Στο Πτώον όρος..

Ορεινογραφίες

Η κωμόπολη Ακραίφνιον (1) είναι εύρωστη, ωραία  και κρατάει τον κόσμο της.  Στο έμπα του χωριού, μάς καλωσορίζουν αρχαίες κολώνες, σε νησίδα του δρόμου πριν την μεγαλόπρεπη εκκλησία του, σημάδι πως ο τόπος κρατάει ιστορία που έρχεται απ’ την αρχαιότητα..  Ένας δρόμος βόρεια οδηγεί, βγαίνοντας ψηλά από το χωριό, στον οικισμό Κόκκινο, αφού γυροφέρει τον λόφο ύψους 558μ. και άλλος ανατολικά αρχικά στην Αγ. Παρασκευή, δίπλα ο χώρος του ναού Πτώου Απόλλωνος, στις πλαγιές του λόφου Αγίας Πελαγίας, ύψους 725μ. Πτώου (2).

Στον οικισμό Ακραίφνιο Βοιωτίας

Διασχίζουμε τον οικισμό και βγαίνουμε πάνω απ’ αυτόν, ακολουθώντας την ανατολική κατεύθυνση,  όπου σταματάμε για να έχουμε μια γενική όψη του, με τον καιρό να μην έχει ξεκαθαρίσει τι θέλει.  Μουντάδα, μάλλον για βροχή.  Το σκέπτεται.  Φτάνουμε σε ένδειξη Αγία Παρασκευή.

Μερική άποψη του οικ. Ακραίφνιον, ύψ.280μ. Άνοιξη 2023

Η Αγία Παρασκευή, υψ.400μ.  είναι ένα ξωκκλήσι, σωστό στολίδι στον χώρο απ’ όπου βλέπει κανείς μέρος της λίμνης Υλίκη.  Το ναΰδριο είναι ανακαινισμένο και ο περιβάλλοντας χώρος υπέροχος.

Αρχαιολογικός χώρος του Απόλλωνος Πτώου, φώτο: Άνοιξη 1990

Βρίσκουμε δύο ντόπιους, ο ένας καθάριζε το έδαφος κάτω από τις ελιές και του άλλου του διακόψαμε τον πρωϊνό του περίπατο.   Τους ρωτάω πού βρίσκονται τα αρχαία του ναού Απόλλωνος Πτώου και μου δείχνουν την χορταριασμένη πλαγιά.  «Μα, εδώ δεν βλέπω τίποτα..»«εντάξει, δεν επιτρέπεται να βάλουμε χέρι.  Βλέπεις η αρχαιολογία… Δεν μπορεί, ο δήμος να κάνει τίποτα..  Και έχει πολλά αρχαία πράγματα εδώ ο τόπος… Έχουν βγάλει οκτώ κούρους από εδώ και είναι στο μουσείο της Θήβας.  Πιο πάνω έχει ολόκληρο τοιχίο αρχαίο, έχει αρχαίο ναό του Απόλλωνα,  βγάζει νερό ο τόπος».  «Πώς μπορώ να πλησιάσω τον χώρο»;  «Μπες στα χορτάρια μέσα και θα βρεις  κάτι σαν μονοπατάκι.  Πιο πάνω θα δεις καλλίτερα..» 

Αρχαιότητες στο Μαντείο Απόλλωνος στο Πτώον όρος, 1990

«Πλακώθηκα» στην πλαγιά, τα χορτάρια ένα μέτρο και ευτυχώς κάτι βρήκα.  Μία γούρνα, κάτι σκόρπια κομμάτια αρχαία και μία τρύπα.  Πιο ψηλά κάτι ξύλινα δοκάρια, σαν να προσπαθούσαν να στηρίξουν ένα τοιχίο, αλλά ο τόπος υγρός, σίγουρα έβγαινε νερό.  Χάρηκα που βρήκα τον τόπο με τη βοήθεια των ντόπιων.  Γυρίζω, όλο χαρά.  Τώρα συστηθήκαμε και είπαμε το όνομά μας και πού πάμε.  Είπαμε ότι «πάμε στο αντάμωμα των Σαρακατσάνων του Σκροπονερίου, αφού περπατήσουμε λίγο στο βουνό σας (Πτώο)».  «Σαρακατσάνοι είσαστε»; «Όχι αλλά το όνομά μου είναι Ντάσιος και…».  «Ντασιαίους έχουμε και στο Ακραίφνιο»!, «Το ξέρω, μια οικογένεια είμαστε».  «Δεν ξέρω εάν είμαστε Σαρακατσαναίοι, αλλά πώς και γιατί μπλέχτηκα να μελετάω τους Σαρακατσαναίους στην Κωπαϊδα, Καλαμπαλικαίους, Μιχοπουλαίους, Ντασιαίους θα πρέπει να το ψάξω..»

Όση ώρα εγώ γυροφέρνω στον χώρο, η σύντροφός μου τα λέει με τους ανθρώπους στην Αγία Παρασκευή.

Απ’ τον αρχαιολογικό χώρο, του Απόλλωνος στο Πτώον, 1990

Αν δυστυχώς ο αρχαιολογικός χώρος είναι «άφαντος», το παρακείμενο εκκλησάκι της Αγίας Παρασκευής έχει εξωραϊστεί και είναι σωστή όαση.    Περιβάλλοντας χώρος, χώρος αναψυχής, τα πουρνάρια έγιναν δένδρα, κιόσκια και παγκάκια για ανάπαυση και χώρος για ψησίματα στην γιορτή της Αγίας Παρασκευής.  Εξαιρετικά φροντισμένος ο χώρος!  Το ναΰδριο της Αγίας Παρασκευής ανήκει στον δήμο Ακραιφνίου.  Μακάρι να ήταν έτσι φροντισμένος και ο Αρχαιολογικός χώρος, που είναι όμως αρμοδιότητας Αρχαιολογίας.. 

Είμαι καθισμένος στο παγκάκι του προαύλιου χώρου του ξωκλησιού της Αγίας Παρασκευής κάτω απ’ τις θεόρατες πουρναριές και σκέπτομαι.  Είχα επισκεφθεί τον χώρο πριν 30 χρόνια και τον βλέπω αλλαγμένο.  Τρόμαξα να τον αναγνωρίσω.  Νάναι καλά ο χαρακτηριστικός βράχος.   Ήταν άνοιξη όπως και τώρα, αλλά φαινόταν ο αρχαιολογικός χώρος, σκόρπιες οι αρχαίες πέτρες, ο νεροαύλακας, τα τοιχία.  Δρόμος απ’  την Αγία Παρασκευή πέρναγε κάτω απ’ τον βράχο και έβγαινε στο διάσελο.  Σηκώνομαι και πάω ακολουθώντας τη λογική και σβησμένα μονοπάτια, ανηφορίζω στην κορφή του αρχαιολογικού χώρου και αντικρύζω την λίμνη Υλίκη, που μου κλείνει το μάτι, στο βροχερό ανοιξιάτικο πρωϊνό..

Ρεματιά που έρχεται από οροπέδιο και καταλήγει στον Άγιο Νικόλαο Σκροπονερίου 

Αποχωριζόμαστε με τους ευγενικούς πρωϊνούς κατοίκους, που σμίξαμε και μάθαμε τόσα, παίρνοντας διαφορετικές κατευθύνσεις.  Ο πρώτος επιστρέφοντας στο χωριό μετά την πρωϊνή του βόλτα στην  Αγία Παρασκευή, ο άλλος πήρε το τρακτέρ που τέλειωσε με το καθάρισμα και πίσω και αυτός και εμείς πήραμε το όχημα για το μοναστήρι της Αγίας Πελαγίας (3).  Φτάνουμε και στην μονή.  Μόλις είχε τελειώσει η Θεία Λειτουργία και κόσμος ήταν συγκεντρωμένος στον προαύλιο χώρο του καθολικού.  Οι μοναχές να πηγαινοέρχονται στις δουλειές και γύρο μας χαμογελαστά πρόσωπα.  Ολόγυρα τα κελιά της μονής και στον ουρανό πρόβαλλαν οι βραχώδεις κορφές της Αγίας Πελασγίας, 725μ. του Πτώου  Η μονή είναι χτισμένη σε ύψ.560μ., οροπέδιο, ανοικτός τόπος και πίσω της ορθώνεται το στενόμακρο Πτώον, με την κορφή του, Αγία Πελαγία.  Η υψομετρική διαφορά είναι 175μ.  και από τις δύο μεριές είναι η προσέγγιση της κορφής.  Η μία πριν την μονή και άλλη μετά απ’ αυτή.  Έχουμε πάρει και αντίδωρο στο σχόλασμα της λειτουργίας, προλάβαμε, και τις ευχές της ηγουμένης για την επιχείρηση ανάβασης στο όρος και αναπτερωμένοι ξεκινήσαμε.  Διαλέξαμε στην μετά την μονή ανάβαση (ανατολική) και χαρήκαμε το ψάξιμο μονοπατιών που πήγαιναν κατά πάνω  Το ωραίο ήταν ότι ένα από αυτά, οδηγούσε ανάμεσα στην Παραλίμνη και Υλίκη και συγκεκριμένα στον οικισμό Κάτω Υλίκη, αρχαία Τραφεία.  Σε κάποιο σημείο αφήσαμε το μονοπάτι  και κάναμε επάνω για να βγούμε στη βραχώδη κορφή.  Μαγική η θέα ολούθε, απ’  το ύψος της κορυφής Αγίας Πελαγίας, 725μ..

Ι. Μονή Αγίας Πελαγίας και πίσω η κορυφή Αγία Πελαγία, 725μ. του Πτώου

Κατεβαίνουμε μελωμένοι με σταγόνες ψιλές στο κεφάλι μας, μουντάδα, αλλά αισιόδοξοι ότι θα πάει καλλίτερα.  Επιστρέφουμε στη μονή και παίρνοντας το όχημα αναζητούμε διέξοδο στην θάλασσα.  Απ’  την μονή συνεχίζει χωματόδρομος καλής βατότητας (τον ετοιμάζουν για ασφαλτόστρωση), που οδηγεί στα Σκροπονέρια, που είναι ο προορισμός μας.  Ο δρόμος ελίσσεται σε πεδίο ήρεμο, «μαλακό», περνάμε κάνα δυο ποιμενικές εγκαταστάσεις, ανάμεσα στις κορφούλες 697μ. – 694μ. και μετά γέρνει στη ρεματιά – χαράδρα για να σκάσει κατευθείαν και πριν την θάλασσα, στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου.  Μέχρι εκεί συνοδεία πουρναριού, κούμαρου, σχίνου και… μουσικής! Το παγγύρι έχει αρχίσει! 

Ο Άγιος Νικόλαος Σκροπονερίου και πίσω η κορυφή Πεταλάς, 781μ. του Πτώου

Δίπλα στο κύμα, στον προαύλιο χώρο του Αγίου Νικολάου, οι Σαρακατσαναίοι Σκροπονερίου, πραγματοποιούσαν το 3ο αντάμωμά τους,  μετά από τα χρόνια της πανδημίας.   Σαρακατσαναίοι, φίλοι, επισκέπτες όλοι, ανταμωμένοι βρίσκονται, θυμούνται τα παλιά και χαίρονται το αντάμωμα.  Σμίγουμε και εμείς με τους Καλαμπαλικαίους, Αριστείδη, Μάκη, Θωμά και είναι μεγάλη μας η χαρά και για τον τόπο και για τους Σαρακατσαναίους.  Βρίσκουμε και τον Δημήτρη Χρισταντώνη και μας μιλάει για τα παλιά, ό,τι καλλίτερο.  Μαθαίνουμε ότι οι Σαρακατσαναίοι Σκροπονερίου, έβγαιναν για ξεκαλοκαιριό στ’ Άγραφα (Φουρνά, Βράχα, Καροπλέσι, Νεράϊδα), Παρνασσό, Καλλίδρομο στο Βαρκό, Άνω Αγόριανη, Ομβριακή Δομοκού και ξεχείμαζαν στο Σκροπονέρι.  Εδώ, πιο κάτω, διατηρούνται παλιά  καλυβάκια, ακόμη, όχι βεργόπλεκτα.  «Η ρεματιά που κατεβήκατε με το δρόμο… Αυτή την ρεματιά την ανεβαίναμε με τα πόδια για να βγούμε στις λάκκες που είχαμε τα πρόβατα, έχει μονοπάτι μέσα της».  Δεν προλάβαμε να πούμε κι’ άλλα, γιατί ο Καλαμπαλικαίοι μας τράβηξαν για χορό.  Τα όργανα καλά κρατούσαν και η χαρά της συνεύρεσης με τους ανθρώπους της μάζωξης καθρεπτίζονταν στα πρόσωπα.  Οι κορφές του Πτώου από πάνω μας μας κοιτάζαν.  Κατάραχα οι ανεμογεννήτριες γύριζαν με τους ήχους της μουσικής.  Ευλογημένος τόπος, όπου και να γυρίσεις, όσο πιο απομονωμένος, τόσο πιο θαυμαστός είναι και να σκεφθείς δυο βήματα απ’  την πρωτεύουσα.

Τάκη Ντάσιου, Μάϊος 2023/ορεινογραφιες