Αναρχικοί ωρολογοποιοί
στην Ελβετία!

‘Οπως κάθε χρόνο, προγραμματίζεται στο Saint-Imier της Ελβετίας, από τις 19 εώς τις 23 Ιουλίου, η διεξαγωγή της “Διεθνούς Αντιαυταρχικής Συνάντησης- Αναρχία 2023”. Στη μικρή αυτή πόλη, έλαβε χώρα το 1872 το ιδρυτικό συνέδριο της Αντιεξουσιαστικής Διεθνούς, ένα γεγονός που σηματοδότησε τη γέννηση του οργανωμένου αναρχικού κινήματος. Πέρυσι γιορτάστηκαν τα 150 χρόνια από το ιστορικό αυτό γεγονός.

Αναρχικοί ωρολογοποιοί στην Ελβετία
 Ένα τμήμα του παλιού εργοστασίου της Longines. Φωτ. Intervalles (πολιτιστικό περιοδικό του Ιούρα της Βέρνης 

Απόσπασμα από την εισαγωγή του Florian Eitel -ερευνητή και καθηγητή στο τμήμα Σύγχρονης Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Φριμπούρ στην Ελβετία- στο βιβλίο του Anarchistische Uhrmacher in der Schweiz (Αναρχικοί ωρολογοποιοί στην Ελβετία).
 

Εισαγωγή
 

Το 1866, εργάτες από τα δύο χωριά Sonvilier και Saint-Imier στο Ιούρα της Βέρνης (Ελβετία) ίδρυσαν τμήματα της Διεθνούς Ένωσης Εργατών, της λεγόμενης Πρώτης Διεθνούς. Την ίδια χρονιά άρχισε να λειτουργεί η πρώτη μόνιμη διατλαντική τηλεγραφική σύνδεση. Τα δύο γεγονότα φαίνεται να μην έχουν καμία σχέση μεταξύ τους, εκτός από τη χρονική τους σύμπτωση, και όμως υπάρχει στενή σύνδεση.

Το πρώτο γεγονός σηματοδότησε τη σύνδεση των εργατών της κοιλάδας του Saint-Imier με ένα διεθνές δίκτυο εργατικών ενώσεων που αποσκοπούσε στη δημιουργία μιας νέας παγκόσμιας τάξης πραγμάτων. Μια παγκόσμια τάξη στην οποία οι εργάτες θα μπορούσαν να καθορίζουν τους εαυτούς τους και την εργασία τους. Μέσα σε αυτό το δίκτυο, αναπτύχθηκε ένα αναρχικό κίνημα το οποίο θεωρούσε τον εαυτό του παγκόσμιο και είχε αρχίσει να δρα σε παγκόσμια κλίμακα. Στόχος του ήταν να οικοδομήσει μια νέα κοινωνία βασισμένη στις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας, πέρα από κρατικούς φραγμούς και ιεραρχικές κομματικές δομές.

Το δεύτερο γεγονός αποτελεί ένα ορόσημο στις προσπάθειες, που ξεκίνησαν στα μέσα του 19ου αιώνα, να συνδεθούν όλες οι ήπειροι με ένα παγκόσμιο τηλεγραφικό δίκτυο και να δημιουργηθεί ένας μόνιμος και γρήγορος δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ των κατοίκων όλων των ηπείρων. Ο τηλέγραφος, μαζί με τον σιδηρόδρομο, το ατμόπλοιο, το ταχυδρομείο και τον Τύπο, αντιπροσώπευε τη μείωση του κόστους και την επιτάχυνση τόσο των μεταφορών όσο και της επικοινωνίας, και με όλες αυτές τις προαναφερθείσες καινοτομίες διαφαινόταν μία άνευ προηγουμένου διάσταση της παγκόσμιας αλληλοεξάρτησης και συγκέντρωσης. Η αυξανόμενη παγκόσμια ανταλλαγή μέσω αυτών των νέων τεχνικών μέσων και οι συνακόλουθες πολιτιστικές αλλαγές οδήγησαν την πρόσφατη ιστοριογραφία να χαρακτηρίσει το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ως εποχή της παγκοσμιοποίησης.

Ο αναρχισμός και η παγκοσμιοποίηση είναι δύο όροι που εξακολουθούν να συνδέονται μέχρι και στις σύγχρονες συζητήσεις με στενόμυαλα και χτυπητά στερεότυπα. Ο αναρχισμός θεωρείται σε μεγάλο βαθμό ως ένα ιστορικό παράξενο του 19ου αιώνα που οδήγησε σε απάνθρωπες και μηδενιστικές δολοφονίες. Κατά κανόνα, ο αναρχισμός δεν αντιμετωπίζεται ως μια διαμορφωτική δύναμη, αλλά ως μια καθαρά καταστροφική δύναμη με επακόλουθο το χάος. Αυτή η αρνητική έννοια βασίζεται στον κοινό ορισμό της αναρχίας ως απουσία τάξης. Ο πρώτος ορισμός της αναρχίας είναι, σύμφωνα με το Duden [λεξικό αναφοράς της γερμανικής γλώσσας -σ.σ.], “μια κατάσταση ακυβερνησίας, ανομίας, χάους σε νομικό, πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό επίπεδο. ‘Οταν ο όρος εμφανίζεται στον Τύπο, συνήθως έχει αυτήν την αρνητική σημασία. Στον αναρχισμό αποδίδεται μία ροπή στη χρήσης βίας και μια ορισμένη καταστροφικότητα, ενώ κουβαλάει και την εικόνα της απεγνωσμένης ουτοπίας και της αποτυχίας, που ταυτίζεται με το πρόσωπο του Μιχαήλ Μπακούνιν .

Αν κοιτάξει κανείς τα σημερινά ρεπορτάζ, ο αναρχισμός φαίνεται να έχει εξαφανιστεί στην πολιτική ασημαντότητα. Από αυτή την άποψη, μπορεί επίσης να γίνει κατανοητή η αυξανόμενη μουσειοποίηση, φολκλοροποίηση και εμπορευματοποίηση του αναρχισμού στην Ελβετία. Για παράδειγμα, ο αναρχισμός αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της επίσημης τουριστικής περιήγησης στο Saint-Imier, τον τόπο του συνεδρίου του 1872, το οποίο ήταν σημαντικό για την ιστορία του αναρχισμού. Ο αναρχισμός βρέθηκε ακόμη και σε ένα φυλλάδιο που κυκλοφόρησε ο περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ανάπτυξης για να προσελκύσει επενδυτές για ένα νεόκτιστο τεχνολογικό πάρκο στον τόπο όπου συναντήθηκαν οι αναρχικοί στο παρελθόν. Αποκορύφωμα αυτής της σημερινής συγκαταβατικής άποψης για τον άλλοτε επίφοβο εχθρό του κράτους μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι ο αναρχισμός συμπεριλήφθηκε στον επίσημο “Κατάλογο των ζωντανών παραδόσεων του καντονιού της Βέρνης” στην κατηγορία “Κοινωνικές πρακτικές, τελετουργίες και γιορτές” μαζί με το “Zibelemärit” [παραδοσιακό παζάρι στη Βέρνη με κρεμμύδια -σ.σ.] και το “Unspunnenfest” [φεστιβάλ στο Ιντερλάκεν όπου διεξάγονται διάφοροι παραδοσιακοί διαγωνισμοί -σ.σ.] – οδεύοντας προς την αναγνώριση από την UNESCO ως άυλη κληρονομιά του παγκόσμιου πολιτισμού, ο αναρχισμός αφαιρέθηκε και πάλι από τον κατάλογο. Εκτός από την ανεκδοτολογική του αξία, το περιστατικό αυτό απεικονίζει τη δημόσια εικόνα του αναρχισμού στην Ελβετία. Αυτή προϋποθέτει ότι από τον αναρχισμό δεν μπορεί να αναμένεται καμία κοινωνική αλλαγή ή ακόμη και ανατροπή της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων. Ο κόσμος των μέσων ενημέρωσης έμεινε ακόμη πιο έκπληκτος στις αρχές Αυγούστου 2012, όταν χιλιάδες αναρχικοί προερχόμενοι από τις πέντε ηπείρους συγκεντρώθηκαν στο Saint-Imier για μια πενθήμερη Συνάντηση. Οι ντόποιοι και οι ξένοι δημοσιογράφοι έμειναν έκπληκτοι από την παγκόσμια ακτινοβολία και τη ζωτικότητα του αναρχισμού όπως εμφανίστηκε εδώ. Στις σχεδόν 100 εκδηλώσεις, οι ακτιβιστές συζήτησαν για παγκόσμια προβλήματα όπως η κοινωνική ανισότητα, οι εργασιακές συγκρούσεις, η περιβαλλοντική ρύπανση, η σεξιστική βία, ο πόλεμος και η προστασία των μειονοτήτων, και έτσι δεν ανταποκρίνονταν διόλου στη στερεοτυπική εικόνα των αναρχικών ως ακτιβιστές με καταστροφικές τάσεις που αδιαφορούν να προτείνουν λύσεις σε κοινωνικά ζητήματα. Ενδεικτικό ήταν ένα άρθρο από το Journal du Jura με τίτλο “Pas de dégâts ni de trouble à signaler dans la cité” [Δεν σημειώθηκαν ζημιές, ούτε και ταραχές στην πόλη]. Ο δημοσιογράφος εξεπλάγη από την αίσθηση της τάξης των αναρχικών. Ακόμα και η τοπική υπηρεσία αποκομιδής σκουπιδιών έκανε έναν “εξαιρετικά θετικό” ενδιάμεσο απολογισμό, επειδή, σε αντίθεση με τα βουνά σκουπιδιών και τα σπασμένα γυαλιά στα τοπικά φεστιβάλ, δεν χρειάστηκε ποτέ να καλέσουν ειδικά πρόσθετα συνεργεία.

Η Διεθνής Συνάντηση του Saint-Imier το 2012 μαρτυρούσε έτσι ένα ποσοτικά ισχυρό, παγκοσμίως δικτυωμένο και εξαιρετικά ενεργό σήμερα αναρχικό κίνημα. Επιπλέον, η ιστορική σημασία του Saint-Imier τέθηκε στο επίκεντρο της προσοχής. Λόγω του συνεδρίου του Saint-Imier του 1872 και της πρώιμης αναρχικής κινητοποίησης των εργατών στην ομώνυμη κοιλάδα, το Saint-Imier λειτουργεί σήμερα ως κεντρικός τόπος μνήμης του σύγχρονου αναρχισμού.

Οι δημόσιες συζητήσεις γύρω από το θέμα της παγκοσμιοποίησης καθώς και η κάλυψή του από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης χαρακτηρίζονται κι αυτές από απλουστεύσεις, στερεότυπα και επιφανειακές εκτιμήσεις, όπως συμβαίνει και με τον αναρχισμό. Ωστόσο, στο ζήτημα της ιστορικής χρονολόγησης, βλέπουμε μία αντιστροφή: η παγκοσμιοποίηση θεωρείται φαινόμενο της εποχής μας, που προκύπτει από την αυξανόμενη σημασία των παγκόσμιων συστημάτων εμπορίου, χρηματοδότησης και επικοινωνίας και την ταυτόχρονη κατάργηση των εθνικών φραγμών τις τελευταίες δύο με τρεις δεκαετίες. Οι ιστορικοί της οικονομίας και της παγκοσμιοποίησης σχετικοποιούν αυτή την περιγραφή μιας μοναδικής παγκοσμιοποίησης των τελευταίων δεκαετιών, επισημαίνοντας προγενέστερες περιόδους που παρουσιάζουν τόσο ποσοτικές όσο και ποιοτικές αναλογίες με την παγκοσμιοποίηση που προκύπτει από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και μετά. Αν και δεν συμφωνούν όλοι σχετικά με την ακριβή περιοδολόγηση της παγκοσμιοποίησης, η συντριπτική πλειονότητα των συγγραφέων επισημαίνει το τεράστιο κύμα της παγκοσμιοποίησης στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ιδίως κατά τις δύο δεκαετίες 1860 και 1870, την ίδια περίοδο κατά την οποία το αναρχικό κίνημα εμφανίστηκε στην παγκόσμια σκηνή. Ο ιστορικός Jürgen Osterhammel κατατάσσει τις δεκαετίες 1860 και 1870 από παγκόσμια ιστορική σκοπιά ως το “εσωτερικό κέντρο βάρους” του 19ου αιώνα, στο οποίο “συμπυκνώθηκαν καινοτομίες με παγκόσμιο αντίκτυπο και άρχισαν να συγκλίνουν ορισμένες διαδικασίες που έτρεχαν ανεξάρτητα η μία από την άλλη”. Από μία ευρεία οικονομική-ιστορική σκοπιά, σε μια μελέτη της δεκαετίας του 1990, οι δύο πολιτικοί επιστήμονες Paul Hirst και Grahame Thompson απέδειξαν ότι η περίοδος από το 1850 έως το 1914, όσον αφορά τη σχέση μεταξύ της παγκόσμιας παραγωγής και του παγκόσμιου εμπορίου, των μεταναστευτικών ρευμάτων και των χρηματικών ροών, διακρίνεται από μια διαδικασία παγκοσμιοποίησης συγκρίσιμη με εκείνη που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1960. Τα ευρήματα αυτά ώθησαν τους ιστορικούς και τους κοινωνικούς επιστήμονες από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και μετά να χρησιμοποιήσουν τον αναλυτικό όρο της παγκοσμιοποίησης για να αποτυπώσουν τη φάση της αυξανόμενης παγκόσμιας ανταλλαγής, ενοποίησης και αλληλεξάρτησης στις δεκαετίες του 1860 και του 1870. Το παρόν βιβλίο ακολουθεί την περιοδολόγηση που έκανε ο ιστορικός Anthony Hopkins και εξετάζει την εμφάνιση του αναρχικού κινήματος στο πλαίσιο της “σύγχρονης παγκοσμιοποίησης”. Ο αναρχισμός, με το οικουμενικό του πρόγραμμα και το διεθνικό πεδίο αλληλεπίδρασης, δεν θα μπορούσε να είχε αναδυθεί χωρίς το πλαίσιο της “σύγχρονης παγκοσμιοποίησης”, αυτή είναι η αρχική θέση που διατυπώνεται εδώ.

Η μελέτη αυτή είναι αφιερωμένη στις απαρχές του αναρχικού κινήματος στις δεκαετίες του 1860 και 1870 στην κοιλάδα του Saint-Imier, ιδίως στα χωριά Sonvilier και Saint-Imier. Αυτή η κοιλάδα στην οροσειρά του Ιούρα, η οποία εκτείνεται κατά μήκος του ποταμού Suze από το Renan έως το Sonceboz-Sombeval – που ονομάζεται επίσης “Vallon de Saint-Imier” στα γαλλικά – είχε μια πολύ πρώιμη και έντονη αναρχική κινητοποίηση σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο. Φαινόταν να αποτελεί γόνιμο έδαφος για το εργατικό κίνημα γενικά και για τον αναρχισμό ειδικότερα. Ήδη την άνοιξη του 1866 ιδρύθηκαν τα πρώτα τμήματα της Διεθνούς, τα οποία μέχρι το τέλος του ίδιου έτους είχαν συνολικά πάνω από 150 μέλη. Την αρχική αυτή ευφορία ακολούθησε μία ραγδαία μείωση των μελών, η οποία σταθεροποιήθηκε το 1868. Έκτοτε, οι διεθνιστές του Vallon υιοθέτησαν όλο και περισσότερο θέσεις κοινωνικής επανάστασης, οι οποίες από το 1871, με την ίδρυση της αναρχικής Fédération jurassienne (Ομοσποδία του Ιούρα – στα γερμανικά Juraföderation) στο συνέδριο του Sonvilier, μπορούν να χαρακτηριστούν ως αναρχικές. Μετά από μια νέα μείωση των μελών το 1870 και το 1871, η αναρχική Ομοσπονδία του Ιούρα γνώρισε μία ανάπτυξη την επόμενη περίοδο έως το 1877 και στη συνέχεια συρρικνώθηκε και πάλι. Στις αρχές της δεκαετίας του 1880, η αναρχική δραστηριότητα στην κοιλάδα του Saint-Imier σχεδόν έσβησε εντελώς. Αν θέλουμε να δανειστούμε από τον Hans Magnus Enzensberger τη μεταφορά των εποχών, την άνοιξη του εργατικού κινήματος στην κοιλάδα του Saint-Imier από το 1871 ακολούθησε ένα ολόκληρο δεκαετές (μακρύ) καλοκαίρι αναρχίας.

Όσον αφορά την οργανωτική και ιδεολογική ιστορία, ο αναρχισμός στην κοιλάδα του Saint-Imier συνδέεται στενά με τη γενική ιστορία του αναρχισμού και του κινήματος που προέκυψε από αυτόν, αλλά έχει και τις δικές του ιδιαιτερότητες. Ο αναρχισμός ως αντίληψη της κοινωνίας προήλθε από τις φιλοσοφικές συζητήσεις στο πλαίσιο του σοσιαλισμού του 19ου αιώνα. Ως πολιτικό κίνημα, ξεπήδησε από τις δομές της Πρώτης Διεθνούς, της πρώτης οργανωτικής προσπάθειας να ενωθεί διεθνώς το αναδυόμενο εργατικό κίνημα στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Η Διεθνής, που δραστηριοποιήθηκε μεταξύ 1864 και 1877, αποτέλεσε τον κορμό από τον οποίο προέκυψαν σταδιακά διαφορετικοί στόχοι και δρόμοι προς την εργατική χειραφέτηση. Γύρω από τρεις κατευθύνσεις εξελίχθηκαν στην πορεία της ιστορίας οι πιο επιδραστικές αντιλήψεις και κινήματα του σοσιαλισμού παγκοσμίως: ο ρεφορμιστικός σοσιαλισμός, ο συγκεντρωτικός κομμουνισμός και ο αναρχισμός. Στα πρώτα χρόνια της Διεθνούς, τα όρια μεταξύ των τριών κατευθύνσεων ήταν ακόμα αρκετά ασαφή. Ωστόσο, η μετέπειτα αποσαφήνιση των θέσεων σχετικά με την ατομική ιδιοκτησία ή τον κομμουνισμό, την επανάσταση ή την εξέλιξη, την κεντρική ηγεσία του κινήματος ή την αυτονομία των ομάδων, είχε ήδη διαφανεί εκείνη την εποχή. Σε θεσμικό επίπεδο, αυτό μπορεί να παρατηρηθεί ήδη στις συζητήσεις στα Γενικά Συνέδρια της Πρώτης Διεθνούς και στη διάσπαση το 1872 μεταξύ μιας (αυταρχικής) συγκεντρωτικής και μιας (αντι-αυταρχικής) φεντεραλιστικής Διεθνούς.

Ο αναρχισμός εξελίχθηκε σε ένα ενεργό παγκόσμιο μαζικό κίνημα κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Οπαδοί του βρέθηκαν στην Ευρώπη (Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, Βέλγιο, Ελβετία, Ρωσία, Ουκρανία), στη Βόρεια, Κεντρική και Νότια Αμερική (ΗΠΑ, Μεξικό, χώρες της Καραϊβικής, Περού, Βραζιλία, Αργεντινή), στην Αφρική (Νότια Αφρική, Αίγυπτος) και στην Ασία (Κορεατική Χερσόνησος, Ιαπωνία, Κίνα). Αυτή η εδαφική και αριθμητική επέκταση κατέστησε τον αναρχισμό το μεγαλύτερο πολιτικό κίνημα παγκοσμίως στο πλαίσιο της επαναστατικής αριστεράς. Η διαδικασία αυτή ανακόπηκε μόνο από την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 και την ακτινοβολία του λενινιστικού κομμουνισμού.

Στην Ελβετία, οι διεθνιστές και οι μετέπειτα αναρχικοί συσπειρώθηκαν στις δύο περιφερειακές ομοσπονδίες της Διεθνούς: από το 1869 στη Fédération romande και από το 1871 στη Fédération jurassienne. Η τελευταία οργάνωση, σημαντική για την ιστορία του αναρχισμού, υπήρξε μεταξύ 1871 και 1883. Το όνομα Fédération jurassienne (Ομοσπονδία του Ιούρα) είναι παραπλανητική ως προς τη γεωγραφική της αναφορά. Αν και η προέλευση αυτής της αναρχικής ομάδας ήταν στον ελβετικό Ιούρα, στη συνέχεια εντάχθηκαν και τμήματα από την υπόλοιπη γαλλόφωνη Ελβετία (Γενεύη, Λωζάνη, Βεβέ, Φριμπούρ), τη γερμανόφωνη Ελβετία (Βέρνη, Μπιλ/Μπιέν, Βασιλεία, Ζυρίχη), την ιταλόφωνη Ελβετία (Μπελινζόνα, Λουγκάνο) και ένα τμήμα από την Αλσατία (Μυλούζ). Ο υπερεθνικός και διαπολιτισμικός χαρακτήρας της Ομοσπονδίας του Ιούρα είναι επομένως εμφανής ήδη από τη δομή της.

Στα δώδεκα χρόνια της ύπαρξής της, η Ομοσπονδία του Ιούρα ένωσε περίπου δέκα έως 30 τμήματα με 150 έως 400 μέλη συνολικά. Ο αριθμός των τμημάτων και των μελών τους παρουσίασαν σημαντικές διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια αυτών των ετών. Ορισμένα τμήματα είχαν μια εξαιρετικά εφήμερη ύπαρξη, άλλα υπέφεραν από συχνές μετατοπίσεις μελών, αλλά κατάφεραν να διατηρήσουν μια δραστηριότητα καθ’ όλη τη διάρκεια των ετών. Η πρώτη αναρχική οργάνωση επί ελβετικού εδάφους χαρακτηριζόταν έτσι σε μεγάλο βαθμό από αστάθεια. Και όμως, συνοπτικά, μπορεί να παρατηρηθεί μια γενική εξέλιξη: κατά τα πρώτα δύο ή τρία χρόνια, η Ομοσπονδία του Ιούρα έφτασε να αριθμεί περίπου 400 μέλη, στη συνέχεια, το 1874/75, σημειώθηκε μια απότομη πτώση όταν έμειναν περίπου 150 μέλη· μέχρι το 1877 υπήρξε και πάλι μια συνεχής περίοδος ανάπτυξης, κατά την οποία η Ομοσπονδία του Ιούρα έφτασε στο μέγιστο του δυναμικού της, λίγο πάνω από 400 μέλη. Ακολούθησαν χρόνια σταδιακής μείωσης των μελών.  […]

Αναρχικοί ωρολογοποιοί στην Ελβετία
 Το ξενοδοχείο De la maison de ville, όπου πραγματοποιήθηκε το 1872 το ιδρυτικό συνεδριο της Αντιαυταρχικής Διεθνούς. Φωτ. Coopérative Audio Visuelle d’Entraide 
Αναρχικοί ωρολογοποιοί στην Ελβετία
 Τμήμα ωρολογοποιίας σε ελβετικό εργοστάσιο γύρω στο 1900. © Nouveau Musée Bienne 
Αναρχικοί ωρολογοποιοί στην Ελβετία
 Αριστ., επιστολή διαμαρτυρίας προς τον Jules Edmond Chopard: “Μετά από την απόφασή σας να απαγορεύσετε την εργασία την προσεχή Δευτέρα [μέρα των Χριστουγέννων -σ.σ.], σας ζητάμε ομόφωνα να πληρωθεί η μέρα αυτή. Στην αντίθετη περίπτωση, μετά λύπης μας σας ανακοινώνουμε ότι θα αισθανθούμε βαθιά πληγωμένοι στις πιο ενδόμυχες πεποιθήσεις μας, καθώς αναγκαζόμαστε να θεωρήσουμε ιερή μία μέρα που για μας δεν είναι. Την ίδια στιγμή μας στενοχωρεί που είχατε την ατυχή ιδέα να επιβάλλετε με παράνομο τρόπο την άποψή σας σε ένα ολόκληρο εργάστηριο. Θεωρήστε επίσης ότι βρισκόμαστε παραμονές Πρωτοχρονιάς. Παρακαλούμε να δώσετε την απάντησή σας στην αντιπροσωπεία μας” (ακολουθούν υπογραφές). Δεξ., o Adhémar Schwitzguébel, Ελβετός αναρχικός, θεωρητικός του κολεκτιβιστικού αναρχισμού, ιδρυτής της Ομοσπονδίας του Ιούρα και μέλος της Πρώτης Διεθνούς. Φωτ. Intervalles 
Αναρχικοί ωρολογοποιοί στην Ελβετία
 Πορτρέτο του Ρώσου θεωρητικού του αναρχισμού Μιχαήλ Μπακούνιν από τον περίφημο Γάλλο φωτογράφο Φελίξ Ναντάρ. 
Αναρχικοί ωρολογοποιοί στην Ελβετία
 Γενική απεργία στην Ελβετία το 1918 με συγκρούσεις μεταξύ στρατού και απεργών στη Ζυρίχη. Φωτ. Wikiwand 
Αναρχικοί ωρολογοποιοί στην Ελβετία
 Μαύρες σημαίες προστά στο πανδοχείο La Clef -μεταξύ Saint-Imier και Sonvillier, όπου διέμεινε το 1871 ο Μπακούνιν. 
Αναρχικοί ωρολογοποιοί στην Ελβετία
 Κατασκήνωση στο Saint-Imier. Φωτ. Le Bloc Lorrain 
Αναρχικοί ωρολογοποιοί στην Ελβετία
 Δεξ. το βιβλίο του Florian Eitel. Αριστ., το ιστορικό μυθιστόρημα του Daniel de Roulet που διηγείται πως η παρουσία του Μπακούνιν στην Ελβετία ενέπνευσε μερικές γυναίκες να αποτολμήσουν την δημιουργία μιας ουτοπικής κοινότητας πέρα από τον Ατλαντικό.

Πηγη:lifo.gr