Σοβιετικός βαλλιστικός πύραυλος R-12
Ήταν 15 Οκτωβρίου του 1962, όταν ο αμερικανός πρόεδρος Τζον Κένεντι πληροφορήθηκε από τις υπηρεσίες κατασκοπίας ότι 42 σοβιετικοί βαλλιστικοί πύραυλοι με πυρηνικές κεφαλές, βρίσκονταν εγκατεστημένοι στην Κούβα και μπορούσαν μέσα σε λίγα λεπτά να πλήξουν οποιαδήποτε πόλη των ΗΠΑ. Την ανάπτυξή τους είχε επιτρέψει ο Φιντέλ Κάστρο, φοβούμενος αμερικανική επέμβαση.
Οι δεκατρείς μέρες που ακολούθησαν ήταν οι πιο επικίνδυνες που πέρασε η ανθρωπότητα. Στις 22 Οκτωβρίου ο πρόεδρος Κένεντι ανακοίνωσε ότι το αμερικανικό Ναυτικό θα επέβαλλε αποκλεισμό της Κούβας και θα προχωρούσε στην «κατάσχεση επιθετικών όπλων και συναφούς υλικού» που σοβιετικά σκάφη θα επιχειρούσαν ενδεχομένως να τα παραδώσουν στην Κούβα. Τις επόμενες ημέρες σοβιετικά πλοία που κατευθύνονταν προς την Κούβα άλλαξαν πορεία και απομακρύνθηκαν από τη ζώνη του αποκλεισμού.
H ένταση κλιμακωνόταν διαρκώς και ο κίνδυνος του πυρηνικού ολέθρου πλησίαζε ολοένα, καθώς ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις ανταλλάσσονταν πυρετώδη μηνύματα. Η κρίση κορυφώθηκε στις 27 Οκτωβρίου, όταν ένα αμερικανικό κατασκοπευτικό αεροσκάφος U2 καταρρίφθηκε στον εναέριο χώρο της Κούβας, ενώ ένα άλλο αναχαιτίστηκε πάνω από τη Ρωσία.
Η σύρραξη αποφεύχθηκε την τελευταία στιγμή, στις 28 Οκτωβρίου, όταν ο σοβιετικός ηγέτης Νικίτα Χρουστσόφ δέχτηκε να σταματήσουν οι εργασίες για την εγκατάσταση των πυραύλων και να αποσυρθούν όσοι βρίσκονταν ήδη στο νησί. Σε αντάλλαγμα, ο Κένεντι δεσμεύθηκε ότι ουδέποτε οι ΗΠΑ θα εισέβαλλαν στην Κούβα, ενώ έδωσε και μυστική υπόσχεση για την απομάκρυνση των πυρηνικών πυραύλων που είχαν εγκατασταθεί κατά το παρελθόν στην Τουρκία.
Τις εβδομάδες που ακολούθησαν οι δύο υπερδυνάμεις άρχισαν να πραγματοποιούν τα υπεσχημένα και ως το τέλος Νοεμβρίου η κρίση είχε ξεπεραστεί. Ο ηγέτης της Κούβας Φιντέλ Κάστρο αρνήθηκε να δεχθεί παρατηρητές του ΟΗΕ στη χώρα του, δυσαρεστημένος από το γεγονός ότι είχε αποκλεισθεί από τις επαφές Κένεντι – Χρουστσόφ και όντας εξοργισμένος με τον σοβιετικό ηγέτη για τη στάση του.
Πηγή: https://www.sansimera.gr