Γλυπτά..το ανωτατο στάδιο της ανοησίας είναι ο ιδιοτελής νομικισμός

•Αν η φερόμενη συμφωνία έχει το περιεχόμενο που διαβάζω μιλάμε για ένα διαπραγματευτικό αριστούργημα,την τέλεια αξιοποίηση ενός θετικού momentum και την αδόκητη εκπλήρωση ενός στόχου που στα πρώτα του βήματα ήταν στα όρια του αδύνατου.

Αντί να πέσουν πάνω στη Κυβέρνηση να ολοκληρώσει το θέμα χωρίς δισταγμούς, να τη θέσουν προ ευθυνών αν το καθυστερήσει αδικαιολόγητα , ΣΥΡΙΖΑ, Ανταρσύα και μερίδα αρχαιολόγων προσπαθούν με τα νύχια και τα δόντια να ματαιώσουν την επανένωση των γλυπτών.Εργαλείο η πλέον ανόητη επίκληση ενός άστοχου και ιδιοτελούς νομικισμού.


•Η νομική φόρμουλα της επανένωσης δεν έχει καμία σημασία. Απολύτως καμία.Ούτε καν ηθική.Οι νομικές σχέσεις ρυθμίζουν καταστάσεις. Δεν κανοναρχούν την Καντιανή ηθική. Όπως και να λέγεται.

Δάνειο, χρησιδάνειο,παρακαταθήκη,πολιτιστική συνεργασία η ότι βάλει η γραφίδα σε ένα «ύφος» αποδεκτό εκατέρωθέν. Επι της ουσίας είναι ευχερές να βρεθεί αποδεκτό «ύφος». Σημασία έχει να επιστρέψουν τα γλυπτά και να μείνουν εδώ εσαεί. Να ισχύει «αχρι καιρού» όπως λένε τα συνοδικά κείμενα. Αορίστως για να το πω πιο νομικά. λλωστε αν επιστρέψουν δεν μπορούν να ξαναφύγουν. Εδώ τελούν υπό την σκέπη συνταγματικών προβλέψεων και σε ελληνική δικαιοδοσία ότι και να λέει μια συμφωνία.
•Όχι λένε οι ανοηταίνοντες. Να αναγνωρίσουν οι Άγγλοι ότι είναι κλεπταποδόχοι, ότι τα γλυπτά είναι κλεμμένα και ότι δεν μπορούν να δανείσουν κάτι που δεν τους ανήκει. Ας κάνουμε και τη δίκη του Έλγιν. Ο ΔΣΑ μπορεί να κάνει την παραγωγή. Μετά την επιτυχημένη παράσταση της δίκης του Κολοκοτρώνη ας κάνουμε τη δίκη του Έλγιν.

Μα μιλάνε σοβαρά; έχουν συναίσθηση; Μιλάμε για το τέλος του 18 ου αιώνα. Το ελληνικό κράτος δεν είχε συσταθεί. Μιλάμε για σουλτανικά φιρμάνια. Μιλάμε για 220 χρόνια κατοχής, μιλάμε για παράγωγο τρόπο κτήσης «κυριότητας» κατά το δίκαιο της Αγγλίας που είναι το δίκαιο που διέπει το ζήτημα.Lex rei sitae. Μιλάμε και για κάτι αδύνατο πολιτικά. Θα πουν οι Άγγλοι 220 χρόνια μετά. Ναι είμαστε κλέφτες συγγνώμη; Θέλουμε την επανένωση; ή όχι.Η μήπως θέλουμε την εθνική παραμυθία για τα επόμενα 200 χρόνια.


•Την κυριότητα των γλυπτών την έχει μόνο και αποκλειστικά ο Περικλής και η Αθηναϊκή Δημοκρατία.Το ζήτημα δεν είναι η κυριότητα αλλά που βρίσκονται τα γλυπτά εδώ η στο Λονδίνο.Το ζήτημα δεν είναι καν νομικό. Αν ήταν θα είχαμε κάνει δίκη. Ο ΣΥΡΙΖΑ την απέφυγε τελευταία στιγμή και πολύ καλά έκανε τότε.


•Αντιδρούν τέλος στις περιοδικές εκθέσεις αρχαιοτήτων στο Βρετανικό μουσείο.Ένα μουσείο που δι αυτού του τρόπου θα προβάλει τη χώρα μας σε δεκάδες εκατομμύρια επισκέπτες.Τι υποκρισία. 8500 χιλιάδες και πλέον σημαντικά εκθέματα, ελληνικά αρχαία, εκτίθενται στην οικουμένη. Να πω μερικά; Η Αφροδίτη της Μήλου, η Νίκη της Σαμοθράκης,το πιστό αντίγραφο του χαμένου Δισκοβόλου,η πληγωμένη Αμαζόνα,ολόκληρος σχεδόν ο ναός της Περγάμου, από τουρκικό έδαφος αλλά μιας πανάρχαιας ελληνικής πόλης. Στο Παρίσι,τη Βιέννη,το Βατικανό,τη Ν.Υόρκη,το Βερολίνο και παντού. Ας αποκαλέσουμε λοιπόν Αμερικανούς,Γάλλους,Γερμανούς,Αυστριακούς ,καθολικούς και Ιταλούς κλέφτες και κλεπταποδόχους ας ζητήσουμε έγγραφη ομολογία και άμεση επιστροφή.Να βγει το εθνικό μας άχτι.Να κηρύξουμε παγκόσμιο πολιτιστικό πόλεμο και Ανταρσία.


•Ο επαναπατρισμός της κληρονομιάς μας είναι μια διαρκής,επίπονη,σύνθετη υπόθεση που θέλει ρεαλισμό και επίγνωση της πραγματικότητας. Όχι κραυγές. Η επανένωση των γλυπτών θα είναι ένα εκπληκτικό μαι απρόσμενο έναυσμα , ένα προηγούμενο (precedent) για την γενικότερη προώθηση ενός τέτοιου στόχου.

Ελπιζω πραγματικά να μη χάσουμε την ευκαιρία. Να μη πέσουμε στο δόκανο.Γιατί το ανώτατο στάδιο της ανοησίας είναι ο ιδιοτελής νομικισμός.Ο επενδεδυμένος με δήθεν εθνικό ένδυμα. Κάποτε θεωρούσαμε πως αυτή η στάση είναι “δεξιάς” προέλευσης.Τώρα είναι “αριστερής.”

Πάνος Μπιτσαξής

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ W. B. Yeats

W. B. Yeats

Πηγή: neoplanodion.gr

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

Η δεσποινίς Lucy M. J. Garnett μετέφρασε στον τόμο Greek Folk Poesy περίπου τετρακόσιες σελίδες ελληνικής δημοτικής ποίησης, εν μέρει προσφάτως αποθησαυρισμένης και εν μέρει αντλημένης από ελληνικές συλλογές· και ο κ. J. S. Stuart-Glennie προλόγισε το βιβλίο με ορισμένες μελέτες όπου εκθέτει μια νέα θεωρία για την προέλευση του πολιτισμού. Θα ακολουθήσουν ανθολογίες ελληνικής δημώδους πεζογραφίας και γαελικής δημώδους ποίησης, ενώ οι εισαγωγές και οι σημειώσεις κ.λπ. αυτών των βιβλίων θα αποτελέσουν την τελική απόδειξη της θεωρίας του κ. Στούαρτ-Γκλέννι.

Στην αρχή, διαβάζει κανείς τον συγγραφέα με δυσκολία και απρόθυμα λόγω του βαρβαρικού ύφους του. Χρησιμοποιεί τις μακρύτερες και αντιμουσικότερες λέξεις και, ακόμη και όπου έχει εύκαιρη μια απλή λέξη όπως «καταγραφές», αρέσκεται σε γεννήματα της φαντασίας του όπως «αποκαταγραφήματα», ενώ αδιανόητη είναι η κατάχρηση που κάνει των κεφαλαίων. Σταδιακά, ωστόσο, αντιλαμβάνεται κανείς μια ορισμένη δύναμη φαντασίας και διανοητικής ενάργειας μέσα σε όλη αυτή την αμετροέπεια· και σύντομα κυριεύεται από έντονη περιέργεια.

Αντί των αποδεκτών θεωριών για την αυθόρμητη ανάπτυξη του πολιτισμού από την άγρια κατάσταση, ο συγγραφέας προτείνει ό,τι αποκαλεί «γενική θεωρία των συγκρούσεων» και υποστηρίζει ότι οι «πολιτισμένες» ή «προηγμένες κοινότητες» πρωτοδημιουργήθηκαν όταν μια φυλή ανώτερης διανοητικής ισχύος εξανάγκασε ή έπεισε μια φυλή κατώτερη διανοητικά να της παρέχει τροφή και στέγη σε αντάλλαγμα για τις θρησκευτικές και επιστημονικές γνώσεις που, με αύξουσα διαρκώς πολυπλοκότητα, είχε πλέον την άνεση να καλλιεργεί και να μεταλαμπαδεύει από γενιά σε γενιά.

Αυτός ο ανταγωνισμός, ο ανταγωνισμός της εκλέπτυνσης έναντι της ισχύος, η εκλέπτυνση των ελάχιστων κάποτε έναντι της ισχύος του πλήθους, μετατράπηκε σταδιακά από ανταγωνισμό μεταξύ ανθρώπων διαφορετικών φυλών σε συμμαχία μεταξύ ανθρώπων διαφορετικών τάξεων, και έτσι δημιουργήθηκε ο σύγχρονος κόσμος. Ο συγγραφέας υποστηρίζει τη θεωρία του με μια περίτεχνη σειρά από επιχειρήματα, που η ελλιπής κατάρτισή μου δεν μου επιτρέπει να τα παραθέσω, μεταξύ των άλλων με επιχειρήματα ερειδόμενα στην ύπαρξη «ήδη από τις πολύ πρώιμες περιόδους για τις οποίες έχουμε ανθρωπολογικές αποδείξεις» «τουλάχιστον δύο διαφορετικών ή διανοητικά άνισων ειδών ή φυλών πρωτογόνων», που διέφεραν μεταξύ τους «τόσο στον κρανιακό τύπο όσο και στο ανάστημα, περισσότερο απ’ ό,τι διαφέρουν οι λευκοί από τους μαύρους».

Αυτή η θεωρία, αν εδραιωθεί, επισημαίνει ο κ. Stuart-Glennie, θα συμφιλιώσει τις θεωρίες συγγραφέων όπως ο καθηγητής Μαξ Μύλλερ, ο οποίος πιστεύει ότι οι μεγάλες αρχαίες μυθολογίες έχουν ένα βαθύ και πολύπλοκο νόημα, με τις θεωρίες συγγραφέων όπως ο κ. Άντριου Λανγκ, ο οποίος πιστεύει ότι αποτελούν επιβίωση των πεποιθήσεων των αγρίων· κι αυτό διότι οι άνθρωποι της ανώτερης φυλής δεν θα μπορούσαν να επινοήσουν ασφαλέστερο τρόπο για να παρατείνουν την κυριαρχία τους παρά να μετατρέψουν τις πάγκοινες παιδαριώδεις αντιλήψεις σε ένα σύνθετο μυστήριο του οποίου οι προφήτες και οι φύλακες ήταν οι ίδιοι: με δυο λόγια, τα ενστικτώδη και αυθόρμητα στοιχεία προέρχονται από τους πολλούς, ενώ από τους λίγους κυρίαρχους τα βαθυστόχαστα και τα μελετημένα.

Βρίσκω αυτή τη θεωρία, που επιβεβαιώνει την υπεροχή της διάνοιας, πολύ πιο εύλογη από οποιαδήποτε άλλη θεωρία που αποδίδει την προέλευση, μέσω μιας ασαφούς διεργασίας την οποία κανείς δεν έχει εξηγήσει, των πιο εξαίρετων επινοήσεων της λαϊκής παράδοσης και μυθολογίας στη φαντασία των πάντων και του κανενός· ωστόσο μόνο οι επιστήμονες λαογράφοι και μυθολόγοι θα κρίνουν αν είναι σύμφωνη με τα γεγονότα. Είμαι, πάντως, πεπεισμένος ότι μια παρόμοια θεωρία θα εδραιωθεί μακροπρόθεσμα· δεν είμαι δημοκράτης στα πνευματικά πράγματα και είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι το περίτεχνο κάλλος δεν γεννήθηκε ποτέ παρά από το πνεύμα του αφοσιωμένου καλλιτέχνη που γράφει σε συνθήκες άνεσης και γαλήνης.

Ο κ. Στούαρτ-Γκλέννι αφιερώνει ορισμένες σελίδες σε μια ανάλυση αποδομητική των σήμερα αποδεκτών ταξινομήσεων και ορισμών της επιστήμης της λαογραφίας, και προτείνει ταξινομήσεις και ορισμούς κατά τη νέα του θεωρία. Όλοι οι ορισμοί του μου φαίνονται άριστοι, εκτός ίσως από τον άγαν μονόπλευρο ορισμό της θρησκείας, ο οποίος την αντιμετωπίζει αποκλειστικά και μόνο ως ζήτημα συμπεριφοράς, και οι ταξινομήσεις του θα ήταν ίσως εξίσου χρήσιμες όσο είναι ασφαλώς ενδιαφέρουσες, αν δεν του έλειπε το ένστικτο της σωστής λέξης. Το «Zoonist» δεν είναι λέξη αγγλική, και η αυθαίρετη διάκριση μεταξύ «θρύλων» και «διηγήσεων» ως κριτήριο διαχωρισμού της λαογραφίας των κοσμολογικών από εκείνην των ηθικών ιδεών δεν είναι καλή ιδέα.

Στο μέτρο που ο συγγραφέας δεν είναι χειρότερος σ’ αυτό από άλλους λαογράφους, θα προσπερνούσε ίσως κανείς το ύφος του σεβόμενος τη θεωρία του, αν η συνεργάτιδα που επέλεξε δεν έγραφε επτά φορές χειρότερα από τον ίδιο. Μια επιστημονική θεωρία προσωρινά μόνο ζημιώνεται από τη γλώσσα της έκθεσής της, αλλά ένα δημοτικό τραγούδι ξαναχυμένο σε κακούς στίχους χάνει το ήμισυ του επιστημονικού και όλο σχεδόν το λογοτεχνικό του ενδιαφέρον. Η δεσποινίς Γκαρνέτ θα είχε ίσως φτιάξει ένα όμορφο βιβλίο αν είχε αρκεστεί στον πεζό λόγο. Οι μεταφράσεις του Λεκόντ ντε Λιλ από τον Όμηρο, τον Βιργίλιο και τον Αισχύλο, οι ομηρικές μεταφράσεις του κ. Λάνγκ, του κ. Μπούτσερ και του κ. Λήφ, η μετάφραση του Θεόκριτου από τον κ. Λανγκ και οι πρόσφατες μεταφράσεις ρουμανικών δημοτικών τραγουδιών ήταν σίγουρα επαρκές προηγούμενο. Στίχος στη μετάφραση δεν συγχωρείται αν ο μεταφραστής δεν έχει τη δύναμη να γράφει όπως ποιητής· στίχοι όπως

I hear my heart a-sighing, a-grieving with its smart,
And my nous which calls in answer, ‘Have patience, O dear Heart!’.

Ακούγω την καρδιά μου να σκούζη, να πονή,
κι’ ο νους μου της φωνάζει «καρδιά, ’χε ’πομονή». ]·

και στίχοι όπως

A flower I took thee to my heart, and there a thorn art thou;
And marvels all the world to see that lost our love is now.

Λουλούδι σ’ είχα στην καρδιά και μου ’γινες αγκάθι
και θάμασε όλος ο ντουνιάς η αγάπη μας πώς χάθη. ]·

και στίχοι όπως

‘Vlachopoula, thee I love;
This I’ve come to tell my dove.’

‘Goumene, if thou lov’st true,
Go and fetch a boat, now do.’

‘Handsome let its boatman be,
To pull the oars for thee and me,’

[ — Βλαχοπούλα μ’, σ’ αγαπώ,
κι ήρθα για να σου το πω.

— Γούμενε, σαν μ’ αγαπάς,
φέρε βάρκα να με πας,

να ’χει κι όμορφα παιδιά,
να τραβούνε τα κουπιά. ]

δεν είναι γραμμένοι όπως γράφει ποιητής.

Οι μεταφράσεις της δίδoς Γκαρνέττ είναι πράγματι τόσο άψυχες που είναι αδύνατο να σχηματίσει κανείς την όποια κρίση για την ποιητική αξία των πρωτοτύπων ή να αποκομίσει από τις τετρακόσιες σελίδες της οτιδήποτε πέραν κάποιων σπάνιων και αμυδρών συναισθημάτων. Η ελληνική δημοτική ποίηση φαίνεται να είναι ποίηση άκρως πολιτισμένη, με ελάχιστη από την υπεράνθρωπη ανησυχία και την εξωφρενική ομορφιά της ρουμανικής και της γαελικής λαϊκής ποίησης. Μνημονεύει, για παράδειγμα, μια γριά μάγισσα πεντακοσίων ετών, αλλά δεν αξιοποιεί ποιητικά το στοιχείο αυτό, όπως ο Κέλτης δημοτικός ποιητής που βάζει μια τέτοια μάγισσα να κλαίει,

Ποιος το χρυσάφι μου άρπαξε
που χρόνια πεντακόσια
κοπιάζοντας το μάζευα
στις ερημιές του κόσμου.

Και η έκφραση του έρωτά της είναι συνετή, μετριοπαθής, σχεδόν υπολογιστική, σε αντίθεση με το ανεξέλεγκτο πάθος της πιο πρωτόγονης ποίησης. Δεν έχει τίποτε από την αναζήτηση του απόλυτου πάθους, του μυστήριου άπειρου συναισθήματος που βρίσκουμε σε τόσο μεγάλο μέρος της γαελικής ποίησης. Ποτέ δεν βρίσκουμε κάτι σαν εκείνο το άγριο λυρικό ξέσπασμα που μετέφρασε ο δρ Χάυντ:

Εκείνη είναι τα πλούτη μου, η γκριζομάτα εκείνη,
που στο προσκέφαλό μου δεν θα σκύψει.
Εκείνη είναι η αγάπη μου, ω η αγάπη μου,
που για τα με ποτέ δεν θα βογγήξει
μηδέ στο μνήμα μου λιθάρι θα μου στήσει.
Εκείνηνε κρυφαγαπώ, που καν δεν μου μιλάει
κι όταν χαθώ θα με ξεχάσει για καλά
και δεν θα με θρηνήσει.

Η συγκίνησή στην ελληνική ποίηση, αντίθετα, είναι σταθμισμένη και μετρημένη με μια ωραία αίσθηση των περιστάσεων και των περιστάσεων· διαισθάνεται κανείς ότι οι δημιουργοί της είχαν πλήρη επίγνωση της μεγάλης λόγιας λογοτεχνίας που προηγήθηκε και βάδισαν προσεκτικά στα χνάρια ανθρώπων απορροφημένων από υποθέσεις δημόσιες και κοσμικές. Ούτε έχει εκείνη τη θαυμάσια αίσθηση της λεπτής ώσμωσης του συναισθήματος και του έξω κόσμου που υπάρχει σε τραγούδια όπως αυτό το ρουμάνικο ερωτικό:

Όποιο δρόμο θέλεις πάρε,
όλοι οι δρόμοι είναι ίδιοι,
μόνο έλα να με βρεις –
Είπα στο κατώφλι μου
να σε περιμένει.

Απ’ το παραθύρι μου
φαίνονται οι τάφοι –
κι είναι εκείνοι στη ζωή μου
φύλακές μου και σκοποί.

Είναι πράγματι άκρως ανόμοιο ένα τέτοιο τραγούδι, καθώς είναι πάντα συγκεκριμένο, διαυγές, λογικό, έχει το καθαρό φως της ημέρας της εργασίας και της σκέψης και όχι το ασαφές μεγαλείο της ανατολής ή του ηλιοβασιλέματος. Του λείπουν, με άλλα λόγια, εκείνα ακριβώς τα γνωρίσματα που η γραπτή λογοτεχνία αντλεί συνεχώς από την άγραφη, ώστε να ξεφεύγει από το γήρας που τις προξενούν τόσες και τόσες αιτίες, από την καχεξία των ποδιών που πατούν μόνο στους στρωτούς δρόμους· άντληση που από μόνη της εικονογραφεί τη θεωρία του κ. Στούαρτ-Γκλέννι. Μοιάζει λιγότερο με δημώδη λογοτεχνία και περισσότερο με ανολοκλήρωτη λόγια λογοτεχνία, και αν την έκρινε κανείς μόνο από τα λογοτεχνικά χαρακτηριστικά της, θα την κατέτασσε, όχι στην πρωτόγονη ποίηση όπως η ποίηση της γαελικής Ιρλανδίας και Σκωτίας, αλλά σε ημιλόγιους, ημιενστικτώδεις στίχους σαν αυτούς που γράφτηκαν από άνδρες όπως ο Ουώλς, ο Κάλλαναν και οι συγγραφείς του κινήματος της «Νέας Ιρλανδίας» του ενεστώτος αιώνα.

~.~

W. B. Yeats

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙΠΛΑΝΩΜΕΝΟΥ ΑΙΓΚΟΥΣ

Στις φουντουκιές πλανήθηκα, στα δάση,
γιατί ’χα μια φωτιά καλή ορεχτεί
και βρήκα και ξεφλούδισα μια βέργα
και κρέμασα ένα μούρο στην κλωστή·
και τα νυχτοπετάλουδα όταν βγήκαν
και τ’ άστρα τρεμοφέγγαν σαν αυτά
πέταξα μες στο ρέμα εγώ το μούρο
και τσάκωσα μια πέστροφα ασημιά.

Ότι την έριχνα εκειδά στο χώμα
κι έλεγα πια ν’ ανάψω τη φωτιά
σαν κάτι σκίρτησε εκειδά στο χώμα
και τ’ όνομά μου το ’πε μια λαλιά.
Κορίτσι που σελάγιζε είχε γίνει,
άνθη την έστεφαν μηλιάς μικρής,
εκείνη τ’ όνομά μου είχε φωνάξει
προτού χαθεί στο φέγγος της αυγής.

Στους δρόμους γέρασα πια τόσα χρόνια,
ράχες, φαράγγια πέρασα πολλά,
τον κόσμο όμως θα κάνω άνω κάτω
ώς να την πάρω κάποτε αγκαλιά,
στης χλόης τα λιβάδια θα βαδίσω
στο τέρμα ώσπου να φτάσω του καιρού,
τα χρυσαφιά θα δρέψω μήλα του ήλιου,
τα μήλα τ’ ασημιά του φεγγαριού.

~.~

Δημοτικό Κρήτης

ΤΑ ΤΡΙΑ ΨΑΡΑΚΙΑ

Εγώ ’μαι ’νιούς ψαρά παιδί,
Γαλανή, γαλαζιανή,
Του πρώτου καμακιάρη.

Παίρνω το καμακάκι μου,
Πετροκαλαμαριανή,
Και πάω να ψαρέψω.

Κ’ εκεί απού εψάρευγα,
Γαλανή, γαλαζιανή,
Πιάνω τρία ψαράκια.

Και πάω τα τσή μάνας μου,
Πετροκαλαμαριανή,
Να μου τα τηγανίση.

Κ’ εκεί απού τηγάνιζε,
Γαλανή, γαλαζιανή,
Γίνουνται τρεις κοπέλαις.

Η μια ’τον απ’ το Γαλατά,
Πετροκαλαμαριανή,
Κ’ η γι-άλλ’ απ’ το Νιοχώρι,
Του παπά Μανόλ’ η κόρη.

Κ’ η τρίτη η μικρότερη,
Γαλανή, γαλαζιανή,
Ήτον η γι-ομορφότερη
Κ’ ήτονε κι απού το Ρέμμα
Και μ’ ετρέλανε κ’ εμένα.

*

πηγή; neoplanodio.gr

Όρισε ένα “σκοπό ζωής

– Όρισε ένα “σκοπό ζωής”. Όσο πιο νωρίς το κάνεις αυτό στη ζωή σου, τόσο πιο όμορφο και ενδιαφέρον θα είναι το “ταξίδι” του βίου σου. Αυτό συμβαίνει, γιατί ο “σκοπός ζωής” λειτουργεί σαν “πυξίδα”. Και ως γνωστόν με την πυξίδα όχι μόνο βρίσκεις το δρόμο σου (ή τον ανακτάς, αν έχεις χαθεί προσωρινά), αλλά το πετυχαίνεις αυτό εξοικονομώντας χρόνο και κόπο.

Φρόντισε ο “σκοπός ζωής” που θα επιλέξεις να είναι κάτι που υπερβαίνει τα στενά όρια της ατομικής σου ύπαρξης. Δεν είναι αποτελεσματικό, (μη σου πω είναι πρακτικά αδύνατο), ως σκοπό της ζωής σου να ορίσεις αποκλειστικά την εξυπηρέτηση των ατομικών σου συμφερόντων και επιθυμιών.

Σε βάθος χρόνου η ενασχόληση μόνο με την πάρτη σου σε κουράζει, βαριέσαι τη διαδικασία, καθώς συνειδητοποιείς ότι δεν γεννά την ικανοποίηση και το αίσθημα ευτυχίας που είχες φανταστεί και στο τέλος αφήνεσαι στο τέλμα και τη φθορά.

Αντιθέτως, ο σκοπός που υπερβαίνει το άτομό σου κρατά πάντα ζωντανό το ενδιαφέρον σου, σε βοηθά να ανανεώνεις το αναγκαίο και ευεργετικό “self motivation”, σε αποτρέπει από το να χασομεράς άσκοπα σε πρόσωπα και καταστάσεις που δεν συμβάλλουν στην προαγωγή αυτού του σκοπού και σε διατηρεί σε εγρήγορση, καθώς δεν μπορείς ποτέ να ισχυριστείς ότι τον “πέτυχες” απόλυτα, ότι έφτασες σε ένα τέρμα. Έτσι αποδέχεσαι ότι πάντα μπορείς ακόμα να προσπαθείς και μέσα από αυτή τη διαδικασία να εξελίσσεσαι και να βελτιώνεσαι διαρκώς.

Γιώργος Λογοθέτης

μὴν παριστάνετε τοὺς Νέους…

Ωμογερόντισσες καὶ ωμογέροντες όλου του Κόσμου – Ἑνωθεῖτε!

καὶ μὴν παριστάνετε τοὺς Νέους

(μπορεῖ καὶ νὰ) ΕΙΣΤΕ! 

(Τὸ λέει καὶ στὸν Πλάτωνα)

Ἕλληνες ἀεί παῖδές ἐστε, γέρων δέ Ἕλλην οὐκ ἔστιν

ἄλλως:

Forever Young:

https://www.youtube.com/watch?v=ct_ZynnpJIQ

Η. Π.

Αντιγραφή από το: neonplanodion.gr

Η επιλογή πάντα δίκη σου

– Ό,τι και να σου τύχει στη ζωή, η επιλογή του πώς θα αντιδράσεις και πώς θα το διαχειριστείς είναι ΠΑΝΤΑ δική σου. 

Εσύ αποφασίζεις !! Μη ψάχνεις για “άλλοθι” στις συνθήκες, στις περιστάσεις, στην όποια άλλη “ανάγκη” ή “υποχρέωση”, σε δήθεν “ηθικό χρέος”, στο “κοινό καλό” κλπ. Κάθε στιγμή, τη διαδρομή που βαδίζεις την έχεις διαλέξει εσύ. Και την έχεις διαλέξει ανάλογα με τις πεποιθήσεις, τις αντιλήψεις ή/και τα “κολλήματα” και τις προκαταλήψεις, που διαμορφώνουν τη “νοοτροπία ζωής” που έχεις τη δεδομένη χρονική στιγμή. Αν λοιπόν δεν σου αρέσει η διαδρομή, κοίτα πρώτα να συνειδητοποιήσεις τα δικά σου ελλείμματα στον τρόπο σκέψης και στις θεμελιώδεις πεποιθήσεις σου, και εν συνεχεία να μεταβάλεις τη νοοτροπία σου σε όλα αυτά. Μετά θα είναι πιο εύκολο και ασφαλές για ΄σένα να κάνεις άλλες επιλογές και να παράξεις καλύτερα αποτελέσματα. “Επανάσταση” απέναντι σε “εξωτερικούς εχθρούς”, χωρίς προηγούμενη ενδοσκόπηση, οδηγεί μεσομακροπρόθεσμα σε επανάληψη των ίδιων ή ανάλογων λαθών του παρελθόντος.

Λογοθέτης Γιώργος

Χειμερινοί κολυμβητές

Πιστοί στο ετήσιο ραντεβού τους, οι χειμερινοί κολυμβητές των Αλυκών Δροσιάς, έκοψαν την πρωτοχρονιάτικη πίτα τους το Σάββατο 7 Ιανουαρίου, φορώντας τα μαγιό τους και κάνοντας τις …βουτιές τους στη θάλασσα.

Ο τυχερός της ημέρας ήταν ένα νέο μέλος της παρέας, ο Γιάννης Βλαχογιάννης.

ο Αλμπέρ Καμί και ο Ζαν Πολ Ζαρτρ

Όταν σκοτώθηκε ο Αλμπέρ Καμί, στις 4 Ιανουαρίου 1960, με τον Ζαν Πολ Ζαρτρ ήταν όχι απλώς τσακωμένοι, αλλά έβγαζαν ο ένας τα μάτια του άλλου με πολύ δημόσιες επιστολές και κριτικές και τόνους χολής, σε κάτι εξαιρετικά γραμμένους λίβελους εκατέρωθεν. Είχαν γνωριστεί στο Παρίσι, το 1943 και είχαν γίνει αμέσως κολλητοί, γνώριζαν εξάλλου από πριν ο ένας το έργο του άλλου.

Μετά ο Καμί έκανε στροφή στη φιλοσοφική του σκέψη, ή πάντως έτσι το εξέλαβε ο Σαρτρ.

Η βασική τους φιλοσοφική διάσταση είναι εν πολλοίς αυτή που καθόρισε τη σύγχρονη σκέψη και την καθορίζει ακόμη:

Μεγαλοαστός και σκληροπυρηνικός Μαρξιστής (αυτόν εννοούσε αριστερά του χαβιαριού ο πρωθυπουργός μας), ο Σαρτρ υποστήριζε ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα και αν είναι να την κάνουμε τη ρημάδα την επανάσταση δεν θα κολλήσουμε σε μερικές σφαγές.
Πίστευε στο στόχο, στο μεγάλο. Δώστε του ό,τι όνομα θέλετε του μεγάλου.

Ο Καμί, τρίτη γενιά φτωχών Γάλλων μεταναστών στην Αλγερία, από την άλλη, ήταν ουμανιστής ως το κόκκαλο. Αφού τελείωσε με την αυτοκτονία, καταπιάστηκε με το φόνο και κατέληξε ότι κανένα έγκλημα δεν πρέπει να τιμωρείται με ένα άλλο έγκλημα. Αυτήν την τελευταία φράση μπορείτε να τη λέτε κάθε μέρα τρεις φορές, σαν προσευχή.

Ο Καμί απέρριψε μετά βδελυγμίας τις επαναστάσεις, γράφοντας ότι το μόνο που κάνουν είναι να φέρνουν στην εξουσία ένα άλλο σύστημα καταπίεσης.
Ήταν αναρχικός· καμία εξουσία δεν ήθελε. Πίστευε στον άνθρωπο. Αυτός τον ταλάνιζε.

Ο Σαρτρ τον μίσησε. Γίνανε από δύο φιλοσοφικά χωριά.

Μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Καμί, ο Σαρτρ έγραψε συντετριμμένος ένα επικήδειο.

«Είχαμε μαλώσει. Ένας καυγάς δεν έχει σημασία, όμως, ακόμη κι αν εκείνοι που μάλωσαν δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ. Είναι απλώς ένας διαφορετικός τρόπος να ζούμε μαζί, χωρίς να χάνουμε ο ένας τον άλλον από το βλέμμα μας, σε αυτόν τον στενό κόσμο που μας δώθηκε.

Ο καυγάς μας δεν με εμπόδιζε να τον σκέφτομαι, δεν με εμπόδιζε να νοιώθω τα μάτια του πάνω στο βιβλίο ή την εφημερίδα που διάβαζα και να αναρωτιέμαι διαρκώς “τι σκέφτεται γι αυτό;”, “τι σκέφτεται αυτήν τη στιγμή;”», έγραψε.

«Ο επίμονος ανθρωπισμός του, λιτός και αισθησιακός, διεξήγαγε έναν αβέβαιο πόλεμο ενάντια στα ογκώδη και άμορφα γεγονότα της εποχής. Αλλά από την άλλη, μέσα από τις σκληρές του απορρίψεις επιβεβαίωσε, στην καρδιά της εποχής μας, ενάντια στους Μακιαβελιστές και ενάντια στο Είδωλο του ρεαλισμού, την ύπαρξη του ηθικού ζητήματος.

Θα έπρεπε να τον αποφύγεις ή να τον πολεμήσεις· ήταν αναγκαίος σε αυτήν τη σύγκρουση που κάνει την πνευματική ζωή αυτό που είναι».

Δεν ξέρεις τι να πρωτοεκτιμήσεις σε αυτές τις αράδες.

‘Ηταν τυχερός ο κόσμος. Αποτέλεσαν ανάχωμα αυτοί οι διανοητές σε ανείπωτες κατρακύλες.

Ή έστω τις καθυστέρησαν.

Via Maria Dedoussi (από το fb)

Απόστολος Πίτσος

Στα 105 του χρόνια, πλήρης ημερών και με διαύγεια πνεύματος νέου ανθρώπου, ο Απόστολος Πίτσος από την 1η Ιανουαρίου ταξιδεύει στη διαδρομή χωρίς επιστροφή.

Πατριάρχης της ελληνικής βιομηχανίας, συνέδεσε τη σταδιοδρομία του με την απογείωση της ομώνυμης βιομηχανίας ηλεκτρικών συσκευών.

Οι δυο μαθητές της Γαύδου

•Η ανοησία είναι ακατανίκητη. Ιδίως όταν φύεται σε γραφειοκρατικό περιβάλλον και παίρνει και νομική μορφή.
Οικογένεια στη Γαύδο έχει 3 παιδιά. Θέλει να ζήσει στο νησί μετά πάθους. Σε ένα ακριτικό νησί με 50 κατοίκους το χειμώνα. Νησί αιχμή του δόρατος της τουρκικής ρητορικής,ότι είναι αμφισβητούμενο έδαφος,νησί πύλη της Ελληνικής ΑΟΖ στην Ανατολική Μεσόγειο.


Οι άνθρωποι αγαπούν το τόπο τους έχουν γη που την καλλιεργούν και δεν θέλουν να φύγουν. Αντί να επιβραβευθούν, αντί να προβληθούν ως παράδειγμα, υπέστησαν το εξής καψωνι από τους αιώνιους ανόητους. Τα δυο παιδιά τελείωσαν το Δημοτικό της Γαύδου.Γυμνάσιο δεν έχει η Γαύδος ούτε γίνεται να έχει γιατί δεν ζουν άλλα παιδιά εκεί.

Τι ζήτησαν οι άνθρωποι;να φοιτήσουν τα παιδιά με Τηλεεκπαίδευση και να δίνουν στο τελος της σχολικής χρονιάς εξετασεις. Τι πιο εύκολο τι πιο απλό. Το μοναδικό ίσως θετικό κεκτημένο της πανδημίας.

Όχι η απάντηση.Να πάνε στη Κρήτη.

Να μετακομίσει η μάνα με τα δυο παιδιά και να μείνει με το τρίτο ο πατέρας στη Γαύδο γιατί δεν μπορεί να αφήσει τη δουλειά του. Να παρουν κι ένα επίδομα της πλακας για να θαλασσοπνίγονται καταχείμωνο,πέρα δώθε ,Παλαιόχωρα -Γαύδος. Γιατί όλο αυτό; Γιατί δεν το προβλέπει ο νόμος τους είπαν. Ο νόμος επιτρέπει Τηλεεκπαίδευση μόνο με πανδημία ισχυρίζονται. Και διερωτάται κανείς; Πάνε καλά; τους είπε κανείς να το κοιτάξουν με ειδικό; ποιος νόμος; τι είναι αυτά που λένε; Λίγη ντροπή,λίγη αίσθηση αν μη τι άλλο εθνικής ευθύνης. Για τη Γαύδο αλλα και οποιοδήποτε άλλο μικρό νησι της άγονης γραμμής.
•Τώρα τα παιδιά χάνουν τη τάξη λόγω απουσιών. Και έπρεπε να πάει ο Μητσοτάκης για να δούμε το θλιβερό. Να περιμένει η μητέρα στη προβλήτα για να θέσει το “θέμα» στον Πρωθυπουργό. Αν είναι δυνατόν.
•Και μια που οι καρεκλοκένταυροι μιλουν για το νόμο ας διαβάζουν το νόμο πριν αποφασίζουν. Η πιο απόλυτη διατύπωση στη Σύμβαση για τα ατομικά δικαιώματα είναι η διάταξη που ορίζει ότι «ουδείς μπορεί να στερηθεί το δικαίωμα στην εκπαίδευση». Η ας έσπρωχναν μια τροπολογία. Χιλιάδες τροπολογίες έχουν περάσει περί ανέμων και υδάτων και περί της σαρας της μαρας και του κακού συναπαντήματος. Σε αυτό το θέμα έσταξε η ουρά του ποντικού της νομικής «ορθότητος».

Έλεος!

Πάνος Μπιτσαξής

Χρόνια πολλά στους Γιάννηδες !

Σήμερα είναι τ’ Αγιαννιού, η μέρα που κλείνει το γιορταστικό δωδεκάμερο, γιορταστική για τους Γιάννηδες και τις Ιωάννες αλλά ελαφρώς αποτρόπαιη για τον μαθητόκοσμο στα χρόνια μου, αφού ήταν η μέρα που ανοίγαν τα σχολεία -αν και εδώ και κάμποσα χρόνια τα σχολεία άνοιγαν στις 8 του μήνα, ενώ φέτος ο κορονιός επέβαλε να ανοίξουν στις 11 -και όχι όλα.

Να το πούμε πιο σωστά, και σήμερα είναι τ’ Αγιαννιού, διότι ο Άι Γιάννης ο Πρόδρομος ή Βαπτιστής, αυτόν γιορτάζουμε σήμερα, έχει πεντέξι μέρες δικές του στο εορτολόγιο -αν έχεις βαφτίσει τον γιο του Θεού, έχεις φαντάζομαι και κάποια προνόμια. Έτσι, η εκκλησία γιορτάζει επίσης τον ‘Αι Γιάννη τον Πρόδρομο και στις 24 Φεβρουαρίου, 25 Μαΐου, 24 Ιουνίου, 29 Αυγούστου και 23 Σεπτεμβρίου, αν και το eortologio.gr προφανώς αντιπαθεί τις πολλαπλές γιορτές κι έτσι αναφέρει μόνο τις 7 Ιανουαρίου. Πέρα από τον Βαπτιστή όμως έχουμε κι άλλους Ιωάννηδες που άγιασαν και που έχουν κι αυτοί τη γιορτή τους, ας πούμε ο Άι Γιάννης ο Ρώσος, που γιορτάζει στις 27 Μαΐου ή ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος (ο ευαγγελιστής Ιωάννης), που γιορτάζει στις 8 Μαΐου και στις 26 Σεπτεμβρίου, ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος στις 13 Νοεμβρίου, ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός στις 4 Δεκεμβρίου, και σίγουρα θα υπάρχουν κι άλλοι.

Σχετικά μ’ αυτή την πολυεορτία των Γιάννηδων υπάρχει και μια αστεία ιστορία που έλεγε ο παππούς μου, για έναν νεοφώτιστο χριστιανό που βαφτίστηκε Ιωάννης και ύστερα οι φίλοι του απαιτούσαν να τους κάνει το τραπέζι κάθε φορά που γιόρταζε και κάποιος άγιος Ιωάννης, δηλαδή κάθε τρεις και λίγο. Σε σχέση με αυτό, πάντως, να πω ότι δεν έχω γνωρίσει κάποιον Γιάννη που να γιορτάζει άλλη μέρα και όχι στις 7 Ιανουαρίου -αν εσείς ξέρετε, πείτε το στα σχόλια.

Πριν όμως προχωρήσουμε, να πούμε ότι σήμερα, εκτός από τον Γιάννη και την Ιωάννα, γιορτάζει και ο Πρόδρομος και το όνομα αυτό, αν και πολύ λιγότερο διαδεδομένο, έχει αξιόλογη ιστορία αφού μας φτάνει μέχρι στον Μποδοσάκη, όπως έχουμε δει σε παλιότερο άρθρο.

Ο Γιάννης δεν είναι το κοινότερο ελληνικό όνομα, αλλά, όπως θα δούμε παρακάτω, έχει με πολύ μεγάλη διαφορά τη μεγαλύτερη παρουσία στην παροιμιολογία μας. Σύμφωνα με έρευνα για τη συχνότητα των ελληνικών ονομάτων, από τα αντρικά ελληνικα ονόματα, ο Γιώργος είναι με διαφορά το κοινότερο, ενώ ο Γιάννης έρχεται αρκετά πιο πίσω, στην τέταρτη θέση, αν και πολύ κοντά στον Κώστα και τον Δημήτρη, θα λέγαμε μέσα στα όρια του στατιστικού λάθους (οπότε είναι ίσως ασφαλέστερο να πούμε πως δεν είναι σαφές ποιο από τα τρία ονόματα, Γιάννης, Κώστας ή Δημήτρης, έχει τη δεύτερη θέση).

Κι όμως, για τον Γιώργο οι παροιμίες είναι σχετικά λιγοστές, το ίδιο και για τον Κώστα ή τον Δημήτρη, ενώ για τον Γιάννη ξεπερνούν τις πενήντα, και μάλιστα πολλές είναι πασίγνωστες.

Αυτή η απόκλιση δύσκολα εξηγείται. Θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς ότι η πολυεορτία (τη λέξη αυτή προ ολίγου την έφτιαξα, δεν ξέρω αν υπάρχει) των Γιάννηδων παίζει κάποιο ρόλο, ιδίως αν σκεφτούμε ότι ο Γιώργος έχει μία γιορτή, κι αυτήν κινητή, αφού συχνά την επισκιάζει το Πάσχα και την αναγκάζει να μετακινηθεί. Δεν αποκλείεται όμως παλαιότερα, τότε που διαμορφώθηκαν οι παροιμίες αυτές, δηλαδή πριν από 4-5 αιώνες, το όνομα Γιάννης να ήταν πολύ συχνότερο από σήμερα, και αυτό να εξηγεί τις πολλές παροιμίες.

Αυτό είναι σκέτη εικασία μου· το βέβαιο είναι πως ο Γιάννης (και αντίστοιχα για τις γυναίκες η Μαρία) είναι το αρχετυπικό αντρικό όνομα. Και ίσως επειδή οι Γιάννηδες, σαν πλειοψηφούντες, έγιναν στόχος των άλλων που δεν λέγονταν Γιάννηδες, γιαννάκης λέγεται ο αγαθούλης, ο άπειρος, τόσο στην πολιτική ζωή όσο και στο στρατό όπου οι νεοσύλλεκτοι λέγονται γιαννάκια, στραβόγιαννοι, γιάννηδες. Να σημειώσουμε επίσης ότι στην παλιότερη αργκό γιάννηδες λέγονταν οι λωποδύτες.

Μια άλλη ένδειξη ότι παλιότερα το όνομα Γιάννης ήταν συχνότερο από σήμερα, είναι ότι έχει δώσει και πάρα πολλά επώνυμα, και μάλιστα από πολύ παλιά, από τα βυζαντινά ακόμα χρόνια (Καλογιάννης, Κουτσογιάννης, Παπαγιάννης κτλ.)

Η επίσημη μορφή του ονόματος είναι Ιωάννης, και είναι δάνειο από το εβραϊκό חנן Yôḥānān (Γιοάναν), συντετμημένη μορφή του Γιεχοάναν, που σημαίνει, κατά τη Βικιπαίδεια, «Ο Γιαχβέ στάθηκε γενναιόδωρος», αλλά αν έχετε άλλη άποψη να μας την πείτε. Με τον χριστιανισμό, όπου πρωταγωνιστούσαν ο Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο ευαγγελιστής Ιωάννης, το όνομα έγινε πολύ δημοφιλές σε Ανατολή και Δύση, και μέσω των λατινικών προέκυψαν στις νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες ο Τζον και ο Ζαν, ο Τζοβάνι και ο Χουάν ή ο Ζοάο, αλλά και ο Γιόχαν, ο Χανς και ο Γιενς, ο Ιβάν, ο Γιαν και ο Γιάνος, ο Γκιον των Αλβανών και ο Οχανές των Αρμένιων. Παρεμπιπτόντως, Ιβάν είναι το παροιμιώδες όνομα του Ρώσου φαντάρου, αντίστοιχο με το Τόμμυ των Βρετανών και το Φριτς των Γερμανών.

Στα ελληνικά, η συνήθης μορφή είναι Γιάννης, αλλά έχουμε πολλές λαϊκές και χαϊδευτικές μορφές, όπως Γιάννος, Γιαννιός, Γιάγκος, Γιαννάκης, Γιαννούλης και Νούλης, Γιαννάκος/Γιαννακός και Νάκος, Γιαννούσης και Νούσης και Νούσιας, Γιαννούτσος και Νούτσος, Τζανέτος, Ζαννής και Τζαννής, αλλά και Γιοβάννης.

Σήμερα που ο οδοστρωτήρας έχει εξαφανίσει τις λαϊκές παραλλαγές των βαφτιστικών ονομάτων, αυτές επιβιώνουν μόνο σε επώνυμα, ενώ απόρροια των χρόνων της γκλαμουριάς είναι ότι πολλές μαμάδες φωνάζουν «Ιωάννη» τα βλαστάρια τους -και περιμένεις να δεις να ξεπροβάλει τουλάχιστον ο Τσιμισκής, και βλέπεις απλώς έναν μπόμπιρα τεσσάρων χρονών. Στα κορίτσια βέβαια το «Ιωάννα» ήταν συχνό από παλιά -ίσως τα Γιάννα, Γιαννούλα, Γιαννιώ να ακούγονταν πολύ λαϊκά. Με την ευκαιρία να αναφέρουμε και τα γυναικεία Γιοβάννα και Τζοβάννα.

Μια παραλλαγή που δεν την ανέφερα πιο πάνω γιατί είναι απλώς ορθογραφική, και που έγινε διάσημη το 2015 είναι και το «Γιάνης», που διαβάζεται επίσης «Γιάννης με ένα νι». Υπήρχε βέβαια και ο Κορδάτος, που έτσι υπέγραφε, και από αυτόν εμπνεύστηκε ο νεαρός Γιάννης Βαρουφάκης την ορθογραφία του ονόματός του, αλλά το 2015 το «Γιάνης» έγινε σχεδόν παροιμιώδες. Και πέρα από τον Κορδάτο, παλαιότεροι του Βαρουφάκη Γιάνηδες με ένα νι είναι επίσης ο Ψυχάρης, ο ιστορικός Γιάνης Γιανουλόπουλος και ο αρχαιολόγος Γιάνος Λώλος

Σε σχέση με την ορθογραφία του ονόματος, ο φίλος π2 είχε σχολιάσει σε παλιότερο άρθρο ότι στις επιγραφές εμφανίζονται πάμπολλες παραλλαγές: Ιωάνης, Ιωάννις, Ειοάννης, Ηωάννης, Ειωάννης, μόνο με ύψιλον δεν το έχει δει γραμμένο.

Χάρη στον μέγιστο Γιάννη Αντετοκούνμπο, έχει πλέον γίνει αρκετά γνωστό και στα ξένα το όνομα Giannis, πλάι στο λίγο παλιότερο Yanni του μουσικού Γιάννη Χρυσομάλλη. Βέβαια, στο Φέισμπουκ οι Γιάννηδες έχουν σχεδόν 45 τρόπους για να γράφουν το όνομά τους κι έτσι όταν ψάχνεις έναν φίλο σου δεν ξέρεις αν θα το βρεις Γιάννης, Ιωάννης, Ioannis, Giannis, Yannis ή Yiannis, Yanis ή Yianis, για να μείνω στις πιο συχνές παραλλαγές.

Όπως είπα και πριν, υπάρχουν πάρα πολλές παροιμίες για Γιάννηδες, και επειδή μια από τις γνωστότερες μιλάει για 45 Γιάννηδες θα παραθέσω στη συνέχεια υλικό που είχα εν μέρει παρουσιάσει και σε ένα παλιότερο άρθρο, που όμως δεν περιοριζόταν στις παροιμίες για Γιάννηδες αλλά εξέταζε και όλες τις άλλες παροιμίες με ονόματα. Όμως, να πω ότι όλα όσα θα θέλατε να μάθετε για τους Γιάννηδες μπορείτε να τα βρείτε στο Johnnie society, ένα τηλεβιβλίο του Γιάννη Φαρσάρη που διατίθεται δωρεάν και το οποίο, εκτός από παροιμίες, παραθέτει και κατάλογο με τους 45 σημαντικότερους Γιάννηδες της ιστορίας.

Προχωράμε λοιπόν στις  παροιμίες με Γιάννηδες, που τις παραθέτω μάλλον τυχαία, προσπαθώντας να φτάσω τις σαρανταπέντε.

1. Σαρανταπέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση. Η συνηθέστερη παροιμία απ’ όσες διασύρουν τους Γιάννηδες, λέει ο Πολίτης, που αναφέρει και έναν μύθο κεφαλονίτικο για 45 Γιάννηδες που πνίγηκαν προσπαθώντας να ξεριζώσουν ένα δέντρο. Ωστόσο, ο Πολίτης δεν λέει ότι η έκφραση προέρχεται από τον μύθο, μάλλον το αντίστροφο θα συμβαίνει. Δίνει μάλιστα ο Πολίτης και γαλλικό ανάλογο (Deux Jean et un Pierre font un âne entier, Δυο Γιάννηδες κι ένας Πέτρος κάνουν ολάκερο γάιδαρο) καθώς και ισπανικό ίδιο με το γαλλικό. Οι Γιάννηδες απαντούν συμπληρώνοντας: …κι ο κόσμος όλος κι ο ντουνιάς δεν έχει άλλη τόση.

2. Όχι Γιάννης, Γιαννάκης. Τη λέμε όταν κάποιος προσπαθεί να παραστήσει ως διαφορετικά μεταξύ τους δυο πράγματα ομοιότατα ή όταν κάποιος λεπτολογεί και επιχειρεί να επιφέρει μεταβολές ασήμαντες, λέει ο Πολίτης. Κατά τον Κ. Κάσση, στη Μάνη συνηθιζόταν να υπάρχουν αδέρφια με τ’ όνομα Γιάννης ο ένας και Γιαννάκης ο άλλος, οπότε όταν ένας Γιαννάκης παρουσιάστηκε στο στρατό και τον είπαν Γιάννη, απάντησε έτσι. Όμως η έκφραση είναι πανελλήνια και πιθανότατα πριν από το νεοελληνικό κράτος.

3. — Γεια σου Γιάννη. — Κουκιά σπέρνω. Για αυτούς που απαντούν άλλα αντ’ άλλων, σαν υπόδειγμα ασυνάρτητης συζήτησης. Μερικοί το συνεχίζουν: Κι η συντέκνισσά σου; Εφτά μετρήματα χωρεί. Η παροιμία υπάρχει στον Βάρνερ, άρα είναι από τον 17ο αιώνα.

4. Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει. Για όσους στα λόγια φροντίζουν για το κοινό καλό ενώ στην πραγματικότητα κοιτάζουν το δικό τους συμφέρον. Η παροιμία χρησιμοποιήθηκε πολύ στην εθνοσυνέλευση του 1829 από τους αντικαποδιστριακούς, επειδή οι αντιπρόσωποι ευπειθώς ψήφιζαν ό,τι τους έστελνε ο Καποδίστριας, αλλά είναι παλιότερη. Μάλιστα, ο Πολίτης δίνει και βουλγάρικο αντίστοιχο, με το όνομα Γκάνι στη θέση του Γιάννη.

5. Τι είχες Γιάννη, τι είχα πάντα. Για κάποιον που παραμένει στην ίδια (κακή ή μέτρια) κατάσταση. Και για τους αδιόρθωτους. Και για τη μη αλλαγή της κατάστασης παρά την αλλαγή της κυβέρνησης.  Την έχει ο Βάρνερ (Τι έχεις Γιάννη; Τα έχω πάντα).

6. Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τονε βγάλαμε. Για όσους προαναγγέλλουν και προεξοφλούν μελλοντικά σχέδια βασισμένοι σε αβέβαιες προσδοκίες. Κάποιοι λένε ότι το είπε ο Κολοκοτρώνης όταν τον κάλεσαν να βαφτίσει παιδί πριν ακόμα γεννηθεί, αλλά η παροιμία είναι παλιότερη, αφού την αναφέρει ο Βάρνερ, οπότε ο Κολοκοτρώνης απλώς επανέλαβε υπάρχουσα παροιμία. Εδώ κατά τον Πολίτη υπάρχει μύθος, με την αφελή κοπέλα που της έφεραν προξενητή και άρχισε να συλλογιέται πως θα παντρευτεί, θα κάνει γιο, θα τον βγάλει Γιάννη, θα της αρρωστήσει και θα της πεθάνει, οπότε έβαλε τα κλάματα. Παρεμφερής παροιμία υπάρχει και σε άλλες γλώσσες. Για την έκφραση αυτή έχει γράψει και ο ηλληνιστεύκων Νίκος Νικολάου.

7. Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί. Για τους φιλάσθενους ή για όσους προφασίζονται ασθένεια.

8. Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω μέλι (ή λάδι· προσθέτουν μερικοί: να γιάνει). Τη λέμε σε κάποιον που μας παρηγορεί ή προσπαθεί να μας περιθάλψει ενώ ο ίδιος έχει προκαλέσει το κακό που πάθαμε.

9. Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό τον Γιάννη. Σε μια αντιπαράθεση όπου ο φόβος είναι αμοιβαίος· λέγεται συχνά σε ποδοσφαιρικούς αγώνες, όταν καμιά ομάδα δεν ανοίγεται.

10. Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει. Απάντηση στον… αντιγιαννισμό άλλων εκφράσεων. Ο Πολίτης έχει κι άλλες «φιλογιαννικές» παροιμίες, που δεν είναι τόσο γνωστές, όπως….

11. Όπου Γιάννης και του Θεού η χάρη,
ή

12. Βγάλε το παιδί σου Γιάννη, και απόλα το στον λόγγο (υπονοεί ότι δεν έχει καμιάν άλλη ανάγκη βοήθειας, αρκεί η μαγική κατά κάποιον τρόπο δύναμη του ονόματός του).

13. Ποιος κλάνει; Τον Γιάννη ρώτα – αν και υποθέτω πως αρχικά θα ήταν «ρώτα τον Γιάννη», για να ομοιοκαταληκτεί.

14. Κόψε ξύλο κάμε Αντώνη
κι από πλάτανο Μανώλη
κι αν ρωτάς και για τον Γιάννη,
ό,τι ξύλο κόψεις κάνει.

Η παροιμία αυτή υπάρχει σε πάρα πολλές παραλλαγές, με άλλα ονόματα στους πρώτους στίχους και φαίνεται να χλευάζει τους Γιάννηδες που τους παρομοιάζει με κούτσουρα, αλλά δεν αποκλείεται να υπογραμμίζει απλώς τη διάδοση του ονόματος.

15. Κατά τον μαστρο-Γιάννη και τα κοπέλια του –παρόμοια με την μ΄ όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις.

16. Άλλη παιδί δεν έκανε, μόνο η Μαριώ τον Γιάννη, για να ειρωνευτεί τις μανάδες που καμαρώνουν πολύ το παιδί τους, ή και γενικότερα όσους καμαρώνουν κάτι κοινό. Εδώ έχουμε μαζί και τα δυο αρχετυπικά ονόματα, όπως και σε άλλες παροιμίες.

17. – Γιάννη είχα, Γιάννη έχω κι αν ποτέ μου θα χηρέψω, πάλι Γιάννη θα γυρέψω, άλλη μια απάντηση στον αντιγιαννισμό -και δεν αποκλείεται να πρόκειται για παροιμιόμυθο.

18. Άφησε ο Γιάννος την κλεψιά κι έπιασε το ζευγάρι. Για κάποιον που αναπάντεχα νοικοκυρεύεται ή φρονιμεύει. Παροιμιόμυθος.

19. Γύρευε αγά μου τη δουλειά σου, κι ο Γιάννος δεν είναι για χαράτσι. Από την εποχή της Τουρκοκρατίας και των χαρατσήδων.

20. Είπε ο Γιάννης του Γιαννή: «Χαιρετίσματα στη Σέρ’φο». Βελερισμός (μορφή παροιμιόμυθου) που σατιρίζει κάποιον ανόητο που δεν ήξερε τι να πει την ώρα που έφευγε το καΐκι.

21. Δεν είναι κάθε μέρα τ’ Άι-Γιαννιού, δηλαδή δεν μπορείς να έχεις κάθε φορά την ίδια τύχη ή εξαιρετική μεταχείριση. Και «Κάθε μέρα τ’ Αγιαννιού θάναι;»

22. Γιάννης πήγε, Γιάννης ήρθε, για όποιον δεν επωφελήθηκε από μια ευκαιρία και ιδίως από κάποιο ταξίδι ή τη φοίτησή του κτλ.

23. Όπου γάμος και χαρά, τρέχα Γιάννη μασκαρά

24. Παναγία κι Άι-Γιάννη, βάλε ψάρι στο τηγάνι

25. Κάμε Γιάννη τη δουλειά σου κι ύστερα είμαι πάλι θεια σου

26. Σαράντα χρόνια Γιάννης, μαστρο-Γιάννης δε γίνεται.

27. Απ΄ τον Γιάννη ως τον Λιο, τύφλα νάχουνε κι οι δυο ή Ό,τι Γιάννης κι ό,τι Λιος τύφλα νάχουνε κι οι δυο.

28. (το κάναμε) του Γιάννου η φλογέρα (όταν ο καθένας λέει τον πόνο του).

29. Όλη μέρα καλογιάννη και το βράδυ κακογιάννη, για αυτούς που μας καλοπιάνουν όσο για να πετύχουν το σκοπό τους, και μετά μας αγνοούν.

30. Κάλλιο καλογιάννης παρά κακογιάννης

31. Κι αυτοκράτορας να γένεις, πάντα Γιάννης θε να μένεις, για όσους αποκτούν αξιώματα αλλά παραμένουν χυδαίοι στο ήθος.

32. Ο Γιάννος βγαίνει στα βουνά κι η Μαρουδή στους κάμπους. Αστρονομική παροιμία, όπου Γιάννος είναι ο αστέρας που λέγεται Αρκτούρος και Μαρουδή ή Μαριώ ο α της Παρθένου.

33. Ο Γιάννης καβάλα στ’ άλογο και τ’ άλογο αραδούσε –που σημαίνει ότι αναζητούσε το άλογο ενώ ήταν καβάλα πάνω του, άρα ήταν χαζός.

34. Όπου Γιάννης μάλαμα. Έτσι το καταγράφει ο Νικ. Πολίτης -βέβαια, πολύ πιο γνωστή σήμερα με τον Γιώργο.

35. Και παπάς έγινες Γιάννη; Έτσι τάφερε η κατάρα. ή… έτσι θέλει ο δάσκαλός μου. Για όσους κάνουν μια σημαντική επιλογή χωρίς να το επιθυμούν οι ίδιοι.

36. Πιάσ’ τον Γιάννη τον άπιαστο. Περίπου σαν το τρέχα γύρευε.

37. Είναι για τον Αγιάννη -είναι τρελός, γιατί τα παλιά χρόνια πήγαιναν τους θεωρούμενους για ψυχασθενείς στα μοναστήρια που γιόρταζαν μήπως και θεραπευτούν θαυματουργικά.

38. Αν είχαν οι Γιάννηδες γνώση, θα μας δάνειζαν καμπόση. Άλλη μια αντιγιαννική παροιμία.

39. Είδες πράσινο άλογο; Είδες Γιάννη φρόνιμο. Δηλαδή, εξίσου απίθανο είναι να βρεθεί γνωστικός Γιάννης όσο και πράσινο άλογο. Η παροιμία είναι (ή ίσως ήταν) περισσότερο γνωστή με Χιώτη φρόνιμο.

40. Έξω Γιάννης μέσα Σουλεϊμάνης. Διπρόσωπος. Ίσως υπόκειται μύθος για επιφανειακή αλλαξοπιστία.

41. Ίσα Γιάννης ίσα Χασάνης. Όταν κάποιοι διαφέρουν μόνο στο όνομα.

42. Όλοι μιλούν για τ’ άρματα κι ο Γιάννης για την πίτα.

43. Αν ο Αλής γίνεται Γιάννης, και η όρνιθα χταπόδι. (εξίσου δεν γίνονται δηλαδή)

44. Ξέρει ο Γιάννης τι έχει στον ντορβά του παρόμοια με την όσα ξέρει ο νοικοκύρης…

45. Τα καλά του Γιάννη τα θέλουμε, τον Γιάννη δεν τον θέλουμε, για να τελειώσουμε με μια παροιμία που στηλιτεύει την υποκρισία του αντιγιαννικού στρατοπέδου.

Είναι κι άλλες παροιμίες με Γιάννη και κυρίως υπάρχουν πολλές παραλλαγές σ’ αυτές που αναφέραμε, που άμα τις μετρήσουμε κι αυτές ξεπερνάμε κατά πολύ τις 45, όμως θέλησα να μείνω σ’ αυτό το σημαδιακό νούμερο.

Αν στις παροιμίες υπερέχει ο Γιάννης, στα τραγούδια ο Γιώργος παίρνει τη ρεβάνς, καθώς έχει πολλά τραγούδια με το όνομά του στον τίτλο ενώ από τον Γιάννη θυμάμαι μόνο το παραδοσιακό «Γιάννη μου το μαντίλι σου».

πηγή: sarantakos.wordpress.com

Ποιά χαρακτηριστικά έχει ένας έρωτας “σύγχρονος”;

Ποια χαρακτηριστικά έχει ένας έρωτας “σύγχρονος”; Από τα κινηματογραφικά φιλιά ως το box office μήπως μας χωρίζει… μια οθόνη δρόμος; Και σήμερα οι οθόνες είναι πολλές.

Hannah-Toticki.jpg?mtime=20230104115349#asset:391235

Σε ένα από τα έργα της νέας περιοδικής ομαδικής έκθεσης του ΕΜΣΤ, Modern Love, με την οποία ξεκινά ο χειμερινός- εαρινός εκθεσιακός κύκλος του Μουσείου, υπάρχει ένα τρίπτυχο ασπρόμαυρων φωτογραφιών. 

Ενα σαλόνι, μια κρεβατοκάμαρα και μια τραπεζαρία με πολλαπλές ανοιχτές εκτυφλωτικές οθόνες που μεταφέρουν εκτός τόπου και χρόνου. Μια κατάσταση που θυμίζει ό,τι εστί “modern love” στην εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας και των social media. 

Αγκυλώνοντας το σώμα σε άβολες θέσεις με το κεφάλι σκυμμένο πάνω από την οθόνη του κινητού ή με τα χέρια και τους αγκώνες σε ορθή γωνία για να φτάνουν το πληκτρολόγιο του υπολογιστή ή ακόμα και απαλείφοντας το σώμα μέσα σε ένα ακαθόριστο και αποχαυνωτικό ψηφιακό σύμπαν, εκτοπίζεται συχνά και το πηγαίο συν-αίσθημα. Αυτό που πραγματώνεται με την παρουσία ενός Άλλου με σάρκα και οστά και όχι ανεβασμένου σε κάποιο “cloud”. 

Ακόμα και ο ίδιος ο λόγος, η γλώσσα, η ομιλία και εν τέλει η επικοινωνία προσομοιάζει τα chats, μεταφέρει τα οποιαδήποτε “messages” με έναν τρόπο διαφορετικό, κωδικοποιημένο, βιαστικό και εξεχόντως εργαλειακό.

Στιγμιότυπο-2023-01-04-11.36.30-πμ.png?mtime=20230104115018#asset:391229
Marge-Monko1-inst.view-detail.jpg?mtime=20230104114712#asset:391226
Margaret-Salmon.jpg?mtime=20230104115130#asset:391234

Και αν η παρουσία του μέσου επηρρεάζει ή ηγείται του μηνύματος είναι κάτι το οποίο το είπε ο Marshall McLuhan πολλά χρόνια πριν (the medium is the message) οπότε δεν είναι ούτε δική μας ρηξικέλευθη θέση ούτε της τρέχουσας έκθεσης.

Απλά η έκθεση “Modern Love”, σε επιμέλεια της Κατερίνας Γρέγου, καλλιτεχνικής διευθύντριας του ΕΜΣΤ, το εικονοποιεί και το φέρνει στο σήμερα μέσα από τη συλλογική δουλειά 24 σύγχρονων καλλιτεχνών από 14 χώρες.

Οι Ψυχροί μας Έρωτες 

Αν και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν διευκολύνει την έκφραση διαφορετικών ταυτοτήτων και εναλλακτικών τρόπων ύπαρξης και κατασκευής του εαυτού, αναθρέφουν τον ναρκισσισμό, μια εμμονική τάση αυτοπροβολής, την ψηφιακή εξάρτηση σε μεγάλο βαθμό και την εργαλειοποίηση του συναισθήματος εξισώνοντας το με ένα κοινωνικό αλισβερίσι. 

Πραγματικότητα, εικονικό και φαντασία αλληλοεμπλέκονται ποικιλοτρόπως μέσα σε ψυχολογικές και διαπροσωπικές καταστάσεις.

Η σημερινή εγγύτητα μοιάζει αθεράπευτα με ψυχρή οικειότητα. Η έκθεση δανείζεται άλλωστε τον υπότιτλό της από το βιβλίο της Eva Illouz, Cold Intimacies: The Making of Emotional Capitalism, που αναλύει πώς οι σύγχρονες στενές, οικείες σχέσεις καθορίζονται όλο και περισσότερο από οικονομικά και πολιτικά μοντέλα διαπραγμάτευσης και ανταλλαγής. 

Η έκθεση είναι προϊόν μιας συνεχιζόμενης έρευνας και έρχεται στο ΕΜΣΤ μετά από παρουσιάσεις στο Museum für Neue Kunst | Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Φράιμπουργκ στη Γερμανία, στην Kunsthalle του Ταλίν, στο IMPAKT Media Organization και το Μουσείο Centraal στην Ουτρέχτη.

Για το ΕΜΣΤ, η έκθεση έχει διευρυνθεί και έχουν προστεθεί Έλληνες και διεθνείς καλλιτέχνες. Οι περισσότεροι εκ των τελευταίων παρουσιάζουν το έργο τους για πρώτη φορά στην Ελλάδα.

Πηγή: epixeiro.gr