Το άγνωστο γεφύρι της Δαφνούλας

Το ειδυλλιακό τοπίο που θυμίζει Ήπειρο, σε απόσταση αναπνοής από την Αθήνα.

Το άγνωστο γεφύρι της Δαφνούλας 

Ένα βουκολικό τοπίο που θυμίζει τις βουνοπλαγιές της Ηπείρου, βρίσκεται κρυμμένο σε απόσταση μόλις 50 λεπτών από την Αθήνα. Το γεφύρι της Δαφνούλας είναι το κοντινότερο μονότοξο γεφύρι στην πρωτεύουσα. Περνάει πάνω από τον ποταμό Ασωπό, κοντά στην περιοχή της Ραμπτώσας. Δεξιά και αριστερά υψώνονται η Πάρνηθα και ο Κιθαιρώνας. Τα θεμέλια της γέφυρας μπήκαν επί Τουρκοκρατίας, μεταξύ 1600 και 1700.                                           

Η μεγάλη καμάρα και το τόξο του πέτρινου γεφυριού θυμίζουν την τεχνοτροπία των φημισμένων μαστόρων της Ηπείρου. Ωστόσο, το γεφύρι της Δαφνούλας, ή του Γκέλη, όπως είναι επίσης γνωστό, στέκει πάνω από τα νερά του Ασωπού στην Βοιωτία, λίγα χιλιόμετρα μακριά από την πολύβουη πρωτεύουσα. Το τοπίο είναι ειδυλλιακό, ιδανικό για μία σύντομη και προσιτή εξόρμηση για όσους κατοικούν στην Αθήνα. Όσοι το έχουν ανακαλύψει, εκμεταλλεύονται τη γαλήνη της φύσης για εκδρομή ή για μια απλή πεζοπορία…. 

Διαβάστε όλο το άρθρο: http://www.mixanitouxronou.gr/to-agnosto-gefyri-tis-dafnoylas/

Ψυχή λευκή σαν σπυρί ρύζι
κι απέραντη, άφραστη γαλήνη·
κι από ψηλά να μας φωτίζει
ψυχρή σαν νόμισμα η σελήνη.

Ηλίας Λάγιος

διαφορές Ελλάδος και πολιτισμένων χωρών

Όταν πρωτοπήγα Γερμανία, έμεινα για λίγο στο Μόναχο. Απέναντι από το δωμάτιο μου ήταν ένα νηπιαγωγείο με ποδηλατάκια αραγμένα σε θέσεις πάρκινγκ ποδηλάτων. Κάθε πρωί έβλεπα πιτσιρικάκια, κάποια με γονείς, κάποια ΜΟΝΑ ΤΟΥΣ, να πηγαίνουν ποδηλατώντας στο νηπιαγωγείο της γειτονιάς τους. Αυτό λέγεται ασφάλεια ζωής.

Γιατί (δεν) το λέμε έτσι

Μου έφυγε το καφάσι!

Στα Τούρκικα καφάς θα πει κεφάλι, κρανίο. Όταν, λοιπόν, η καρπαζιά, που έριξαν σε κάποιον είναι δυνατή λέμε «του έφυγε το καφάσι», δηλαδή, του έφυγε το κεφάλι από τη δύναμη του κτυπήματος.

Το ίδιο και όταν αντιληφθούμε κάτι σπουδαίο, λέμε: «μου έφυγε το καφάσι», δηλαδή, μου έφυγε το κεφάλι από τη σπουδαιότητα.

[Η εξήγηση από τα τουρκικά είναι σωστή, από το kafa. Ωστόσο, πιο σωστό θα ήταν να πούμε ότι η έκφραση χρησιμοποιείται κυρίως για πράγματα παράλογα ή εκπληκτικά -και «είναι να σου φύγει το καφάσι» = είναι να τρελαίνεσαι. Σημειώνω ακόμα ότι σήμερα οι περισσότεροι δεν ξέρουν το καφάσι = κεφάλι και σκέφτονται το καφάσι = τελάρο (άλλο δάνειο, από τουρκ. kafes), κάτι που μάλλον δίνει χρώμα στην έκφραση]

Γιατί (δεν) το λέμε έτσι

Μάλλιασε η γλώσσα μου

Στη βυζαντινή εποχή υπήρχαν διάφορες τιμωρίες, ανάλογες, βέβαια, με το παράπτωμα. Όταν π.χ. ένας έλεγε πολλά, δηλαδή έλεγε λόγια που δεν έπρεπε να ειπωθούν, τότε τον τιμωρούσαν με έναν τρομερό τρόπο.

Του έδιναν ένα ειδικό χόρτο που ήταν υποχρεωμένος με το μάσημα να το κάνει πολτό μέσα στο στόμα του. Το χόρτο, όμως, αυτό ήταν αγκαθωτό, στυφό και αρκετά σκληρό, τόσο που κατά το μάσημα στο στόμα του πρηζόταν και η γλώσσα, το ελατήριο δηλαδή της τιμωρίας του, άνοιγε, μάτωνε και γινόταν ίνες-ίνες, κλωστές-κλωστές, δηλαδή, όπως είναι τα μαλλιά.

Από την απάνθρωπη τιμωρία βγήκε και η παροιμιώδης φράση : ‘μάλλιασε η γλώσσα μου”, που τις λέμε μέχρι σήμερα, όταν προσπαθούμε με τα λόγια μας να πείσουμε κάποιον για κάτι και του το λέμε πολλές φορές.

[Νατσουλισμός αλέρτ. Δεν δίνεται καμιά πηγή γι’ αυτό το βυζαντινό βασανιστήριο, ούτε φαίνεται ισχυρή η σύνδεση με την κατάσταση που οδήγησε στη γέννηση της φράσης. Η γλώσσα μας άλλωστε δεν μαλλιάζει όταν λέμε πολλά γενικώς, αλλά όταν προσπαθούμε μάταια να πείσουμε κάποιον για κάτι, επαναλαμβάνοντας τα ίδια (περίπου) λόγια.] πηγή:sarantakos.wordpress.com

Δεν αργεί να καρπίσει τ’ αστάχυ δε χρειάζεται μακρύ καιρό για να φουσκώσει της πίκρας το προζύμι…

Σεφέρης

ΜΙΑ ΑΔΥΝΑΤΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

Το πιο πικρό ταξίδι είναι προς μια πόρτα γνώριμη, με μια μικρή χαρακιά δίπλα στο χερούλι της κι ένα χαλάκι με ξέφτια στις άκρες. Εκεί πηγαίνω τις νύχτες και κρούω κλαίγοντας με καρδιοχτύπι. Δεν υπάρχει όπισθεν, βήμα ανάποδο. Δεν υπάρχει το σπίτι των παλιών στιγμών. Γκρεμίστηκε. Έμεινε μόνο η πόρτα και το χαλάκι, για να περιπαίζει την ψεύτικη ευτυχία του τότε, αυτήν που το σήμερα τη λογαριάζει για αληθινή.

Ειρήνη Καλτσά πηγή: neoplanodion

Το φως,τα βιλαέτια και το επιτελικό κράτος!

•Μετά από κάθε τραγωδία ακούγεται η στερεοτυπία «όλα στο φως». Όταν το ακούω από τους πολιτικούς οποιασδήποτε πλευράς δαιμονίζομαι.

Η άλλη στερεοτυπία είναι η διερώτηση «γιατί έγινε». Όποιος θέτει αυτό το ερώτημα από τους πολιτικούς ή είναι ηλίθιος η υπεκφεύγει.Η τρίτη στερεοτυπία είναι η «σύσταση επιτροπής». Είναι ο πάγιος τρόπος να φύγει το θέμα από την επικαιρότητα και να το καταπιεί ο χρόνος.Ανακατεύθυνση της προσοχής λέγεται «επιστημονικά».
•Πίσω από κάθε τραγωδία το πρώτο κινούν είναι η λειτουργία του Κράτους.Οι μεγάλοι βρόγχοι που το καθηλώνουν.Η πολυνομία,το δημόσιο λογιστικό,η γραφειοκρατία,η ευθυνοφοβία,η πελατειακή λογική.Όλα αυτά ενώνονται στα υπουργεία και τους οργανισμούς βιλαετια.Με υπουργούς και υπεύθυνους με νοοτροπία άρχοντα του τομέα .Συχνά τοπάρχες.Ένας πήρε ένα βαγόνι και πήγε να βγάλει λόγο στο χωριό του.
•Για να αλλάξεις τις λάμπες σε ένα δρόμο θες 7 μήνες διαδικασιών μου έλεγε ένας μέγας και πολύς Δήμαρχος.Τι θες να κάνω;Όταν χειρίστηκα την υπόθεση της Μάνδρας είχα πάθει σοκ.Αναρίθμητες υπηρεσίες, «εμπλεκόμενες»,που η κάθε μια τα έριχνε στην άλλη.Δεν ήξερε η δεξιά τι ποιεί η αριστερά.Το ίδιο και στο Μάτι.Το ίδιο και στην Αττική οδό,το ίδιο και στην Εύβοια.Το ίδιο ακριβώς και τώρα.Οι βελτιώσεις έρχονται μόνο μετά από τραγωδίες όπως έγραψε ο Giannis Panousis. Αν δεν στοιχειώσει άνθρωπος γεφύρι δεν στεριώνει.Στο προκείμενο ,που δεν καταπίνεται με τίποτα αλλά με τίποτα,το ερώτημα δεν είναι για τι άργησαν με την τηλεδιοικηση.Άργησαν αλλά δεν είναι το κύριο.Το ερώτημα είναι πως άφησαν τα τρένα να κυκλοφορούν.
•Η ιδέα του επιτελικού κράτους είναι ότι καλύτερο έχει ως τώρα ακουστεί για τα παραπάνω.Απλή και σοφή.Ένα Μαξίμου που συντονίζει τα βιλαέτια και με βάση το γενικό συμφέρον αποφασίζει τις επιμέρους δράσεις προς ένα κοινό σκοπό.Η ιδέα αυτή πολεμήθηκε από την αντιπολίτευση.Αντί να την υιοθετήσουν την σάρκασαν.Αλλά όπως συνήθως γίνεται την ιδέα αυτή την ξετίναξαν οι εμπνευστές της.Η ίδια η κυβέρνηση.Το παλαιοδεξιό γονίδιο.Παρακολουθήσεις,Δικαιοσύνη,ενημέρωση,νταβατζήδες,πελάτες και όλα διαχρονικά αγαθά.Αγρίως.Την ξεφτίλισαν.Την απαξίωσαν.Ενώ ξεκίνησε καλά στο δρόμο την είδαν ως καθεστωτικό μηχανισμό.Τώρα;
•Και περνούν τα τρένα και σφυρίζουνε μα τα χελιδόνια δεν γυρίζουνε.

ΠΑΝΟΣ ΜΠΙΤΣΑΞΗΣ

3ο Ράλλυ Βοιωτίας: Θρίαμβος Κεχαγιά-Κουζιώνη!

by Μάρκος Καπετανάκης/automotopatras.gr

Οι Γιώργος Κεχαγιάς-Χρήστος Κουζιώνης οδήγησαν αλάνθαστα το Skoda Fabia Rally2 Evo και αναδείχθηκαν νικητές στο 3ο Ράλλυ Βοιωτίας που διεξήχθη την Κυριακή 5 Μαρτίου με επίκεντρο τα Σκούρτα. Το πρώτο χωμάτινο ραντεβού της χρονιάς διοργανώθηκε από το Σωματείο “Ελληνική Λέσχη Αυτοκινήτου Δυτικής Αττικής” (ΕΛ.Λ.Α.Δ.Α.), ενώ αρωγοί στη διοργάνωση ήταν ο Δήμος Τανάγρας και ηΚοινότητα Σκούρτων. Πεδίο δράσης ήταν οι ειδικές διαδρομές Δαφνούλα και Σκούρτα, με τις βροχές των τελευταίων ημερών και την ολιγόλεπτη βροχόπτωση της Κυριακής να δυσκολεύει το έργο των οδηγών, εξαιτίας της λάσπης.

Πρωτοπόροι με το «καλημέρα» τέθηκαν οι Κύπριοι, Αλέξανδρος Τσουλόφτας-Στέλιος Ηλία, οι οποίοι έδειχναν πως θα έχουν εύκολο έργο στις ειδικές της Βοιωτίας. Τα μισά του αγώνα βρήκε τους Πρωταθλητές Ελλάδος του 2021, να έχουν χτίσει διαφορά μεγαλύτερη του μισού λεπτού, ωστόσο στο τελείωμα της τρίτης διαδρομής ένα πρόβλημα με την αντλία βενζίνης του Volkswagen Polo R5 είχε ως αποτέλεσμα να μείνουν χωρίς υδραυλικό τιμόνι και να έχουν μικροέξοδο. Η προσπάθεια του πληρώματος έληξε άδοξα, καθώς προτίμησαν να μη συνεχίσουν ώστε να μην πληγώσουν τον κινητήρα του γερμανικού αυτοκινήτου. Την ατυχία αυτή εκμεταλλεύτηκαν οι τελικοί νικητές, Γιώργος Κεχαγιάς-Χρήστος Κουζιώνης στην πρώτη τους απόπειρα ως πλήρωμα. Το δίδυμο του Skoda Fabia Rally2 Evo οδήγησε μυαλωμένα, έχοντας κατά νου να κάνει όλα τα χιλιόμετρα του αγώνα και δικαιώθηκε. Αν και ταλαιπωρήθηκε στην εναρκτήρια ειδική από τα θολωμένα τζάμια, στη συνέχεια βελτίωσε αρκετά τους χρόνους του, πετυχαίνοντας μια «νίκη-ψυχολογίας», ενόψει της πρεμιέρας του Πανελληνίου Πρωταθλήματος ράλλυ στον Πύργο. Δεύτεροι τερμάτισαν οι Πρωταθλητές Κύπρου του 2019, Πέτρος Παντελή-Πάμπος Λαός με Citroen DS3 R5. Ο 42χρονος οδηγός, εάν και πέτυχε το καλύτερό του αποτέλεσμα εκτός νησιού, δεν έμεινε ευχαριστημένος με την απόδοσή του, καθώς η λάθος επιλογή ελαστικών καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας δεν του επέτρεψε να πιέσει όσο θα ήθελε. Στο βάθρο του Ράλλυ Βοιωτίας ανέβηκαν και φέτος οι Παναγιώτης Παραδείσης-Μιχάλης Φράγκου με το Mitsubishi Lancer Evo IX, κερδίζοντας παράλληλα την κατηγορία C2. Αν και ο οδηγός δεν έμεινε ευχαριστημένος με την απόδοσή του, το αποτέλεσμα ήρθε για ένα πλήρωμα, που με αυτή του την επίδοση τέθηκε επικεφαλής του Κυπέλλου Ράλλυ Χώματος. Τέταρτοι γενικής και δεύτεροι στη C2 οι βελτιωμένοι οδηγικά Πάνος Ισμαήλος-Κωνσταντίνος Σούκουλης με Mitsubishi Lancer ένατης γενιάς, οι οποίοι ανέβασαν ρυθμό ειδική με ειδική, πραγματοποιώντας την τρίτη καλύτερη επίδοση στο δεύτερο πέρασμα από τη Δαφνούλα. Χωρίς αντίπαλο ήταν οι θριαμβευτές της F2, Σάββας Λευκαδίτης-Ευάγγελος Ακράτος που με το Peugeot 208 Rally4 κέρδισαν την κατηγορία τους. Ήταν ταχύτεροι σε όλες τις διαδρομές, δεν κοίταξαν ποτέ πίσω τους, τερμάτισαν πέμπτοι γενικής, κερδίζοντας και τη C5. Εντυπωσιακός στην επιστροφή του στο χώμα, έπειτα από 15 χρόνια ήταν ο Μάριος Ξανθάκος, τερματίζοντας στην έκτη θέση γενικής και στην τρίτη της κατηγορίας C2. Με συνοδηγό τον 26χρονο Νίκο Καραθανάση, ο γνωστός από τη συμμετοχή του στις αναβάσεις, οδηγός, έδειξε να εξοικειώνεται γρήγορα με τη χωμάτινη επιφάνεια, βελτιώνοντας αρκετά τις επιδόσεις του στο δεύτερο σκέλος. Χάρμα ιδέσθαι ήταν οι «Sassos»-Θεόδωρος Βαββάς που με το Peugeot 206 XS ανέβηκαν στο δεύτερο σκαλί του βάθρου στην F2 και στη C5, με τον οδηγό να αφήνει στο παρελθόν τις ατυχίες που αντιμετώπισε στους τελευταίους αγώνες και να εντυπωσιάζει με την απόδοσή του. Στην όγδοη θέση γενικής ολοκλήρωσε την προσπάθειά του στο 3ο Ράλλυ Βοιωτίας ο Νίκος Ντάβαρης, έχοντας την πολύτιμη καθοδήγηση του έμπειρου Μανώλη Μακρινού από το δεξί μπάκετ ενός Mitsubishi Lancer Evo IX. Τρίτοι στην F2 και στη C5 τερμάτισαν οι Λαμιώτες Θεόδωρος Τσάκαλος-Απόστολος Κοτρώνης με Ford Fiesta R2. Τη δεκάδα συμπλήρωσαν οι Γιώργος Αγαθοκλέους-Σάββας Ζάκου, που δείχνουν να μαθαίνουν το Peugeot 208 Rally4 που είχαν στα χέρια τους για δεύτερο αγώνα φέτος. Στην κατηγορία C3 πρώτευσαν οι Λαμιώτες Ντίνος Αντωνίου-Μάκης Μπουραζάς πραγματοποιώντας θεαματικά περάσματα με το Ford Escort MKII και αποσπώντας το χειροκρότημα των θεατών. Πίσω τους βρέθηκαν οι Τρικαλινοί Γιώργος και Χρήστος Χατζηγάκης με ίδιο αυτοκίνητο, αφήνοντας τρίτους τους Ανδρέα Μπάσδελη-Κώστα Ζωτιάδη με Volkswagen Golf δεύτερης γενιάς.

Αλέξανδρος Χαλιβελάκης

Οι Κωνσταντίνος Μυλωνάς-Νίκος Παραπέρας επέστρεψαν στα θετικά αποτελέσματα, επικρατώντας στη C4 με Toyota Corolla AE101, τερματίζοντας εμπρός από τον νεαρό Αριστείδη Μαυραγάνη που είχε δίπλα του στην Toyota Corolla AE92 τον Αθανάσιο Κατσά. Οι Στέλιος και Παναγιώτης Κόκκινοςσυμπλήρωσαν την τριάδα της κατηγορίας με Toyota Starlet KP61.

Συνεχίστε την ανάγνωση του “3ο Ράλλυ Βοιωτίας: Θρίαμβος Κεχαγιά-Κουζιώνη!”

…εκεί που τελειώνει η Φύση αρχίζει η Ύβρις και πως η Νέμεση, μαζί με την Άτη, έχουν χίλιους δυο τρόπους να τιμωρήσουν, (μέχρι δωδεκάτης γενεάς, έτσι δεν λέγανε οι παλιοί;) τον Υβριστή Άνθρωπο….

Δεν μπορείτε να εμποδίσετε τη ζωή να σας να σας φέρει δυσκολίες. Δεν μπορείτε να εμποδίσετε το απροσδόκητο να παρεμβαίνει στους στόχους και τα όνειρά σας. Μπορείτε όμως να επιλέξετε πώς θα αντιδράσετε…

Ο φίλος μας ο Μιχάλης Τζιώτης μού έστειλε ένα διήγημά του που κινείται στο κλίμα των ημερών, για ένα ταξίδι με τρένο, που μπορούμε να το δούμε και σαν διαφυγή. 

Πολλοί θα έχετε κάνει το ταξίδι με τον οδοντωτό. Κι εγώ το έχω κάνει, αλλά όχι τη σχετική πεζοπορία -ή τουλάχιστον όχι ακόμα. Ίσως κάποτε ν’ αξιωθώ.

Πηγή: sarantakos.Wordpress.com

Ο λόγος στον Μιχάλη:

ΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΤΟΥ ΒΟΥΡΑΪΚΟΥ

Ναι! Θα το έκανε κι αυτός το ταξίδι αυτό όταν θα μεγάλωνε, σίγουρα θα το έκανε! Όχι! Δεν ήταν στην Έκτη δημοτικού που είχαν διαβάσει στο σχολικό βιβλίο αυτό το κείμενο, στην Έκτη τούς είχαν στις πάνω αίθουσες, που ήταν ηλιόλουστες, θυμάται που έψαχνε τον ήλιο που διάβαζε στο κείμενο και η ματιά του σκόνταφτε όλο σε ντουβάρια. Ούτε στην Πρώτη και τη Δευτέρα τάξη μπορούσε να είναι, η γλώσσα του κειμένου ήταν υπερβολικά πλούσια για να είναι στα βιβλία των πρώτων τάξεων. Για τον ίδιο λόγο δε μπορούσε να είναι ούτε στο βιβλίο της Τρίτης. Ή στην Τετάρτη, ή στην Πέμπτη δημοτικού θα ήταν, δεν θυμόταν ακριβώς… Πάντως ήταν μετά που είχε διαβάσει στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων που κρέμονταν στην παράγκα-ψιλικατζίδικο του Μπαρμπα-Τζίμη την είδηση για την εκτέλεση του Μπελογιάννη. Ήταν χαμογελαστός ο εκτελεσμένος σε κάποια φωτογραφία στο περίπτερο, και ο νους του είχε απορήσει: Να τον σκοτώνουν κι αυτός να χαμογελάει!

Ούτε το όνομα του συγγραφέα θυμόταν. Ο δάσκαλος τούς είχε πει πως το κείμενο ήταν παλιό. Τότε που πήγαινε αυτός στο Δημοτικό, παλιό σήμαινε προπολεμικό. Ποιοι γράφανε τόσο ωραία κείμενα σε τόσο ωραία σπαρταριστή δημοτική στις αρχές του 20ου αιώνα; Τρέχα γύρευε! Το ενδιαφέρον του για το όνομα των συγγραφέων των κειμένων ξύπνησε αργότερα, πολύ αργότερα, τότε, με την έμφυτη κλίση του προς τη γλώσσα, ήταν τα ίδια τα κείμενα που τον συνέπαιρναν και τον ταξίδευαν. Όπως αυτό, που δεν μπορούσε να φύγει από τη μνήμη του ούτε πριν, που έτρεχε γι’ άλλα, ούτε τώρα, που πάσχιζε να το ξεχάσει γιατί η θύμησή του τον πονούσε.

Ένα κείμενο γεμάτο ομορφιά, ένα κείμενο-σταθμός για τη μύησή του στη γλώσσα των γλωσσών. Γεμάτο νέες εικόνες και νέες σεπτές λέξεις γι’ αυτόν, το παιδί της στερημένης προσφυγικής συνοικίας της Αθήνας. Ένα κείμενο σαν πλούσια στρωμένο πασχαλιάτικο τραπέζι! Δέντρα, ζώα, πουλιά, βράχια, γκρεμνοί, χωριουδάκια ταπεινά, όλα με τ’ όνομά τους, έδεναν αρμονικά με την τεχνολογική ορολογία του τρένου, άλλου ζώου αυτού, σιδερένιου, σαματατζίδικου, αλλά δαμασμένου, υπάκουου, εξυπηρετικού.

Τρελός χορός λέξεων, έτσι το είχε συγκρατήσει στη μνήμη του: Φαράγγι, χαράδρα, αγκομαχητό της μηχανής, στρίγκλισμα των φρένων, γκρεμός, άβυσσος, πρωινό πούσι, κροτάλισμα των βοηθητικών τροχών, κελαηδίσματα, πηγές, νάματα, βρύσες, νεροτριβές, νεροσυρμές, θάμα, πετρόχτιστα γιοφύρια, σήραγγες σκαμμένες με σφυροκάλεμο… και μετά ονόματα, κύρια ονόματα, Χελμός, Βούρα, Βουραϊκός, Ηρακλής, Τρικούπης, Ζαχλωρού, Νιάματα, Καλάβρυτα, Διακοφτό (Διακοφτό, όχι Διακοπτόν, να γελάνε απαξιωτικά ακόμα κι οι καθαρευουσιάνοι), Αστρίτης, Σαΐνι, Αητός, Κοτσύφια, Πλατάνια, Σφενδάμια, Οξιές, Πεύκα, Έλατα, Αφάνες, Μέλισσες, Μπούμπουρες, Καρδερίνες, Φλώροι, Αηδόνια, Παπαδίτσες, Καλογιάννοι, Κοκκινολαίμηδες… όλα μπλέκονταν, μαστορικά υφαίνονταν, λιθαράκι-λιθαράκι χτίζονταν για να φτιάξουν εκείνο το αριστουργηματικό κείμενο που ΕΠΡΕΠΕ να είναι τέτοιο, αλλιώς πώς να τολμήσει να αποπειραθεί να περιγράψει την ποίηση της Συνάντησης της Δημιουργίας του Θεού με την Δημιουργία του Ανθρώπου: Τον Οδοντωτό σιδηρόδρομο μέσα στη χαράδρα του Βουραϊκού.

Ήταν ο Χαρίλαος Τρικούπης που τον έφτιαξε, είπε ο δάσκαλος. Ο ίδιος νόμιζε πως ο Τρικούπης ήταν ο μηχανικός, ο δάσκαλος όμως τους εξήγησε πως ήταν ο πρωθυπουργός, ο ίδιος που είχε φτιάξει και τον Ηλεκτρικό (που έπαιρναν από την Ομόνοια με τον πατέρα όποτε έπρεπε να κατέβουν μαζί στον Πειραιά όπου ήταν η δουλειά του πατέρα). Είχε φτιάξει και άλλα τρένα, προς τη Θεσσαλονίκη και προς την Πελοπόννησο, μα και ένα σωρό άλλα έργα, αλλά ο λαός δεν τον είχε ξανακάνει πρωθυπουργό και κείνος έφυγε, εξορίστηκε (αυτοεξορίστηκε είχε πει ο δάσκαλος) και πέθανε μακριά από την πατρίδα λίγο πριν γίνουν τα εγκαίνια του Οδοντωτού. Πέθανε ή τον σκότωσαν όπως τον Μπελογιάννη; είχε ρωτήσει, αλλά ο δάσκαλος άλλαξε γρήγορα θέμα χωρίς να του απαντήσει, πράμα περίεργο για το δάσκαλό τους που τους εξηγούσε τα πάντα με τόσες λεπτομέρειες που, φορές, τον βαριόταν. Στο κείμενο υπήρχαν και ένα σωρό άλλες λεπτομέρειες: ότι στο τρένο υπήρχαν και τροχοί με δόντια, ατσάλινα δόντια, κάτω από τη μηχανή, και οδοντωτές ράγες στις γραμμές που πάνω τους «δάγκωναν» τα δόντια των τροχών και έτσι το τρενάκι μπορούσε να σκαρφαλώνει ανηφόρες και να κατεβαίνει κατηφόρες πολύ απότομες, χωρίς τα δόντια του θα ήταν αδύνατο να ταξιδέψει. Γι’ αυτό τον είχαν ονομάσει «Οδοντωτό». Αυτό το Ο μπροστά στο δόντι το είχε μάθει, με οδυνηρό τρόπο, νωρίτερα, όταν είχε πάει επίσκεψη στον οδοντίατρο και δεν χρειαζόταν παραπέρα διευκρινίσεις.

Και αγκομαχούσε το τρενάκι, και ξεφυσούσε τον καυτόν ατμό που το κινούσε, και σφύριζε για να ειδοποιήσει για τον ερχομό του ή για να φύγουν τα ζωάκια από τις γραμμές του, και φιδοσέρνονταν στις στροφές της διαδρομής του, και δρασκέλιζε τα πετρόχτιστα γιοφύρια του, και χωνόταν σαν αχνιστός τυφλοπόντικας στις σμιλεμένες στοές του και τις μικρές του σήραγγες (άλλο σήραγγα κι άλλο σύριγγα, τους είχε επισημάνει ο δάσκαλος, κι αυτός είχε απορήσει, είχε θαυμάσει, ένα γράμμα αλλάζεις και η σήραγγα γίνεται σύριγγα; ΔΥΟ γράμματα αλλάζεις, του παρατήρησε ο δάσκαλος, ή σκοπεύεις να μου γράφεις τη σήραγγα με ύψιλον; τον ρώτησε και το μάτι του ήταν γελαστό, οπότε γέλασε κι αυτός και αγάπησε το δάσκαλο ακόμα πιο πολύ!)

Αλλά, το κείμενο συνεχιζόταν. Ο συγγραφέας είχε παρασυρθεί σε απέραντο θαυμασμό για ό,τι είχε δει στο ταξίδι του με τον Οδοντωτό και είχε καταφέρει, γράφοντας γι’ αυτόν, να μεταφέρει όλη την τάξη στον παράδεισο. Μια οργιαστικά ανοιξιάτικη φύση να δέχεται μέσα της ένα δημιούργημα του ανθρώπου που την είχε σεβαστεί, δεν την είχε βιάσει για να κάνει το γούστο του, δεν είχε μπαζώσει ποταμάκια, δεν είχε ξεκοιλιάσει βουνά για να κόψει δρόμο, αλλά κοπιαστικά, σεβαστικά, προσκυνητικά, ΣΟΦΑ (αυτή τη λέξη την είχε τονίσει ο δάσκαλος) είχε χαράξει ένα δρομάκι τόσο δα στενό για το πιο στενό τρένο στην Ελλάδα, ίσως και την Ευρώπη, ώστε να μπορέσουν οι Καλαβρυτινοί ν’ ανεβοκατεβαίνουν, οι ίδιοι και τα προϊόντα τους, από το ορεινό χωριό τους στην παραλία της Πελοποννήσου, το Διακοφτό. Χρώματα, ήχοι, αρώματα, γεύσεις, αγγίγματα, χόρευαν πανάρχαιο χορό διονυσιακό, λουλούδια, έντομα, πουλιά, νερά, δέντρα, το παιγνίδισμα του ζωοδότη ήλιου ανάμεσα στις φυλλωσιές, η αγωνία του μηχανοδηγού μη και πάει κάτι στραβά και πάρει στο λαιμό του τόσες ψυχές γιατί, βαθιά μέσα του, από πάππου προς πάππου, γνώριζε πως εκεί που τελειώνει η Φύση αρχίζει η Ύβρις και πως η Νέμεση, μαζί με την Άτη, έχουν χίλιους δυο τρόπους να τιμωρήσουν, (μέχρι δωδεκάτης γενεάς, έτσι δεν λέγανε οι παλιοί;) τον Υβριστή Άνθρωπο.

Συνεχίστε την ανάγνωση του “”