Απόσπασμα την εξαιρετική συνέντευξη του ιστορικού Χρήστου Λούκου στο book’s journal. Σε αυτό το απόσπασμα μιλάει για την πολυετή μελέτη του για τον Καποδίστρια.
Πόσο έχει εξελιχθεί η εικόνα που έχετε για τον Καποδίστρια από το 1971 μέχρι σήμερα; Σας είχε επηρεάσει τότε η χρήση της προσωπικότητάς του από τη χούντα;
Η επιλογή του θέματος δεν ήταν τυχαία. Λίγο-πολύ έβλεπα κι εγώ, το 1971-1972, ότι με τη δουλειά μου πολεμώ τη δικτατορία. Πιστεύω ότι ωρίμασα από τότε ως ιστορικός και κατάλαβα μερικά πράγματα. Στη διατριβή μου, που τελείωσε το 1982, υποστηρίχτηκε το 1984 και δόθηκε για δημοσίευση το 1987 [Η αντιπολίτευση κατά του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, 1828-1831, Θεμέλιο 1988], δεν κρύβω μια συμπάθεια για την αντιπολίτευση, ασκώ κριτική στον Καποδίστρια, αλλά νομίζω ότι επιχείρησα και μια πρώτη ισορροπία. Αυτή την ισορροπία νομίζω ότι, σιγά σιγά, προσπάθησα να τη βελτιώσω, διότι και τον Καποδίστρια κατάλαβα λίγο καλύτερα, ιδίως πριν από την κυβερνητική περίοδο, διαβάζοντας περισσότερα για την πορεία του και τις απόψεις του. Από την άλλη μεριά άρχισα να καταλαβαίνω καλύτερα κι αυτούς που τον αντιπολιτεύτηκαν, όχι μόνο τον Μαυροκορδάτο. Τι σημαίνει Μαυρομιχαλαίοι, τι σημαίνει Πολυζωίδης, τι σημαίνει Κουντουριώτες. Κατάλαβα ότι δεν πρέπει να μείνεις μόνο στην πολιτική διάσταση, ότι είναι συντηρητικός ο Καποδίστριας – πράγματι είναι, αλλά δεν αρκεί αυτό. Είχε μια ευαισθησία για την ελληνική κοινωνία που δεν είχαν άλλοι.
Έδειξε ως Κυβερνήτης μια τάση ανεξαρτησίας πολύ μεγαλύτερη από τους αντιπάλους του, που δεν είχαν κανένα πρόβλημα να συνεργαστούν με άλλη δύναμη για να ανατρέψουν τον Καποδίστρια. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Κοντόσταυλο που συνεργάζεται αρχικώς με τον Καποδίστρια. Εξαιτίας των λαθών που έγιναν στο Νομισματοκοπείο, ο Καποδίστριας του λέει ότι πρέπει να μείνει εκτός του κρατικού μηχανισμού για ένα διάστημα. Κι αυτός περνά στην αντιπολίτευση, γράφει στον Κοραή φοβερά πράγματα. Ενώ, δηλαδή, μέχρι το 1830 συνεργάζεται με τον Καποδίστρια, μετά γράφει ότι ο Καποδίστριας δεν είναι υπεράνω χρημάτων. Και η σύγκρουση οφείλεται, μεταξύ πολλών άλλων, στο ότι ο Κοντόσταυλος φοβάται ότι δεν θα μπορέσει να αγοράσει κτήματα στην Εύβοια. Την εμμονή κάποιων Υδραίων την καταλαβαίνω, αλλά βλέποντας όλ’ αυτά δεν μπορείς να κρίνεις τον Καποδίστρια μόνο πολιτικά. Είδα και τις άλλες πλευρές της πολιτικής του και γι’ αυτό νομίζω ότι μπόρεσα στο βιβλίο μου να είμαι πιο ισορροπημένος. Αλλά πιστεύω πως δεν θα δει κανείς το βιβλίο ως ένα βιβλίο υπέρ του Καποδίστρια, ότι υποτίθεται ότι ο Λούκος άλλαξε ξαφνικά, ενώ στο διδακτορικό του ήταν υπέρ της αντιπολίτευσης.
Δεν αρνούμαι ότι κάποιοι από την αντιπολίτευση πράγματι φοβόντουσαν ότι κινδυνεύει το νόημα της Επανάστασης, αλλά απ’ την άλλη μεριά μερικοί, και κορυφαίος είναι ο Μαυροκορδάτος, δεν κατάλαβαν ότι αυτή η άκρατη αντιπολίτευση μπορούσε να οδηγήσει σ’ ένα αποτέλεσμα το οποίο θα ήταν τελείως αρνητικό για τη χώρα. Και φυσικά εξυπηρέτησαν πέρα για πέρα την αγγλική πολιτική. Είναι αλήθεια πως ο Καποδίστριας δεν έχει καλή εικόνα για τους περισσότερους από τους πρωταγωνιστές της Επανάστασης και χάνει την ευκαιρία να βρει έναν τρόπο να εξισορροπήσει τις αντιθέσεις, αλλά είναι και οι άλλοι έτοιμοι να κάνουν τα πάντα για την ανατροπή του.
Έφτασαν να λένε ότι με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να μείνει ο Καποδίστριας. Άρα λοιπόν φτάνουμε σ’ έναν εμφύλιο πόλεμο το 1832 που ενδεχομένως θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί, αν κι από τη μία κι από την άλλη μεριά υπήρχε μία λελογισμένη διάθεση παραχωρήσεων. Πρέπει να ξεκινήσουμε από ένα δεδομένο, ότι εάν ο Καποδίστριας είχε και των τριών Δυνάμεων την υποστήριξη, αν δηλαδή η Αγγλία δεν είχε αποσύρει από τους πρώτους μήνες την υποστήριξή της, θα ήταν τελείως διαφορετική η διακυβέρνησή του. Από εκείνη τη στιγμή τον βλέπεις να προσπαθεί με αγωνία να κρατήσει ευνοϊκές τις άλλες δύο Δυνάμεις, κυρίως ως προς τα οικονομικά. Διότι εάν δεν έδιναν οικονομικές ενισχύσεις η Ρωσία και η Γαλλία, θα είχε ανατραπεί από το πρώτο έτος.
Αυτή η ισορροπία ανατρέπεται μετά την Ιουλιανή Επανάσταση. Η Αγγλία αποσύρει νωρίς την εμπιστοσύνη της, δεν συνοδεύει αγγλικό πλοίο τον Καποδίστρια στις μετακινήσεις του, και από την άλλη έχεις τον Άνταμ και τον Ντώκινς να λένε ότι κινδυνεύει η επιρροή μας στην Ελλάδα, πρέπει αυτός να φύγει. Η αντιπολίτευση είναι έτοιμη να μεταφέρει στους Άγγλους οτιδήποτε θεωρεί ότι είναι φιλορωσικό και η φοβία του Καποδίστρια ενισχύεται. Είναι ήδη καχύποπτος έναντι των Άγγλων λόγω των Επτανήσων, που αντί για αυτόνομο κράτος έγινε αποικία, Είχε πει κάποτε, στον Κασομούλη νομίζω, πως «αυτοί ακούνε τους ξένους, εμένα δεν μ’ ακούν». Αυτό σημαίνει όμως ότι δεν είχε την ικανότητα να καταλάβει ότι ένας Τρικούπης, ακόμα και ένας Μαυροκορδάτος, όσο κι αν ήταν με την Αγγλία, πάνω απ’ όλα τους ενδιέφερε η εθνική υπόθεση. Αν λοιπόν τους είχε αγκαλιάσει και είχανε μοιραστεί κάποια πράγματα, μπορεί κι αυτοί να άλλαζαν. Δυσκαμψία υπάρχει και από τη μία και από την άλλη πλευρά.
Παρά τις ικανότητες του Καποδίστρια στο πεδίο της διπλωματίας, ως Κυβερνήτης δεν κατόρθωσε να εκμεταλλευτεί την ετερογένεια των εσωτερικών αντιπάλων του και να σφυρηλατήσει πολιτικές συμμαχίες που ενδεχομένως θα του επέτρεπαν να αποφύγει την ανταρσία που κλιμακώθηκε. Αυτό σχετιζόταν και με τη συντηρητική ιδεολογία του πάνω σε θέματα που θεωρούνταν κεκτημένα της Επανάστασης. Μια άποψη της εποχής εκείνης ήταν ότι το νεοελληνικό κράτος χρειαζόταν έναν Ουάσιγκτον, έναν Μπολίβαρ, έναν Ναπολέοντα. Τελικά εκτιμάτε ότι θα μπορούσε να είχε προσφέρει περισσότερα από άλλο μετερίζι ο Καποδίστριας, π.χ. ως αντιβασιλέας, ως παράγοντας διπλωματικής υπηρεσίας εφόσον ανακτούσε και την εύνοια του ρώσου αυτοκράτορα, ως εντολοδόχος των Τριών Δυνάμεων εφόσον δεν αντιδρούσε το Λονδίνο.
Αυτό που πραγματικά ήθελε και επιδίωξε ήταν να γίνει ο εντολοδόχος των τριών Δυνάμεων, αλλά σκόνταψε στην καχυποψία της νέας βρετανικής κυβέρνησης. Ενδεχομένως, αν είχε ζήσει παραπάνω ο Γεώργιος Κάνινγκ να ήταν κάπως διαφορετικά τα πράγματα. Ο Ανδρέας Ανδρεάδης είχε πει πως η μεγαλύτερη δυστυχία της Ελλάδας ήτανε η παραίτηση του Λεοπόλδου. Εάν ο Λεοπόλδος δεν είχε παραιτηθεί, ο Καποδίστριας θα ήταν στενός συνεργάτης του, του το είχε γράψει. Θα ήταν δίπλα στον Λεοπόλδο, ο Λεοπόλδος (όπως μπορούμε να υποθέσουμε βασισμένοι στην εμπειρία του Βελγίου) θα κυβερνούσε διαφορετικά απ’ ό,τι κυβέρνησε η Αντιβασιλεία και ο Όθωνας. Είχε συγγενικές σχέσεις με τις δυναστείες των Μεγάλων Δυνάμεων, άρα θα ήταν μικρότερες οι εξωτερικές επεμβάσεις. Εφόσον αυτό το σενάριο απέτυχε, μετά την παραίτηση του Λεοπόλδου δεν νομίζω ότι υπήρχε άλλο ενδεχόμενο για τον Καποδίστρια. Αναφέρατε τον Ουάσιγκτον και τους άλλους αλλά αυτοί ήταν στρατιωτικοί. Ο Καποδίστριας δεν είχε τη στόφα του στρατιωτικού, αλλά με την ευκαιρία πρέπει να σκεφτούμε ότι κατάφερε με τρομερές οικονομικές θυσίες, απ’ όσα του έδιναν οι Δυνάμεις, να διατηρήσει το στρατό υπό τον έλεγχό του. Κάλλιστα θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιήσει το στρατό εναντίον των αντιπάλων του, αλλά δεν το έκανε. Ενώ το έκαναν ο Κουντουριώτης και ο Μαυροκορδάτος στον εμφύλιο πόλεμο. Ο Κολοκοτρώνης τον πίεζε, τον πίεζαν κι άλλοι να αντιμετωπίσει δυναμικά την αντιπολίτευση. Αναγκάστηκε με την Ύδρα να το κάνει, αλλά όταν γίνεται μια ανταρσία δεν μπορείς να μην αντιδράσεις. Αν κάνουμε τους παραλληλισμούς μας με την Επανάσταση, θα θυμηθούμε πως, όταν επέμενε η γαλλική φατρία να φέρει γάλλο βασιλιά, τους φυλάκισε ο Μαυροκορδάτος και άνοιγαν τότε και τα γράμματά τους. Είχαμε μια σκληρή πολιτική αλλά τι να κάνεις όταν ο άλλος ουσιαστικά επαναστατεί; Το εργαλείο που λέγεται στρατός ο Καποδίστριας απέφυγε συστηματικά να το χρησιμοποιήσει. Χρησιμοποίησε λίγο τον Κολοκοτρώνη όταν οι χωρικοί αρνήθηκαν να πληρώσουν ένα φόρο, αλλά δεν είχαμε αυτήν την παρουσία στρατευμάτων που είδαμε στον εμφύλιο πόλεμο. Διότι καταλάβαινε ότι αν κατέβαιναν οι Ρουμελιώτες πάλι, θα είχαμε εμφύλιο πόλεμο, αυτό που έγινε το 1832. Ό,τι ο Καποδίστριας θέλησε να αποφύγει, το χρησιμοποίησαν οι άλλοι μετά. Τώρα όσον αφορά τη δυνατότητα μιας καριέρας στη Ρωσία: όταν προσπάθησε να τον πείσει ο τσάρος να μην κατεβεί στην Ελλάδα, ο Καποδίστριας αρνήθηκε, ήθελε να γίνει Κυβερνήτης στην Ελλάδα. Αυτό που βρήκε ο Γκριγκόρι Αρς [Ο Ιωάννης Καποδίστριας στη Ρωσία, Ασίνη 2015] και έχει ενδιαφέρον είναι πως, όταν του είπαν οι Ρώσοι: «τι άλλο θέλεις να γίνει;», τους ζήτησε πολλά χρήματα και μια μοίρα του στόλου για να αντιμετωπίσει τον Ιμπραήμ, εφόσον βέβαια οι Ρώσοι ήταν διατεθειμένοι να συγκρουστούν με τις άλλες Δυνάμεις. Ήταν μία από τις πολλές μεταμορφώσεις του. Αλλά όπως ξέρουμε αυτό το σχέδιο δεν προχώρησε.