Πηγή:neoplanodion.gr
Ο ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ, ἕνα ἀμείλικτο παιδὶ ποὺ σὲ μετρᾶ μὲ τὸν δικό του χρόνο. Ἔρχεται κάποτε καιρὸς ποὺ βιωμένο παρελθὸν σοῦ ἐπιβάλλεται. Διεκδικεῖ. Ὄχι ἀπ΄ τὶς ἀναμνήσεις μόνο μὰ πάνω ἀπ’ ὅλα ἀπ’ τὸ ἐνήλικό σου σῶμα. Δυναστεύει. Μ’ ὀσμὲς-προσδοκίες, γεύσεις-ἐλπίδες, ἁφὲς-ἐξερευνήσεις, δέντρα-βιβλία, λέξεις-ποτάμια. Τὸ καλοκαίρι ἐπανέρχεται. Μὲ γονεῖς ποὺ ἐνῶ ἔχουν πεθάνει καιρό, ἀνασταίνονται. Γιὰ νὰ παραθερίσουνε μαζί σου. Νὰ σὲ ἀγαπήσουν πάλι μ’ αὐτὴ τὴν ξένη τους ἀγάπη. Κι ἔπειτα, στὸ τέλος του, νὰ ξαναπεθάνουν θυμίζοντάς σου πὼς ὁ θάνατός τους πάνω σου συμβαίνει πάντα τώρα. Τὸ καλοκαίρι ἐπανέρχεται, λευκὸς ἄνεμος-παράξενος ἀριθμός, στὸ μπαλκόνι τοῦ τέταρτου ὀρόφου μιᾶς πολυκατοικίας, στὴν Ἀθήνα. Τὸ καλοκαίρι εἶναι ὑπερφυσικό. Γελιέσαι ἂν πιστέψεις ὅτι μπορεῖς νὰ τὸ ἐλέγξεις. Τὸ πνεῦμα του ὅ,τι κι ἐὰν κάνεις θὰ σὲ καταλάβει. Κι ἂν τυχὸν τοῦ ἀντισταθεῖς θὰ ὑποφέρεις περισσότερο. Ἂν πάλι τοῦ ἀφεθεῖς ἐκεῖνο ἁπλόχερα θὰ σοῦ χαρίσει τὴ σάρκινή του θάλασσα. Κι ἂν δραπετεύσεις σὲ κάποια χώρα τοῦ βορρᾶ καὶ ἐκεῖ το καλοκαίρι θὰ παραμονεύει. Κι ἂν ἐπιδείξεις πειθαρχεῖα ἀξιοθαύμαστη κι ἂν τιθασεύσεις ἔτσι ἀπόλυτά το νοῦ σου, ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ ξανααισθανθεῖς τὴν παρουσία του. Νὰ σοῦ ἀνακατεύει μὲ λόγια ξεχασμένα τὰ μαλλιά σου, νὰ σοῦ ψιθυρίζει μέσα ἀπὸ τὶς πυκνόρρευστες λεωφόρους ἐφηβικοὺς δρόμους. Μὰ πάνω ἀπ’ ὅλα νὰ σοῦ θυμίζει πάνω στὸ σῶμα σου τὸ πρίν. Τὸ καλοκαίρι ἕνα ἀμείλικτο παιδί, καὶ σὲ μετρᾶ μὲ τὸν δικό του χρόνο.