Η τελειότητα τής Κυριακής προσευχής του Γιωργου Μπαμπινιώτη

 

Πρόκειται για θαυμαστό, τέλειο στην απλότητα και τη βαθύτητά του κείμενο, που δείχνει ανάγλυφα την εκφραστική δύναμη, στην οποία μπορεί να φθάσει η γλώσσα τού ανθρώπου, απόρροια τής ιδιότητας που μοιράζεται «κατά χάριν» ο άνθρωπος με τον Θεό, απόρροια τού πνεύματος.

Η ανάγκη επικοινωνίας τού ανθρώπου με τον Θεό (όποιον θεό πιστεύει), η ανάγκη τής προσευχής, είναι από πολύ παλιά γνωστή στον άνθρωπο και εμφανίζεται στις γλώσσες των περισσοτέρων λαών. Στην Ελληνική η λέξη προσεύχομαι («απευθύνω ευχή, αίτημα ή παράκληση προς τους θεούς») πρωτοαπαντά στον Αισχύλο, ενώ ως τεχνικός όρος η λέξη προσευχή μαρτυρείται πολύ αργότερα στην Αγία Γραφή, στο κείμενο τής Παλαιάς Διαθήκης και –με ιδιαίτερο βάρος και βάθος– στο κείμενο τής Καινής Διαθήκης.
Δεν έχω, δυστυχώς, τον επιστημονικό θεολογικό οπλισμό, για να ερμηνεύσω το βαθύτερο περιεχόμενο, το δογματικό νόημα και τη σημασία που έχει στην ορθόδοξη, ιδίως, παράδοση η έννοια τής προσευχής. Αυτό που ακροθιγώς επιχειρώ να δείξω εδώ, στο θεωρητικό πλαίσιο μιας κειμενογλωσσολογικής ανάλυσης που ανάγεται στον Roman Jakobson, είναι η γλωσσική δομή τής κυριακής προσευχής, όπως μάς παραδίδεται από τα Ευαγγέλια (Ματθ. 6, 9-13 και Λουκ. 11, 2-4), την οποία θεωρώ ιδανικό κείμενο. Κατά το κείμενο τού Ευαγγελίου, την παραδίδει ο ίδιος ο Κύριος στους ανθρώπους (εξ ου και «κυριακή» προσευχή), λέγοντας «οὕτως οὖν προσεύχεσθε ὑμεῖς» και συνοδεύοντάς την με ένα πολύ διδακτικό ηθικό αλλά και γλωσσικό σχόλιο:
«Προσευχόμενοι δὲ μὴ βαττολογήσητε, ὥσπερ οἱ ἐθνικοί. Δοκοῦσι γὰρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν εἰσακουσθήσονται. Μὴ οὖν ὁμοιωθῆτε αὐτοῖς· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρὸ τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι αὐτόν» (Ματθ. 6, 7-9).
Εξ ορισμού ως προσευχή, ως κείμενο ευχών και αιτημάτων / παρακλήσεων, το κείμενο τής κυριακής προσευχής (γνωστό και ως «Πάτερ ἡμῶν») λειτουργεί με έναν κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας, την τροπικότητα. Είναι ο μηχανισμός τής γλώσσας που, άλλοτε γραμματικοποιημένος (με τη μορφή των εγκλίσεων τής προστακτικής, τής υποτακτικής και τής ευκτικής, όπως συμβαίνει στην Αρχαία Ελληνική) και άλλοτε λεξικοποιημένος (με «δείκτες τροπικότητας», όπως τα ας, να και θα στη Νέα Ελληνική), χρησιμοποιείται από τον ομιλητή τής Ελληνικής για επικοινωνιακές ανάγκες όπως η έκφραση επιθυμίας, ευχής, παράκλησης, προτροπής, προσταγής, απαγόρευσης, απειλής κ.τ.ό.
Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι υπόδειγμα λιτότητας, περιεκτικότητας και ευθυβολίας. Περιλαμβάνει: α) μία επίκληση προς τον Θεό, εκφρασμένη με την πτώση τής επίκλησης, την κλητική, με την οποία και αρχίζει: Πάτερ ἡμῶν…, β) τρεις ευχές / επιθυμίες, εκφρασμένες με τριτοπρόσωπους μονολεκτικούς τύπους τής κατ’ εξοχήν τροπικής έγκλισης, τής προστακτικής: ἁγιασθήτω – ἐλθέτω – γενηθήτω…, γ) τρία αιτήματα / παρακλήσεις, εκφρασμένα με τους κατ’ εξοχήν τύπους τής προστακτικής, τους τύπους τού β’ προσώπου: δὸς – ἄφες – μὴ εἰσενέγκῃς, ἀλλὰ ῥῦσαι…
Κάθε ευχή και κάθε αίτημα εξειδικεύεται (η εξειδίκευση αποτελεί άλλον έναν κεντρικό μηχανισμό τής γλώσσας) με τα πιο άμεσα και απαραίτητα στοιχεία. Συγκεκριμένα:
Οι τρεις ευχές με ένα ομοιόμορφο ονοματικό υποκείμενο:

  1. ἁγιασθήτω ⟶ τὸ ὄνομά σου
  2. ἐλθέτω ⟶ ἡ βασιλεία σου
  3. γενηθήτω ⟶ τὸ θέλημά σου
    Τα τρία αιτήματα με δύο συμπληρώματα (προσώπου και πράγματος) στο κάθε ρήμα τους:
  4. δὸς ⟶ ἡμῖν τὸν ἄρτον
  5. ἄφες ⟶ ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν
  6. μὴ είσενέγκῃς ⟶ ἡμᾶς εἰς πειρασμὸν – ἀλλὰ ῥῦσαι ⟶ ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ
    (εἰς πειρασμὸν και ἀπὸ τοῦ πονηροῦ: εμπρόθετα συμπληρώματα / αντικείμενα).
    Περαιτέρω, λιτή πάντοτε, εξειδίκευση γίνεται με ελάχιστες αναφορές τόπου, χρόνου και τρόπου:
  7. πάτερ ἡμῶν – ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς (εξειδίκευση τόπου)
  8. γενηθήτω τὸ θέλημά σου – ὡς ἐν οὐρανῶ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς (εξειδίκευση τόπου)
  9. δὸς ἡμῖν – σήμερον τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον (εξειδίκευση χρόνου)
  10. ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν – ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν (εξειδίκευση τρόπου).
    Το περιεχόμενο τού κειμένου κλιμακώνεται νοηματικά: Προηγούνται οι ευχές και ακολουθούν τα αιτήματα. Ξεκινάει με ό,τι αναφέρεται στον ίδιο τον Θεό, για να περάσει μετά στα αιτήματα. Και εδώ υπάρχει κλιμάκωση, από τα υλικά στα πνευματικά αιτήματα: τα προς το ζην – άφεση αμαρτιών – προστασία από τον πειρασμό. Γλωσσικά σε όλο το κείμενο κυριαρχεί και προβάλλεται το ρήμα:
    ἁγιασθήτω – ἐλθέτω – γενηθήτω
    δὸς – ἄφες – μὴ εἰσενέγκῃς – ῥῦσαι
    Κυριαρχούν και προτάσσονται οι ευχές και τα αιτήματα. Η εξειδίκευσή τους επιτάσσεται, τα υποκείμενα δηλαδή και τα αντικείμενά τους (με εξαίρεση το αντικείμενο τού δὸς).
    Συμπέρασμα. Το κείμενο τής κυριακής προσευχής είναι κείμενο που θα μπορούσε, με επικοινωνιακά – γλωσσικά κριτήρια, να χαρακτηριστεί «ιδανικό». Είναι λιτό, γιατί περιορίζεται σε βασικές πληροφοριακές δομές (επίκληση – ευχές – αιτήματα), σε εξίσου βασικές εξειδικευτικές πληροφορίες (ονοματικά υποκείμενα στις ευχές – διπλά ονοματικά συμπληρώματα στα αιτήματα) και σε ελάχιστες εξειδικεύσεις χρόνου, τόπου και τρόπου. Με εντυπωσιακή οικονομία γλωσσικών μέσων –στο κείμενο χρησιμοποιείται μόνο προστακτική (με εξαίρεση τη μοναδική διαπιστωτική ρηματική δήλωση, την οριστική ἀφίεμεν)– επιτυγχάνεται ουσιαστική, καίρια και γνήσια μορφή επικοινωνίας, χωρίς ρητορείες, επιτηδεύσεις και περιττό λεκτικό φόρτο. Η συμμετρία και η έντονα αισθητή επανάληψη των ίδιων συντακτικών και μορφολογικών δομών (το γνωστό φαινόμενο τού παραλληλισμού), που φάνηκε –ελπίζω– έστω και αμυδρά στη σύντομη ανάλυσή μας, εξασφαλίζει στο κείμενο τής κυριακής προσευχής αίσθηση ρυθμού και μέτρου (που δεν θίξαμε εδώ), γεγονός που οδηγεί στην εύκολη πρόσληψη και μνημονική ανάκληση τού κειμένου.

ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
οικονομία ⟶ μόνο προστακτική
συμμετρία – ρυθμός – ευκολομνημόνευτος λόγος – παραλληλισμός:
3 ευχές / 3 προστακτικές – 3 αιτήματα / 3 προστακτικές
λιτότητα: βασικές δομές – ελάχιστη εξειδίκευση (τόπου – χρόνου – τρόπου):
Ρήμα: 3 + 3 προστακτικές (β΄ ενικό πρόσωπο)
Υποκείμενο: άρθρο + ουσιαστικό + κτητική (π.χ. τὸ ὄνομά σου)
Αντικείμενο: 2 συμπληρώματα: αντωνυμία + κτητική (επίταξη: ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν) – επίθετο + άρθρο + κτητική (πρόταξη: τὸν ἄρτον … δὸς ἡμῖν)
Εξειδίκευση: 1 εμπρόθετο (ἐν τοῖς οὐρανοῖς) – 1 επίρρημα (σήμερον) – 2 προτάσεις (ὡς ἐν οὐρανῷ … ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν…).

Ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής Γλωσσολογίας.

Πηγη:του vimaorthodoxias.gr