Ευτοπία, δυστοπία, ουτοπία…

Ευτοπία: η επιθυμητή, ιδανική κοινωνία, αλλά ως εφικτός και όχι ως αδύνατος στόχος.

Για παράδειγμα: “Σε αντίθεση με την ουτοπία, τον ανύπαρκτο τόπο ιδανικής συμβίωσης, η ευτοπία είναι ο υπαρκτός τόπος και τρόπος καλής συμβίωσης”.

Η ευτοπία προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων ευ και τόπος.

Δυστοπία: μία φανταστική κοινωνία απόλυτης δυστυχίας.

Ουτοπία: μία φανταστική κοινωνία που διαθέτει ένα φαινομενικά τέλειο κοινωνικό, πολιτικό και νομικό σύστημα.

Η λέξη ουτοπία είναι σύνθετη, από τις ελληνικές λέξεις ου (αρνητικό μόριο) και τόπος, η λέξη εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1516 στη νεολατινική, στο έργο του Άγγλου φιλοσόφου Sir Thomas More (Τόμας Μουρ) De optimo reipublicae statu deque nova insula Utopia («Περί καταστάσεως της αρίστης πολιτείας και της νέας νήσου Ουτοπίας»).

Το δεύτερο συνθετικό της «ουτοπίας», η λέξη «τόπος» εμφανίζεται για πρώτη φορά στην ελληνική στον Αλκαίο, τον 7ο πχ αιώνα (Μπαμπινιώτης) και στον Αισχύλο (Liddell-Scott).