ΤΟ ΣΎΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΚΑΛΙΓΟΎΛΑ ΚΑΙ ΤΑ ΌΡΙΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΊΑΣ

*

του ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΑΡΑΣΛΙΑ

«Αφού γεννήθηκες θνητός, άνθρωπε, μην έχεις μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου».
ΜΕΝΑΝΔΡΟΣ

Γνωστός με το προσωνύμιο Καλιγούλας, ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρας Γερμανικός (12 μ.Χ. – 41 μ.Χ.) ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 37 μ.Χ. έως το 41 μ.Χ. Η ταραχώδης ζωή του και η διαταραγμένη προσωπικότητά του μελετήθηκαν από ιστορικούς της εποχής και έγιναν αντικείμενο λογοτεχνικής, θεατρικής και κινηματογραφικής δημιουργίας στην διάρκεια του εικοστού αιώνα.

Ιδιαίτερη θέση ανάμεσα σε αυτές τις δημιουργίες κατέχει το θεατρικό έργο Καλιγούλαςτου Αλμπέρ Καμύ στο οποίο ο Αλγερινογάλλος νομπελίστας συγγραφέας δίνει τη δική του ερμηνεία για την παθολογία της εξουσίας και την σχέση της με τα άλυτα υπαρξιακά ζητήματα του ανθρώπου: το παράλογο της ανθρώπινης ύπαρξης, την απουσία νοήματος, το αγωνιώδες αίνιγμα του θανάτου.

Χτυπημένος από το θάνατο της αδελφής του ο Καλιγούλας συνειδητοποιεί τα όρια της εξουσίας του και τον παραλογισμό της ανθρώπινης ζωής που χωρίς εξήγηση κατατείνει αβοήθητη προς τον θάνατο. Πανίσχυρος στη ζωή, ξαφνικά νοιώθει τελείως ανίσχυρος ενώπιον του θανάτου. Όλα όσα ακολουθούν είναι συμπτώματα ενός ανθρώπου της εξουσίας που αδυνατεί να δεχτεί τα θανάσιμα δεδομένα της ύπαρξης. Μοιραία καταλήγει στην τρέλα, την αυτοδιάλυση, την καταστροφή των άλλων. Άνθρωπος που αδυνατεί να γίνει Θεός, ενσάρκωση μιας ακραίας μεγαλομανίας, καταστρέφει και αυτοκαταστρέφεται.

Στην πρώτη πράξη, σκηνή τρίτη, ο Καλιγούλας δηλώνει πως «θέλει το φεγγάρι» και πως νοιώθει ανικανοποίητος που δεν μπορεί να το έχει. Και λίγο αργότερα θα δηλώσει «δεν μπορώ να υποφέρω τον κόσμο έτσι όπως είναι φτιαγμένος, γι’ αυτό χρειάζομαι το φεγγάρι ή την ευτυχία ή την αθανασία».

Σύμπτωμα ακραίας λογικής ή παραφροσύνης, ένας τέτοιος συλλογισμός είναι διπλά τραγικός για έναν άνθρωπο της εξουσίας. Αυτός, ένας αυτοκράτορας, δεν είναι παρά ένας κοινός θνητός, ένας άνθρωπος όπως όλοι. Και αυτό τον τρελαίνει. Αυτό που δείχνουν οι κραυγές και οι ανάλγητες πράξεις του είναι το σοκ από την ξαφνική επίγνωση της θνητότητας και η έσχατη απόγνωση μπροστά στα όρια της ανθρώπινης φύσης.

Ενδεικτικές για το δράμα που παίζεται στο μυαλό του Καλιγούλα είναι ορισμένες φράσεις-κλειδιά στη διάρκεια του έργου. Τον ακούμε να λέει «Αρχίζω να καταλαβαίνω επιτέλους την χρησιμότητα της δύναμης. Δίνει ευκαιρίες στο αδύνατο. Από σήμερα και στο εξής η ελευθερία μου δεν θα έχει πια όρια», «Έμαθα ότι η αγάπη δεν είναι τίποτα», «Να κυβερνάς σημαίνει να κλέβεις», «Θα καταστρέψω όλους όσους δεν συμφωνούν και όλους τους αντιρρησίες», «Μου είναι αδύνατο να κοιμηθώ ή να μείνω ξύπνιος αφού δεν μπορώ να αλλάξω την τάξη αυτού του κόσμου».

Με όρους ψυχιατρικής θα μιλούσαμε για μείγμα εξουσιοφρένειας και ακραίας ναρκισσιστικής διαταραχής. Η μάταιη επιθυμία του να αλλάξει την φυσική τάξη του κόσμου τον οδηγεί στην άρνηση κάθε αξίας, στην ολοκληρωτική άρνηση των άλλων και στην ακατάσχετη μανία καταστροφής. Είναι ταυτισμένος απόλυτα με τον μεγαλειώδη τρελό εαυτό του. Χρησιμοποιεί την επίγεια εξουσία του ως υποκατάστατο μιας ανέφικτης αθανασίας. Επιμένει να θέλει το φεγγάρι: αναθέτει στον φίλο του (Ελικόνιο) να του το φέρει. Για να ξεφύγει από το παραλογισμό της ανθρώπινης μοίρας καταφεύγει στις πιο παράλογες επιθυμίες κατάκτησης και κυριαρχίας.

Παρότι τα μεγάλα υπαρξιακά ζητήματα παραμένουν υποκειμενικά, ομιχλώδη και δεν προσφέρονται για εύκολες γενικεύσεις, θα μπορούσαμε, ίσως, να μιλήσουμε για το «σύνδρομο του Καλιγούλα» απ’ το οποίο πάσχουν λίγο πολύ οι ηγεμόνες κάθε εποχής. Η ψυχανάλυση από μόνη της δεν αρκεί για να εξηγήσει τις εσωτερικές διεργασίες ενός Καλιγούλα. Η υπαρξιακή διάσταση είναι θεμελιώδης: η απουσία νοήματος, η αυταπάτη της ευτυχίας, ο θάνατος που τα σβήνει όλα, το κενό της καρδιάς που δεν γεμίζει με τίποτα – όλα αυτά στην άρρωστη ψυχή του Καλιγούλα μετατρέπουν το προνόμιο της εξουσίας σε μια απεριόριστη ελευθερία που επιτρέπει τα πάντα. Και από αυτό ξεκινούν η παρακμή, η κατάπτωση, η καταστροφή του ανθρώπου της εξουσίας και η δυστυχία όλων των άλλων. Σκοτώνει χωρίς λόγο συγκλητικούς, εξευτελίζει πατρικίους, δίνει διαταγή να σκοτώσουν τον πατέρα του αγαπημένου του φίλου, ταπεινώνει γυναίκες πατρικίων, κλέβει περιουσίες. Φόνος, σαδισμός, ταπείνωση των άλλων, κλεψιά, ασυδοσία: αυτές θα είναι από δω και πέρα οι πράξεις του, οι συνέπειες της τρομερής και απάνθρωπης ελευθερίας που του δίνει η ιδιότητά του ως απόλυτου εξουσιαστή. Ανήμπορος να διαχειριστεί το θάνατο γίνεται κυρίαρχος της ζωής και του θανάτου των άλλων.

Η αντίδραση δεν θα αργήσει να έρθει. Η οργή των υπηκόων θα γίνει εξέγερση. Παρότι στο τέλος αναγνωρίζει ότι «δεν πήρα το δρόμο που έπρεπε, δεν φτάνω πουθενά, η ελευθερία μου δεν είναι η σωστή», η τιμωρία του είναι αναπόφευκτη: έδωσε θάνατο και θα λάβει θάνατο. (Στη δημοκρατία του θανάτου εξαιρέσεις δεν υπάρχουν και όλα τα αξιώματα αποδεικνύονται μάταια και ανίσχυρα: ενώπιον του τάφου η ζωή χάνει όλα τα ερείσματά της. Το ζήτημα είναι πώς θα μεταφράσεις σε μάθημα ζωής τη γνώση του θανάτου και πώς θα πορευτείς μέχρι να κατεβείς στον τάφο).

Χιλιάδες χρόνια τώρα τίποτα δεν έχει αλλάξει. Κάθε εποχή έχει τον δικό της Καλιγούλα. Οι αυτοκράτορες της παρακμής υποφέρουν από την αθεράπευτη μεγαλομανία τους. Και οι λαοί υποφέρουν από την τρέλα του κάθε Φαραώ και του κάθε Καλιγούλα – και στην εποχή μας από κάθε λογής κρυφούς και φανερούς μετανθρωπιστές τυράννους που οραματίζονται την προσωπική τους αθανασία πάνω στα πτώματα των άλλων.

Πηγή:neoplanodion.gr