Τὸ γράδο

Ἰωάννα Γαλανάκη

Τὸ γρά­δο

ΕΝΝΗΘΗΚΑ σ’ ἕ­να χω­ριὸ τῆς Ἀ­τλαν­τί­δας. Ἔ­φυ­γα νω­ρὶς μὰ νά ποὺ τά ‘φέ­ρε ἔ­τσι ἡ τύ­χη καὶ ὁ κό­βιντ καὶ ξα­να­γύ­ρι­σα σχε­δὸν δυ­ὸ χρό­νια στὸ χω­ριό μου. Στὴν κα­ραν­τί­να ἔ­μα­θα πολ­λά. Ἀ­νά­με­σά τους μιὰ ἱ­στο­ρί­α γιὰ μιὰ γριά.

Μοῦ τὴν εἶ­πε ἕ­να κα­λὸ παι­δὶ ποὺ κα­θὼς ἔ­μα­θα πέ­θα­νε, ἀ­φοῦ ἔ­τσι γί­νε­ται μὲ τὰ κα­λὰ παι­διά, κά­τι κα­κὸ τοὺς συμ­βαί­νει στὸ τέ­λος. Αὐ­τὴ ἡ γριὰ λοι­πόν, κα­λὴ γυ­ναί­κα, μό­νο ποὺ ἔ­πι­νε κρυ­φὰ γι’ αὐ­τὸ καὶ τὰ σαΐνια τοῦ χω­ριοῦ τῆς κόλ­λη­σαν τὸ πα­ρα­τσού­κλι. Ἐ­γὼ δὲν τὴν θυ­μᾶ­μαι, θυ­μᾶ­μαι ὅ­μως μί­α ἄλ­λη γριά. Ἤ­τα­νε χή­ρα μαυ­ρο­φο­ρε­μέ­νη, μὲ μαν­τή­λι στὸ κε­φά­λι κι ὅ­λο μι­λοῦ­σε γιὰ τὸν ἄν­τρα της, τὸ μα­κα­ρί­τη. «Ἔ­χα­σα τὸ στύ­λο τοῦ σπι­θιοῦ μου, ἀ­πό­μει­να ἔ­ρη­μη καὶ μο­να­χή» καὶ ἄλ­λα τέ­τοια. Ὁ μα­κα­ρί­της ἐν­τω­με­τα­ξὺ κα­θώς μοῦ λε­γαν οἱ γο­νεῖς μου ἤ­τα­νε με­γά­λο κά­θαρ­μα. Τὴν εἶ­χε ἀ­πο­πλα­νή­σει κο­ρι­τσά­κι ἀ­κό­μη κι ὕ­στε­ρα τὴν ἔ­φε­ρε στὸ χω­ριὸ καὶ τὴν ἔ­ρι­ξε στὶς βα­ρει­ὲς δου­λει­ές. Κι ἀ­πὸ πά­νω τὴν ξυ­λο­φόρ­τω­νε σχε­δὸν κα­θη­με­ρι­νά. Ἄ­κου­γε ὁ­λό­κλη­ρη ἡ κοι­λά­δα τὶς κραυ­γὲς της ἀλ­λὰ κα­νεὶς δὲν τολ­μοῦ­σε νὰ τὰ βά­λει μὲ τὸ μα­κα­ρί­τη. Ἀ­φοῦ ὅ­πως προ­εῖ­πα ὁ μα­κα­ρί­της ἤ­τα­νε με­γά­λη λέ­ρα. Ἔ­κα­νε κι ἄλ­λα χει­ρό­τε­ρα ὅ­πως κα­τα­λά­βαι­να ἀ­π’ τοὺς ὑ­παι­νιγ­μοὺς τῶν γο­νι­ῶν μου, μὰ ὅ­ταν τοὺς ρω­τοῦ­σα δὲ μι­λοῦ­σαν, μό­νο ἔ­δει­χναν τὸν ἀ­πο­τρο­πια­σμό τους γιὰ τὸ «στύ­λο τοῦ σπι­θιοῦ».

Ἡ γριὰ αὐ­τὴ ἡ ἄλ­λη, ὄ­χι τὸ γρά­δο, ἤ­τα­νε ψυ­χὴ ἁ­γί­α. Ἔ­πι­νε βέ­βαι­α κι κεί­νη, ἂν καὶ χω­ρὶς τὸ πα­ρα­τσού­κλι. Ἔ­βη­χε κι ὄ­λας καὶ γε­νι­κὰ εἶ­χε κα­κὴ ὑ­γεί­α ὁ­πό­τε τῆς μά­νας μου τῆς κόλ­λη­σε ὅ­τι εἶ­χε κά­ποια με­τα­δο­τι­κὴ ἀρ­ρώ­στια. Κά­θε ποὺ ἐρ­χό­ταν σπί­τι μας καὶ τρώ­γα­με ὅ­λοι μα­ζὶ τὴν ἔ­βα­ζε νὰ κά­θε­ται μα­κριὰ ἀ­πὸ μέ­να, μὴ μὲ πλη­σιά­σουν τὰ μι­κρό­βια. Ὕ­στε­ρα ἀ­φοῦ μά­ζευ­ε τὰ πιά­τα ξε­χώ­ρι­ζε τὸ δι­κό της μα­ζὶ καὶ τὸ πο­τή­ρι της καὶ τοὺς ἔ­χυ­νε καυ­τὸ νε­ρὸ μὲ σα­που­νά­δα. Τέ­λος, ἀ­πο­φά­σι­σε πὼς οὔ­τε αὐ­τὴ ἡ μέ­θο­δος δὲν ἦ­ταν ἀρ­κε­τὰ ἐγ­γυ­η­μέ­νη ὁ­πό­τε τῆς εἶ­χε πάν­τα το ἴ­διο πιά­το καὶ τὸ ἴ­διο πο­τή­ρι ποὺ τὰ κρα­τοῦ­σε σὲ εἰ­δι­κὸ ση­μεῖ­ο στὸ ντου­λά­πι. Ἡ γριὰ ὅ­πως προ­εῖ­πα ἤ­τα­νε ψυ­χὴ ἁ­γί­α. Μὲ ἀ­γα­ποῦ­σε καὶ ὅ­λο μὲ συμ­βού­λευ­ε. Ἔ­λε­γε γιὰ μέ­να τὰ κα­λύ­τε­ρα λό­για σ’ ὁ­λό­κλη­ρό το χω­ριό. Πί­στευ­ε πὼς μοῦ ἄ­ξι­ζε μιὰ κα­λὴ τύ­χη καὶ ὅ­λο σχε­δί­α­ζε μέ­σα της κι ἔ­ξω της πῶς θά ‘πρε­πε νὰ εἶ­ναι ὁ ἄν­θρω­πος ποὺ θὰ μὲ πά­ρει, πό­σο ἄ­ξιος καὶ κα­λός, πό­σο ὄ­μορ­φα θά ’­πρε­πε νὰ μοῦ φέ­ρε­ται.

Ἀ­φοῦ ἔ­φυ­γα, ἐ­κεί­νη, κα­θὼς μά­θαι­να, ἀ­κό­μη ἀ­γω­νι­οῦ­σε προ­σπα­θών­τας νὰ βρεῖ τὸν κα­λύ­τε­ρο συν­δυα­σμὸ χα­ρα­κτη­ρι­στι­κῶν τοῦ ὑ­πο­ψή­φιου συ­ζύ­γου μου. Ὅ­ταν τὴν εἶ­δα τε­λευ­ταί­α φο­ρὰ θά ’­μου­να γύ­ρω στὰ 25, μοῦ ’­πε μὲ ἀ­γά­πη στορ­γι­κὴ «ἀρ­γο­μοί­ρα- κα­λο­μοί­ρα». Καὶ μοῦ ‘δω­σε κι ἄλ­λες πολ­λὲς εὐ­χές. Δὲν ἔ­πι­α­σαν τε­λι­κά, μᾶλ­λον για­τὶ τὶς στοί­χει­ω­σε τὸ φάν­τα­σμα τοῦ μα­κα­ρί­τη. Ἀ­φοῦ πέ­θα­νε τὴν εἶ­δα ἄλ­λες δυ­ὸ φο­ρές, στὸ χω­μα­τό­δρο­μο, κον­τὰ στὸ σπί­τι μας. Τό­τε τὴν ἔ­λε­γαν Λί­λα. Ἦ­ταν ἡ ἴ­δια πα­ρα­δεί­σια πο­νε­μέ­νη ψυ­χὴ καὶ γῶ θὰ ἤ­μουν τό­τε γύ­ρω στὰ 35. Μοῦ ‘πε «ἐ­σὺ ἀ­να­γεν­νι­έ­σαι ἀ­π’ τὶς στά­χτες σου», εἶ­σαι ἀ­κό­μη ὄ­μορ­φη, νὰ βια­στεῖς νὰ κά­νεις ἕ­να παι­δά­κι, ἔ­χεις χρό­νο, νὰ δὲς ἡ τά­δε ποὺ εἶ­στε καὶ στὴν ἴ­δια ἡ­λι­κί­α.

Ἡ Λί­λα ἔ­μα­θα εἶ­χε τέ­λος κα­κὸ κλει­σμέ­νη σ’ ἕ­να ἵ­δρυ­μα. Καὶ ἡ δι­κή της ἱ­στο­ρί­α πο­λὺ λυ­πη­τε­ρή, τό­σο ποὺ δὲν τὴν ἔ­λε­γε κα­νεὶς ἐ­κτὸς ἀ­πὸ κά­τι μι­σό­λο­γα καὶ κά­τι εἰ­ρω­νεῖ­ες ἀ­π’ τὰ τσό­κα­ρα γιὰ τὴν κα­τάν­τια της. Πα­νέ­μορ­φη στὰ νιά­τα της, τὴν εἶ­δα σὲ πα­λι­ὲς φω­το­γρα­φί­ες, τό­τε, στὴν κα­ραν­τί­να. Μιὰ μέ­ρα στὴν πρω­τεύ­ου­σα τὴ θυ­μή­θη­κα. Κα­θό­μα­σταν με­γά­λη πα­ρέ­α, τρώ­γα­με καὶ πί­να­με. Δί­πλα μου αὐ­τός, πα­ρα­δί­πλα ἡ γυ­ναί­κα του καὶ ἀ­πέ­ναν­τι μιὰ ἀ­π’ τὶς φι­λε­νά­δες. Ἤ­τα­νε βλέ­πεις τέ­τοι­α ἡ «ἰ­δε­ο­λο­γί­α» του. Σε­βα­στόν. Μὲ πε­ρι­ποι­οῦν­ταν χω­ρὶς νὰ τὸ ζη­τή­σω. Τοὺς κα­λύ­τε­ρους με­ζέ­δες, τὸ πο­τή­ρι μου πάν­τα μι­σο­γε­μά­το. Κά­πο­τε ἅ­πλω­νε τὸ χέ­ρι του καὶ μοῦ ἀ­κουμ­ποῦ­σε τὸ γό­να­το ἔ­τσι ποὺ οἱ φί­λοι του νὰ βλέ­που­νε. Ἀ­πο­φά­σι­σα νὰ φύ­γω με­τα­νά­στις νὰ μὴ βλέ­πω του­λά­χι­στον ἐ­γώ. Εἶ­χα μιὰ φί­λη ἀ­πὸ τὴ Χιὸ καὶ μοῦ βρῆ­κε βα­πό­ρι ποὺ ἑ­τοι­μά­ζον­ταν νὰ σαλ­πά­ρει γιὰ Νό­τιο Ἀ­με­ρι­κή. Τὸ λέ­γα­νε «Lά­y­os». Πάν­τα ἔ­λε­γα στὴ μά­να μου πὼς ἤ­θε­λα νὰ πά­ω στὴ γῆ τοῦ πυ­ρός. Ἀ­πο­φά­σι­σα πὼς εἶ­χε ἔρ­θει ἡ ὥ­ρα. Μπάρ­κα­ρα τὸ λοι­πόν. Τὸ βα­πό­ρι κου­βα­λοῦ­σε τό­νους πα­λιὰ ροῦ­χα ποὺ προ­ο­ρί­ζον­ταν γιὰ θά­ψι­μο στὴν ἔ­ρη­μο Ἀ­τα­κά­μα. Ἐ­κεῖ, τε­τρα­κό­σια χρό­νια δὲν ἔ­χει πέ­σει οὔ­τε στά­λα βρο­χή. Στὸ βα­πό­ρι γνώ­ρι­σα καὶ μιὰ ἰν­διά­να Χι­λια­νὴ ποὺ πή­γαι­νε νὰ με­λε­τή­σει τὴν ξε­χα­σμέ­νη γλώσ­σα Kunza. Δὲν τὸ με­τά­νοι­ω­σα κα­θό­λου ποὺ ἔ­φυ­γα με­τα­νά­στις. Θυ­μᾶ­μαι καὶ τὸ συ­χω­ρε­μέ­νο τὸ Χρι­στι­α­νό­που­λο ποὺ ἔ­λε­γε αὐ­τὰ πε­ρὶ σπό­ρων καὶ θά­ψι­μου καὶ νοι­ώ­θω θαλ­πω­ρή. Πάν­τως στὴν Ἀ­τα­κά­μα καὶ νὰ θα­φτεῖ ὁ σπό­ρος δὲ φυ­τρώ­νει, φταί­ει βλέ­πεις τὸ ἔ­δα­φος ποὺ εἶ­ναι ἐν­τε­λῶς ξη­ρό. Ἡ ξε­χα­σμέ­νη γλώσ­σα Kunza ὅ­μως ὑ­πάρ­χει ἐλ­πί­δα νὰ ἀ­να­βι­ώ­σει.

ΠΗΓΉ: neoplanodion.gr

Ἰ­Ω­ΆΝ­ΝΑ ΓΑ­ΛΑ­ΝΆ­ΚΗ. ΓΕΝ­ΝΉ­ΘΗ­ΚΕ ΚΑῚ ΜΕ­ΓΆ­ΛΩ­ΣΕ Σ’ Ἕ­ΝΑ ΜΙ­ΚΡῸ ΧΩ­ΡΙῸ ΚΟΝ­ΤᾺ ΣΤᾺ ΧΑ­ΝΙΆ. ΣΠΟΎ­ΔΑ­ΣΕ Ἱ­ΣΤΟ­ΡΊ­Α, ἈΡ­ΧΑΙ­Ο­ΛΟ­ΓΊ­Α ΚΑῚ Ἱ­ΣΤΟ­ΡΊ­Α ΤΗ͂Σ ΤΈ­ΧΝΗΣ ΣΤῸ ΠΑ­ΝΕ­ΠΙ­ΣΤΉ­ΜΙΟ Ἀ­ΘΗ­ΝΩ͂Ν. ἘΡ­ΓΆ­ΣΤΗ­ΚΕ ὩΣ ἈΡ­ΧΑΙ­Ο­ΛΌ­ΓΟ­Σ ΚΑῚ Ἐ­ΡΕΥ­ΝΉ­ΤΡΙΑ. ΣΥ­ΝΈ­ΧΙ­ΣΕ ΤῚΣ ΣΠΟΥ­ΔΈΣ ΤΗΣ ΜῈ Ὑ­ΠΟ­ΤΡΟ­ΦΊ­ΕΣ ΣΤῊΝ ἈΓ­ΓΛΊ­Α. Ἔ­ΧΕΙ ΔΗ­ΜΟ­ΣΙ­ΕΎ­ΣΕΙ ΜΙᾺ ΠΟΙ­Η­ΤΙ­ΚῊ ΣΥΛ­ΛΟ­ΓῊ Ἀ­ΡΑ­ΔΉΝ). ΠΟΙ­Ή­ΜΑ­ΤΆ ΤΗΣ Ἔ­ΧΟΥΝ Ἐ­ΠΊ­ΣΗΣ ΔΗ­ΜΟ­ΣΙ­ΕΥ­ΤΕΙ͂ ΣΤῸ ΠΕ­ΡΙ­Ο­ΔΙ­ΚΌΝΈΑ ΕΥ̓­ΘΎ­Ν. Ἔ­ΧΕΙ ΜΕ­ΤΑ­ΦΡΆ­ΣΕΙ ΚΑῚ ΔΗ­ΜΟ­ΣΙ­ΕΎ­ΣΕΙ ΣΤῸ ΠΕ­ΡΙ­Ο­ΔΙ­ΚΌ ΤῸ ΔΈΝ­ΤΡΟ ΠΟΊ­Η­ΣΗ ΤΗ͂Σ ΣΎΓ­ΧΡΟ­ΝΗΣ Ἀ­ΜΕ­ΡΙ­ΚΑ­ΝΊ­ΔΑΣ ΠΟΙ­Ή­ΤΡΙΑ­Σ JES­SI­CA GREEN­BA­UM. ΜΙ­ΚΡᾺ ΔΙ­Η­ΓΉ­ΜΑ­ΤΆ ΤΗΣ Ἔ­ΧΟΥΝ ΔΗ­ΜΟ­ΣΙ­ΕΥ­ΤΕΙ͂ ΣΤΠΛΑ­ΝΌ­ΔΙΟΝ-Ἱ­ΣΤΟ­ΡΊ­ΕΣ ΜΠΟΝ­ΖΆ­Ι ΚΑῚ ΜΕ­ΤΑ­ΦΡΑ­ΣΜΈ­ΝΑ ΣΤᾺ ἈΓ­ΓΛΙ­ΚᾺ ΣΤῸ ΠΕ­ΡΙ­Ο­ΔΙ­ΚΌ TWO WORDS FOR. ΚΕΊ­ΜΕ­ΝΆ ΤΗΣ Ἔ­ΧΟΥΝ ΔΗ­ΜΟ­ΣΙ­ΕΥ­ΤΕΙ͂ ΣΤᾺ ΠΕ­ΡΙ­Ο­ΔΙ­ΚΆLI­FO, MO­NU­MEN­TA ΚΑῚ ΣΕ BLOGS. ΑΥ̓­ΤῊΝ ΤῊΝ ΠΕ­ΡΊ­Ο­ΔΟ ΖΕΙ͂ ΣΤῸ ΣΑ­ΟΥ­ΘΆΜ­ΠΤΟΝ ΤΗ͂Σ ἈΓ­ΓΛΊ­ΑΣ ΚΑῚ Ἑ­ΤΟΙ­ΜΆ­ΖΕΙ ΜΙᾺ ΜΙ­ΚΡῊ ΣΥΛ­ΛΟ­ΓῊ ΔΙ­Η­ΓΗ­ΜΆ­ΤΩΝ ΓΙᾺ ΔΗ­ΜΟ­ΣΊ­ΕΥ­ΣΗ

«Χάρμα ιδέσθαι»

«Χάρμα ιδέσθαι» στο χωριό Κόκκινος στην ορεινή δωρίδα!

Ο «συνήθης ύποπτος»  ξαναχτύπησε ευχάριστα: η γιαγιά με το εγγονάκι της εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο χωριό Κόκκινος και σφράγισαν την δημιουργική ανάπλαση στην ανατολική είσοδο του χωριού μας, εκεί που  οι προγονοί μας ξεδιψούσαν απο την μοναδική βρύση και αγναντεύαν τον κάμπο τους. Η παρέμβαση, που έγινε με απόλυτο σεβασμό στο εμβληματικό τοπόσημο του χωριού, προσφέρει στους επισκέπτες μια εικόνα που είναι χωρίς υπερβολή χάρμα ιδέσθαι!

Ευχαριστούμε αγαπητέ μας Σπύρο, να είσαι πάντα καλά και να δημιουργείς!!

…σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ…

Ο φόβος βρίσκεται στη ρίζα κάθε αρρώστιας, κάθε πόνου και κάθε προβλήματος.
Κοίτα πίσω από κάθε αγωνία και άγχος και θα βρεις να ελλοχεύει εκεί ο φόβος.
Ο φόβος tripάρει το μυαλό…δημιουργεί ψευδαισθήσεις αδυναμίας.

Στο τραγούδι ο στοίχος που επαναλαμβάνεται συχνά ως μοτίβο «…σιγά μην κλάψω, σιγά μη φοβηθώ…» δηλώνει την άρνηση της υποταγής στην συνθήκη του φόβου καθώς και την πρόθεση του Αγγελάκα να μας μάθει να «πετάμε σαν αετοί πάνω από τις λύπες μας» να μην φοβόμαστε ότι θα χαθούμε «αν απομακρυνθούμε από τον κύκλο» και να μην πιστέψουμε ποτέ οτι «είμαστε μικροί πολύ μικροί για να αλλάξουμε αυτο το σκηνικό».

Ευάγγελος Ορφανίδης Κλινικός Ψυχολόγος

διδακτική ιστορία..

Ένας ηλικιωμένος συναντά έναν νεαρό που ρωτά:
“Με θυμάσαι; ”
Και ο γέρος λέει όχι. Τότε ο νεαρός του λέει ότι ήταν μαθητής του, Και ο δάσκαλος ρωτάει:
“Τι κάνεις, τι κάνεις στη ζωή; ”
Ο νεαρός απαντά:
“Λοιπόν, έγινα δάσκαλος. ”
“αχ, πόσο καλός, σαν εμένα; ” Ρωτάει ο γέρος.
“Λοιπόν, ναι. Μάλιστα έγινα δάσκαλος επειδή με ενέπνευσες να σου μοιάσω. ”
Ο γέροντας, περίεργος, ρωτάει τον νεαρό πότε αποφάσισε να γίνει δάσκαλος. Και ο νεαρός του λέει την εξής ιστορία:
“Μια μέρα, ένας φίλος μου, επίσης φοιτητής, ήρθε με ένα ωραίο νέο ρολόι, και αποφάσισα ότι το ήθελα.
Το έκλεψα, το πήρα από την τσέπη του.
Λίγο μετά, ο φίλος μου παρατήρησε ότι έλειπε το ρολόι του και αμέσως παραπονέθηκε στον δάσκαλό μας, που ήσουν εσύ.
Στη συνέχεια απευθυνθήκατε στην τάξη λέγοντας: «Το ρολόι αυτού του μαθητή κλάπηκε σήμερα κατά τη διάρκεια των μαθημάτων. Όποιος το έκλεψε, παρακαλώ να το επιστρέψει. ’
Δεν το έδωσα πίσω γιατί το ήθελα.
Έκλεισες την πόρτα και είπες σε όλους μας να σηκωθούμε και να κάνουμε κύκλο.
Θα ψάχνατε τις τσέπες μας μία προς μία μέχρι να βρεθεί το ρολόι.
Μας είπατε να κλείσουμε τα μάτια, γιατί το ρολόι του θα το ψάχνατε μόνο αν είχαμε όλοι τα μάτια μας κλειστά.
Κάναμε όπως μας είπατε.
Πήγατε από τσέπη σε τσέπη, και όταν έψαξες την τσέπη μου, βρήκες το ρολόι και το πήρες. Συνέχισες να ψάχνεις τις τσέπες όλων, και όταν τελείωσες είπες «ανοίξτε τα μάτια σας. Έχουμε το ρολόι. ’
Δεν με κάρφωσες και ποτέ δεν ανέφερες το επεισόδιο. Ούτε είπες ποιος έκλεψε το ρολόι. Εκείνη τη μέρα έσωσες την αξιοπρέπειά μου για πάντα. Ήταν η πιο ντροπιαστική μέρα της ζωής μου.
Αλλά είναι και η μέρα που αποφάσισα να μην γίνω κλέφτης, κακός άνθρωπος κλπ. Ποτέ δεν είπες τίποτα, ούτε καν με μάλωσες ή με πήρες στην άκρη για να μου κάνεις μάθημα ηθικής.
Έλαβα ξεκάθαρα το μήνυμά σου.
Χάρη σε εσάς, κατάλαβα τι πρέπει να κάνει ένας πραγματικός εκπαιδευτικός.
Θυμάστε αυτό το επεισόδιο καθηγητά;
Ο παλιός καθηγητής απάντησε, «Ναι, θυμάμαι την κατάσταση με το κλεμμένο ρολόι, που έψαχνα στην τσέπη όλων. Δεν σε θυμήθηκα, γιατί έκλεισα κι εγώ τα μάτια μου ψάχνοντας. ….!!!
Αυτή είναι η ουσία της διδασκαλίας:
Αν για να διορθώσεις πρέπει να ταπεινώσεις, δεν ξέρεις πώς να διδάξεις…. ”

Καλό και κακό

«Σιγά-σιγά, χωρίς να το ‘χω διόλου συνειδητά στο νου μου, οι δύο μορφές, Χριστός και Αντίχριστος, έσμιγαν· δεν ήταν λοιπόν, ετούτοι οι δύο, προαιώνιοι οχτροί, δεν είναι ο Εωσφόρος αντίμαχος του Θεού, μπορεί ποτέ το Κακό να μπει στην υπηρεσία του Καλού και να συνεργαστεί μαζί του; Με τον καιρό, όσο μελετούσα το έργο του αντίθεου προφήτη, [του Νίτσε] ανέβαινα από σκαλί σε σκαλί σε μια μυστικιά παράτολμη ενότητα: Το Καλό και το Κακό, έλεγα, είναι οχτροί, να το πρώτο σκαλοπάτι της μύησης· το Καλό και το Κακό είναι συνεργάτες, αυτό είναι το δεύτερο, πιο αψηλό σκαλοπάτι της μύησης· το Καλό και το Κακό είναι ένα! αυτό ‘ναι το πιο αψηλό, όπου ως τώρα μπόρεσα να φτάσω, σκαλοπάτι. Απάνω στο σκαλοπάτι ετούτο σταματούσα ανατριχιάζοντας· μια φοβερή υποψία έσκισε το νου μου: μπας και με σπρώχνει και μένα, ο ‘Αγιος αυτός Βλασφημίων, να βλαστημώ;» (Ν. Καζαντζάκη,Αναφορά στον Γκρέκο, σ. 314 – 5)

Τι χούι κι αυτό..

Τι χούι κι αυτό ξεδιάντροπο να φτύνεις ότι δεν χωράει στην άποψή σου! Μόνος εσύ απόλυτα σοφός, άντε κι οι όμοιοί σου, όλοι οι άλλοι τσόλια, μόνο για φτύσιμο.

Δεν γίνεται έτσι ούτε χωριό ούτε πόλη. Με τέτοια νοοτροπία δεν προκόβει ο τόπος και μέρες σαν κι αυτές που κρίνεται το κοινό καλό και καλείται καθένας να συμβάλει το καλό του όραμα, βλέπω να περισσεύει λύσσα και χολή, αμετανόητοι, πορωμένοι με θέσεις, ιδέες και θεωρίες, λουστράρουνε εμφύλιο, μονόπαντα ανιστόρητοι, σαν άμαθοι οι δόλιοι απ’ τη συμφορά, τυφλοί τα τ’ ώτα τον τε νουν τα τ’ όμματα, λες και δεν άκουσαν αυτοί ούτε είδαν πως ρήμαξε τον τόπο ο σπαραγμός κι η αλληλοκαταφρόνια.

Κάθε φορά που η αυταρχική μας άποψη θεριεύει, θεριό αδηφάγο, τέρας ανελέητο μας ξεπαστρεύει. Μονάχος του δεν σώζεται κανένας πατριώτες, όλοι μαζί είμαστε εδώ κι αν δεν αντέχουμε την άποψη του άλλου, κανένα κοινό καλό δεν πρόκειται ν’ αξιωθούμε, χαμένοι στον αλάθητο εαυτό μας θα βουλιάζουμε παρέα, τσαλαβουτώντας σ’ ότι αντιπαθούμε.

Χρήστος Μποκόρος

Ο Χρήστος Μποκόρος είναι Έλληνας ζωγράφος, ο οποίος γεννήθηκε το 1956 στο Αγρίνιο, ζει και εργάζεται στην Αθήνα.

Ο Χριστός και ο λήσταρχος Νταβέλης!

«Οι άλλοι ληστές έβλεπαν σ’ αυτόν σε μικρογραφία κάτι ανάλογο μ’ εκείνο που έβλεπαν οι απόστολοι στο Χριστό. (…) Το κεφάλι του Νταβέλη καρφώθηκε χαρμόσυνα σ’ ένα κοντάρι που κράδαινε μεσούρανα ένας χωροφύλακας. Το ‘φεραν και το ‘στησαν στην πλατεία Συντάγματος. Ήταν το 1856. Τότε το είδε και ένας έφηβος που ζωγράφιζε κι έκατσε και το σχεδίασε. Του ‘χε κάνει εντύπωση η ομορφιά και η έκφρασή του. Κράτησε το σχέδιο στο ντοσιέ του. Κι όταν την ίδια χρονιά πήγε στο Μόναχο να σπουδάσει ζωγραφική, ο δάσκαλός του ο Γερμανός που είδε το σχέδιο, του ‘καμε τέτοια εντύπωση ο ρεαλισμός του, που το ξεσήκωσε και το ‘βαλε σαν πρόσωπο του Χριστού στον πίνακά του “Το ‘Αγιον Μανδήλιον”». (Κυριάκος Κάσσης, Ο λήσταρχος Νταβέλης, πρόλογος, σ. 17)

Νέο ρεκόρ στην απομάκρυνση τεχνητών φραγμών στα ποτάμια συστήματα της Ευρώπης

By dasarxeio17/05/2023

Οι φραγμοί και οι διευθετήσεις στους ποταμούς της Ελλάδας είναι σοβαρή απειλή για την βιοποικιλότητα και την υδρολογία τους. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης, αν και όχι ακόμα στην Ελλάδα, μία νέα τάση είναι η απελευθέρωση ποταμών με την απομάκρυνση τεχνητών φραγμών.

Όπως πληροφορηθήκαμε από την τελευταία έκθεση του συνασπισμού οργανώσεων Dam Removal Europe (DRE), τουλάχιστον 325 τεχνητοί φραγμοί απομακρύνθηκαν από ποτάμια συστήματα στην Ευρώπη το 2022. Το νούμερο αυτό αντιστοιχεί σε αύξηση 36% σε σχέση με το 2021 και καταδεικνύει την αυξητική τάση και δυναμική του κινήματος απομάκρυνσης φραγμών στην Ευρώπη που αποσκοπεί στην αποκατάσταση της συνεκτικότητας και της υδρομορφολογικής και οικολογικής ακεραιότητας των ποταμών.

Στην Ευρώπη εκτιμάται ότι υπάρχουν πάνω από 1 εκατομμύριο τεχνητοί φραγμοί, διαφόρων τύπων και διαστάσεων, που διακόπτουν τη συνεκτικότητα των ποτάμιων συστημάτων, με το 15% αυτών να θεωρούνται απαρχαιωμένα. Η πλειονότητα (71%) των φραγμών που απομακρύνθηκαν το 2022 ήταν χαμηλού ύψους (< 2 m) υδατοφράκτες (weirs), καθώς τα φράγματα αυτού του τύπου είναι ως επί το πλείστον παλαιά, δεν επιτελούν πλέον κάποιο ρόλο και η απομάκρυνσή τους είναι οικονομική και επωφελής.

Η Ισπανία, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, ηγείται του κινήματος απομάκρυνσης φραγμών στην Ευρώπη, ακολουθούμενη από τη Σουηδία και τη Γαλλία. Οι χώρες που το 2022 δήλωσαν για πρώτη φορά επισήμως την απομάκρυνση φραγμών ήταν το Λουξεμβούργο και η Λετονία. Κι όμως, η Ελλάδα δεν έχει ακόμη υιοθετήσει την εν λόγω πρακτική, παρά τις εκτιμήσεις για ύπαρξη χιλιάδων φραγμών στα ποτάμια συστήματα της χώρας.

Όπως ανέφερε ο Δρ. Φοίβος Μουχλιανίτης, ερευνητής και συγγραφέας της ετήσιας έκθεσης της Dam Removal Europe, «η απομάκρυνση φραγμάτων και λοιπών φραγμών αποτελεί ακόμη αμφιλεγόμενο ζήτημα στην Ευρώπη. Υπάρχουν χώρες όπου το θέμα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο, συχνά και λόγω έλλειψης επαρκούς πληροφόρησης ή/και παραπληροφόρησης. Τα προβλήματα που προκαλούν οι τεχνητοί φραγμοί στα ποτάμια συστήματα είναι πολυάριθμα και η απομάκρυνσή τους – ειδικά όσων έχουν εξαντλήσει τη χρησιμότητά τους – έχει αποδειχθεί επανειλημμένως ότι επιφέρει άμεσα και πολύπλευρα οφέλη.».

Περισσότερα μπορείτε να δείτε (στα Αγγλικά) στην έκθεση της DRE και στο σχετικό άρθρο του Guardian.

Η Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης πιστεύει στην διατήρηση και υπεράσπιση της φυσικότητας των ποταμών της Ελλάδας, που αντιμετωπίζουν σήμερα σημαντικές απειλές από φράγματα και μικρά υδροηλεκτρικά, μέχρι διευθετήσεις.

Πηγή: Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης

ΤΟ ΔΊΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΖΆΛΕΥΚΟΥ

ΗΛΊΑΣ ΜΗΝΙΆΤΗΣ, ΤΟ ΔΊΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΖΆΛΕΥΚΟΥ

*

Ζάλευκος, ὁ βασιλεύς τῶν Λοκρῶν, ἔκαμεν ἀνάμεσα εἰς τούς ἄλλους ἕνα νόμον, ὅτι ἑνός μοιχοῦ νά ἐβγάνωσι καί τούς δύο ὀφθαλμούς· δικαιότατος νόμος, νά χάνη τό φῶς τῶν ὀμμάτων, ὁποῦ εἶναι τό ἀκριβώτερον πρᾶγμα τῆς ζωῆς, ὅποιος ἐγγίζει τοῦ ἄλλου τήν τιμήν, ὅπου εἶναι τό ἀκριβώτερον πρᾶγμα τοῦ κόσμου.

Πρῶτος, ὅπου παρέβη τόν νόμον τοῦτον καί ἐπιάσθη εἰς μοιχείαν, ἐστάθη ὁ ἴδιος του υἱός καί ἀποφασίζει ὁ δικαιότατος βασιλεύς νά τοῦ δοθῇ ἡ πρέπουσα παίδευσις. Παρακαλοῦσιν ὅλοι οἱ ἄρχοντες, παρακαλεῖ ὅλος ὁ λαός τόν βασιλέα νά γένῃ ἵλεως πρός τόν υἱόν του, τόν διάδοχον καί κληρονόμον τῆς βασιλείας του, ἄλλ᾽ ἐκεῖνος στέκει στερεός εἰς τήν γνώμην του καί θέλει καλλίτερα νά φυλάξη τόν νόμον του, παρά τόν υἱόν του. Ἀλλ᾽ ἐπειδή αἱ μεσιτεῖαι καί αἱ παρακλήσεις τόν στενεύουσι δυνατά, ἄρχισε νά μαλακώνεται καί νά ἀκούῃ ὄχι μόνον δικαιοσύνην του, ἀλλά καί τήν πατρικήν ἀγάπην. Ἡ δικαιοσύνη – ἔλεγε συλλογιζόμενος μέ τόν ἑαυτόν του – ζητεῖ νά τυφλώσω τόν υἱόν μου, διατί εἶναι παραβάτης τοῦ νόμου μου· ἡ ἀγάπη ἡ πατρική ζητεῖ νά συμπαθήσω τόν υἱόν μου, διότι εἶναι γέννημα τῶν σπλάγχνων μου. Ἄν ἐγώ παραβλέψω τήν δικαιοσύνην μου καί δέν τόν παιδεύσω καθώς πρέπει, εἶμαι ἄδικος κριτής· ἄν παραβλέψω πάλιν τήν ἀγάπην τήν πατρικήν καί τόν τιμωρήσω καθώς πρέπει, εἶμαι ἄσπλαγχνος πατήρ.

Ἄχ τύχη! καί ἄν ἐγώ ἔμελλον νά εἶμαι πατήρ, διά τί νά μέ κάμῃς κριτήν; ἄχ φύσις! καί ἄν ἐγώ ἔμελλον νά εἶμαι κριτής, διατί νά μέ καμῃς πατέρα; μά πῶς; ἀμφιβάλλω; ἐγώ εἶμαι δίκαιος κριτής, ἡ δικαιοσύνη εἶναι τυφλή καί δέν βλέπει εἰς τοῦ πταίστου τό πρόσωπον…, μά πάλιν τί ἀποφασίζω; ἐγώ εἶμαι φιλότεκνος πατήρ καί ἡ ἀγάπη εἶναι ὁμοίως τυφλή, καί δέν βλέπει τοῦ πταίστου τό πταίσιμον. Εἶμαι βασιλεύς, ὅταν θέλω ἠμπορῶ νά παιδεύσω, μά καί ὡς βασιλεύς, ὅταν θέλω ἠμπορῶ νά συγχωρήσω· καί νά μή φυλάξω ἕνα υἱόν, ὁποῦ ἐγώ ἐγέννησα; τί νά κάμω ὁ δυστυχής, καί κριτής καί πατήρ; εἶναι τάχα μέσον νά φυλάξω καί τόν νόμον μου, νά φυλάξω καί τόν υἱόν μου;

Ναί. Ἐδῶ χρειάζεται νά ἐβγοῦσι δύο μάτια· ἄς ἔβγῃ ἕνα ἀπό τά μάτια μου, ἄς ἔβγῃ καί ἄλλο τοῦ υἱοῦ μου· ἄς δώσῃ ἐκεῖνος τό ἕνα, διατί εἶναι πταίστης, ἄς δώσω καί ἐγώ τό ἄλλο, διατί εἶμαι πατήρ· μέ τοῦτο θέλω εὐχαριστήσει τήν δικαιοσύνην μου καί τήν ἀγάπην μου· μέ τοῦτο θέλω φυλάξει τόν νόμον ου καί τόν υἱόν μου· μέ τοῦτο θέλω φανῇ καί κριτής δίκαιος καί πατήρ φιλότεκνος. Ἔτσι ἔγινεν ἀκροαταί. Ἐδῶ δύο μάτια ἐχρειάζοντο, ὅμως ἀπό τό ἕνα μέρος, διά νά πληρωθῇ ὁ νόμος καί νά παιδευθῇ τό πταίσιμον, ἀπό τό ἄλλο διά νά φυλάξη ὁ κριτής πατήρ τήν ἀγάπην του, ὁ πταίστης υἱός τό φῶς του, εὑρέθη τοῦτος ὁ μέσος ὅρος, νά δώσῃ τό ἕνα ὁ πατήρ καί τό ἄλλο ὁ υἱός. Τοῦτο εἶναι ἕνα παράδειγμα ἐξαίρετον, ἀνάμεσα εἰς ὅλας τάς ἱστορίας, μιᾶς ἄκρας καί βασιλικῆς δικαιοσύνης καί συγκαταβάσεως πατρικῆς.

ΗΛΙΑΣ ΜΗΝΙΑΤΗΣ (1669-1714)
Εἰς τό Σωτήριον Πάθος Α΄, απόσπασμα

*πηγή: neoplanodion.gr

Μαύρα καράβια τα όνειρά μας

Λογοθεσίες από τον
ΗΡΑΚΛΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ

Ασπρίζει η καρδιά μου από τη λύπη βλέποντας πως το ορθοπολιτικό κίνημα στα γράμματά μας είναι ακόμα δειλό και άτολμο. H προφορική μας παράδοση ωστόσο επιβάλλεται να επανεξεταστεί αυστηρά και η γραμματεία μας να ξαναγραφτεί απ’ την αρχή, προκειμένου να απαλλαγεί από τα γλωσσικά ανομήματα της λευκής πατριαρχίας. Ένα απ’ αυτά, για παράδειγμα, συσχετίζει δυσφημιστικά το μαύρο χρώμα με τη θλίψη και τον θάνατο ενώ συνδέει το λευκό με θετικές αξίες. Έτσι, ξεκινώντας από τη μυθολογία και την τραγωδία, προτείνω τα πρόσημα να αντιστραφούν. Οι μαύρες Ευμενίδες ν’ ασπρίσουν από το κακό τους και ο Θησέας να προξενεί τον θάνατο του πατέρα του σηκώνοντας κατά λάθος άσπρο πανί. Η μαύρη χολή του Αχιλλέα να ωχριάσει και οι μαύρες σκιές που τριγυρίζουν τον Οδυσσέα στον Άδη να γίνουν λευκές οπτασίες. Ο Χάρος να πάψει ν’ απεικονίζεται ως μαύρος καβαλάρης και τα νερά της Στυγός να ρέουν γαλακτόχρωμα. Ακολούθως, η δήλωση του Σωκράτη, «λευκή στάθμη ειμί προς τους νέους», είναι αναγκαίο ν’ αλλάξει φιλοσοφικό χρωματισμό και να γίνει μαύρη στάθμη. Ο στίχος του Σολωμού, γλυκειά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα, να εξοριστεί από τα αναγνωστικά μας για τη ρατσιστική του παρομοίωση, όσο για την ποιητική του κόρη, ας επιτραπεί να κατεβαίνει απ’ το βουνό αλλά μόνο μαυροντυμένη. Τα υπόπτου πολιτικής αποχρώσεως μαύρα ερείπια της καβαφικής Πόλεως θα πρέπει να βαφτούν άσπρα και το απαράδεκτο για τις ιδεολογικές του παρασημάνσεις Εν Λευκώ του Ελύτη, να τιτλοφορηθεί εκ νέου Εν Αμαυρώ. Η διαλεύκανση μιάς εκκρεμούσας αστυνομικής υποθέσεως να κοινοποιείται ως διαμαύρωση, καθαρό ποινικό μητρώο να λογίζεται το μαύρο και, αντιθέτως, η αμαύρωση της φήμης ενός αδίκως κατηγορούμενου να στηλιτεύεται εφεξής ως λεύκανση. Η λευκή κάρτα, ως μεταφορική ένδειξη εμπιστοσύνης, να αντικατασταθεί με την επίδοση μαύρης κάρτας και εκφράσεις όπως, η μαύρη μου η μοίρα, να λογοκριθούν απηνώς ενώ πάσα κακοτυχία να ντυθεί στα λευκά. Το μαύρισμα ενός υποψηφίου στις εκλογές να τραπεί σε άσπρισμα και η μαύρη ώρα της απώλειας ενός αγαπημένου προσώπου να γυρίσει σε λευκή. Τα μαύρα ταμεία των διεφθαρμένων επιχειρήσεων να ονομάζονται πλέον πάλλευκα, η μαύρη ψυχή ενός κακούργου να καταγγέλλεται ως λευκή και την ώρα της κρίσεως να γκρεμίζεται σε άσπρα βάραθρα. Γενικότερα, ο μονομερής παραλληλισμός της αθωότητας με τη λευκότητα χρήζει ανατροπής, όθεν η υπεράσπιση μιάς συνειδήσεως λευκής ως περιστερά να γίνει μαύρη σαν καλιακούδα. Τέλος, το βαμμένο στην προκατάληψη δημοτικό τραγούδι, μαύρη ζωή που κάνουμε εμείς οι μαύροι κλέφτες, να διαγραφεί από τα ιστορικά μας κατάστιχα, μπας και ξημερώσει επιτέλους και για μας μια μαύρη μέρα!

Πηγή: neoplanodio.gr

Όταν η αριστερά λάτρευε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη..Ο Μίκης,ο Διονύσης

•Όταν μεγαλώνεις,όταν λευκαίνουν τα μαλλιά μετά από δραστήρια,μαχόμενη ζωή η ματιά αλλάζει.Το ξέρω από τον ίδιο μου τον εαυτό.Η ματιά απομακρύνεται από τη στεροτυπία,την προκατάληψη,την εμμονή.Αναθεωρεί τον ίδιο της τον εαυτό.Το έντομο της μνήμης σε καθορίζει.Δεν ξέρεις απλως ,έχεις ζήσει τι έχει συμβεί από μέσα ,από έξω,από δίπλα,από κοντά .

Γνωρίζεις πρόσωπα καθοριστικά από κάθε παράταξη ,από τη καλή και τη στραβή τους,έχουν έρθει σπίτι σου,στο γραφείο σου,σε έχουν συμβουλευτεί και έχεις θάψει στη σκόνη του χρόνου τα μυστικά τους,παρακολουθείς το προσκήνιο και ξέρεις το παρασκήνιο Η ματιά τότε αποκτά μια παράξενη νέα αθωότητα,μια αγνότητα,ανακτά μια ύστερη παρθενία.Δεν έχει τίποτα να κρύψει.Είναι τότε που αυτό που λες παραξενεύει,εκπλήσσει.

Το ριζοσπαστικό πνεύμα μεταλλάσσεται.σε μια νέα καταληγουσα δύναμη.Είναι τότε που θα πουν γέρασε και ξεκουτιανε.Δεν ξερει τι λέει.Έλα που ξέρει καλά τι λέει.Μακαριοι όσοι μπορουν να ακούν αυτό που λεει.Δεν έχει υποχρεωτικά δικιο.Μπορεί να σφάλλει.Όμως έχει ένα τεράστιο πλεονέκτημα.Το θαρρος της γνώμης.Μια γνώμη η οποία δεν ελπίζει τιποτα και δεν φοβάται τίποτα.Είναι καθαρή,απογυμνωμένη από ιδιοτέλεια και φτιασίδια. «τώρα με χειρουργεί μια αλλοίθωρη νεολαία ,μια τσογλανοπαρέα που κάνει κριτική».


•Η Αριστερά λάτρεψε κάποτε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.Η μήπως δεν το ξέρετε.Οχι μόνο στα τραπέζια των συσκέψεων αλλά και στο κανονικό τραπέζι του Μητσοτακεικου.Με ντολμαδάκια και κεφτεδάκια μιας σπουδαίας ισχυρής σπιτονοικοκυράς.Της Μαρίκας.Επαιξσν ιστορικό ρόλο τα ντολμαδάκια της και η θερμη της παλιάς γυναικείας περιποιητικότητας,της φιλοξενίας στο σπίτι.Συγκαθορισαν τότε την «κυβέρνηση ειδικού σκοπού»Με στόχο τον Ανδρέα Παπανδρέου και τη διάλυση του ΠΑΣΟΚ.
Ο Μίκης Θεοδωράκης,κομμουνιστής ων,μετά από χρόνια στα κοινοβουλευτικά έδρανα του ΚΚΕ ,έγινε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου και Επικράτειας στη κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.Στην επάρατη δεξιά.Στο Κράτος της Δεξιας.
Είχαμε όμως και μιαν άλλη ανομολόγητη αγάπη.Έναν παράνομο έρωτα.Τον ξέραμε,τον βλέπαμε σε επιλογες.Τον έρωτα του Τσίπρα με τον Κώστα Καραμανλή.Ακόμα και τώρα δεν του βγαίνει του Αλέξη να πει μια λέξη για τον Κώστα.Ανίκατε μαχαν ανεξήγητο;
•Σήμερα το όραμα του «ειδικού σκοπού»προβάλλει για να μπει φυλακή ο Κυριάκος Μητσοτάκης.Γελάω.Η ιστορία είναι μια βιτσιοζα κυρία που είναι αδύνατον να τη προβλέψεις και να την παρακολουθήσεις.Γυρνάει σαν τη σβούρα όπως της έρθει.Εστιν δίκης οφθαλμός ος τα πανθορά.Άλλο βέβαια αν το παίγνιο αυτό δεν βγαίνει.Ούτε τότε βγήκε.


•Το μέλλον δεν μπορείς να το προβλέψεις μπορείς όμως να το εμποδίσεις ,αν γνωρίζεις το παρελθόν.Αυτό εκπέμπει η δήλωση του Διονύση Σαββοπουλου.Καθαρή και σαφής.Τάχθηκε υπέρ μιας απο τις διαθέσιμες επιλογες που μάλλον είναι και πλειοψηφική.Τον ακούω.Καταλαβαίνω το πως το σκέφτεται.Δεν συμφωνώ στο συμπέρασμα του για διάφορους λογους τους οποιους θα εξηγήσω σε λίγες μέρες.Έτσι απο κέφι.Η δίκη μου γνώμη δεν έχει τη βαρύτητα του Νιονιου.Γιατί;Για ετερόκλητους λογους «Γιατί κάτι μ αρρωσταίνει σ αυτή τη Πολιτεία/και παίρνω σβάρνα τα φαρμακεία..».Αλλά και γιατί «πήρες την αλήθεια μου και μου τη κανεις λιώμα/και το πόδι μου τραβάς βαθειά μέσα στο χώμα.»Γιατί «τώρα κοκορεύεσαι απάνω στον εξώστη/και μιλάς στο πόπολο σαν το ναυαγοσώστη».Γιατί τέλος «Εμείς/μιας διψυχης ωδής/παράλογα ανοιχτής/ με συμπεριφορές ανατροπής/και της βαθειας ζωής/της συντηρητικής/εμείς οι εκκρεμείς.
Χρονιές/με αίμα και φωτιές/και χούντας κι ιουλιανές/και της μεταπολιτευσης φωνές/αυτού του συρφετού/του δημοκρατικού /του νέου εγωισμού.


•Κάθε τι που σκέφτομαι μουρχεται κι ένας στίχος του Διονύση κι ας αντιφάσκει με άλλους.Την εξηγεί την αντίφαση.Μας έχει ποτίσει τόσο πολύ που πάντα τον ακούω είτε συμφωνώ είτε διαφωνώ

Πάνος Μπιτσαξής

Πίσω στα χωράφια και στα κοπάδια…

Πίσω στα χωράφια και στα κοπάδια…
Ηλίας Προβόπουλος

Ηλίας Προβόπουλος, Πηγή: Nextdeal.gr

17/5/2023 – 09:22 

Πίσω στα χωράφια και στα κοπάδια…

«Πίσω στα χωράφια» έχει ως τίτλο η καινούργια έκθεση του καθηγητή στη Σχολή Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας Γιάννη Καστρίτση και με την άδεια του βέβαια τον συμπληρώνουμε και στα κοπάδια..

Κι αυτό γιατί μπροστά ή δίπλα από τους πίνακές του, έργα των τελευταίων χρόνων που συμπίπτει με την επιδημία και επικεντρώνονται στην φύση της Φλώρινας, τον κάμπο της κυρίως ο Γιάννης έχει απολύσει ένα κοπάδι από 200 περίπου γίδια που κινείται συντεταγμένα προς το τοπίο του μεγάλου πίνακα απέναντί τους! Γίδια από ψημένο πηλό, χρωματισμένο που θυμίζουν για όσους πρόλαβαν ζωντανή την ελληνική ύπαιθρο τα γίδια και τις γιδοβίτσες των χωριών. Γίδια που ενώ έζησαν δίπλα στον άνθρωπο χιλιάδες χρόνια δεν κατάφερε να τα εξημερώσει όσο άλλα ζωντανά.

Ιδιαίτερα πλάσματα τα γίδια, κανένα δεν είναι ίδιο με το άλλο σε χρώμα, μέγεθος, συμπεριφορά, αντιδράσεις. Δαιμονικά και αναρχικά συνάμα συγκροτούν κοπάδι αλλά διατηρούν μια αυτονομία που απελπίζει όποιον τα έχει ζήσει και έχει την φροντίδα τους. Πλάσματα που μοιάζουν σαν να τα έχει γεννήσει το ίδιο το τοπίο και κατοικία τους είναι το δάσος, ζωντάνευαν μέχρι πριν από λίγα χρόνια κάθε γωνιά της Ελλάδας και σήμερα ελάχιστα πια κοπάδια με αυτά έχουν μείνει και για όσα απόμειναν, άρχισε ήδη η εκμετάλλευσή τους σε κλειστά μαντριά, πράγμα που βεβαίως είναι πέρα από τη φύση τους αλλά αυτό είναι λεπτομέρεια που δεν ενδιαφέρει καθόλου την αδίστακτη αγορά.

Ο Γιάννης έβαλε τα γίδια του να συνομιλούν σιωπηλά με το τοπίο. «Πολλές φορές αναρωτήθηκα» γράφει, «στις μακρινές περιπλανήσεις μου μέσα στα χωράφια κι ανάμεσα στα βουνά τι βλέπουν τα ζώα και αποζήτησα την βοήθειά τους, ακολουθώντας τις διαδρομές που χαράσσουν στο τοπίο. Τώρα κατεβάζω το κοπάδι στην πόλη, αντί να αναζητήσω κάποιο ψηλό βουνό».

«Θέλησα» συνεχίζει «να παρουσιάσω ζώα και τοπία να συνυπάρχουν ως ισότιμες έλλογες υποκειμενικότητες όπως άλλωστε έκαναν επί αιώνες. Προσπάθησα να δω την φύση ως άγνωστη οντότητα, ως νέα πρόκληση και ταυτόχρονα ως ερώτημα, κατά πόσον στις μέρες μας μπορεί να αποτελεί σημείο αναφοράς, δημιουργική αφετηρία. Η ιδέα να ξανασυναντήσω τον νεαρό μυθικό βοσκό Άττη, που βόσκει σε ένα βουνό το κοπάδι του πάντα με συνεπαίρνει. Ως τότε θα φτιάχνω πήλινα ζώα και αναπαραστάσεις τοπίων ευελπιστώντας να συμπεριλάβω κάτι από την ακατέργαστη ματιά των ζώων…».

«Έκφραση – Γιάννα Γραμματοπούλου», Βαλαωρίτου 9α, Αθήνα

Διάρκεια έκθεσης: 12 Μαΐου – 10 Ιουνίου 2023. Ώρες λειτουργίας: Τρίτη, Πέμπτη, Παρασκευή 12.00 – 20.00, Τετάρτη 12.00 – 18.00 Σάββατο 12.00 – 15.00, Κυριακή, Δευτέρα κλειστά. Πληροφορίες: tel:0030 210-3607598, info@ekfrasi-art.gr, www.ekfrasi-art.gr

Πηγή: Nextdeal.gr