Απολλώνια και διονυσιακή Ελλάδα

«Για τους Έλληνες ο Απόλλων είναι ο θεός των ορίων, ο θεός που επιβάλλει μορφές, διακρίσεις και ιεραρχίες, εν τέλει ο θεός της εξατομίκευσης. Ο Διόνυσος είναι ο αντίπους, ο θεός της ενότητας και του ομαδισμού, ο θεός που διαλύει τα όρια, συγχωνεύει τα σύνορα, εξαφανίζει τις διακρίσεις και καταργεί την αρχή της εξατομίκευσης, το περίφημο principium individuationis. Το απολλώνιο πνεύμα αντιπροσωπεύει το φως, τη λογική, το μέτρο, την καθαρότητα, την αρμονία. Το διονυσιακό παραπέμπει στο σκότος, στο ένστικτο, στην αταξία, στην έκσταση, στο άγριο πάθος. Απολλώνια, λέει ο Νίτσε, είναι η τέχνη της πλαστικής που δημιουργεί μορφές με αναλογίες, συμμετρίες και κάλλος. Διονυσιακή είναι η ανεικονική τέχνη της μουσικής που εκφράζει την παγκόσμια βούληση και την αρχέγονη ενότητα των πάντων. Απολλώνιος είναι ο Όμηρος, ο ονειροπόλος γέροντας ραψωδός — διονυσιακός είναι ο πολεμοχαρής αλλά και εραστής των Μουσών Αρχίλοχος.»

Βασίλης Βερτουδάκης, καθηγητής κλασσικής φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών