Αχόρταγο, σαν το βυτιοφόρο εκκενώσεως βόθρων σε μια παλιά ελληνική κωμωδία, το φιλοθεάμον κοινό είναι εθισμένο στη δυσωδία. Όσο κοντύτερα μάλιστα είναι η πηγή της, εδώ στη χώρα μας, στην πόλη ή στη γειτονιά μας, τόσο αυξάνει ο ερεθισμός και η περιέργεια για τις πιο χυδαίες, νοσηρά γαργαλιστικές λεπτομέρειες, στις οποίες διαπρέπει η λεγόμενη αποκαλυπτική δημοσιογραφία. Εκδικητικοί βιτριολισμοί και ζηλοτυπικές θηλυκτονίες, ομαδικοί βιασμοί και εκπορνεύσεις ανηλίκων, στέλνουν ψηλά τα νούμερα της τηλεθέασης και μόλις το ενδιαφέρον κορεσθεί αποσύρονται στο βάθος της οθόνης για να παρελάσουν σε ατελείωτη σειρά νέες θηριωδίες — συνθέτοντας το ίδιο, παλιό και δοκιμασμένο οδυνοβλεπτικό μενού.
Το τέρας της διπλανής πόρτας όμως, που ευτυχώς δεν βίασε το δικό μας παιδί, είναι συνήθως ανατριχιαστικά οικείο. Στην κούρσα της αδηφαγίας για τη σάρκα των αδύναμων δεν προηγείται ο άπλυτος αναρχικός ή ο τρελαμένος άσημος καλλιτέχνης αλλά κάποιος σοβαρός επιχειρηματίας και στυλοβάτης της κοινωνίας, φίλος του νόμου και της τάξεως, θεοσεβούμενος και καλός οικογενειάρχης. Τα πιο φρικώδη εγκλήματα γίνονται από τα πρότυπά μας, τους έγκριτους και χρηστούς πολίτες που δεν δίνουν αφορμή για κουτσομπολιά, δεν κάνουν θορυβώδη πάρτυ και σπανίως συλλαμβάνονται να οδηγούν μεθυσμένοι. Κάθε φορά ωστόσο που μας παίρνει η μπόχα κάνουμε πως σοκαριζόμαστε, πέφτουμε από τα σύννεφα, οργιζόμαστε και ζητάμε κρεμάλες*. Λες και δεν ξέρουμε πως κανένα τέρας δεν μπορεί να ανδρωθεί χωρίς ευρεία συνενοχή, λες κι αγνοούμε ότι κανένας μαστροπός δεν μπορεί να σταθεί χωρίς πελάτες ή λες και δεν υποψιαζόμαστε πως αυτοί οι πελάτες, καθ’ όλα αξιοσέβαστοι εννοείται, ζουν και κινούνται ανάμεσά μας.
Εάν η ανθρωπότητα μπορούσε να ονειρευτεί συλλογικά, λέει ο Ρόμπερτ Μούζιλ, αυτό που θα προέκυπτε θα ήταν ένας παρανοϊκός σεξουαλικός εγκληματίας. Παριστάνοντας τους ανήξερους για τη συμμετοχή μας σ’ αυτό το όνειρο, θεριεύουν παραλλήλως ο υποκριτικός ηθικισμός των εφησυχασμένων και η σεξουαλική εκμετάλλευση των εξαθλιωμένων.
ΗΡΑΚΛΗΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ