Το πανηγύρι (Πάνος Ζέρβας)

Σήμερα είναι το πανηγύρι του χωριού μου, η εκκλησία του οποίου εορτάζει «της Αγιατριάδος» (ποιο Πνεύμα;).

Έχω να βρεθώ στο πανηγύρι πάνω από 30 χρόνια. Δεν ξέρω αν σήμερα γίνεται καν πανηγύρι. Θυμάμαι όμως πολύ ζωηρά εικόνες του πανηγυριού από πιο παλιά – ουσιαστικά της δεκαετίας του ’70, από την αρχή μέχρι το τέλος της.

Τα πανηγύρια τότε ήταν οικογενειακή υπόθεση, την οποία πλήρωναν… τα κατσίκια. Για παράδειγμα, στο πανηγύρι της Σχινόλακας (Πέτρου + Παύλου) ο παππούς Παντελής και η γιαγιά Αγγελική είχαν μουσαφιραίους παιδιά, εγγόνια, νύφες, γαμπρούς, αδέρφια και πρωτοξάδερφα – το σύνολον όχι μικρότερο από τριάντα νοματαίους. Η γιαγιά και οι τέσσερις κόρες της (άπασες προκομμένες και άριστες νοικοκυρές) πηγαινοέφερναν αβέρτα τα ταψιά με τα κατσίκια με τις πατάτες στο φούρνο, στη γωνιά της αυλής με το κοκκινόχωμα, έκοβαν σαλάτες και σέρβιραν στους άντρες τους πρώτους μεζέδες, δηλαδή τις τηγανισμένες συκωταριές. Το κρασί, σπιτικό, από το βαρέλι, έρρεε άφθονο από (σχεδόν) πρωίας.

Οι άντρες απολάμβαναν την ημερήσια βασιλεία τους και τη συνάντησή τους: τρωγόπιναν και συζητούσαν, ενώ τα παιδιά αλωνίζαμε στις αυλές με τις αγγινάρες, τα κουνέλια, τις μουριές. Σε μια από αυτές κρεμόντουσαν 4-5 δέρματα από τα σφαχτά, κόκκινα και υγρά ακόμα.

Κάποια στιγμή εμφανίζονταν και τα όργανα, ήτοι μια ορχήστρα δυναμική από κλαρίνο και νταούλι, υπό τη διεύθυνση του μπαρμπα Γιώργη (αν θυμάμαι καλά) του Βουλωμένου. Με (πάγια) εντολή του παππού, η ορχήστρα… έτρωγε πριν αποχωρήσει.

Μέχρι να συμβούν αυτά, η κρασοκατάνυξη είχε τα πρώτα της θύματα, τα οποία συνήθως αποχωρούσαν ειρηνικά για τα κρεβάτια στο πάνω πάτωμα ή για τις αγκινάρες, στην κατωφέρεια της αυλής. Οι πιο ανθεκτικοί δε σχολούσαν μέχρι το βράδυ, με τελευταίους τον πατέρα μου και τον Πέτρο, ένα γείτονα που ερχόταν για να τα πούνε και να τα πιούνε.

Το βράδυ είχε πλατεία, όπου τα όργανα (όχι τα μεσημβρινά) συγκέντρωναν όλο το χωριό και τους επισκέπτες. Οι μπύρες έβγαιναν παγωμένες από τα πλαστικά βαρέλια με τον πάγο (ω ναι, ακόμα δεν υπήρχαν ηλεκτρικά ψυγεία στα χωριά μας) ενώ το μενού ήταν εξαιρετικά απλό: γουρνοπούλα στη λαδόκολλα, εννοείται χωρίς σαλάτες και λοιπά περιττά. Τα παιδιά, πορτοκαλάδες.

Οι χοροί ήταν οικογενειακοί. Έπαιρνες σειρά και όταν ερχόταν η ώρα σου η οικογένεια ανέβαινε στην πίστα, οι γυναίκες χόρευαν συρτά, ο νοικοκύρης τροφοδοτούσε τα όργανα με κόκκινα κατοστάρικα, ώσπου νάρθει η ώρα να ρίξει κι αυτός το τσάμικο. Κι αν η ορχήστρα ήξερε το «δικό του» και τον μεράκλωνε, είχε πιάσει την καλή…

Επωφελούμαι από το τσάμικο που παίζει η ορχήστρα για να επιστρέψω από τη Σχινόλακα στο Μεσοπόταμο, που είχε σαν σήμερα το πανηγύρι του. Χόρευε λοιπόν ο Μέγας, ένας γλυκός άνθρωπος και ανοικονόμητος γλεντζές, ήτανε και δυο τρεις τραγουδίστριες στο πάλκο, χραπ, κάνει ο δικός σου και αδειάζει το πορτοφόλι του τίγκα στα χιλιάρικα, πάνω τους, χαρτοπόλεμο. Και φεύγει, κύριος.

Μόλις πήγε στο σπίτι και τον χτύπησε κρύος αέρας, επέστρεψε και ζητούσε το ποσόν (το οποίο είχε συγκεντρώσει οργώνοντας για μήνες νυχθημερόν με το τρακτέρ) αλλά εις μάτην.

Λίγο αργότερα ακούστηκε ένα άγριο μαρσάρισμα, στην άκρη της πλατείας: είχε καταφθάσει ο Μέγας με το τρακτέρ και την υδροφόρα και υπό την πειστική απειλή ότι θα τα κάνει όλα μούσκεμα πήρε πίσω κάποια από τα χαρτονομίσματα…

Κατά τα λοιπά, όποιος καφετζής αποφάσιζε να κάνει πανηγύρι γύριζε με το σκαπτικό, «την Άγκρια» (και την καρότσα) στα γύρω χωριά και μάζευε από τα άλλα καφενεία… καρέκλες και τσίγκινα τραπέζια. Φρόντιζε νάχει αρκετά πλαστικά βαρέλια (υπό φυσιολογικές συνθήκες τα χρησιμοποιούσαν στο ράντισμα της σταφίδας) και τις ανάλογες παγοκολώνες. Ως βοηθοί επιστρατεύονταν μικροί μεγάλοι του σπιτιού – και όποιοι στενοί συγγενείς ήταν διαθέσιμοι.

Σημειωτέον ότι τα γερόντια δεν έπιναν μπύρα. Ένας γεροντάκος εξηγούσε «μου βγάνει καντήλες, παιδάκι μ’» και έδειχνε το χέρι του από τον αγκώνα και κάτω, εννοώντας ότι η μπύρα είναι πολύ ακριβή.

Το θρησκευτικόν μέρος του πράγματος αφορούσε αποκλειστικά τις γυναίκες (όχι όλες και σίγουρα όχι τις νέες νοικοκυρές) και τους πολύ γέρους. Ωστόσο, η εκκλησία του χωριού, η Αγιατριάδα ντε, πλημμύριζε από κόσμο. Στην πραγματικότητα το μόνο που ενδιέφερε τους χωρικούς ήταν το πανηγύρι – το οποίο όμως χρειαζόταν, ανέκαθεν, το άλλοθί του.

Οι επισκέψεις στα σπίτια από τα γειτονικά χωριά δεν αναγγέλλονταν, απλά γίνονταν. Απαραιτήτως από τους συγγενείς (μέχρι τριακοστού βαθμού) και τους κουμπάρους, κατά βούληση από τους φίλους και γνωστούς. Συνήθως ο επισκέπτης πήγαινε στου συγγενή του και μετά έσμιγε τους άλλους χωρικούς στα καφενεία, όπου εξελίσσονταν πάμπολλοι γουστόζικοι καυγάδες με αντικείμενο «όχι, ‘γω θα πλερώσω, δεν ακώ τίποτα, κουμπάρε!», τις δώδεκα και σαράντα που έφτανε ο λογαριασμός με τους καφέδες, τις πορτοκαλάδες και τα γλυκά του κουταλιού.

(Ένας μπάρμπα Γιάννης από διπλανό χωριό δεν παρέλειπε να κερνάει ένα λουκουμάκι το… γάιδαρό του. Μια φορά, μεθυσμένος στην πλατεία της Πύλου είχε φωνάξει «χ.ζω μες το Γέρο τον αφαιρεμένο» και τον βούτηξαν οι χωροφύλακες, για προσβολή του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου. Την άλλη μέρα στο αυτόφωρο είπε με αμίμητο ύφος «ε, είπα, κύριε Πρόεδρε, είπα… αλλά δεν έκαμα κιόλας!» και αθωώθηκε «λόγω βλακείας» – δεν υπήρχε άλλος τρόπος…)

Οι γυναίκες είχαν το δικό τους τρόπο να συνευρίσκονται στις αυλές μπροστά από τους φούρνους, φουρνίζοντας κατσίκια και φρέσκο ψωμί και γαλόπιττες (γαλατόπιττες) – και τα παιδιά, μιλιούνια από δαύτα, αλώνιζαν τα δρομάκια και την πλατεία του χωριού, μαζεύονταν όμως σαν τις μύγες μπροστά στους γυρολόγους που άπλωναν τα παιχνιδάκια και τα μπιχλιμπίδια ή τα παγωτά λαχταριστά μπροστά στα παιδικά μάτια. «Δομ’ ένα φράγκο!» απαιτούσε ο πιτσιρικάς από τη μάνα του – και το έπαιρνε για να απολαύσει παγωτό και καραμέλες και στραγάλια. Κατά τη διάρκεια της μέρας θα έπαιρνε πολύ περισσότερα από μπαρμπάδες και παππούδες και νονούς.

Αλλά η κορύφωση ήταν πάντα τα «όργανα». Δυστυχώς, δεν έχω συγκρατήσει στη μνήμη μου τον ήχο που έβγαζαν εκείνες οι ορχήστρες. Λίγο αργότερα, στη δεκαετία του ’80 που θυμάμαι καλά, επρόκειτο περί πραγματικής τραγωδίας.

Σε κάθε περίπτωση, ο κόσμος γλεντούσε με την ψυχή του. Και την άλλη μέρα επέστρεφαν όλοι στις σταφίδες, στα περιβόλια και στα ζωντανά.

Πάνος Ζέρβας

+2
Στο ζάππειο μια μέρα περιπατούσα
Συνάντησα μια νέα μαυρομαλλούσα
Είχε περίσσια χάρη το βάδισμά τησ
Σαν κυπαρίσσι ήταν το ανάστημά τησ
Κρατούσε ομπρελίνο σατέν τσαντάκι
Και είχε ένα άσπρομαυρο μεγαλούτσικο σκυλάκι!!
+10

Στο σπιτι με τις λευκές γάμος γίνεται, χαρα μεγάλη! Όλος ο οικισμός δήλωσε παρόν πλην των ελάχιστων αδυνατούντων…

+2

Πρόταση της Ερασμίας Γκατζόφλια για την μετατροπή του θερινού Παλλάς σε χώρο πολιτισμού

Γράφει:

 Γιώργος Αλβέρτης – 

Πρόθεσή μας είναι το κτίσμα αυτό να αποτελέσει πυρήνα πολιτισμού

Bασικό μέλημα η διατήρηση της αυτονομίας των χώρων, αλλά με διαφορετική διάταξη

Ενδιαφέρον από τη Δημοτική Αρχή σε πρόσφατη συνάντηση

Μια πρόταση που θα ταράξει τα νερά της συριανής κοινωνίας έρχεται μέσω της Διπλωματικής Εργασίας τής σπουδάστριας στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης Ερασμίας Γκατζόφλια. Σε αυτήν η κ. Γκατζόφλια μεταμορφώνει το κτήριο του θερινού κινηματογράφου «Παλλάς» σε έναν υπέροχο χώρο πολιτισμού, ενώ απαντώντας σε σχετικό ερώτημα της εφημερίδας κάνει γνωστό ότι  σε συνάντησή της με τη Δημοτική Αρχή, υπήρξε έντονο ενδιαφέρον για την πρότασή της.

«Η διπλωματική εργασία μου αποτελεί το τελευταίο τμήμα των εργασιών που οφείλουμε να περατώσουμε για την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος σπουδών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Καθώς και συνέχεια της ερευνητικής μου εργασίας με τίτλο: «Οι περίκλειστες διατάξεις στη δημόσια αρχιτεκτονική του νεοσύστατου ελληνικού κράτους και οι Πρώτοι Έλληνες Μηχανικοί» δηλώνει στο «Λ» κάνοντας γνωστό πως με την υποστήριξη και την καθοδήγηση των καθηγητών της, Μαρίας Αρακαδάκη και Σοφοκλή Κωτσόπουλου, της δόθηκε η ευκαιρία να αναλύσει το δομικό σύστημα του κτίσματος, αλλά και να υλοποιήσει μια ολοκληρωμένη πρόταση επανάχρησής του.

Ανάδειξη των τυπολογικών και μορφολογικών χαρακτηριστικών του ιστορικού κτιρίου

Συνεχίστε την ανάγνωση του “Πρόταση της Ερασμίας Γκατζόφλια για την μετατροπή του θερινού Παλλάς σε χώρο πολιτισμού”
+3

«Δεν πιστεύω στην ειρήνη, δεν λυπάμαι»

Σάκης Μουμτζής21.06.2024 /καθημερινή

Τα παραπάνω λόγια είναι της 75χρονης Αντα Σάγκι που κρατήθηκε για 53 ημέρες όμηρος στη Γάζα. Αλλά ποια είναι η Αντα Σάγκι; Μήπως είναι καμιά ακροδεξιά, υπερορθόδοξη Εβραία; Η Αντα Σάγκι έζησε για δεκαετίες στο κιμπούτς Nir Oz, στα σύνορα με τη Γάζα, διότι πίστευε πως οι δύο λαοί θα μπορούσαν να συνυπάρξουν αρμονικά και αγωνιζόταν προς αυτή την κατεύθυνση. Δίδασκε στους συμπατριώτες της αραβικά ώστε να είναι ευκολότερη η επικοινωνία με τους Παλαιστινίους. Και τα νέα παιδιά του φεστιβάλ Νόβα πίστευαν πως η μουσική μπορεί να τα φέρει κοντά με τους συνομηλίκους τους της Γάζας. Επεσαν τραγικά έξω και το πλήρωσαν με τη ζωή τους. Οι τρομοκράτες απεχθάνονταν ό,τι αυτά τα παιδιά εκπροσωπούσαν.

Ξαφνικά όλος αυτός ο ειδυλλιακός κόσμος που ονειρευόταν η Σάγκι γκρεμίστηκε εκείνο το πρωινό της 7ης Οκτωβρίου. Το κιμπούτς στο οποίο διέμενε καταστράφηκε πλήρως, καταβάλλοντας βαρύ φόρο αίματος καθώς οι τρομοκράτες της Χαμάς δεν άφησαν τίποτα όρθιο. Σκότωσαν, βίασαν, λεηλάτησαν. Η ομηρία της Σάγκι και τα όσα είδε όλο αυτό το χρονικό διάστημα την έκαναν να αναθεωρήσει τον καταστατικό κώδικα της ζωής της πως θα μπορούσε να επικρατήσει η λογική και η ειρήνη στην περιοχή. Τα όσα έγιναν την 7η Οκτωβρίου βρέθηκαν πέρα από κάθε λογική και ο πόλεμος κατέστη η μοναδική επιλογή για το κράτος του Ισραήλ. Η πραγματικότητα είναι πάντα υπέρτερη κάθε οράματος. Το υποτάσσει και υπαγορεύει τις κινήσεις των πρωταγωνιστών. Οσοι προσπαθούν να προσεγγίσουν την έννοια και τη συμπεριφορά του μάρτυρα με ορθολογικά εργαλεία θα αποτύχουν. Η θυσία του έχει αρχαϊκά πρότυπα, με πολιτισμικές ορίζουσες έξω από το πλαίσιο των κοινωνιών του πολιτισμένου κόσμου και για αυτόν τον λόγο μάς είναι ακατανόητη και δεν αντιμετωπίζεται. Κάποιον που δεν τον ενδιαφέρει η δική του η ζωή, αλλά μόνον ο θάνατος των εχθρών του, πώς θα τον αποτρέψουμε να πραγματοποιήσει τον σκοπό του;

Η Αντα Σάγκι κατά την ομηρία της διαπίστωσε –όπως αφηγείται στο BBC– πως μεταξύ των κατοίκων της Γάζας και της τρομοκρατικής οργάνωσης Χαμάς είχαν αναπτυχθεί ισχυροί δεσμοί, καθώς τους ομήρους τους «φιλοξενούσαν», έναντι υψηλότατου μεροκάματου, απλοί Παλαιστίνιοι πολίτες. Κάτι που αποδείχθηκε κατά την επιχείρηση απελευθέρωσης των τεσσάρων ομήρων. Επιπλέον, με τη μαρτυρία της Σάγκι, επιβεβαιώθηκε η θέση του ισραηλινού στρατού πως τα νοσοκομεία της Γάζας αποτελούσαν οργανικά τμήματα του επιχειρησιακού μηχανισμού της Χαμάς, κάτι που φαίνεται ότι διέφυγε την προσοχή των οργανώσεων του ΟΗΕ στην περιοχή. Στο νοσοκομείο Νάσερ παρέμεινε για ένα διάστημα η συγκεκριμένη όμηρος μαζί με άλλους περίπου δέκα απαχθέντες.

Η συνέντευξη της Αντα Σάγκι καταλήγει με μια σπαρακτική κραυγή που μας στέλνει πολλές δεκαετίες πίσω. «Εχασα το σπίτι μου, έχασα την ελευθερία μου». Οπως ακριβώς οι Εβραίοι πριν από ογδόντα χρόνια.

+2

Νό­τος (διήγημα)

Γιο­λάν­τα Σα­κελ­λα­ρί­ου: Νό­τος





ΙΧΕ ΠΟΛΥ ΚΟΣΜΟ ἐκεί­νη τὴ μέ­ρα στὴν Τρά­πε­ζα. Κυ­ρί­ως συν­τα­ξιού­χους, για­τὶ πλη­σί­α­ζε τὸ τέ­λος τοῦ μῆ­να. Τὰ κα­θί­σμα­τα ὅλα πια­σμέ­να καὶ οἱ ὑπό­λοι­ποι ὄρ­θιοι. Στά­θη­κα σὲ μιὰ γω­νιά, πλά­τη στὸν τοῖ­χο. Τὸ νού­με­ρό μου προ­οιώ­νι­ζε ὅτι θὰ περ­νοῦ­σα πολ­λὲς ὧρες ἐκεῖ μέ­σα.

       Γιὰ ἀρ­κε­τὴ ὥρα ἄκου­γα τὶς συ­νο­μι­λί­ες τῶν συν­τα­ξιού­χων ποὺ θύ­μι­ζαν Ἰο­νέ­σκο καὶ εἶ­χα ἀρ­χί­σει νὰ κου­ρά­ζο­μαι ἀπὸ τὴν ὀρ­θο­στα­σία. Ἔκα­να με­ρι­κὲς βόλ­τες στὸν χῶ­ρο καί, χα­ζεύ­ον­τας τὶς κορ­νι­ζα­ρι­σμέ­νες ἀφί­σες στοὺς τοί­χους, τὸ βλέμ­μα μου κον­το­στά­θη­κε στὸ γνω­στὸ ἔρ­γο του Βὰν Γκόγκ, τὴν ψά­θι­νη κα­ρέ­κλα. Μιὰ ἄδεια κα­ρέ­κλα, τρύ­πια, συ­νώ­νυ­μο ἀπου­σί­ας, φθο­ρᾶς, τῆς ψυ­χι­κῆς του κα­τά­στα­σης ἀλ­λὰ καὶ τῆς φτώ­χειας του. Μπο­ρεῖ νὰ ἦταν καὶ ἡ κα­ρέ­κλα ποὺ κα­θό­ταν γιὰ νὰ ζω­γρα­φί­σει ἢ καὶ νὰ φά­ει. Σί­γου­ρα τὴν εἶ­χε χρη­σι­μο­ποι­ή­σει ὡς μο­ντέ­λο καὶ δὲν ἦταν ἀπο­κύ­η­μα τῆς φαν­τα­σί­ας του.

       Δὲν ξέ­ρω πῶς μοῦ ἦρ­θε, ἦταν μιὰ αὐ­θόρ­μη­τη κί­νη­ση. Πῆ­γα κον­τὰ καὶ τρά­βη­ξα τὴν κα­ρέ­κλα ἔξω ἀπ’ την κορ­νί­ζα. Τὴν ἔβα­λα κον­τὰ στὸν τοῖ­χο ὅπου πρὶν λί­γο στε­κό­μουν ὄρ­θια, καὶ κά­θι­σα. Ἕνα δρο­σε­ρὸ ἀε­ρά­κι, αἴφ­νης, διείσ­δυ­σε στὸν χῶ­ρο καί, σύν­το­μα, ἄκου­σα θρόϊ­σμα φύλ­λων, κε­λαη­δί­σμα­τα καὶ κά­που στὸ βά­θος ἕναν ἤπιο πα­φλα­σμὸ νε­ροῦ. Τὴν ἡσυ­χία τοῦ ἄγνω­στου τό­που διέ­κο­ψε μιὰ φρά­ση στὰ γαλ­λι­κά: «Βίν­σεντ, ἔλα νὰ δεῖς ἕνα σκιου­ρά­κι, μό­λις σκαρ­φά­λω­σε στὴ βε­λα­νι­διά. Τὸ ζω­γρα­φί­ζου­με;»

       Δὲν ὑπῆρ­χε κα­μιὰ ἀμ­φι­βο­λία ὅτι βρι­σκό­μουν στὴν Ἀρλ, τὴν ἀγα­πη­μέ­νη πό­λη στὴ νό­τια Γαλ­λία, τοῦ Βίν­σεντ Βὰν Γκόγκ, ὅπου κα­τέ­φευ­γε συ­χνὰ γιὰ νὰ ζω­γρα­φί­σει, κά­ποιες φο­ρὲς πα­ρέα μὲ τὸν Πὸλ Γκογ­κέν.

+2

CONTRA NATURAM* 

…έφεραν πόρνες για την Ελευσίνα

τα πτώματα ρίχτηκαν με τα μούτρα στο συμπόσιο 

με το πρόσταγμα της τοκογλυφίας…

Εζρα Παουντ (1885-1972) θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς ποιητές του αιώνα μας . Δυστυχώς η εγκατάσταση στο Ράπαλο της Ιταλίας συνοδεύτηκε από μία ολόψυχη υποστήριξη στο φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, στον οποίο απέστειλε διακηρύξεις, προτάσεις και εκθέσεις, ενώ του αφιέρωσε και ένα «Καντό». Ο Πάουντ συνδέθηκε με την προπαγάνδα υπέρ του φασισμού και εξέφρασε ανοιχτά την επιδοκιμασία του για τον «Αγώνα», το βιβλίο του Χίτλερ, το οποίο χαρακτήρισε «ακριβή πολιτική ανάλυση».

+2

Νοικιάστε το Χιλτον..δύσκολο να είσαι μάγισσα στο Εδιμβούργο.

•Η ανεξαρτησία γνώμης των δικαστων,η κατα συνείδηση κρίση ,είναι απαραβίαστη με ένα απαράβατο όρο.Να αρέσει η γνώμη τους στη Πρόεδρο και την Εισαγγελέα του Αρειου Πάγου.Βεβαίως να αρέσει η γνώμη τους και στην λαοπρόβλητη κυβέρνηση και ειδικά να συμφωνεί και ο Φλωριδης.Αν δεν συντρέχουν οι φυσιολογικές αυτές προυποθεσεις οι αποφασεις είναι άκυρες,ανυπόστατες.Οι δικαστες αυτοί πρέπει να εκδιώκονται από το σώμα.Ο Ερντογαν δείχνει το δρόμο.Και ο Κιμ Γιογκ Ουν.Και αν ξεφύγει κάτι εδώ είναι ο Φλωριδης να νομοθετήσει.
•Η Ελλάδα στην ευρωπαϊκή νομοθετική πρωτοπορία.Ο κατηγορούμενος είναι ένοχος μέχρις αποδειξεως της αθωότητος του.Όλοι στη φυλακή αμέσως άνευ πολλών πολλών περιττων διατυπώσεων.Δεν χρειαζονται δίκες.Αυθημερόν.Αν δεν έχετε επαρκείς φυλακές νοικιάστε το Ιλισσιον πρώην Χιλτον.
•Στο Εδιμβούργο η πόλη χωρίζεται με ένα μεγάλο ορυγμα.στα δυο.Στο μεσαίωνα ήταν λιμνη.Εκεί έριχναν τις ύποπτες για μαγεια.Αν πνιγοντουσαν ήταν αθώες.Αν σώνονταν ήταν δεδομένο ότι είναι μάγισσες όποτε τις έκαιγαν στην πυρα.Ήταν πολύ δύσκολο να είσαι μάγισσα στο Εδιμβούργο.
•Να εντρυφήσει η κυβέρνηση στην μεσαιωνική σκωτσέζικη νομολογία.Και να την εφαρμόσει χωρίς δισταγμούς.

Πάνος Μπιτσαξής

+3