Φαίνεται, κύριοι συνάδελφοι, ότι στην Ελλάδα θα πρέπει να φοβούμεθα τις επιτυχίες και όχι τις συμφορές, γιατί οι συμφορές ενώνουν, ενώ οι επιτυχίες, με τον φθόνον που προκαλούν, διχάζουν.
Κωνσταντίνος Καραμανλής
Η διάκριση Ορεινών- Πεδινών, ανάγεται στην Εθνοσυνέλευση της Γαλλικής Επανάστασης του 1789. Τότε, οι ριζοσπαστικοί με τις πλέον επαναστατικές ιδέες, κατέλαβαν το άνω αριστερό μέρος της αίθουσας της Εθνοσυνέλευσης και ονομάσθηκαν Ορεινοί επειδή τα έδρανά τους ήταν στο ψηλότερο μέρος του αμφιθεάτρου. Μεταξύ των Ορεινών ήταν ο Νταντόν, ο Μαρά, ο Σαιν Ζυστ και άλλοι από την ομάδα των Επαναστατών της Γαλλικής Επανάστασης.
Φαίνεται, κύριοι συνάδελφοι, ότι στην Ελλάδα θα πρέπει να φοβούμεθα τις επιτυχίες και όχι τις συμφορές, γιατί οι συμφορές ενώνουν, ενώ οι επιτυχίες, με τον φθόνον που προκαλούν, διχάζουν.
Κωνσταντίνος Καραμανλής
Σύμφωνα με τους New York Times και τους ειδικούς ταξιδιωτικούς συντάκτες του που υπέβαλαν 55 προτάσεις στην επιτροπή που συστάθηκε για αυτόν ακριβώς τον λόγο, η εμπειρία ενός γεύματος στην ορεινή ταβέρνα-εστιατόριο των Χανιών είναι μοναδική αφού «Το ίδιο το νησί (σ.σ. η Κρήτη) αποτελεί έναν από τους παλιότερους χωρίς διακοπές κατοικημένους πολιτισμούς ολόκληρης της Ευρώπης. Εχει μια τρελή ιστορία και απλά πηγαίνοντας εκεί και τρώγοντας αυτό το φαγητό, ο τρόπος που το μαγειρεύει, είναι τόσο τίμιο». Ποια στοιχεία οδήγησαν τους ειδικούς της επιτροπής να συμπεριλάβουν τον Ντουνιά στις 25 τελικές επιλογές τους;
Πήγαμε για πρώτη φορά το καλοκαίρι του 2013, έπειτα από μια περιπετειώδη αναζήτηση θα πρέπει να πω, αφού στη διαδρομή μας από την Κίσσαμο περάσαμε πρώτα μια άλλη Δρακώνα, πολύ πιο κοντινή μας, πριν συνειδητοποιήσουμε ότι ο Ντουνιάς βρισκόταν κρυμμένος στην ορεινή Δρακώνα Κεραμειών. Οπως και να έχει όμως, μετά από μια μοναδική διαδρομή μέσα από το φαράγγι του Θερίσου, ανακαλύψαμε το μοναδικό εστιατόριο του νησιού που αυτοχαρακτηριζόταν ως «slow food εμπειρία» όπως έγραφαν οι ταμπέλες του. Και τι εμπειρία ήταν αυτή, πραγματικά.
Eξω από το μαγαζί, στον δρόμο, έπαιζαν δυο πιτσιρικάκια με ένα κατσικάκι κι ένα μικρόσωμο μαλλιαρό σκυλάκι με τρία πόδια. Τα παιδιά του Στέλιου και της Ευμορφίλης Τριλυράκη μεγάλωναν και μεγαλώνουν μέσα και έξω από το εστιατόριο των γονιών τους χειμώνα καλοκαίρι -όταν δεν έχουν σχολείο- αν και σήμερα πια είναι τρία. Εκεί, στην άκρη του δρόμου, μπροστά στο μαγαζί, σε μια ιδιοκατασκευή, στημένες τέσσερις αναμμένες παραστιές μαγείρευαν κρυμμένα σε κεραμικά σκεύη, σκεπασμένα φαγητά. Ή μάλλον οι τρεις από αυτές, γιατί στην τέταρτη, σε ένα παλιοκαιρισμένο τηγάνι, βυθισμένες σε χρυσαφένιο ελαιόλαδο, σιγοτηγανίζονταν χοντροκομμένες πατάτες. Με αυτόν, τον τρόπο των παλιών γυναικών του νησιού που μαγείρευαν τα πάντα με δυο κλαράκια, οι πατάτες γίνονται στην ουσία κονφί, όπως θα έλεγαν οι φίλοι μας οι Γάλλοι, τραγανές απέξω, απίστευτα, σαν κάστανο, μελωμένες μέσα. Και είναι αυτές οι πατάτες που προκαλούν συζητήσεις στα τραπέζια γιατί κάθε μερίδα χρειάζεται 45 λεπτά για να σερβιριστεί και γιατί κάποιοι φρέσκοι πελάτες αναρωτιούνται γιατί τους αναφέρει ο Στέλιος στη λίστα των φαγητών ημέρας με εκείνον να σχολιάζει με αξεπέραστο ύφος «μην υποτιμάτε τις πατάτες κύριε».
Η εμπειρία εκείνης της ημέρας με οδήγησε στη συγγραφή του πρώτου άρθρου για τον Ντουνιά σε γαστρονομικό ελληνικό έντυπο και πολλά ακόμη στη συνέχεια, αφού η επίσκεψή μας εκεί προφανώς επαναλήφθηκε. Μόνοι μας ή με φίλους ή και με επίσης φίλους δημοσιογράφους γεύσης κάνουμε το ταξίδι ως τη Δρακόνα με κάθε επίσκεψή μας για να δούμε τους φίλους πια, Στέλιο και Ευμορφίλη.
Oμως πέρα από τις τηγανητές πατάτες, που για πολλούς πιστέψτε με είναι αιτία ταξιδιού, τι μας έκανε να ξεχωρίσουμε τούτο το εστιατόριο από τα υπόλοιπα αγαπημένα μας της Κρήτης; Η τίμια αυθεντικότητά του, χωρίς καμιά διάθεση εντυπωσιασμού, αλλά με βαθιά πίστη στις επιλογές του ιδιοκτήτη. Ο Στέλιος Τριλυράκης εγκατέλειψε τα εστιατόρια στα Χανιά όπου εργαζόταν ως μάγειρας, πήρε την Ευμορφίλη και επέστρεψαν στο χωριό του. Επέλεξε να μαγειρεύει σε φυσική φωτιά, σε στόφες δηλαδή (ξυλόσομπες), στον ξυλόφουρνο και στις παραστιές (ειδική κεραμική κατασκευή, που στη βάση της δέχεται τα ξύλα και στην κορυφή τοποθετείται το σκεύος μαγειρικής, πηλοτσούκαλα στη συγκεκριμένη περίπτωση. Φυσικά και υπάρχει ρεύμα στο μαγαζί, και ένα επαγγελματικό ψυγείο για τη σωστή διατήρηση των υλικών, αλλά όχι, πουθενά δεν υπάρχει κατάψυξη.
Το φαγητό που μαγειρεύει είναι αυστηρά και αποκλειστικά εποχικό, οι πρώτες ύλες προέρχονται από δικές του καλλιέργειες και από γειτονικούς παραγωγούς. Στα χρόνια που γνωριζόμαστε, ο Στέλιος εξελίσσεται και εμπλουτίζει την παραγωγή του με στόχο την απόλυτη αυτάρκεια. Αγελάδες της βραχυκερατικής -στεπικής- φυλής, τα γιδομούσχαρα σύμφωνα με την ντοπιολαλιά, βόσκουν στην πλαγιά του βουνού, σιτάρι μαυραγάνι και κριθάρι δίστοιχο καλλιεργούνται για το αλεύρι που δίνει τα «βαριά» ψωμιά και τα παξιμάδια του δικού τους ξυλόφουρνου, το γάλα από τα οζά (ζώα) τους τυροκομείται ή γίνεται γιαούρτι καθημερινά.
Για καλωσόρισμα στο τραπέζι, το δικό μας τουλάχιστον, αφού αφήνουμε την παραγγελία στα χέρια τους ανάλογα με το τι έχουν τα τσικάλια, καταφθάνει μια μοναδικής σύνθεσης σαλάτα του βουνού -κατά το χωριάτικη που όμως δεν μπορεί να ονομαστεί έτσι λόγω συστατικών. Ψητές στη χόβολη πατάτες, παντζάρια, κολοκύθια, αγκινάρες, φασόλια, ντομάτες, αγγούρια, κρεμμύδι, βότανα, όλα ανακατεύονται γλυκά φέρνοντας με τη μια στο τραπέζι όλα τα αρώματα της γης, ανάλογα με την εποχή της επίσκεψης. Μαζί, φρεσκοψημένο προζυμένιο ψωμί και σκληρό τυρί παραγωγής τους. Και μπίρα ή κρασί, ανάλογα με τα κέφια.
Ακολουθούν, με σειρά εντάσεων πάντοτε, τα λαδερά. Γεμιστά, μελιτζάνες, γλυκοπατάτες και κολοκύθα, φασολάκια και κουκιά, μόνα τους ή σε τουρλού λη με ξινόχοντρο. Και έπειτα περνάμε στα κρέατα. Αρνιά, κατσίκια, ζυγουράκια και τραγάκια και χοιρινά, με όλη τη γλύκα και το μέλωμα του απελπιστικά αργού μαγειρέματος στα ξύλα. Η ροή του σερβιρίσματος είναι σωστή, χωρίς κενά, από τη στιγμή που θα έρθει το πρώτο πιάτο αφού «εδώ κυρία μου προσφέρουμε slow food, λάβετε υπομονή». Με ευγένεια πραγματική μα και με περηφάνια για το φαγητό που έχει μαγειρευτεί στην κουζίνα τους.
Η σαλάτα. Πάντα της εποχής
Κουνουπίδι, μπρόκολο με χόνδρο
Λαχανοντολμάδες στο πήλινο
Κατσικάκι με πατάτες
Αρνί στη λαδόκολλα
Χοιρινο μαγειρεμένο με χυμό πορτοκάλι
Είναι όμως μόνο ετούτα που έκαναν τους ειδικούς να ορίσουν τον Ντουνιά ως μοναδική ταξιδιωτική εμπειρία; Oχι, ασφαλώς. Εκεί, όλες οι σύγχρονες τάσεις της γαστρονομίας αποτελούν καθημερινή πρακτική βασισμένη σε αιώνες παράδοσης. Το nose to tail αποτελεί συστατικό της κυρίαρχης φιλοσοφίας, αφού τίποτε δεν πετιέται, όλα μαγειρεύονται, όλα γίνονται νόστιμα. To zero waste είναι ανάγκη, καθώς τα απορρίμματα ανακυκλώνονται, είτε για να ταΐσουν ζώα είτε για να γίνουν λίπασμα. Η τροφοσυλλογή δεν θα μπορούσε παρά να αποτελεί καθημερινή πρακτική, με τα άγρια χόρτα, τα βότανα και τα μανιτάρια να μπαίνουν στις κατσαρόλες.
Παλιότερα, ακόμη και δικοί μας γνωστοί, είχαν σχολιάσει τα αργασμένα χέρια του Στέλιου, με ύφος κάπως περίεργο. Δεν ήξερα τότε και δεν ξέρω και σήμερα αν πρέπει, αν υπάρχει λόγος να εξηγήσεις σε κάποιον ότι ο αγρότης εστιάτορας δεν είναι κατ’ όνομα άνθρωπος της γης αλλά στην κυριολεξία και ότι το «από το χωράφι στο πιάτο» στον Ντουνιά παραμένει όσο πιο αληθινή εμπειρία μπορείς να φανταστείς. Και ότι δεν μπορεί και δεν πρέπει να έχεις βελούδινα χέρια για να σερβίρεις το φαγητό που βγήκε στην κυριολεξία από τα δικά σου χέρια από την αρχή του μέχρι το τέλος.
Η πορεία όλου αυτού του εγχειρήματος δεν γνώρισε από την αρχή επιτυχία και σίγουρα όχι από τους γείτονες, τους ντόπιους κατοίκους. Ισως γιατί αυτό το φαγητό το τρώγανε στα σπίτια τους, ίσως γιατί ο Στέλιος τους θυμίζει πώς ήταν κάποτε οι κουζίνες στα χωριά τους, πάντως σίγουρα δεν τους πρόσφεραν τη στήριξη που του αναλογούσε. Το έκαναν όμως άνθρωποι που γνωρίζουν από καλό φαγητό από άκρη σε άκρη στο νησί. Και που εκείνοι το μετέφεραν και σε ταξιδιώτες, Έλληνες και ξένους, όπως έγινε και με εμάς. Σιγά σιγά η φήμη απλωνόταν, ο δρόμος για το ορεινό χωριό άρχισε να γίνεται γνωστή, ο δρόμος να γεμίζει παρκαρισμένα αυτοκίνητα κάθε είδους. Το μόνο που δεν αλλάζει είναι η φιλοσοφία του Στέλιου και της Ευμορφίλης. Από όπου και να είσαι, όποιος και να είσαι, όσο μεγάλη παρέα και όσο μικρή, θα φας με τη σειρά σου, με το τέμπο της κουζίνας.
Ο Στέλιος στους κήπους του, 200μ. απ΄την κουζίνα του
Ο τόπος, ο χώρος, έχει τη δική του δυναμική. Καλοδέχεται και αγκαλιάζει όσες και όσους φτάνουν μέχρι εκεί για να απολαύσουν την ανυπόκριτη εμπειρία, χωρίς να κουβαλούν μαζί τους αστικές ή μεγαλοπιασμένες προσδοκίες. Η ίδια η ατμόσφαιρα σε υποτάσσει, σου επιβάλλει τους δικούς της, αργούς, ανθρώπινους ρυθμούς, κι αν δεν μπορείς να το εισπράξεις, να το αποδεχθείς, καλύτερα να μην μπεις στην ταλαιπωρία της διαδρομής. Μην ξεκινήσεις περιμένοντας να φας σεβίτσε και τιραντίτο, κρέμα γάλακτος ή φιλέτο κοτόπουλο με πράσινη σαλάτα, μην πας αν δεν σου αρέσουν οι δοκιμές.
Ομως θα βρεις πιάτα που θα λατρέψεις αν είσαι vegetarian ή vegan, παμφάγος ή κρεοφάγος. Κι αν είσαι λάτρης της γαστριμαργικής εμπειρίας, θα έχεις βρει τον τόπο σου. Για τους τολμηρούς -για το δικό μας μυαλό- συνδυασμούς, για τη μαγειρική, για τις ιδέες, για την υλοποίηση, που χρόνο με τον χρόνο γίνονται ακόμη καλύτερες.
Αν έχεις διάθεση και κουράγιο, μπορείς να ζητήσεις μια μικρή ή μεγαλύτερη ξενάγηση στα ζώς και στα χωράφια, εάν και εφόσον ο καιρός και ο χρόνος το επιτρέπουν. Κι αν δεις πολλά νεαρά αμερικανάκια να τιτιβίζουν γύρω σου, μην παραξενευτείς, γιατί πανεπιστήμια των ΗΠΑ στέλνουν φοιτητές τους στον Ντουνιά, για εκπαίδευση.
Αν με όλα αυτά δεν κατάφερα να σας εξηγήσω για ποιους λόγους οι New York Times, και to Conde Nast Traveller παλιότερα, τοποθετούν τον Ντουνιά στις κορυφαίες γαστρονομικές εμπειρίες του πλανήτη, τότε ίσως μόνο μια επίσκεψη εκεί μπορεί να σας πείσει. Αλλά ίσως και όχι, αν οι προτεραιότητές σας είναι το design του χώρου και το φαίνεσθαι του συνόλου.
Photos: (c) Μανούσος Δασκαλογιάννης
Πηγή: newmoney.gr
Ορεινογραφίες
Τί είναι εκείνο που φτιάχνει φιλίες; τι είναι εκείνο που ατσαλώνει τις ανθρώπινες σχέσεις και τις κάνει τόσο δυνατές, όσο και τα ψηλά βουνά; Ποιο μπορεί να είναι το μέλλον μιας φιλίας που άρχισε κάποτε χρόνια πίσω, καθώς και το μέλλον ενός βουνού που κλυδωνίζεται από τις εξορύξεις; Υπάρχει σωτηρία στο μεγαλόπρεπο βουνό; Πάντως εκεί οι άνθρωποι έρχονται πιο κοντά και οι αδυναμίες παραμερίζονται, στην καθαρότητα της ανθρώπινης προσπάθειας. Μέχρι να γίνει όμως αυτό θα πρέπει να γνωριστούμε..
Στη Βαθιά Λάκκα της Γκιώνας
Ο φίλος μου – όπως και εγώ –ασχολείται με το βουνό κάμποσα χρόνια. Εκδρομούλες, κάποια βουνά, παρεούλες, λίγη αναρρίχηση, μπόλικες κουβέντες γύρο από τον κόσμο του βουνού και ας μην είναι ο τύπος του να μιλάει πολύ. Γνωριστήκαμε χρόνια πίσω στην ξενιτιά, εκεί που τα όνειρα με τα σχέδια έδιναν και έπαιρναν, εκεί που οι χαρές και οι λύπες δεν είχαν σημασία, αφού ανήκαν στο ίδιο όνειρο, το μεγάλο, τότε που τα όνειρα έστηναν καλλίτερους κόσμους. Εγώ να μιλάω περισσότερο και αυτός να ακούει, εγώ να υπόσχομαι πολλά και ο άλλος να κουνάει το κεφάλι. Εγώ να είμαι αισιόδοξος για το αύριο και ο εκείνος απαισιόδοξος γι’ αυτό. Όταν κουραζόμασταν από την σοβαρότητα της κουβέντας και το αδιέξοδό της, αρχίζαμε τα παιχνίδια και τότε συναγωνιζόμασταν στις τρέλες και στα γέλια για να συμφωνήσουμε από κοινού την επιθυμία μας για «αιώνια» φιλία.
Εργασίες εξόρυξης στο βουνό. Απέναντι ο Παρνασσός με το χ. Βάριανη
Κάποτε γυρίσαμε στην πατρίδα, ο καθένας φορτωμένος το δικό του σακίδιο. Τραβήξαμε το δρόμο ξέχωρα για πάνω από δέκα χρόνια, κρατώντας ο καθένας για τον εαυτό του ό,τι θα μπορούσε ν’ αντέξει στον χρόνο. ‘Έμειναν κάτι συζητήσεις για την ομορφιά του τόπου μας και κάποιες νοητές περιπλανήσεις στα ορεινά που κάναμε στην ξενιτιά για βουνοκορφές, που δεν είχαμε ποτέ περπατήσει και φυσικά σκαρφαλώσει. Για την «άγνωστη» ομορφιά των ορεινών μας! Και αυτά έμειναν στον καθένα μας. Μετά από χρόνια, δεν μας έφεραν κοντά τα παιδιά μας ούτε και κάποιες δουλειές. Οικογενειάρχες με δουλειά, σπίτι και αμάξι είχαμε μπει για τα καλά στην «ζωή» αν δεν το λέμε κάπως αλλιώς αυτό!. (Μαγκανοπήγαδο)..
Αφήσαμε όλα αυτά στην άκρη και δώσαμε το πρώτο μας ραντεβού (επανένωσης) στα ψηλώματα της Γκιώνας. Γιατί διαλέξαμε την Γκιώνα; Είχε και αυτό τους λόγους του. Άνοιξη στην Γκιώνα. Ένας ήλιος να καίει και κάτι σύννεφα να απειλούν, μαζί με τα δυνατά τραντάγματα του τόπου απ’ τα συνεργεία που συνέχιζαν αμέριμνα το έργο τους. Η Κίνηση Προστασίας Εθνικών Δρυμών, μια οικολογική οργάνωση, έδειξε το ενδιαφέρον της για την Γκιώνα. Το βουνό αποτελεί ένα αξιόλογο οικοσύστημα, το οποίο, παρά την σημασία του, όχι μόνον δεν απολαμβάνει κανενός είδους προστασίας, αλλά επιπρόσθετα απειλείται άμεσα με ολοκληρωτική καταστροφή, όπως έχει επισημανθεί ήδη από διάφορες οργανώσεις, όπως ο Χιονοδρομικός Ορειβατικός Σύλλογος Άμφισσας, αλλά και από πλήθος μεμονωμένων ατόμων. Από το 1984 άρχισε η κινητοποίηση της Κίνησης με διάφορες εκδηλώσεις ενημέρωσης και διαμαρτυρίας, με αρθρογραφία σε οικολογικό τύπο και αλλού. (Βλέπε: Τριαντάφυλλου Αδαμακόπουλου Γιώργου Σφήκα, Βασίλη Χατζηρβασάνη1988: Αξιολόγηση και διαχείριση του οικοσυστήματος της Γκιώνας). ‘Έχουμε και λέμε,
«Έρημες» στάνες και μαντριά στα ψηλώματα της Γκιώνας
Συνεχίστε την ανάγνωση του “Δυο φίλοι απ’ τα παλιά, και η Γκιώνα που τρίζει..”
Οι πολιτισμένοι λαοί κερδίζουν την εξουσία με την ψήφο των πολλών, κυβερνώνται με την ικανότητα των ολίγων και μεγαλουργούν με την πνοή του ενός.
Ελευθέριος Βενιζέλος
«Έκανα ένα τεράστιο λάθος. Δεν πίστεψα ποτέ, ότι στον κόσμο που ζούμε, τα συναισθήματα θα μπορούσαν να υπερνικήσουν κάθε λογική στις επιχειρήσεις»
Αριστοτέλης Ωνάσης
Εάν με ρωτούσαν «Τι είναι η σκλαβιά»; και έπρεπε να απαντήσω με μια λέξη, θα έλεγα «φόνος» και θα γινόμουν αμέσως κατανοητός. Δεν θα χρειαζόταν κανένα επιπλέον επιχείρημα για να δείξω ότι το να αφαιρείς από κάποιους τις σκέψεις τους, τις επιθυμίες τους, την προσωπικότητά τους είναι μια εξουσία ζωής και θανάτου, και το να σκλαβώνεις έναν άνθρωπο είναι σαν να τον σκοτώνεις. Επομένως γιατί στην ερώτηση «Τι είναι η ιδιοκτησία;» να μην απαντήσω «Κλοπή»;
Pierre-Joseph Proudhon, 1809-1865, Γάλλος.
Είναι ο πρώτος που αυτοχαρακτηρίστηκε αναρχικός
Οι καινοτόμοι του μέλλοντος(future innovators). Η άλλη Ελλάδα.
•Τρεις μαθητές από την Πάτρα,ο Γιάννης Ράγκος, η Αλίκη Ράγκου, ο Κωνσταντίνος Μαζαράκης με προπονητή τον Σπυρίδωνα Τσουκαλά κατέκτησαν την πρώτη στην Ευρώπη και τέταρτη στο κόσμο θέση στην Παγκόσμια Ολυμπιάδα Ρομποτικής,(τεχνητή νοημοσύνη) Μεταξύ 76 χωρών και σχεδόν 300 συμμετοχών.
Κάθε συμμετοχή είχε πριν διαγωνισθεί με άλλες σε εθνικό επίπεδο. Η κατηγορία του διαγωνισμού ήταν οι future innovators. Οι καινοτόμοι του μέλλοντος. Πως πήγαν εκεί; Προφανώς όχι από το αξιότιμο Υπουργείο Παιδείας .Με ιδιωτική χορηγία της Cosmote η οποία πανηγυρίζει, και πολύ καλά κάνει, με ανακοινώσεις και δηλώσεις στελεχών. Τα παιδιά δεν έδωσαν συνεντεύξεις γιατί δεν προκάλεσαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Είμαι όμως βέβαιος ότι το χαίρονται τα ίδια και καμαρώνουν οι άξιοι γονείς.
•Είναι θαυμάσιο το θέμα που επέλεξαν. Κατασκεύασαν σύστημα που με ταχύτατο τρόπο μετασχηματίζει σε γραφή braille (η γραφή για τους στερούμενους οράσεως), και ήχο, τις σημειώσεις του καθηγητή στον πίνακα της τάξης, βιβλία και χειρόγραφα έτσι ώστε οι μαθητές που στερούνται όρασης να παρακολουθούν και να μελετούν τα μαθήματα χωρίς να υπολείπονται σε δυνατότητες από τους συμμαθητές τους. Χίλιες φορές μπράβο στα παιδιά.
•Οι αστείρευτες δυνάμεις και πηγές της χώρας μας που αύριο θα απορροφηθούν από αμερικανικά πανεπιστήμια και εταιρείες και δύσκολα θα παραμείνουν εδώ. Brain drain.
•Η δημοσιότητα περιορισμένη. Προέχουν άλλα. Ο Μίχος,ο γυναικοκτόνος, το παλτό στο Λονδίνο της καλής μας τραγουδίστριας κλπ. Δεν λέω πως κάθε θέμα δεν πρέπει να μας απασχολεί όχι όμως με βομβαρδισμό λεπτομερειών νοσηρής φύσεως. Υπάρχει και η άλλη Ελλάδα. Των πολλών των αναρίθμητων δημιουργικών ανθρώπων. Εν προκειμένω τους εντοπίζει η Cosmote και όχι το εκπαιδευτικό σύστημα όπως θα όφειλε,όπως θα έπρεπε. Χωρίς καθόλου να αποκλείονται δράσεις του ιδιωτικού τομέα.
Πάνος Μπιτσαξής
Οι κριτές επί τω έργω !
Κανείς δεν θέλει να πεθάνει. Ακόμα και οι άνθρωποι που θέλουν να πάνε στον παράδεισο, δεν θέλουν να πεθάνουν για να πάνε εκεί.
Όμως, ο θάνατος είναι ο προορισμός που όλοι μοιραζόμαστε. Κανείς δε γλίτωσε ποτέ από αυτόν και έτσι πρέπει να είναι, γιατί ο θάνατος είναι ίσως η πιο καλή εφεύρεση στη ζωή. Είναι ο παράγοντας αλλαγής της ζωής.
Διώχνει το παλιό για να κάνει χώρο για το νέο.
Steve jobs (1955 – 2011) ήταν μια από τις πιο γνωστές προσωπικότητες στον χώρο της τεχνολογίας, ένας εκ των δύο συνιδρυτών, πρώην πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Apple.
Η Μιλέν Ντεμονζό, σύμβολο του σεξ στα νιάτα της αλλά και ηθοποιός που προτάθηκε για βραβεία ερμηνείας το 2007 και η οποία έπαιζε μέχρι και το 2018 σε ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, απεβίωσε χθες σε νοσοκομείο του Παρισιού, σε ηλικία 87 ετών, μετά από μάχη με τον καρκίνο.
Την εποχή της μεγάλης δόξας της, είχε κυκλοφορήσει και ένα ανέκδοτο λόγω της προφοράς του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Φέρεται ότι συναντήθηκαν οι δυο τους σε παρισινό ξενοδοχείο και ότι στις συστάσεις έγινε ο εξής διάλογος: – Μιλέν Ντεμονζό – Μι’ λεν Κώστα. Σε άλλη παραλλαγή, την ρωτάει ο Καραμανλής «Πώς σ’λεν κούκλα» και εκείνη απαντά «Μιλέν Ντεμονζό».
Σύμφωνα με τον Εμμανουήλ Καντ:
το αποτέλεσμα μιας πράξης δεν έχει τόση σημασία, αρκεί οι προθέσεις να είναι καλές. Άρα, αν κάποιος πέσει στο ποτάμι για να σώσει κάποιον που πνίγεται, του αξίζει έπαινος ανεξαρτήτως του αν θα σώσει ή όχι το άλλο άτομο.
Μετράνε ακόμη και οι προθέσεις που έχουν φέρει αντίθετα αποτελέσματα. Αν κάποιος προσπαθήσει να κάνει καλό, αλλά ακούσια κάνει κακό, η πράξη είναι καλή, επειδή οι προθέσεις είναι καλές.
Επίσης, αν κάποιος σκοπεύει να κάνει μια κακή πράξη, αλλά αυτή πάει στραβά και τελικά έχει ευεργετική εξέλιξη, η πράξη παραμένει ανήθικη.