Νόστος για μια πνιγμένη πατρίδα, του Ηλία Προβόπουλου
Ηλίας Προβόπουλος, 19/6/2023 nextdeal
Ο νόστος του Οδυσσέα είναι ένα στοιχείο που διαχρονικά χαρακτηρίζει τους Έλληνες και σε κάθε εποχή που ακολούθησε, από εκείνα τα μυθικά χρόνια μέχρι σήμερα εκφράζεται και με διαφορετικό τρόπο αλλά στον πυρήνα του παραμένει ο ίδιος. Μέσω αυτού, η λογοτεχνία, η ποίηση, οι αφηγήσεις και τα παραμύθια έχουν καταφέρει να κρατήσουν ζωντανή και να μεταφέρουν από γενιά σε γενιά και να ανατροφοδοτούν την παράδοση της επιστροφής στα πάτρια εδάφη. Εννοείται ότι και ο Έλληνας, από τότε μέχρι σήμερα δεν έπαψε ποτέ να ταξιδεύει στις άκρες του κόσμου και να αναζητεί προκοπή και βεβαίως συγκινήσεις.
Στα τελευταία όμως χρόνια, από την λήξη του πολέμου και κατόπιν να κυριολεκτούμε, για ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, το ταξίδι από την μικρή πατρίδα προς μια μεγάλη πόλη ή τον κάμπο αν επρόκειτο για ορεινό μέρος είχε ως στόχο την μόνιμη εγκατάσταση. Οι λόγοι πολλοί αλλά ο κυριότερος η αναζήτηση προκοπής αφού η μικρή πατρίδα ραγδαία έχανε την δύναμή της και οι κοινότητες διαλύονταν. Έτσι, για ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής περιφέρειας, η μετακίνηση των νέων στις πόλεις ήταν μονόδρομος.
Ενώ όμως για όλες τις περιπτώσεις η ανάγκη αυτή οφείλονταν στην αναζήτηση εργασίας για κάποιους άλλοι λόγοι, πιο σκληροί και πιεστικοί θα έλεγα υποχρέωσαν τους κατοίκους από πολλές περιοχές να τις εγκαταλείψουν γιατί αυτές θα εξαφανίζονταν. Όχι με κάποιο μαγικό τρόπο θα έσβηναν από τον χάρτη αλλά λόγω κάποιων έργων, τα φράγματα επί του προκειμένου σε ορισμένους ποταμούς θα τις έπνιγαν κάτω από τα νερά. Και δεν είναι λίγες αυτές οι περιοχές στην Ελλάδα. Αχελώος, Μέγδοβας, Άραχθος, Αλιάκμονας, Λούρος, Πηνειός, Στρυμώνας. Λίγο πολύ κάθε μεγάλο ποτάμι της Ελλάδας φράχτηκε για να γίνει κάποια λίμνη και κατά συνέπεια μια μικρή πατρίδα θάφτηκε κάτω από τα νερά.
Μια μικρή πατρίδα την οποία την θυμούνται μόνο όσοι την έζησαν και για τους νεότερους δεν αποτελεί παρά μια φήμη. Μια τέτοια μικρή πατρίδα ήταν και η κοιλάδα του Μόρνου που γεννήθηκε και μεγάλωσε ο Κώστας Μπερτσιάς, πετυχημένος ασφαλιστής και ο οποίος με το ευθύ λόγο του και την ωραία πέννα του προσπαθεί να διατηρήσει τη μνήμη της και τούτο το κατορθώνει στο βιβλίο του «Θαμμένα όνειρα, ζωντανές αναμνήσεις» (Εκδόσεις «Οροπέδιο»). Το βιβλίο αρθρώνεται σε 18 διηγήματα που είναι εγκώμιο προς ένα κόσμο που η λίμνη εξαφάνισε ολοσχερώς χωρίς όμως να τον σβήσει από τις μνήμες. Αυτές τις μνήμες τις παιδικής και εφηβικής ηλικίας σε συνδυασμό με την ζωή της κοιλάδας παραθέτει ο Κώστας ενώ παράλληλα σχολιάζει τον τρόπο που αντιλαμβάνεται η Ελλάδα την «ανάπτυξη» και την αδιαφορία για τις συνέπειές της. Τα βιώματά του, στον μικρό Λουτσοβίτικο κάμπο που πνίγηκε πριν από 42 χρόνια στη λίμνη του Μόρνου και ουδέποτε θα αναστηθεί είναι μια ανάγνωση της Ελλάδας που χάσαμε και καμιά άλλη γενιά στο εξής δεν θα μπορέσει κι αυτή να την αναστήσει. Ούτε κι αν βρεθεί στην ανάγκη, γιατί τους παραδίδουμε μια κατεστραμμένη, μαγαρισμένη από την άναρχη ανάπτυξη χώρα
Το βιβλίο είναι ο δικός του νόστος και τον καταθέτει στην μεγάλη ιστορία των μικρών πατρίδων όλων μας και μας συγκινεί, καθώς η δική του δεν υπάρχει. Δεν μπορεί να επιστρέψει σε αυτή, δεν μπορεί να δει ούτε τα ερείπιά της, ούτε να υποψιαστεί τα ίχνη της μέσα στα δάση όπως κάλυψαν άλλες. Δεν μπορεί ούτε σε καμιά έρημη πλατεία να σταθεί, ούτε το σχολείο να αντικρύσει. Ούτε καν τους τάφους των προγόνων του δεν μπορεί να προσκυνήσει αφού όλα σκεπάζονται από ένα βαρύ στρώμα νερού. Η λίμνη του Μόρνου σκέπασε τα πάντα αλλά ο Κώστας που ήξερε κάθε σημείο από την κοιλάδα που καταποντίστηκε μας ξεναγεί με τον τρόπο του και μας γνωρίζει τι κρύβεται κάτω από τα νερά. Μέσα σε 18 εξαιρετικά κείμενα καταφέρνει να αναστήσει τον κόσμο που νοσταλγεί και δεν θέλει να ξεχαστεί. Πράγμα που παλεύει πολλά χρόνια τώρα από τους ιστότοπους loutsovos.blogspot.com και https://orinadervenoxoria.com
Στο επίμετρο του βιβλίου, ο δικός μας Βαγγέλης Σπύρου που φαντάζομαι στα ονόματα των τόπων που αναφέρει ο Κώστας γύρω από τον Μόρνο όταν το διάβαζε έβλεπε άλλα γνωστά από τον Άραχθο που κατάπιε η λίμνη Πουρναρίου, δίνει μια άλλη, ίδια κατάθεση για το δικό του Δίστρατο. Όπως και η Φώφη Παντελή, φιλόλογος – διευθύντρια Μ. Ε. στη Λευκωσία, στον πρόλογο γράφει για την δική της χαμένη πατρίδα στην Κύπρο.