ΠΡΑΞΗ ΥΠΟΤΕΛΕΙΑΣ
Την 22α Ιανουαρίου (με το παλιό ημερολόγιο)/3η Φεβρουαρίου (με το νέο ημερολόγιο) 1830 οι διπλωματικοί εκπρόσωποι της Μεγάλης Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας υπέγραψαν συνθήκη, με την οποία αναγνώρισαν την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Με νέα συνθήκη, που κι αυτή υπογράφηκε στο Λονδίνο (25η Απριλίου/ 7η Μαΐου 1832), καθόρισαν το πολίτευμα και τη διεθνή θέση της χώρας μας. Στο 4ο άρθρο της αναφερόταν ότι «η Ελλάς υπό την εξουσία του Πρίγκηπος Όθωνος της Βαυαρίας και με την εγγύηση των τριών Αυλών θα αποτελέσει ένα μοναρχικό, ανεξάρτητο κράτος».
Οι σημαντικές αυτές αποφάσεις που λήφθηκαν ερήμην των Ελλήνων δείχνουν το μέγεθος της κηδεμονίας που ασκούσαν οι «προστάτιδες» Δυνάμεις στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Ενδεικτικό της σημασίας που έδιναν στην «εγγύηση» είναι και το γεγονός ότι την συμπεριέλαβαν και στη συνθήκη του 1863, την οποία υπέγραψαν με το βασιλιά της Δανίας, όταν ο πρίγκιπας Γεώργιος επιλέχτηκε για να αντικαταστήσει τον Όθωνα ως «βασιλεύς των Ελλήνων». Επισήμως η Γαλλία και η Βρετανία παραιτήθηκαν από τα δικαιώματα επίβλεψης, ελέγχου και προστασίας που είχαν απέναντι στο νεοελληνικό κράτος σχεδόν ένα αιώνα αργότερα, την 28η Ιουλίου 1920.
Στα ενενήντα περίπου χρόνια που ίσχυσε επισήμως η «κηδεμονία» της χώρας μας από τους Άγγλους και τους Γάλλους συχνά αντιμετωπίστηκε ως φέουδό τους. Είναι γνωστοί οι ναυτικοί αποκλεισμοί της Ελλάδας το 1850 (υπόθεση Πατσίφικο), το 1854 και το 1916 – 1917, για να εξυπηρετηθούν τα αγγλογαλλικά συμφέροντα. Στο σημερινό μου post θα αναφερθώ στην «υπόθεση Νίκολσον», η οποία είναι ενδεικτική του πώς αντιμετώπιζαν οι Άγγλοι το «κυρίαρχο» ελληνικό κράτος.
Το πρωινό της 4ης Ιανουαρίου 1885 ο Arthur Nicolson, επιτετραμμένος (ή – σύμφωνα με ορισμένες πηγές – πρεσβευτής) στην αγγλική πρεσβεία των Αθηνών αποφάσισε να ανέβει με τη σύζυγό του στο λόφο του Λυκαβηττού. Πλησιάζοντας προς την κορυφή συνάντησαν τρεις χωροφύλακες. Αυτοί τους υπέδειξαν με φωνές και με νοήματα να ακολουθήσουν άλλο μονοπάτι, επειδή απαγορευόταν να περάσουν από το σημείο εκείνο, καθώς είχε γίνει πρόσφατα η δενδροφύτευσή του. Ο Βρετανός διπλωμάτης και η γυναίκα του συνέχισαν το δρόμο τους παρακούοντας τη διαταγή των οργάνων της τάξεως. Τότε – σύμφωνα με την επίσημη έκθεση που υπέβαλε ο παθών προς την ελληνική κυβέρνηση – ο ένας από τους τρεις χωροφύλακες τον απώθησε βίαια και τον χτύπησε με το ραβδί του.
Μετά το επεισόδιο αυτό ο Nicolson, παραβιάζοντας τη σχετική διπλωματική διαδικασία, δεν απευθύνθηκε στο ελληνικό υπουργείο των Εξωτερικών, αλλά πήγε στο γραφείο του πρωθυπουργού Χαρίλαου Τρικούπη και ζήτησε να τιμωρηθεί αυστηρά ο χωροφύλακας που βιαιοπράγησε σε βάρος του. Ο πρωθυπουργός διαβεβαίωσε το Βρετανό διπλωμάτη ότι θα γίνονταν οι δέουσες ενέργειες. Πράγματι έγινε υπηρεσιακή έρευνα, από την οποία διαπιστώθηκε ότι ο υπαξιωματικός της Χωροφυλακής που πρωταγωνίστησε στο επεισόδιο ήταν ο Λουκάς (σε ορισμένες πηγές αναφέρεται Γιώργος) Καλπούζος. Αναγνωρίστηκε από τον Nicolson ως δράστης και συνελήφθη. Αν και είχε αποφασιστεί η απόταξή του από το σώμα της Χωροφυλακής, ο Άγγλος διπλωμάτης, που ήταν γνωστός για το μισελληνισμό του, δεν αρκέστηκε στην ποινή αυτή. Θέλησε να ταπεινώσει το ελληνικό κράτος. Ζήτησε, λοιπόν, να διαβαστεί η διαταγή της απόταξης του Καλπούζου σε συγκέντρωση όλων των ανδρών της Χωροφυλακής που υπηρετούσαν στην Αττική. Και το εξωφρενικό ήταν το ότι απαίτησε, για να αποκατασταθεί η θιγείσα τιμή του, το σώμα της Χωροφυλακής να παραταχθεί στην πλατεία Συντάγματος, όπου θα παρουσίαζε όπλα τη στιγμή που θα ανακρουόταν ο αγγλικός εθνικός ύμνος.
Ο Χαρίλαος Τρικούπης έσπευσε να ικανοποιήσει τις παράλογες απαιτήσεις του Άγγλου επιτετραμμένου (ή πρεσβευτή). Έτσι δυο ενωμοτίες πεζών και έφιππων χωροφυλάκων υπό το διοικητή τους Στεφάνου έλαβαν μέρος στην πρωτοφανή αυτή τελετή που καταρράκωσε το κύρος της ελληνικής Χωροφυλακής. Είναι χαρακτηριστικό ένα απόσπασμα δημοσιεύματος της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ (φύλλο της 21ης Νοεμβρίου 1907) αναφερόμενου στα γεγονότα του Ιανουαρίου του 1885: «Είναι ιστορική η δοθείσα τότε ικανοποίησις εις την Αγγλίαν αναπετασθείσης (: απλωμένης) της αγγλικής σημαίας εν στρατιωτική παρατάξει και παιχθέντος εν τη πλατεία του Συντάγματος του αγγλικού ύμνου».
Οι πολίτες εξέφρασαν την οργή τους για την εθνική ταπείνωση, ενώ ο αντιπολιτευόμενος τύπος καυτηρίασε τον ενδοτισμό της κυβέρνησης και κυρίως του πρωθυπουργού. Μπροστά στην έκρυθμη πολιτική και κοινωνική κατάσταση που είχε δημιουργηθεί ο Χαρίλαος Τρικούπης την 5η Φεβρουαρίου 1885 ζήτησε από τη Βουλή ψήφο εμπιστοσύνης, όπου όμως καταψηφίστηκε ακόμα και από βουλευτές του κόμματός του. Έτσι η χώρα την 7η Απριλίου 1885 οδηγήθηκε σε εκλογές, τις οποίες κέρδισε με μεγάλη πλειοψηφία (185 βουλευτικές έδρες σε σύνολο 245) η πολιτική παράταξη του Θεόδωρου Δηλιγιάννη. Η εκλογική συντριβή του Χαρίλαου Τρικούπη οφειλόταν κυρίως στη λαϊκή δυσαρέσκεια λόγω της ακρίβειας και της υψηλής φορολογίας που είχε επιβάλει και δευτερευόντως στην υποτελή στάση που έδειξε στην «υπόθεση Nicolson».