Συντήρηση αγροτικών δρόμων Δερβενοχωρίων.

Στο Δ Σ του δήμου Τανάγρας της15 4 2013  συζητήθηκε το έν λόγω θέμα με πρωτοβουλία του προέδρου του τοπικού συμβουλίου Σκούρτων  Γιάννη Σαμπάνη .Ο δήμαρχος παραδέχθηκε ότι οι δρόμοι είναι σε άσχημη κατάσταση αλλά η λύση που δόθηκε ήταν η κλασική ελληνική καινοτομία :πρότεινε να συσταθεί επιτροπή  για να μελετήσει το θέμα ,με άλλα λόγια παραπομπή στις καλένδες……….

ΠΛΑΤΡΕΣ ΚΥΠΡΟΥ

 «Τ’ αηδόνια δε σ’ αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες.»

Αηδόνι ντροπαλό, μες στον ανασασμό των φύλων,
συ που δωρίζεις τη μουσική δροσιά του δάσους
στα χωρισμένα σώματα και στις ψυχές
αυτών που ξέρουν πως δε θα γυρίσουν.
Τυφλή φωνή, που ψηλαφείς μέσα στη νυχτωμένη μνήμη
βήματα και χειρονομίες∙ δε θα τολμούσα να πω φιλήματα∙
και το πικρό τρικύμισμα της ξαγριεμένης σκλάβας.

Το ‘χα ξαναδεί και άλλοτε το λεωφορείο  μέσ’ το δάσος αλλ’ αυτή τη φορά ήρθα για να το φωτογραφήσω. Ή, έστω, να φωτογραφήσω ότι έχει απομείνει απ αυτό αφού, μετά το θάνατο του ερημίτη, το διαγουμίσανε οι, δεν ξέρω ποιοι. Δεν μπορείς να σταθείς πουθενά εδώ μέσα. Σκουριά και σαβούρα. Σαβούρα με μνήμες. Όχι δικές μου βέβαια αλλά μπορώ να φανταστώ. Μόνος μου με το οξειδωμένο φάντασμα του αναχωρητή δίπλα ξαπλώνω στο γρασίδι κι ας είναι υγρό. Πάνω απ το κεφάλι μου η χιονισμένη βουνοκορυφή του Κόρακα. Κανένα αγριολούλουδο δεν έχει ανθίσει ακόμη. Μπορώ να σου βρω χίλιους λόγους για ν’ αφήσεις πίσω σου τον πολιτισμό της κινητής τηλεφωνίας και του ιμέιλ και να ‘ρθεις να ζήσεις εδώ, μέσα σ’ ένα λεωφορειόσπιτο. Το ερώτημα είναι γιατί εγώ δεν το ’χω κάνει ακόμα. Και η απάντηση είναι ότι το θεωρώ παραίτηση και φυγομαχία. Αλλά, το να ρίχνεις στη σχισμή ένα ψηφοδέλτιο, κι αυτό ως μη χείρον, κάθε τέσσερα χρόνια τι είναι; Αντίσταση; Μην τρελαθούμε κι όλας!

Του Κώστα Ζυρίνη

 


“Ο Φευγάτος των Βαρδουσίων, Μια ζωή Λαθρεπιβάτης”

Στέκει μονάχο του, παράταιρο, σ’ ένα ελάτινο δάσος στα Βαρδούσια. Ένα παλιό, εγκαταλειμμένο λεωφορείο κάποιου ΚΤΕΛ. Λίγοι γνωρίζουν την ιστορία που κουβαλάει. Ότι χρησιμοποιήθηκε δηλαδή από έναν άνθρωπο της πόλης για να πλησιάσει τη Φύση και έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. […]

[…] Εμφανίστηκε, έτσι, ξαφνικά, από το πουθενά, λέει ο θρύλος που αναπαράγουν οι άνθρωποι γύρω από το τζάκι του καταφύγιου. Κι έφτασε μέχρι τη ρίζα του Κόρακα, της πιο απότομης και της πιο ψηλής κορυφής των Βαρδουσίων. Κάπου ανάμεσα στα χωριά Κάτω Μουσουνίτσα και Κονιάκος. Ήρθε μόνος, με το λεωφορείο του. Ακριβώς: με το λεωφορείο του. Ένα παροπλισμένο σκαρί κάποιου κτελ. […]Του Κώστα Ζυρίνη