Λάθε βιώσας ή…λάθρα βιώσει;

Βάση της επικούρειας διδασκαλίας και πυρήνας της επικούρειας τέχνης τού ευ ζην υπήρξε η ρήση-παράγγελμα του Επίκουρου λάθε βιώσας, που μνημονεύεται στα «Ηθικά» του Πλουτάρχου (Ει καλώς είρηται το λάθε βιώσας).

Το λάθε είναι β’ ενικό πρόσωπο προστακτικής αορίστου β’ (έλαθον) του ρήματος λανθάνω, που σημαίνει μένω κρυμμένος ή απαρατήρητος, διαφεύγω την προσοχή κάποιου.

Το βιώσας είναι μετοχή (ονομαστική αρσενικού γένους) αορίστου α’ (εβίωσα) του ρήματος βιώ (βιόω-ώ), που σημαίνει ζω, περνώ τη ζωή μου.

Το ρήμα λανθάνω ανήκει σε εκείνη την ομάδα ρημάτων (μεταξύ άλλων, διάγω, διατελώ, οίχομαι, τυγχάνω, φαίνομαι, φθάνω) που, όταν συντάσσονται με κατηγορηματική μετοχή, αποδίδονται με τροπικό επίρρημα, η δε κατηγορηματική μετοχή που εξαρτάται από αυτά με ρήμα.

Βάσει των ανωτέρω, το απόφθεγμα του Επίκουρου λάθε βιώσας σημαίνει ζήσε κρυφά, ζήσε εν κρυπτώ ή στην αφάνεια. Κατ’ επέκταση, ζήσε απαρατήρητος, μακριά από τη δημοσιότητα και χωρίς να προβάλλεσαι.

Δυστυχώς, όπως παρατηρείται και σε αρκετές άλλες περιπτώσεις χρήσεως παροιμιωδών φράσεων ή τυποποιημένων εκφράσεων στη νέα ελληνική γλώσσα, το λάθε βιώσας απαντά ουκ ολίγες φορές κακοποιημένο: λάθρα βιώσας ή και λάθρα βιώσαι.

Μολονότι το μεν επίρρημα λόγιας προέλευσης λάθρα (κρυφά, χωρίς να γίνεται κανείς αντιληπτός) ανήκει στην οικογένεια τού λανθάνω, το δε βιώσαι είναι απαρέμφατο του προαναφερθέντος αορίστου α’ εβίωσα, το αποτέλεσμα δεν μπορεί ασφαλώς να γίνει αποδεκτό.

Η επιλογή του «λάθε βιώσας», είναι μια πολύ δύσκολη επιλογή. Απαιτεί την ωριμότητα του ανθρώπου, που έχει «καθαρίσει» εντελώς με τους ετεροπροσδιορισμούς και το μόνο που τον αφορά είναι αποκλειστικά ο αυτοπροσδιορισμός, κυρίως μέσω της πνευματικής του καλλιέργειας. Εν ολίγοις το άτομο που οι θετικές ηδονές συμβιώνουν μαζί του χωρίς όμως να τον προσδιορίζουν, ενώ η γαλήνη του θυμικού του,(καταστηματική ηδονή), είναι η μόνη που τον αφορά.
Σε αντίθεση με τα παραπάνω, ο «λάθρα βιώσας» ενσυνείδητα ή και ασυνείδητα, ζει στο σκότος που είτε έχει επιλέξει, είτε του έχει επιβληθεί, φοβούμενος εσαεί την δαμόκλειο σπάθη της κοινωνικής κριτικής (κατακραυγής κατ’ αυτόν), ακριβώς γιατί σε αντίθεση με τον «λάθε βιώσαντα» ο ετεροπροσδιορισμός αποτελεί τον αυτοπροσδιορισμό του! Τεράστια η διαφορά.