζοντας τον μικρό χείμαρρο, που διέσχιζε την στενή ορεινή κοιλάδα, ρέοντας προς το μεγάλο ποταμό, που τον συναντούσε στα περίπου τεσσάρα χιλιόμετρα, ένα πυκνό πούσι μας εμπόδιζε να δούμε πέραν της μύτης μας. Η αλήθεια είναι πως αρχίσαμε να φοβόμαστε και ανησυχούσαμε αν βρισκόμασταν και στο σωστό μονοπάτι. Πλησιάσαμε αρκετά κοντά στον χείμαρρο για να προσανατολιστούμε από την κατεύθυνση των νερών. Ευτυχώς σε λίγο βγήκαμε στην δημοσιά που μας ήταν γνώριμος δρόμος και ηρεμήσαμε. 

Συναντήσαμε την γέφυρα που ένωνε τις όχθες του χείμαρρου και εκεί ο φίλος μας ο Κώστας θα συνέχιζε ευθεία στην δημοσιά για περίπου έξι χιλιόμετρα για να φθάσει  στο σπίτι του, που ήταν το Χάνι στην άκρη μιας μεγάλης γέφυρας και σταυροδρόμι αρκετών δρόμων που ένωναν τα ορεινά χωριά της επαρχίας. Οι υπόλοιποι θα πηγαίναμε δεξιά για να επιστρέψουμε περασμένα μεσάνυχτα στα σπίτια μας στην κωμόπολη περπατώντας πέντε έξι χιλιόμετρα. Χαρούμενοι ήμασταν και χωρίς άγχος μια και κανείς δεν μας περίμενε…..

Κωνσταντίνος Μπερτσιάς

πόνημα δημιουργικής γραφής

Απρίλιος 2023

Ο Λύκος της Στέπας του Έρμαν Έσσε

Ο μελαγχολικός Χάρρυ Χάλλερ ζει σε ένα νοικιασμένο δωμάτιο. Η απέχθεια που νιώθει για τον μοντέρνο τρόπο ζωής τον ωθεί να μένει μόνος – σαν ένας λύκος της στέπας. Και παρόλο που αποζητά την ανθρώπινη ζεστασιά και τη συντροφικότητα, αδυνατεί να συμβιβαστεί με την υποκρισία των αστικών αξιών. Ωστόσο, γνωρίζοντας την ανέμελη αλλά και απατηλή Ερμίνε θα νιώσει τα ψήγματα μιας πιθανής ευτυχίας.Ο Χάλλερ αγωνίζεται να συμβιβάσει την αρχέγονη, άγρια φύση του λύκου με τις επίπλαστες κοινωνικές επιταγές. Διχασμένος ανάμεσα στην ύλη και στο πνεύμα, προσπαθεί να ανακαλύψει τη βαθύτερη φύση του και να συμφιλιωθεί με τους ανθρώπους και τη ζωή. Μεταθέτοντας τα όρια μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, ο Χάρρυ Χάλλερ επιδιώκει να βγει από την απομόνωση, ανασύροντας από τα σκονισμένα κιτάπια της καθημερινότητας τη μέθεξη και την ελευθερία. Ο λύκος της στέπας εκδόθηκε το 1927 και ήταν το μυθιστόρημα που χάρισε στον Έσσε την παγκόσμια αναγνώριση. Αποτελεί ένα δυνατό ανάγνωσμα, που ιχνηλατεί τα σκοτεινά μονοπάτια της ανθρώπινης ψυχής και μας παρασύρει στη δίνη του.

έγραψε ιστορία!

Μετά την πρόκριση στον μεγάλο τελικό της διοργάνωσης, οι «ερυθρόλευκοι» είδαν τα ταμεία τους να γεμίζουν με 16.532.000 ευρώ. Σε περίπτωση μάλιστα που κατακτήσουν και την κούπα, τότε θα λάβουν ακόμα δύο εκατομμύρια ευρώ και συνολικά θα φτάσουν τα 18.532.000 ευρώ.

Εφτασε στην Αθήνα το τρόπαιο του Conference League - Πώς μπορείτε να φωτογραφηθείτε μαζί του

Με τις δύο νίκες στους ημιτελικούς με την Άστον Βίλα (2-4 στην Αγγλία, 2-0 στην Ελλάδα), η ομάδα του Χοσέ Λουίς Μεντιλίμπαρ έγινε ο πρώτος σύλλογος στην σύντομη ιστορία του Conference League, που επικρατεί και στα δύο ματς της ημιτελικής φάσης με δύο γκολ διαφορά. Κι έτσι έγραψε ιστορία.

Η νύχτα που 25.000 βιβλία έπεσαν στην πυρά: «Όπου κάποιος καίει ιδέες, θα κάψει σύντομα και ανθρώπους»


Χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στην κεντρική πλατεία για να δουν τους Ναζί να σκοτώνουν… ιδέες.

Περίπου 40.000 άνθρωποι είχαν συγκεντρωθεί στην πλατεία Opernplatz του Βερολίνου για να παρακολουθήσουν μία «θεαματική εκδήλωση».

Είχαν λάβει πρόσκληση από φοιτητές. Αλλά δεν ήταν απλά φοιτητές. Ήταν μέλη της Νεολαίας των Ναζί και η εκδήλωσή τους ερχόταν σε πλήρη σύγκρουση με τη φοιτητική ιδιότητα. Φορώντας ομοιόμορφες στολές, συνόδευσαν έξι βαν που μετέφεραν βιβλία. Ήταν βιβλία που είχαν καταδικαστεί σε…«θάνατο», γιατί ήταν «αντι-γερμανικά».

Σε πολλές ακόμη πανεπιστημιουπόλεις ανά τη Γερμανία οργανώθηκαν αντίστοιχες εκδηλώσεις καύσης βιβλίων. Το ημερολόγιο έγραφε 10 Μαΐου 1933.Εκείνη τη νύχτα πάνω από 25.000 βιβλια ρίχτηκαν στην πυρά.

Τα έργα Εβραίων συγγραφέων όπως ο Άλμπερτ Αϊνστάιν και ο Σίγκμουντ Φρόιντ τυλίχτηκαν στις φλόγες δίπλα σε Αμερικανούς συγγραφείς που ήταν στη μαύρη λίστα όπως ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ και η Έλεν Κέλερ.

Άλλοι φώναζαν συνθήματα του Γ’ Ράιχ, άλλοι χαιρετούσαν ναζιστικά, όλοι έμοιαζαν ενθουσιασμένοι. Όλοι ακολουθούσαν αυτό που είχε προστάξει ο Αδόλφος Χίτλερ.

Ο πύρινος λόγος του Γκέμπελς

Δεν θα μπορούσε να λείπει βεβαίως ο Γερμανός υπουργός Δημόσιας Διαφώτισης και Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς, με μία «πύρινη» ομιλία.

«Η εποχή του ακραίου Εβραίου διανοουμένου πλησιάζει τώρα στο τέλος της… Ο μελλοντικός Γερμανός δεν θα είναι απλώς ένας άνθρωπος των βιβλίων, αλλά ένας άνθρωπος με χαρακτήρα. Για αυτόν τον σκοπό θέλουμε να σας εκπαιδεύσουμε. . .. Και έτσι πράττετε σωστά σε αυτή τη μεταμεσονύχτια ώρα να ρίχνετε στις φλόγες το κακό πνεύμα του παρελθόντος».

Το μήνυμα δεν περιορίστηκε σε όσους ήταν εκεί. Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί μετέδωσαν τις ομιλίες, τα τραγούδια και τα τελετουργικά «ξόρκια» του Βερολίνου σε αμέτρητους Γερμανούς ακροατές. Η ευρεία κάλυψη των εφημερίδων χαρακτήρισε επιτυχία τη «Δράση ενάντια στο αντι- γερμανικό πνεύμα». Ο ναζιστικός πόλεμος κατά της «αντι- γερμανικής» έκφρασης είχε αρχίσει.

Η προφητική ρήση του Χάινριχ Χάινε

Η Έλεν Κέλερ μαθαίνοντας ότι τα βιβλία της ρίχτηκαν στην πυρά, αντιμετώπισε τους Γερμανούς φοιτητές σε μια ανοιχτή επιστολή: «Η ιστορία δεν σας έχει διδάξει τίποτα αν νομίζετε ότι μπορείτε να σκοτώσετε ιδέες. Οι τύραννοι προσπάθησαν να το κάνουν συχνά στο παρελθόν, και οι ιδέες ξεσηκώθηκαν με τη δύναμή τους. Μπορείτε να κάψετε τα βιβλία μου και τα βιβλία των καλύτερων μυαλών στην Ευρώπη, αλλά οι ιδέες σε αυτά μέσα από ένα εκατομμύριο κανάλια και θα συνεχίσουν να φωτίζουν άλλα μυαλά».

Ομοίως, ο μυθιστοριογράφος Σέργουντ Άντερσον, η συγγραφέας μπεστ σέλερ Φέιθ Μπάλντουιν, ο σεναριογράφος Έρβιν Κομπ και ο βραβευμένος με Νόμπελ Σινκλέρ Λιούις δήλωσαν την αλληλεγγύη τους στους απαγορευμένους συγγραφείς και διαμαρτυρήθηκαν δημόσια για την καύση βιβλίων.

Πολλοί συγγραφείς θυμήθηκαν την προφητική παρατήρηση του Γερμανού συγγραφέα του 19ου αιώνα, Χάινριχ Χάινε, ότι «όπου κάποιος καίει βιβλία, σύντομα θα κάψει και ανθρώπους».

Ένα σημάδι του απώτερου στόχου των Ναζί

Μετά τις φωτιές, 100.000 άνθρωποι πραγματοποίησαν πορεία στη Νέα Υόρκη για να διαμαρτυρηθούν για τις ναζιστικές πολιτικές. Παρόμοιες διαδηλώσεις έγιναν στη Φιλαδέλφεια, το Σικάγο και το Σέιντ Λούις. Ενώ οι γερμανικές εφημερίδες ανέφεραν θριαμβευτικά ότι η Γερμανία εξαγνιζόταν από Εβραίους και άλλους που θεωρούνταν πολιτικά ή καλλιτεχνικά ύποπτοι, ο υπόλοιπος κόσμος ήταν σοκαρισμένος.

Το Newsweek το ονόμασε «ολοκαύτωμα βιβλίων». Ωστόσο, η αγανάκτηση ήταν περισσότερο ρητορική παρά αληθινή οργή.

Ο αρθρογράφος της New York Herald Tribune, Γουόλτερ Λίπμαν, ήταν ένας από τους λίγους δημοσιογράφους που έκαναν ρεπορτάζ για τους Ναζί που θεώρησαν την καύση των βιβλίων ως δυσοίωνο σημάδι του απώτερου στόχου των Ναζί. «Αυτές οι πράξεις συμβολίζουν τον ηθικό και πνευματικό χαρακτήρα του ναζιστικού καθεστώτος», έγραψε. «Γιατί αυτές οι φωτιές δεν είναι έργο φοιτητών ή όχλων, αλλά της σημερινής γερμανικής κυβέρνησης… Ο δυσοίωνος συμβολισμός της πυράς είναι ότι υπάρχει μια κυβέρνηση στη Γερμανία που θέλει να διδάξει τους ανθρώπους της ότι η σωτηρία τους βρίσκεται στη βία».