Μεγάλη Παρασκευή

Μονή Κλειστών

“Ἐπὶ ξύλου βλέπουσα, κρεμάμενον Χριστέ, σὲ τὸν πάντων Κτίστην καὶ Θεόν, ἡ σὲ ἀσπόρως τεκοῦσα, ἐβόα πικρῶς· Υἱέ μου, ποῦ τὸ κάλλος ἔδυ τῆς μορφῆς σου; οὐ φέρω καθορᾶν σε, ἀδίκως σταυρούμενον· σπεῦσον οὖν ἀνάστηθι, ὅπως ἴδω κᾀγώ, σοῦ τὴν ἐκ νεκρῶν, τριήμερον ἐξανάστασιν.”

Σωκράτης και Αλκιβιάδης

Όταν ο Αλκιβιάδης γιόρτασε τα 18 χρόνια του και ανελάμβανε τη διαχείριση της μεγάλης πατρικής περιουσίας, ο Σωκράτης αντί για άλλη προσφώνηση του υπενθύμισε:
Στην Περσία όταν γεννηθεί ο διάδοχος τον παραδίδουν σε τέσσερις σοφούς. Στον ευλαβέστερο για να του εμπνεύσει το θρησκευτικό αίσθημα, στον εντιμότερο για να του μάθει να λέει την αλήθεια, στον φρονιμότερο για να τον διδάξει πώς να εξουσιάζει τα πάθη του και στον γενναιότερο για να τον κάνει παλικάρι.

1204: Η πρώτη άλωση της Πόλης και oι σχέσεις Βυζαντινών – Δυτικών

Η άποψη της βυζαντινής ιεραρχίας και των αγροίκων για τους Λατίνους, τα αντιλατινικά αισθήματα, τα εγκλήματα και τα σκάνδαλα

Στο άκουσμα της φράσης «Άλωση της Κωνσταντινούπολης» το μυαλό των περισσοτέρων από εμάς πάει στην Άλωση της Πόλης από τους Οθωμανούς το 1453, που οδήγησε και στο οριστικό τέλος της  Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, του Βυζαντίου όπως ονομάστηκε αργότερα.

Όμως, δυόμισι αιώνες νωρίτερα, στις 12 Απριλίου του 1204, η Κωνσταντινούπολη είχε υποστεί μία ακόμα Άλωση, αυτή από τους Λατίνους της Δ’ Σταυροφορίας.

Ποιες όμως ήταν οι μέχρι τότε σχέσεις μεταξύ Βυζαντινών και Δυτικών και πώς εξελίχθηκαν κατόπιν αυτής;

«ΤΟ ΒΗΜΑ» της 24ης Οκτωβρίου 2004, με αφορμή την συμπλήρωση, τότε, 800 χρόνων από εκείνη την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης σημείωνει στο ειδικό αφιέρωμα των Νέων Εποχών:  «το γεγονός αυτό, πέρα από το ότι βάθυνε αντιδυτικά συναισθήματα τα οποία ήδη υπήρχαν στους Βυζαντινούς, απετέλεσε ορόσημο για τις σχέσεις Ανατολής και Δύσης, σε πολιτικό, ιδεολογικό, και πολιτισμικό επίπεδο».

Σύμφωνα με τον καθηγητή Βυζαντινής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Πάρι Γουναρίδη:

«Η έκπληξη που προκάλεσε στη βυζαντινή κοινωνία η Α’ Σταυροφορία (1096-1099) σύντομα μετατράπηκε σε εχθρότητα.

»Η φραγγική διάβασις εκλήφθηκε ως επιθετική ενέργεια και κάποιοι Βυζαντινοί πίστευαν πως οι Σταυροφόροι είχαν ενδομυχούντα λογισμόν…και αυτήν την Βασιλεύουσαν [Κωνσταντινούπολη] κατασχείν.

»Η δυσπιστία που αναπτύχθηκε με τις επόμενες Σταυροφορίες (1147-1149, 1189-1192) εμπέδωσε την ιδέα πως χάσμα διαφοράς εστήρικται μέγιστον και πως Βυζαντινοί και Δυτικοί ήταν ταις γνώμαις ασυναφείς»

Eugene Delacroix, «Η είσοδος των Σταυροφόρων στην Κωνσταντινούπολη στις 12 Απριλίου 1204»
«ΤΟ ΒΗΜΑ», 24.10.2004, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Τα αντιλατινικά αισθήματα

Ο Πάρις Γουναρίδης τονίζει ότι δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους «προσκυνητές» της Δ’ Σταυροφορίας ήταν το καταλυτικό γεγονός για τη διαμόρφωση της αρνητικής εικόνας των Δυτικών.

«Τα “αντιλατινικά” ωστόσο αισθήματα των λαϊκών τάξεων δεν ήταν σταθερά.

»Ο Νικήτας Χωνιάτης αναφέρει πως οι αγροίκοι, οι κάτοικοι των περιχώρων της Κωνσταντινούπολης, μετά την είσοδο των Σταυροφόρων ευχαριστούσαν τον Θεό για το κατάντημα των μελών της γραφειοκρατικής πολιτικο-εκκλησιαστικής ιεραρχίας, που με επικεφαλής τον πατριάρχη πήραν τον δρόμο για την εξορία. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν έτοιμοι να δεχθούν τη λατινική κυριαρχία και σε πολλές περιοχές το έκαναν.

»Η εικόνα των Δυτικών, όπως εμφανίζεται στις πηγές, διαμορφώθηκε από αυτούς που συνοπτικά αποτελούσαν τη γραφειοκρατική πολιτικο-εκκλησιαστική ιεραρχία, αυτούς που ο ανώτατος διοικητικός υπάλληλος και ιστορικός Νικήτας Χωνιάτης, λέει ότι συνενκοινώνουν ημίν σχήματος και λογικών εν μεθέξει παιδεύσεων. Γι’ αυτούς η ανωτερότητα του βυζαντινού πολιτισμού ήταν αυτονόητη.

(…)

«Η υπεροχή όμως αναφερόταν και στον υλικό πολιτισμό. Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος αναφέρει πως, όταν οι Νορμανδοί κατέλαβαν την πόλη του (1185), έχυσαν και το παλιό, καλό κρασί.

»Οι Δυτικοί, κατά τον Ευστάθιο, δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσουν τα αγαθά του πολιτισμού που κάνουν ευχάριστη τη ζωή. Περιφρονούσαν τα έργα τέχνης που έβγαιναν από τα βυζαντινά εργαστήρια, ενώ θεωρούσαν ευτελή αντικείμενα, καρφιά και μαχαιρίδια, ως πολύτιμα.

»Εξάλλου, τα καρυκεύματα και τα καλλυντικά τούς ήταν άγνωστα, θεωρούσαν την κανέλα ως ροκανίδι, τη σταφίδα ως κάρβουνο και το ροδόνερο ως ύδωρ αχρείον.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 24.10.2004, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Εγκλήματα και σκάνδαλα

«Εξίσου με τους Λατίνους, τα μέλη της γραφειοκρατικής ιεραρχίας περιφρονούσαν και τα λαϊκά στρώματα της βυζαντινής κοινωνίας. Η διασφάλιση ωστόσο της “ιδεολογικής αυθεντίας” οδηγούσε τα μέλη της γραφειοκρατικής ιεραρχίας να αποζητήσουν, ως τάξη, ιδιαίτερα μετά το 1204, τη διαμόρφωση μιας πολιτιστικής κοινότητας, σε αντίθεση με τους Λατίνους.

»Ο αντιλατινισμός βασιζόταν στην αρνητική εικόνα της λατινικής εκκλησίας και των ανθρώπων της, που είχε διαμορφωθεί ήδη στην εποχή του πατριάρχη Φωτίου (867-877, 886-893) και είχε εμπεδωθεί στην εποχή του σχίσματος (1054)»

David Aube

Η επαφή όμως με τους Σταυροφόρους έφερε νέες κατηγορίες εναντίον των Λατίνων.

«Οι αντιπαπικές κατηγορίες πήραν συγκεκριμένη μορφή. Η βίαιη συμπεριφορά των Σταυροφόρων κατά την είσοδό τους στην Πόλη δεν εξηγείται μόνον από τον βάρβαρο χαρακτήρα τους, αλλά από τη φήμη ότι ο Πάπας και τα μέλη της λατινικής ιεραρχίας είχαν ήδη συγχωρέσει φόνους και άλλες αμαρτίες Σταυροφόρων.

»Κατηγορίες για την ιερουργία αιμομικτικών γάμων, για ιεροσυλία στα έθιμα της βάπτισης και της θείας κοινωνίας τόνιζαν τη διαφορά ανάμεσα σε Βυζαντινούς και Δυτικούς.

»Το ξύρισμα, ιδιαιτέρως των κληρικών, γίνεται, στις αρχές του 13ου αιώνα, πραγματική και ικανή αιτία για να κατηγορηθούν οι Λατίνοι ως αιρετικοί, αλλά κυρίως εμφανίζεται και ως απόδειξη θηληπρέπειας (το γένειον ξηρώνται και γυναικίζονται)

»Η αγαμία των κληρικών της δυτικής εκκλησίας μετατρέπεται σε σκαμπρόζικο θέμα. Οι κληρικοί δέχονται τη νύχτα τις ερωμένες τους αφώνως και αθεάτως και θεωρούν τη συνεύρεση ως όνειρο.

»Εξάλλου, με την κατηγορία της δημόσιας παιδεραστίας τίθεται σε αμφισβήτηση η ηθική υπόσταση των δυτικών αρχιερέων. Αυτή η κατηγορία γίνεται συγκεκριμένη. Ο Στιλβής αναφέρει πως μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, κάποιος καρδινάλιος πήγε στον ναό του Αρχαγγέλου, στον Ανάπλου.

»Εκεί, αφού επέχρισε τις εικόνες με ασβέστη και πέταξε στη θάλασσα τα λείψανα των αγίων, ο δυτικός ιεράρχης ιερούργησε με συνοδεία γυμνών παιδιών. Η κατηγορία της παιδεραστίας συνδυάζεται με αυτήν της εικονομαχίας και της ιεροσυλίας».

«Η υψηλότερη μορφή της άνοιξης που ξέρω: μια ελληνική Μεγάλη Εβδομάδα»

Γ. Σεφέρης: Δοκιμές, Βʼ 94

Δὲν εἶναι ἀγέρας τοῦτος τοῦ Βαγιοῦ
δὲν εἶναι τῆς Ἀνάστασης
μὰ εἶναι τῆς φωτιᾶς καὶ τοῦ καπνοῦ
τῆς ζωῆς τῆς ἄχαρης……

Ο Φούσκας και οι ένδεκα μαντράχαλοι! (διήγημα)

Ο Φούσκας και οι ένδεκα μαντράχαλοι!

Είχε σκοτεινιάσει για τα καλά όταν φθάσαμε στο μικρό χωριό στα ριζά ενός λόφου και στα στενά θεοσκότεινα δρομάκια τα μονά ζωντανά, που τους ενοχλούσε η άφιξη μας, ήταν μια πολυάριθμη ομάδα σκυλιών, που με τα άγρια αλυχτίσματά τους προσπαθούσαν να μας κρατήσουν μακριά από τον χώρο, που είχαν ορίσει ως δικό τους.

Εντοπίσαμε ένα σπίτι, που ταίριαζε στην περιγραφή που μας είχε δοθεί και χτυπήσαμε δισταχτικά την πόρτα. Σε λίγο άνοιξε, και μας υποδέχτηκε ο συμμαθητής μας ο Δημήτρης ο Φραντζής, δεν ήταν βέβαια αυτό το όνομα του, αλλά του είχαμε κολλήσει το Φραντζής γιατί έμοιαζε καταπληκτικά με έναν πολύ δημοφιλή ποδοσφαιριστή της Προοδευτικής.

Ο Φραντζής είχε προσκαλέσει, εμένα και δυο φίλους μας συμμαθητές, τον Κώστα και τον Βασίλη να επισκεφτούμε το χωριό του, που βρισκόταν στα νοτιοανατολικά  της κωμόπολη μας, πρωτεύουσα μιας ορεινής επαρχίας  στο κέντρο της Στερεάς Ελλάδος. Στην μικρή μας πόλη  λειτουργούσε εξατάξιο γυμνάσιο όπου εμείς που καταγόμασταν από τα γύρω χωριά της επαρχίας ζούσαμε μόνοι μας σε κάποιο μικρό δωμάτιο που οι γονείς μας είχαν ενοικιάσει . Δύσκολη η ζωή μακριά από την οικογενειακή εστία αλλά είχε όμως και τα καλά της. Είχες σημαντική ελευθερία που αν κατάφερνες να την χειριστείς σωστά μεγάλωνες πιο υπεύθυνα και καλλιεργούσες από μικρός την αρετή της αυτοπεποίθησης και της αυτοπειθαρχίας.

Χωρίς την στενή επίβλεψη των γονιών μας ήταν πιο εύκολο να δεχθούμε την πρόσκληση του φίλου μας χωρίς να λογαριάσουμε ότι  θα έπρεπε να  περπατήσουμε περίπου μιάμιση ώρα και μάλιστα η επιστροφή μας θα ήταν γύρω στα μεσάνυχτα..

Βέβαια η πρόσκληση ήταν πολύ δελεαστική, θα βλέπαμε  για πρώτη φορά τηλεόραση και μάλιστα ένα παιγνίδι για το οποίο αγωνιούσε όλη η Ελλάδα.

Ο Παναθηναϊκός εκείνο το βράδυ έπαιζε για το πρωτάθλημα Ευρώπης με την πρωταθλήτρια της Αγγλίας, την Έβερτον.

Το 1971 οι τηλεοράσεις σπάνιζαν, ελάχιστοι είχαν την οικονομική ευχέρεια να αποκτήσουν μια ασπρόμαυρη, για έγχρωμη δεν γίνεται καν λόγος αφού δεν υπήρχε ακόμη έγχρωμη εκπομπή, αλλά και αυτοί που θα μπορούσαν να αγοράσουν στις περισσότερες περιπτώσεις θα τους ήταν άχρηστη μιας και δεν είχαν εγκατασταθεί αρκετοί αναμεταδότες για να μεταφέρουν το τηλεοπτικό σήμα.

Ο φίλος μας, ο Φραντζής, είχε ένα ξάδελφο, που είχε αγοράσει τηλεόραση και είχε την τύχη η θέση του χωριού, στους πρόποδες ενός λόφου να επιτρέπει να «πιάνει» το σήμα από τα Γεράνια, μάλλον εξ αντανακλάσεως..

Σχεδόν όλοι οι κάτοικοι που ζούσαμε εκείνα τα χρόνια στα ορεινά χωριά, την τηλεόραση ακουστά την είχαμε και ελάχιστοι ήσαν εκείνοι οι τυχεροί που είχαν επισκεφθεί την Αθήνα και είχαν δει το πως λειτουργούσε αυτό το μαγικό κουτί.

Πέρασαν μάλιστα πολλά χρόνια για να μπορέσουν τα χωριά μας τα περίκλειστα από  ορεινούς όγκους  να «πιάσουν σήμα» έστω και με πολλά «χιόνια», όπως βάπτισαν την κακή λήψη…

Ο Φραντζής μας σύστησε στον ξάδελφο του και στην οικογένεια του,που μας καλοδεχθήκαν πολύ θερμά, μας πέρασαν σε ένα ευρύχωρο δωμάτιο όπου στην μια άκρη υπήρχε το αναμμένο τζάκι. Βρισκόμασταν στις αρχές Μαρτίου με το κρύο να είναι ακόμη αρκετά έντονο, ιδιαίτερα τα βραδιά. Στην άλλη άκρη πάνω σε ένα τραπεζάκι ήταν τοποθετημένο το «μυθικό κουτί», η περίφημη τηλεόραση. Κοντά στο τζάκι υπήρχε ένα τραπέζι με τις καρέκλες όπου καθίσαμε όλοι με πλάτη στο τζάκι και βλέπαμε μπροστά μας την οθόνη της τηλεόρασης που εκείνη την στιγμή παρουσίαζε το δελτίο ειδήσεων. Έμοιαζε μάλλον σαν τα κινηματογραφικά επίκαιρα που βλέπαμε στον σινεμά πριν ξεκινήσει να παίζει η ταινία. Η αλήθεια είναι ότι ενώ εντυπωσιάστηκα από το γεγονός ότι συμβαίνει κάτι τόσο μακριά και μπορείς και το βλέπεις εκείνη την στιγμή καθισμένος στην καρέκλα του σπιτιού σου, δίπλα στην ζεστασιά του τζακιού,  δεν ενθουσιαστικά  όμως γιατί η εικόνα ήταν χάλια, κάποιες φιγούρες διακρίναμε και με δυσκολία ξεχωρίζαμε τα πρόσωπα. Η τηλεόραση είχε πολλά «χιόνια», η φωνή όμως του εκφωνητή ήταν αρκετά καθαρή και έτσι ακούγαμε τα πάντα και ας μην τα διακρίναμε ευκρινώς.

Το παιγνίδι θα ξεκινούσε σε μισή περίπου ώρα και έτσι αρχίσαμε την συζήτηση με θέμα ποιο άλλο βέβαια από την πορεία του Παναθηναϊκού!

Θυμάμαι ότι εμείς οι νεαροί μαθητές μονοπωλούσαμε την συζήτηση που οι μεγαλύτεροι ήσαν μάλλον άφωνοι ακροατές εκτός από τον ιδιοκτήτη του σπιτιού που ήταν ποδοσφαιρικά ενήμερος, οπαδός του Ολυμπιακού αλλά για παιγνίδια του Παναθηναϊκού με τις ξένες ομάδες γινόταν φανατικός παναθηναϊκός και όπως μας δήλωσε με στόμφο: “πάνω από όλα η πατρίς!”

Διανύαμε ήδη τον πέμπτο χρόνο της στρατιωτικής διακυβέρνησης και η πατρίς μαζί με την θρησκεία και την οικογένεια αποτελούσαν το αγαπημένο μότο των συνταγματαρχών!

Ξαφνικά η ηλικιωμένη γιαγιά που φρόντιζε το τζάκι μας διέκοψε και  ζήτησε αν μπορούσε να ρωτήσει κάτι. Σταματήσαμε την συζήτηση και περιμέναμε με περιέργεια της γιαγιάς το ερώτημα.

«Σας ακούω τόση ώρα εσάς τα παιδιά, που πηγαίνετε και στο γυμνάσιο, να αραδιάζεται ένα σορό ονόματα και να λέτε τόσα πράγματα γι αυτούς που κυνηγάνε ένα τόπι σε ένα χωράφι με γρασίδι που έχουν αρχηγό ένα Φούσκα – τον Πούσκας εννοούσε -λες και αυτό θα σας δώσει ψωμί να φάτε. Αυτά είναι τα γράμματα που μαθαίνετε; Θα κάνετε τρεις ώρες ποδαρόδρομο στα θεοσκότεινα για να δείτε σε αυτό το παράξενο κουτί κάτι μαντράχαλους να κυνηγάνε και να κλωτσάνε ένα τόπι. Να με συμπαθάτε παιδιά μου εγώ δεν μπορώ να σας καταλάβω».

Και συνέχισε:«βέβαια πολλά δεν τα πιάνει το μυαλό μου, έχω γεράσει αρκετά .. να αυτό το κουτί που έφερε ο γιος μου πριν δυο βδομάδες, τηλεόραση μου είπε ότι το λένε.. πως στο καλό έρχονται εδώ μπροστά μας και βλέπουμε όλους αυτούς τους ανθρώπους!  Αυτοί δεν μας βλέπουν; τους έχουμε βάλει στο σπιτι μας ..ευτυχώς που υπάρχει το κουμπί και κλείνει και μπορούμε να ξαπλώσουμε στο κρεβάτι μας χωρίς να μας βλέπουν!»

«Ρε μάνα σιγά σιγά θα τα καταλάβεις ..βάλε τώρα ξύλα στο τζάκι και φέρε τα στραγάλια με το ούζο να μας τρατάρεις, και μην ξεχάσεις και τα λουκούμια για τα παιδιά» και συνέχισε «στην εποχή σου μάνα είχατε αλλά πράγματα που δεν καταλάβαιναν οι παλιότεροι, έτσι πορεύεται ο κόσμος».

Η γιαγιά δεν αντιμίλησε και σηκώθηκε να πάει στην διπλανή κάμαρα για να εκτελέσει την επιθυμία του γιου της, μαζί της σηκώθηκε και πήγε και η νύφη της.

Γεγονός ήταν ότι στα επτά χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας η μόνη ουσιαστική διέξοδος της νεολαίας ήταν ο αθλητισμός και για την επαρχία, το ποδόσφαιρο κατά κύριο λόγο. Ο Ασλανίδης, ο γενικός γραμματέας αθλητισμού, με το προσφιλές του σύνθημα: «κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο», προέτρεπε την νεολαία να ασχολείται αποκλειστικά με τα αθλητισμό ώστε να παραμένει μακριά από πολιτικές αναζητήσεις που σίγουρα μπελάδες θα έφερναν στο καθεστώς. Οι αθλητικές εφημερίδες με κυρίαρχες το Φως τω σπορ και την Αθλητική ηχώ έκαναν ρεκόρ πωλήσεων.

Στα διαλείμματα των μαθημάτων μας οι μόνες συζητήσεις μεταξύ των αγοριών ήταν το ποδόσφαιρο και ομηρικοί ήταν  οι καυγάδες για το πια ήταν η καλύτερη ομάδα. Τα μεγάλα μέτωπα των συγκρούσεων αφορούσαν τους οπαδούς του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού. Στην δίκη μου τάξη εγώ είχα αναδειχθεί αρχηγός των κόκκινων και ο συμμαθητής μου ο Θανάσης αρχηγός των πρασίνων. Η ζωή όμως κάνει τα δικά της παιγνίδια και ο Θανάσης «άλλαξε» στρατόπεδο και βρέθηκε στο κατακόκκινο στρατόπεδο, ως σημαίνον στέλεχος του ΚΚΕ

Πριν μερικά χρόνια που ο Θανάσης μιλούσε σε μια συγκέντρωση του ΚΚΕ στα δυτικά προάστια Αττικής και πήγα να τον συναντήσω, σχεδόν 50 χρόνια από τους ομηρικούς καυγάδες μας. Μόλις κατέβηκε από την εξέδρα τον πλησίασα και πολύ σοβαρά του επισήμαινα ότι δεν περίμενα ποτέ να αλλάξει παράταξη και να γίνει κόκκινος, αιφνιδιάστηκε και με αμήχανο  ύφος μου απαντά: «δεν σας καταλαβαίνω κύριε εγώ πάντα κόκκινος ήμουν». «Για θυμήσου καλύτερα.. εγώ θυμάμαι πολύ καλά ότι στα χρόνια του γυμνασίου ήσουν φανατικός πράσινος» του απαντώ γελώντας! Η εγκάρδια χειραψία και το τρανταχτό του γέλιο μας πήγε στα χρόνια εκείνα τα αλλοτινά …

 

Το παιγνίδι ξεκίνησε με τον Παναθηναϊκό να παλεύει και να στέκεται όρθιος. Η άμυνα του με τον Καμάρα και τον Σούρπη και τα αλλά παιδιά να μην αφήνουν μύγα να περάσει και αν περνούσε κάποια βολίδα των Άγγλων ο Τάκης ο Οικονομόπουλος να πιάνει τα άπιαστα. Το απίθανο συμβαίνει στο 81 λεπτό που ο ψηλός ο Αντωνιάδης στέλνει την μπάλα στα δίχτυα  της ´Εβερτον.

Η χαρά ήταν τόσο  μεγάλη που ο Γιώργος ξεκρέμασε το δίκαννο που ήταν στον τοίχο δίπλα στο τζάκι και έτρεξε  στο μπαλκόνι για να ρίξει τους χαρμόσυνους  πυροβολισμούς αλλά η γυναίκα του έμπηξε τις φωνές θυμίζοντας ότι έχουμε στρατιωτικό νόμο και θα μπλέξουμε …

Η γιαγιά ήταν η μόνη  ατάραχη και μάλιστα χαμηλόφωνα  μονολογούσε: «δεν πάει καλά ο κόσμος, Παναγία μου βοήθησε μας!». Δυστυχώς η χαρά δεν διήρκεσε  για πολύ και το όνειρο της νίκης έσβησε ακριβώς στη λήξη του παιγνιδιού αφού οι Άγγλοι κατάφεραν να ισοφαρίσουν.

Φύγαμε αμέσως, είχαμε και μια επιστροφή δύσκολη. Μόλις αφήσαμε τα τελευταία σπίτια του χωριού και σταματήσαμε να ακούμε τα άγρια αλυχτίσματα των σκυλιών νιώσαμε την απόκοσμη πήχτρα του σκοταδιού και πλησιάζοντας τον μικρό χείμαρρο, που διέσχιζε την στενή ορεινή κοιλάδα, ρέοντας προς το μεγάλο ποταμό, που τον συναντούσε στα περίπου τεσσάρα χιλιόμετρα, ένα πυκνό πούσι μας εμπόδιζε να δούμε πέραν της μύτης μας. Η αλήθεια είναι πως αρχίσαμε να φοβόμαστε και ανησυχούσαμε αν βρισκόμασταν και στο σωστό μονοπάτι. Πλησιάσαμε αρκετά κοντά στον χείμαρρο για να προσανατολιστούμε από την κατεύθυνση των νερών. Ευτυχώς σε λίγο βγήκαμε στην δημοσιά που μας ήταν γνώριμος δρόμος και ηρεμήσαμε.

Συναντήσαμε την γέφυρα που ένωνε τις όχθες του χείμαρρου και εκεί ο φίλος μας ο Κώστας θα συνέχιζε ευθεία στην δημοσιά για περίπου έξι χιλιόμετρα για να φθάσει  στο σπίτι του, που ήταν το Χάνι στην άκρη μιας μεγάλης γέφυρας και σταυροδρόμι αρκετών δρόμων που ένωναν τα ορεινά χωριά της επαρχίας. Οι υπόλοιποι θα πηγαίναμε δεξιά για να επιστρέψουμε περασμένα μεσάνυχτα στα σπίτια μας στην κωμόπολη περπατώντας πέντε έξι χιλιόμετρα. Χαρούμενοι ήμασταν και χωρίς άγχος μια και κανείς δεν μας περίμενε…..

Κωνσταντίνος Μπερτσιάς

πόνημα δημιουργικής γραφής

Απρίλιος 2023

αυτοπειθαρχία ή πειθαρχία;

Ας ασχοληθούμε, λοιπόν, με την αυτοπειθαρχία η οποία δεν είναι τίποτα περισσότερο από την ικανότητα να αποκτάμε πλήρη έλεγχο του εαυτού μας, των πράξεων και των συμπεριφορών μας χωρίς να χρειάζεται κάποιος άλλος να μας το επιβάλλει. Δεν βρίσκετε ότι η διαφορά μεταξύ της πειθαρχίας και της αυτοπειθαρχίας είναι σημαντική; Την πρώτη μας την επιβάλλουν, τη δεύτερη την αναπτύσσουμε εμείς επειδή το θέλουμε, επειδή την χρειαζόμαστε, επειδή μας διευκολύνει για να κάνουμε ό,τι επιθυμούμε. Να σας δώσω και μια πιο «ζόρικη» εκδοχή. Αυτοπειθαρχία σημαίνει να κάνουμε ακόμα και πράγματα που δεν θα επιλέγαμε ποτέ να κάνουμε και δεν μας αρέσουν προκειμένου να φτάσουμε στο τελικό αποτέλεσμα που θέλουμε.

Η τελειότητα τής Κυριακής προσευχής του Γιωργου Μπαμπινιώτη

 

Πρόκειται για θαυμαστό, τέλειο στην απλότητα και τη βαθύτητά του κείμενο, που δείχνει ανάγλυφα την εκφραστική δύναμη, στην οποία μπορεί να φθάσει η γλώσσα τού ανθρώπου, απόρροια τής ιδιότητας που μοιράζεται «κατά χάριν» ο άνθρωπος με τον Θεό, απόρροια τού πνεύματος.

Η ανάγκη επικοινωνίας τού ανθρώπου με τον Θεό (όποιον θεό πιστεύει), η ανάγκη τής προσευχής, είναι από πολύ παλιά γνωστή στον άνθρωπο και εμφανίζεται στις γλώσσες των περισσοτέρων λαών. Στην Ελληνική η λέξη προσεύχομαι («απευθύνω ευχή, αίτημα ή παράκληση προς τους θεούς») πρωτοαπαντά στον Αισχύλο, ενώ ως τεχνικός όρος η λέξη προσευχή μαρτυρείται πολύ αργότερα στην Αγία Γραφή, στο κείμενο τής Παλαιάς Διαθήκης και –με ιδιαίτερο βάρος και βάθος– στο κείμενο τής Καινής Διαθήκης.
Δεν έχω, δυστυχώς, τον επιστημονικό θεολογικό οπλισμό, για να ερμηνεύσω το βαθύτερο περιεχόμενο, το δογματικό νόημα και τη σημασία που έχει στην ορθόδοξη, ιδίως, παράδοση η έννοια τής προσευχής. Αυτό που ακροθιγώς επιχειρώ να δείξω εδώ, στο θεωρητικό πλαίσιο μιας κειμενογλωσσολογικής ανάλυσης που ανάγεται στον Roman Jakobson, είναι η γλωσσική δομή τής κυριακής προσευχής, όπως μάς παραδίδεται από τα Ευαγγέλια (Ματθ. 6, 9-13 και Λουκ. 11, 2-4), την οποία θεωρώ ιδανικό κείμενο. Κατά το κείμενο τού Ευαγγελίου, την παραδίδει ο ίδιος ο Κύριος στους ανθρώπους (εξ ου και «κυριακή» προσευχή), λέγοντας «οὕτως οὖν προσεύχεσθε ὑμεῖς» και συνοδεύοντάς την με ένα πολύ διδακτικό ηθικό αλλά και γλωσσικό σχόλιο:
«Προσευχόμενοι δὲ μὴ βαττολογήσητε, ὥσπερ οἱ ἐθνικοί. Δοκοῦσι γὰρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν εἰσακουσθήσονται. Μὴ οὖν ὁμοιωθῆτε αὐτοῖς· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρὸ τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι αὐτόν» (Ματθ. 6, 7-9).
Εξ ορισμού ως προσευχή, ως κείμενο ευχών και αιτημάτων / παρακλήσεων, το κείμενο τής κυριακής προσευχής (γνωστό και ως «Πάτερ ἡμῶν») λειτουργεί με έναν κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας, την τροπικότητα. Είναι ο μηχανισμός τής γλώσσας που, άλλοτε γραμματικοποιημένος (με τη μορφή των εγκλίσεων τής προστακτικής, τής υποτακτικής και τής ευκτικής, όπως συμβαίνει στην Αρχαία Ελληνική) και άλλοτε λεξικοποιημένος (με «δείκτες τροπικότητας», όπως τα ας, να και θα στη Νέα Ελληνική), χρησιμοποιείται από τον ομιλητή τής Ελληνικής για επικοινωνιακές ανάγκες όπως η έκφραση επιθυμίας, ευχής, παράκλησης, προτροπής, προσταγής, απαγόρευσης, απειλής κ.τ.ό.
Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι υπόδειγμα λιτότητας, περιεκτικότητας και ευθυβολίας. Περιλαμβάνει: α) μία επίκληση προς τον Θεό, εκφρασμένη με την πτώση τής επίκλησης, την κλητική, με την οποία και αρχίζει: Πάτερ ἡμῶν…, β) τρεις ευχές / επιθυμίες, εκφρασμένες με τριτοπρόσωπους μονολεκτικούς τύπους τής κατ’ εξοχήν τροπικής έγκλισης, τής προστακτικής: ἁγιασθήτω – ἐλθέτω – γενηθήτω…, γ) τρία αιτήματα / παρακλήσεις, εκφρασμένα με τους κατ’ εξοχήν τύπους τής προστακτικής, τους τύπους τού β’ προσώπου: δὸς – ἄφες – μὴ εἰσενέγκῃς, ἀλλὰ ῥῦσαι…
Κάθε ευχή και κάθε αίτημα εξειδικεύεται (η εξειδίκευση αποτελεί άλλον έναν κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας) με τα πιο άμεσα και απαραίτητα στοιχεία. Συγκεκριμένα:
Οι τρεις ευχές με ένα ομοιόμορφο ονοματικό υποκείμενο:

  1. ἁγιασθήτω ⟶ τὸ ὄνομά σου
  2. ἐλθέτω ⟶ ἡ βασιλεία σου
  3. γενηθήτω ⟶ τὸ θέλημά σου
    Τα τρία αιτήματα με δύο συμπληρώματα (προσώπου και πράγματος) στο κάθε ρήμα τους:
  4. δὸς ⟶ ἡμῖν τὸν ἄρτον
  5. ἄφες ⟶ ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν
  6. μὴ είσενέγκῃς ⟶ ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν – ἀλλὰ ῥῦσαι ⟶ ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ
    (εἰς πειρασμὸν και ἀπὸ τοῦ πονηροῦ: εμπρόθετα συμπληρώματα / αντικείμενα).
    Περαιτέρω, λιτή πάντοτε, εξειδίκευση γίνεται με ελάχιστες αναφορές τόπου, χρόνου και τρόπου:
  7. πάτερ ἡμῶν – ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς (εξειδίκευση τόπου)
  8. γενηθήτω τὸ θέλημά σου – ὡς ἐν οὐρανῶ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς (εξειδίκευση τόπου)
  9. δὸς ἡμῖν – σήμερον τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον (εξειδίκευση χρόνου)
  10. ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν – ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν (εξειδίκευση τρόπου).
    Το περιεχόμενο τού κειμένου κλιμακώνεται νοηματικά: Προηγούνται οι ευχές και ακολουθούν τα αιτήματα. Ξεκινάει με ό,τι αναφέρεται στον ίδιο τον Θεό, για να περάσει μετά στα αιτήματα. Και εδώ υπάρχει κλιμάκωση, από τα υλικά στα πνευματικά αιτήματα: τα προς το ζην – άφεση αμαρτιών – προστασία από τον πειρασμό. Γλωσσικά σε όλο το κείμενο κυριαρχεί και προβάλλεται το ρήμα:
    ἁγιασθήτω – ἐλθέτω – γενηθήτω
    δὸς – ἄφες – μὴ εἰσενέγκῃς – ῥῦσαι
    Κυριαρχούν και προτάσσονται οι ευχές και τα αιτήματα. Η εξειδίκευσή τους επιτάσσεται, τα υποκείμενα δηλαδή και τα αντικείμενά τους (με εξαίρεση το αντικείμενο τού δὸς).
    Συμπέρασμα. Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι κείμενο που θα μπορούσε, με επικοινωνιακά – γλωσσικά κριτήρια, να χαρακτηριστεί «ιδανικό». Είναι λιτό, γιατί περιορίζεται σε βασικές πληροφοριακές δομές (επίκληση – ευχές – αιτήματα), σε εξίσου βασικές εξειδικευτικές πληροφορίες (ονοματικά υποκείμενα στις ευχές – διπλά ονοματικά συμπληρώματα στα αιτήματα) και σε ελάχιστες εξειδικεύσεις χρόνου, τόπου και τρόπου. Με εντυπωσιακή οικονομία γλωσσικών μέσων –στο κείμενο χρησιμοποιείται μόνο προστακτική (με εξαίρεση τη μοναδική διαπιστωτική ρηματική δήλωση, την οριστική ἀφίεμεν)– επιτυγχάνεται ουσιαστική, καίρια και γνήσια μορφή επικοινωνίας, χωρίς ρητορείες, επιτηδεύσεις και περιττό λεκτικό φόρτο. Η συμμετρία και η έντονα αισθητή επανάληψη των ίδιων συντακτικών και μορφολογικών δομών (το γνωστό φαινόμενο τού παραλληλισμού), που φάνηκε –ελπίζω– έστω και αμυδρά στη σύντομη ανάλυσή μας, εξασφαλίζει στο κείμενο τής κυριακής προσευχής αίσθηση ρυθμού και μέτρου (που δεν θίξαμε εδώ), γεγονός που οδηγεί στην εύκολη πρόσληψη και μνημονική ανάκληση τού κειμένου.

ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
οικονομία ⟶ μόνο προστακτική
συμμετρία – ρυθμός – ευκολομνημόνευτος λόγος – παραλληλισμός:
3 ευχές / 3 προστακτικές – 3 αιτήματα / 3 προστακτικές
λιτότητα: βασικές δομές – ελάχιστη εξειδίκευση (τόπου – χρόνου – τρόπου):
Ρήμα: 3 + 3 προστακτικές (β΄ ενικό πρόσωπο)
Υποκείμενο: άρθρο + ουσιαστικό + κτητική (π.χ. τὸ ὄνομά σου)
Αντικείμενο: 2 συμπληρώματα: αντωνυμία + κτητική (επίταξη: ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν) – επίθετο + άρθρο + κτητική (πρόταξη: τὸν ἄρτον … δὸς ἡμῖν)
Εξειδίκευση: 1 εμπρόθετο (ἐν τοῖς οὐρανοῖς) – 1 επίρρημα (σήμερον) – 2 προτάσεις (ὡς ἐν οὐρανῷ … ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν…).

Ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας.

Πηγη:του vimaorthodoxias.gr