Δημήτρης Κανελλόπουλος
ΤΟ ΕΣΤΟΧΑΣΤΗΚΑ ΚΑΙ ΣΤΕΡΓΩ
Μετὰ τὴν νύχτα στὴν ὁδὸ Ἁγίου Μάρκου
ἔπιασα μὲ πάθος τὴν ὑπόθεση
καὶ τὴν ἔκανα τὸν μόνο σκοπὸ
τῆς ζωῆς μου.
Ἔρχονταν πλῆθος οἱ Προσήλυτοι
κατ’ ἐπάνω μου.
Εὐτυχισμένοι!
Μὲ δύο ποῦλμαν
τοὺς ὁδηγήσαμε γιὰ προσκύνημα στοὺς Δελφούς·
ἄλλες φορὲς στὴν Παύλιανη ἢ τὴν Ἀγόριανη.
Τότες ἡ Νάνσυ καὶ ἡ Κική,
ἐκδήλωσαν τὸν θαυμασμό τους
γιὰ τὴν τόση δραστηριότητά μου.
Ἦταν καὶ τὸ κρασὶ βεβαίως κι ὕστερα,
μία ἐπίσκεψις στὸ μικρὸ παρεκκλήσι.
Στὸν γυρισμό,
μὲ πλησίασε ὁ σύνδεσμος καὶ μὲ εἶπε:
― Μήπως δὲν στοχάζεσαι τὸν ἑαυτόν σου εἰς ἀρκετὴν δύναμιν;
― Μὰ ἀδελφέ, τὸν εἶπα, τὸ ἐστοχάστηκα καὶ στέργω…
Ὅμως ἐκεῖνος, ἄλλα εἶπε στὶς 24 Ἰουλίου 1974
τοῦ ἑπομένου ἔτους,
ἐνώπιον τῆς Κεντρικῆς Ἐπιτροπῆς…
Ἔτσι, νωρίς,
μὲ πῆραν τοὺς Προσήλυτους
καὶ ὅλα τ’ ἄλλα:
τὶς ἐπαφές μου καὶ τὶς γνωριμίες
τἄχα μου νὰ μ’ ἐλαφρύνουν
ἀπὸ τοὺς κόπους.
Καὶ μὲ εἶπαν ψιθυριστὰ
νὰ μὴν ἀκούω καὶ νὰ μὴν μιλῶ
γιατί, τὴν αἴσθηση τῆς Ἀρχῆς ταράζω·
κι ὅταν περνοῦσα τὸν μεγάλο Ποταμὸ
«στεῖλαν δύο ὀπίσω μου
κι ἕναν τζεμπέρη πάνω στὸ σλέπι»
νὰ μὲ ἐπισκοπεῖ μὲ τὸ ψυχρό του βλέμμα.
ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΗ
«ΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ»,
ἐκδόσεις ΟΡΟΠΕΔΙΟ, Ἀθήνα 2017