Κισσός: Ο κατακτητής του κήπου του Ορέστη Δαβία.

By dasarxeio16/10/2022

Το φυτό του Διονύσου, το διεγερτικό των Μαινάδων και έμβλημα των φίλων του οίνου σκαρφαλώνει στον τοίχο και μεταμορφώνει τον κήπο.

Κείμενο: Ορέστης Δαβίας
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Κ»

Δε θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα
σε ξένα αναστυλώματα δεμένο.
Ας είμαι ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο.
Μα όσο ανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω.

Αυτά δήλωνε εμφατικά ο Γεώργιος Δροσίνης στη συλλογή του Φωτερά σκοτάδια, που κυκλοφόρησε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Σε μια εποχή δηλαδή κατά την οποία οι αναρριχητές της εξουσίας, αν συγκριθούν με όσους ομοτέχνους τους δραστηριοποιούνται σήμερα, δεν ήσαν παρά καλόψυχοι βιοπαλαιστές. Η ζημιά πάντως που προκάλεσε στον κισσό (Hedera helix) με τους παραπάνω στίχους του ο πολύ δημοφιλής εκείνα τα χρόνια ποιητής ήταν, σε επίπεδο συμβολισμών, σημαντική. Όλοι, βλέπετε, γνώριζαν πως ήταν από την αρχαιότητα φυτό αφιερωμένο στον θεό Διόνυσο, ο οποίος αποκαλείται και Κισσοκόμης, επειδή φοράει στην κεφαλή στεφάνι καμωμένο από τους βλαστούς του. Σύμφωνα με τον αρχαίο μύθο, ο Κισσός ήταν ο πιο αγαπημένος του χορευτής, τσακίστηκε όμως στροβιλιζόμενος και έσβησε. Η Γαία, για να κατασιγάσει τον πόνο του θεού, γέννησε ένα φυτό που τυλίγεται γύρω από τα δέντρα και σκαρφαλώνει ψηλά με τη χάρη του αδικοχαμένου νέου. Στις οργιαστικές κρασοκατανύξεις που τελούνταν προς τιμήν του Διονύσου, οι πιστοί κρατούσαν τον θύρσο, ένα ραβδί με κουκουνάρι στην κορυφή και περιτυλιγμένο με κισσό, ενώ οι γυναίκες που επιζητούσαν τη μανία, σημάδι της παρουσίας του θεού, μασούσαν τα διεγερτικά (προσοχή: και εξόχως τοξικά) φύλλα του κισσού μέχρι να παραδοθούν στον άγριο χορό των Μαινάδων. Πίστευαν όμως επίσης πως το φυτό διαθέτει ταυτόχρονα ιδιότητες κατευναστικές, του πονοκεφάλου έστω που προκαλεί η άγρια οινοποσία, για τούτο οι συμπότες έφεραν προληπτικώς στεφάνια του. Υπάρχουν άρα πλείστοι λόγοι που ο κισσός αποτελεί μέχρι σήμερα προσφιλές έμβλημα των απανταχού της Γης βαρελοφρόνων.

Από φυτολογικής σκοπιάς, ο κισσός είναι ένας αειθαλής και μακρόβιος αναρριχητικός θάμνος, αυτοφυής στα ελληνικά δάση. Ήδη από την αρχαιότητα είχε αξιοποιηθεί στην κηποτεχνία η ασυναγώνιστη ικανότητά του να καλύπτει ταχέως με τα γυαλιστερά και καρδιόσχημα φύλλα του φράχτες, βράχους αλλά και άχαρες γωνιές. Όπως όμως επίσης συμβαίνει με αρκετά άλλα καλλωπιστικά φυτά, ενώ στη σωστά επιλεγμένη θέση ο κισσός προσφέρει σπουδαίες υπηρεσίες, αν φυτευτεί σε λάθος σημείο, μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στον κήπο. Με το βάρος του να αυξάνεται γρήγορα καθώς αναπτύσσεται κάθετα, διαθέτει δύναμη ικανή, με αρωγό τον δυνατό άνεμο, να σπάει ακόμα και χοντρά κλαδιά. Δεν δυσκολεύεται επίσης ανελισσόμενος να «στραγγαλίζει» μικρά δέντρα, στερώντας τους με το πυκνό του φύλλωμα το ηλιακό φως, ενώ ακόμα και έρπων μπορεί να εξοντώσει ό,τι τον ανταγωνίζεται από τη χαμηλή βλάστηση. Σημειωτέον δε ότι για τη στήριξή του παράγει μέγα πλήθος από μικρές εναέριες ρίζες, οι οποίες αφήνουν αντιαισθητικά σημάδια σε τοίχους αν κάποτε αποφασίσετε να τον ξεριζώσετε και (μάλλον κοπιαστικά) να αφαιρέσετε τους βλαστούς του. Μετά από αρκετά χρόνια απρόσκοπτης ανόδου, όταν πια φτάσει στην κορυφή του δέντρου με το οποίο έσμιξε, ο κισσός φθινοπωριάτικα ανθοφορεί σε κιτρινοπράσινους τόνους, προσελκύοντας μάλιστα μυριάδες μέλισσες. Μερικούς μήνες αργότερα, ωριμάζουν πάνω σε τσαμπιά οι μελανωπές και χυμώδεις ράγες του που περιέχουν τους σπόρους του. Η φύτρωσή τους δεν είναι πάντως απλή υπόθεση, γι’ αυτό συνήθως ο κισσός αναπαράγεται, πολύ εύκολα κιόλας, με μοσχεύματα. Στην αγορά θα βρείτε αρκετές ποικιλίες του, που εμφανίζουν μικρές διαφορές στο μέγεθος και στην απόχρωση των φύλλων, για να διαλέξετε ανάλογα με τις προτιμήσεις σας.

Παντός καιρού

→ Είναι φυτό που προσαρμόζεται πολύ εύκολα σε σχεδόν όλους τους τύπους εδαφών, αντέχει πολύ σε καύσωνα και παγετό, ενώ σπάνια προσβάλλεται από ασθένειες. Προτιμά τις ημισκιερές θέσεις και απαιτεί τακτικά ποτίσματα, ακόμα περισσότερο τα καλοκαίρια. Μια αζωτούχος λίπανση κάθε άνοιξη αναμφίβολα ευνοεί την ανάπτυξη και την εμφάνισή του.

Πηγή: kathimerini.gr