Επικίνδυνα νεοφανή κόμματα με περί-πλανώμενους ηγούμενους και τάσεις γεροντολαγνείας, όπως την εποχή της τσαρικής Ρωσίας.
Δρ. Ιωάννης Π. Μπουγάς, Αρθρογράφος
Εκπαιδευτικός
Στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα, τον Μάιο του 2023, συμμετείχε και θα συμμετάσχει και στις επόμενες του Ιουνίου, ένα νεοφανές κόμμα με χαρακτήρα εθνικοθρησκευτικής ιδεολογίας και ηθικοπλαστικού κηρύγματος. Κηρύττει κατά των μεταναστών, των ομοφυλόφιλων και κάθε άλλης διαφορετικής ανθρώπινης έκφρασης, η οποία δεν είναι σύμφωνη με το κομματικό του ιδεολόγημα, τον ελληνοχριστιανισμό. Καπηλεύεται μάλιστα και τον λαοφιλή προσφάτως ανακηρυχθέντα Όσιο εξ Αγίου Όρους, χρησιμοποιώντας ως υποψήφιο βουλευτή συγγενικό του πρόσωπο.
Το κόμμα αυτό, έλαβε ποσοστό κοντά στο όριο του 3% και παρ’ ολίγο να εκλέξει βουλευτές. Εμφανίζει μάλιστα μία περίεργη, υποφώσκουσα και απρόβλεπτη δυναμική. Σύμφωνα δε με διάφορα ειδησεογραφικά δημοσιεύματα έκαναν υπέρ αυτού κομματική προπαγάνδα, προεκλογική εκστρατεία και συλλογή ψήφων μοναχοί από κάποιες Μονές του Αγίου Όρους αλλά και εκτός αυτού, όπως από διάφορες μοναστικές κοινότητες, κάποιοι ονομαζόμενοι πνευματικοί Γέροντες και παρεκκλησιαστικές οργανώσεις.
Ψηφοθηρούσαν μάλιστα στέλνοντας μηνύματα SMS υπέρ αυτού του θρησκευτικού μορφώματος με περιεχόμενο απειλητικό, σε περίπτωση που δεν εφαρμοστούν οι εντολές του γκουρού-πνευματικού, ή αν δηλαδή δεν ψηφίσει ο πιστός αυτό το «θεόσταλτο» και «θεοφίλητο» κόμμα. Τα δημοσιεύματα αυτά κάνουν λόγο και για εμπλοκή, στην κομματική αυτή εκστρατεία, ξένης μεγάλης δύναμης από Βορρά αλλά και για κάποιους Μητροπολίτες της Ελλαδικής Εκκλησίας. Ξένη δύναμη, η οποία κατά καιρούς ασκεί επεκτατική πολιτική με όχημα την ορθόδοξη πίστη ενώ ιστορικά η πολιτική αυτή έχει χαρακτηριστεί ως πανσλαυϊσμός. Επίσης έχει σύμμαχο και όχημα Μέγιστες Μονές του Αγίου Όρους, δημιουργώντας συνεχώς προβλήματα στην ενότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας και στην εξωτερική πολιτική του Ελληνικού κράτους.
Ψηφοσυλλέκτες όμως για τη νίκη του κόμματός τους, είναι ακόμη οι συνήθως περί-πλανώμενοι Ηγούμενοιαλλά και άλλοι μοναχοί κάποιων Σκητών, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια εκμεταλλευόμενοι τη νωχελικότητα, την αδιαφορία ή τη συμβιβαστικότητα κάποιων Επισκόπων πείθουν τους πιστούς με διάφορα «μαγιολίκια», και αναβιώνουν το φαινόμενο της «ηγουμενολαγνείας» και «γεροντολαγνείας», όπως την εποχή της τσαρικής Ρωσίας και του γνωστού Ρασπούτιν, ενώ πολλοί πιστοί θεωρούν, την επικοινωνία και την κομματική εντολή, το λόγο δηλαδή μετακινουμένων γερόντων σε διάφορες οικίες και αίθουσες συλλόγων, ως τον αυθεντικό τρόπο έκφρασης της εκκλησιαστικής αλήθειας, αγνοώντας συγχρόνως ή και αντιπαλεύοντας το λόγο της μοναδικής αυθεντικής έκφρασης της πίστης στον Χριστό, ο οποίος εκφράζεται δια των Επισκόπων και δια των Συνόδων και που είναι λόγος ενότητας και αγάπης και όχι διαίρεσης και διάσπασης.
Βεβαίως κάθε πολιτικό κόμμα στην Ελληνική Δημοκρατία μπορεί να προπαγανδίζει τις θέσεις του, όπως αυτό νομίζει, και όλα τελικά θα τα κρίνει ο Ελληνικός λαός. Το πρόβλημα όμως ανακύπτει όταν μοναχοί εμπλέκονται σε πολιτικά δρώμενα και μάλιστα με μικροκομματικό άγαρμπο και κακόγουστο (κιτς) τρόπο, που θυμίζει πρακτικές άλλων εποχών.
Το συγκεκριμένο κόμμα καθοδηγείται από πολιτικούς ακραίων απόψεων, από φασιστικά μορφώματα ποικίλων αποχρώσεων και από μοναχούς της κανονικής Εκκλησίας αλλά και των παλαιοημερολογητικών παρατάξεων, τους λεγόμενους στον εκκλησιαστικό χώρο «πνευματικούς», που μπορεί να είναι εντός του Αγίου Όρους, ιερείς στον κόσμο, στα μοναστήρια, μοναχοί και μοναχές εντός και εκτός Μονών, αλλά και κληρικοί, γνήσιοι ρεβιζιονιστές (αναθεωρητές), των αλήστου μνήμης θρησκευτικών οργανώσεων, οι οποίοι κρυφίως και υπούλως, παροτρύνουν τα πνευματικά τους τέκνα (διάβαζε οπαδούς), να ψηφίσουν το συγκεκριμένο «καλό και χριστιανικό» κόμμα, αγνοώντας την παράδοση της Εκκλησίας που διδάσκει να μην διχάζονται οι άνθρωποι ανάλογα με τις πολιτικές τους πεποιθήσεις.
Αυτοί οι «μοναχοί πάμπαν αμόναχοι» (Συμεών νέος ο Θεολόγος), εμφανίζονται κατά καιρούς κηρύττοντας διάφορες φανατικές απόψεις όπως, κατά του Αντίχριστου, κατά της ηλεκτρονικής ταυτότητας και κατά την περίοδο της πανδημίας του κορονοϊού, είχαν οδηγήσει πολλούς ανθρώπους στο θάνατο,προτρέποντάς τους να μην εμβολιαστούν και να αρνηθούν κάθε θεραπεία της νόσου του κορονοϊού, καθιστώντας με τον τρόπο αυτό τους συνανθρώπους τους ουσιαστικά αυτόχειρες. Μάλιστα σήμερα διακηρύττουν ότι οι εμβολιασμένοι είναι φορείς μαγνητικού πεδίου!!! και πολλά άλλα βλακώδη και ευτράπελα.
Οι κήρυκες του σκοταδισμού έχουν στις πόλεις κομισάριους τους διαφόρους ευκολόπιστους χριστιανούς, οι οποίοι είναι θύματα τους και μεταφέρουν σε άλλους τις «θεόσταλτες» ψηφοθηρικές συμβουλές του Γέροντος, ο οποίος ντύνεται με πέπλο μυστηρίου, μαγικό, ως να ήλθε από τα ουράνια δώματα της αγιότητας, ενώ διακινούν και στο διαδίκτυο τις διασπαστικές, «αλάνθαστες» εντολές του και τις κομματικές ντιρεκτίβες (διαταγές) του.
Οι ζητούντες υπακοή από τους ψηφοφόρους, οι ίδιοι δεν κάνουν υπακοή στην Εκκλησία, διότι δεν κατόρθωσαν να κάνουν υπακοή στο κοινόβιο τους, με αποτέλεσμα την τραυματική τους αυτή εμπειρία να την μεταφέρουν αρνητικά στους ανθρώπους, απαιτώντας απ΄ αυτούς την υπακοή στους ίδιους. Στο σημείο αυτό όμως αναλαμβάνει η ψυχιατρική.
Όλοι αυτοί οι ασκούντες ιδεολογική εξουσία στις ψυχές των ανθρώπων αγνοούν ότι αυτός που θέλει να είναι ποιμένας ψυχών πρέπει να τηρεί τη μοναχική αρχή, που διδάσκει, ότι όλοι οι μοναχοί είναι πρόβατα, γιατί κανένας δεν είναι ποιμήν παρά Αυτός που είπε: «Εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός».
Αυτοί οι «πνευματικοί» φραξιονιστές,κομματικά εγκάθετοι, υπηρέτες του ρωσικού επεκτατισμούδιαμαρτύρονται, γράφουν, φωνάζουν, μετακινούνται, απειλούν, εκφοβίζουν με την τιμωρία της κολάσεως και δεν τηρούν το ασκητικό ιδεώδες: «Αρχή καθάρσεως ησυχία».
Τίθεται βεβαίως και το ερώτημα: πότε, οι ινστρούχτορες της πίστης, που καθοδηγούν ανθρώπους, συνομιλώντας ατέλειωτες ώρες από τα κελλιά τους με τα σύγχρονα μέσα της τεχνολογίας, στέλνοντας sms και άλλου τύπου ηλεκτρονικά μηνύματα, επισκεπτόμενοι τις οικίες των θυμάτων τους, συγγράφωντας κομματικά κηρύγματα, συμμετέχοντας σε διαμαρτυρίες, προλαβαίνουν να προσεύχονται και να συμμετέχουν στις λατρευτικές συνάξεις των μοναστικών τους κοινοτήτων;
Οι σύγχρονοι πνευματικοί γέροντες-γκουρού, διαχειριστές της σωτηρίας των άλλων, αναβιώνουν υπολείμματα άλλων εποχών, όταν η θρησκευτική πίστη ακόμη και στον εκκλησιαστικό χώρο, είχε γίνει εργαλείο μαγισσών και η διαστρέβλωση της διδασκαλίας του Χριστού, είχε γίνει «οσμή θανάτου εις θάνατον». Αντιγράφουν πρακτικές καλογήρων σκοτεινών αιώνων, ποδηγετώντας συνειδήσεις. Εδρεύουν δυστυχώς σε διάφορα μοναστήρια του παλαιού, και του νέου ημερολόγιου, ενίοτε και σε διάφορες οικίες οπαδών τους στις πόλεις όπου δέχονται επισκέψεις των οπαδών τους ως επαγγελματίες μέντιουμ, λάθρα του επιχωρίου Επισκόπου, εγκαταλείποντας το κελλίον τους, αν και έδωσαν όρκο ισόβιας εγκαταβίωσης και συμπεριφερόμενοι γενικώς ως φωτισμένοι Άγιοι, στην πραγματικότητα όμως είναι διαστροφείς του Ευαγγελικού λόγου.
Ο κενοφανής όρος «πνευματικός», που δημιουργήθηκε κατά τα τελευταία έτη, δεν ανήκει στους Ποιμένες της Εκκλησίας. Είναι όρος, ο οποίος φορτίστηκε με μαγικό περιεχόμενο μέσα από διάφορες λαθεμένες ερμηνείες της πατερικής διδασκαλίας και διογκώθηκε με εκκοσμικευμένες πράξεις διαφόρων περιπλανώμενων Γερόντων, ιδεοληπτικών, μιας αρρωστημένης κατάστασης Γεροντισμού, ενός ιδιότυπου «γκουρουϊσμού».
Για την Εκκλησία όμως καμμία αξία δεν έχει ο λόγος του κάθε Γέροντα, ενίοτε ψυχοπαθολογικού προσώπου, αλλά μοναδική αξία για την Εκκλησία είναι ο Λόγος Χριστός, όπως βιώθηκε κηρύχτηκε, διδάχτηκε από τους Πατέρες μέσω των Συνόδων ανά τους αιώνες και στη Θεία Λατρεία.
Όλοι αυτοί οι «πνευματικοί» περιφερόμενοι μάγοι κομματικοί αχυράνθρωποι, είναι εκτός Εκκλησίας,γιατί την αρνούνται και διαχωρίζουν τη θέση τους από την διδασκαλία της. Ξεχνούν τελικά ότι ο Χριστός δεν μερίζεται.
Όποιος λοιπόν διαχωρίζει τον εαυτό του από τη ζωή της Εκκλησίας συλλέγοντας ψήφους κηρύττει άλλες δοξασίες και δημιουργεί φατρίες, (διάβαζε και κομματικές αχτίφ), τελεί παρ’ ενορία πράξεις, γι’ αυτό και σε κάθε εποχή χαρακτηρίζεται ως αιρετικός.
Εκτός Εκκλησίας βεβαίως είναι και οι βολεμένοι ασκητικολόγοι των σαλονιών, οι οποίοι παροτρύνουν τους πιστούς να συμμετέχουν σε ένα κοσμοπολιτικό κίνημα με κομματικό όφελος και εξουσιαστική προοπτική, αλλά και σε φασιστικές ομάδες, κάτι το οποίο μερίζει, διχάζει τον άνθρωπο και τον οδηγεί να μην εφαρμόζει την εντολή του Χριστού: «μη πεποίθατε επ’ άρχοντας επι υιούς ανθρώπων οις ουκ έστι σωτηρία».
Εκτός Εκκλησίας βρίσκονται και οι οπορτουνιστές (καιροσκόποι) ψηφοσυλλέκτες για τη Νίκη τους «πνευματικοί», γιατί δεν υπακούν στις αποφάσεις της Συνόδου και των Επισκόπων. Άραγε οι Άγιοι Ηγούμενοι και μοναχοί με ποιό τρόπο πραγματώνουν τις τρεις ασκητικές υποσχέσεις (ακτημοσύνη-παρθενία-υπακοή), ιδιαιτέρως μέσα στους θορύβους του κόσμου και στην μάταιη δόξα, όταν τους επευφημούν και τους συγχαίρουν οι θαμπωμένοι από την ψευτοαγιοσύνη τους πιστοί ή τους επαινούν δημοσιογραφούντες κομματικοί τους φίλοι στα τηλεοπτικά παράθυρα; Φαίνεται ότι αγνοούν την προτροπή των Ασκητών περί του μη επαίνου των μοναχών διότι «ο επαινών μοναχόν παραδίδωσι αυτόν τω Σατανά».
Πώς πραγματώνουν οι ανά την Ελλάδα «αλητεύοντες» Ηγούμενοι και μοναχοί την ρήση του Γεροντικού: «ώδε μένω», (στον τόπο ασκήσεώς τους δηλαδη) ασχολούμενοι συνεχώς με την περισυλλογή ψήφων υπέρ του «χριστιανικού» αυτού κόμματος επισκεπτόμενοι σχεδόν όλη την Βόρεια Ελλάδα και όχι μόνο μεριμνώντας ψηφοθηρικά για την Νίκη;
Το Αγιον Όρος ως μοναστική αδελφότητα ανήκει πνευματικά και διοικητικά στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και οι μοναχοί του είναι υποχρεωμένοι να τηρούν, ως ύψιστη αρετή, την υπακοή στον Επίσκοπό τους και Οικουμενικό Πατριάρχη, διακηρύττοντας σε όλους, εντός και εκτός του Αγίου Όρους, ότι κάθε πράξη ψηφοσυλλογής είναι έργο του Διαβόλου.
Υ. Γ. Προς ψηφοσυλλέκτες Μοναχούς.
Κατά την κουρά του μεγάλου σχήματος ο Ηγούμενος λέγει, μεταξύ άλλων, προς τον λαμβάνοντα το μεγάλο και αγγελικό σχήμα: «…Γίγνωσκε ούν από της παρούσης ημέρας σταυρούσθαι και νεκρούσθαι τω κόσμω δια της τελειοτάτης αποταγής, αποτάσση γαρ γονεύσιν, αδελφοίς, γυναικί, τέκνοις, πατράσι, συγγενείαις, εταιρίαις, φίλοις, συνήθεσι τοις εν τω κόσμω θορύβοις, φροντίσι, κτήσεσιν, υπάρξεσι, τη κενή και ματαία ηδονή τε και δόξη, και απαρνήσθαι ου μόνον τα προειρημένα αλλ’ έτι και την εαυτού ψυχήν…». (Μέγα Ευχολόγιον).