Μπέρτραντ Ράσελ : Ο επιφανής διανοούμενος που έζησε τα πάντα

 

null

Φιλόσοφος, μαθηματικός, ιστορικός, πολιτικός ακτιβιστής και προσωπικότητα με μεγάλη απήχηση στην κοινή γνώμη, ο Μπέρτραντ Ράσελ ήταν μια σπάνιας εμβέλειας κριτική φωνή που έχει πολλά να πει και στην εποχή μας“Δεν θα πεθάνω ποτέ για τις ιδέες μου, γιατί μπορεί να κάνω και λάθος». Είναι η πιο διάσημη φράση του επιφανέστερου διανοουμένου της Βρετανίας: του Μπέρτραντ Ράσελ. (Κι ας συνηθίζουμε να ταυτίζουμε τη λέξη «διανοούμενος» με τη Γαλλία.) Γεννημένος το 1872, πέθανε από γρίπη πλήρης ημερών, στα 98 του χρόνια, το 1970 έχοντας αφήσει πίσω του ένα τεράστιο έργο, που επέδρασε στη φιλοσοφία, στα μαθηματικά, στη λογική, στη γλωσσολογία και στη φιλοσοφία της γλώσσας, στην επιστημολογία – ακόμη και στη μεταφυσική, μολονότι στα νιάτα ήταν άθεος κι αργότερα αγνωστικιστής.

Εκείνος ο γόνος μιας από τις αριστοκρατικότερες βρετανικές οικογένειες είχε μια σπάνια ενεργητικότητα. Οι πολιτικές του παρεμβάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν αφήσει εποχή και ο ρόλος του σε κάποιες περιπτώσεις υπήρξε ιδιαίτερα σημαντικός. Ηταν εξαιρετικά δημοφιλής και παρεμβατικός στα ζητήματα και τα προβλήματα της εποχής του. Τη δημόσια παρουσία του βέβαια την υποστήριζε ένα σπουδαίο έργο, που κάλυπτε όλο το φάσμα του επιστητού. Και τα δημοσιεύματά του, όπως και τα βιβλία του, διαβάζονταν από το μεγάλο κοινό με μεγάλη ευχαρίστηση.

Ο Ράσελ ήταν ευθύς και διατύπωνε τα δυσκολότερα ερωτήματα με τέτοια σαφήνεια και καθαρότητα που γοήτευαν τους πάντες. Κι ενώ υπήρξε γνήσιο τέκνο της εποχής του κι εκφραστής της μετάβασης από τον 19ο στον 20ό αιώνα, τα έργα του περιείχαν ολοκληρωμένες προτάσεις για το μέλλον. Τα περισσότερα, αν και «χρονολογημένα», διαβάζονται σήμερα με την ίδια ευχαρίστηση, όπως και στον καιρό τους.

Φιλοσοφία και λογική

Οποιος θέλει να γνωρίσει τη δυτική φιλοσοφία, από τις απαρχές της ως τα μέσα του 20ού αιώνα, από τη δική του Ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας θα ξεκινήσει, που πρωτοκυκλοφόρησε μάλιστα εδώ κι 75 χρόνια. Και στα ελληνικά, μεσούσης της δικτατορίας, σε ανεπανάληπτη μετάφραση μιας δικής μας σπουδαίας προσωπικότητας της κριτικής και της δημοσιογραφίας: του Αιμίλιου Χουρμούζιου. Εργο με το οποίο μυήθηκαν στα πρώτα τους βήματα στη φιλοσοφία πέντε γενιές αναγνωστών και το οποίο ευτυχώς εξακολουθεί να κυκλοφορεί. Βιβλίο εύληπτο, πεντακάθαρο που το διαβάζει ο μέσος αναγνώστης κι αντιλαμβάνεται ότι η φιλοσοφία δεν είναι όσο δύσκολη πιστεύουν πολλοί, όταν υπάρχει ένα καθοδηγητικό πνεύμα σαν του Ράσελ να την περιγράψει και να την αναλύσει.

Αυτός ο «αριστοτελικός» κατ’ ουσία (άλλωστε υπήρξε για αρκετά χρόνια πρόεδρος της Αριστοτελικής Εταιρείας της Βρετανίας) είναι όσο αναλυτικός χρειάζεται όταν περιγράφει το σύστημα κάθε μεγάλης μορφής της φιλοσοφίας που εντάσσει στο βιβλίο του. Αλλά και κριτικός και κάποτε αρνητικός και άδικος (όπως, λόγου χάρη, στα όσα γράφει για τον Νίτσε).

Αν η Ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας παραμένει το δημοφιλέστερο έργο του, το μείζον αντίστοιχο επιστημονικό, θεμελιώδες για τη δυτική επιστήμη, είναι το Principia Mathematica, που το έγραψε από κοινού με έναν άλλο σημαντικό φιλόσοφο, τον Αλφρεντ Νορθ Γουάιτχεντ, κι εκδόθηκε σε τρεις τόμους, από το 1910 ως το 1913. Εργο θεμελιώδες για τα μαθηματικά και τη συμβολική λογική. Για τον Ράσελ είναι κοινή η κοιτίδα των μαθηματικών και της λογικής. Και τη λογική, τη λογική ανάλυση, τη θεωρούσε βασικό παράγοντα τόσο στην ιδιωτική ζωή όσο και στα δημόσια πράγματα. Αν η λογική ανάλυση απαιτούσε να μεταβάλει κάποια άποψή του, δεν δίσταζε να το κάνει. Βέβαια, στην Αυτοβιογραφία του διαβάζουμε ότι δεν ήταν πάντα ο ορθολογιστής και ο ηθικολόγος που γνωρίζουμε. Διαπιστώνουμε ακόμη πως η γνώση και οι ιδέες που διαμόρφωσαν την προσωπικότητά του είχαν βιωματική αφετηρία και περιεχόμενο. Ανακάλυψε τον μαγικό κόσμο των μαθηματικών στα 11 χρόνια του, όταν διάβασε τον Ευκλείδη. Και αποφάσισε ότι αφού υπάρχει ο σαγηνευτικός κόσμος της γνώσης, είναι απεχθής ο πόλεμος, σε οποιαδήποτε μορφή του.null

Εξι μήνες στη φυλακή

Ο Ράσελ ήταν φανατικός ειρηνιστής από τα νιάτα του. Δεν δίστασε να ασκήσει σκληρή κριτική (γραπτώς) στην απόφαση των Βρετανών να πείσουν τις ΗΠΑ να μπουν στο πλευρό τους στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Γι’ αυτό και δικάστηκε το 1918, καταδικάστηκε και πέρασε έξι μήνες στη φυλακή του Μπρίξτον, μιας γειτονιάς του Λονδίνου. Ηταν από την αρχή κατά του πολέμου – κι αυτός υπήρξε ουσιαστικά ο λόγος που τον απομάκρυναν από το Τρίνιτι Κόλετζ όπου δίδασκε.

Η φυλάκισή του δεν τον πολυπείραξε. Οπως είπε αργότερα, στη φυλακή διάβασε πολύ, δεν τον ενοχλούσε κανείς, έγραψε ένα βιβλίο, άρχισε ένα άλλο, κι έγραψε δυο εισαγωγές σε ισάριθμα βιβλία. Βρήκε ότι από ηθικής απόψεως οι φυλακισμένοι δεν ήταν κατώτεροι από τους άλλους, με τη μόνη διαφορά, συμπλήρωσε με γνήσιο βρετανικό χιούμορ, πως ήταν λιγότερο ευφυείς, απόδειξη ότι «τους έπιασαν».

Διαβάζοντας το βιβλίο Επιφανείς Βικτοριανοί του Τζάιλς Λίτον Στρέιτσι (ιδρυτικού μέλους του «Κύκλου του Μπλούμσμπερι», όπου ανήκε και ο ίδιος) ξέσπασε σε τόσο δυνατά γέλια που επενέβη ο φύλακας για να του θυμίσει ότι η φυλακή είναι τόπος τιμωρίας, όχι γέλιου.

Ισχυρογνώμων – αλλά και «ηθικολόγος»;

Δεν ήταν από εκείνους που προκαλούσαν τη συμπάθεια. Ακόμη και ο επί δύο χρόνια μαθητής και προστατευόμενός του, Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, δεν τον πολυσυμπαθούσε. Αλλά ούτε τα μέλη του Κύκλου συμπαθούσαν τον Ράσελ. Τον έβρισκαν «σκοτεινό», ισχυρογνώμονα και «ηθικολόγο». Τώρα, το πόσο «ηθικολόγος» ήταν κάποιος που έκανε τέσσερις γάμους κι είχε πλήθος ερωμένες, είναι μια άλλη ιστορία, όπως θα έλεγε ο Κίπλινγκ. Ανάμεσα στις ερωμένες του, λέγεται ότι ανήκε και η Βίβιεν, πρώτη σύζυγος του Τ.Σ. Ελιοτ. Βέβαια, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι ο Ράσελ έδωσε «μάχες» υπέρ της ισότητας των δύο φύλων, μαζί με τις αντίστοιχες για την ελευθερία της έκφρασης, την ειρήνη και τον αφοπλισμό. Και τον πόλεμο εναντίον της χιτλερικής Γερμανίας που απειλούσε να καταλάβει όλη την Ευρώπη με αποτέλεσμα την κατάλυση της δημοκρατίας, τον θεωρούσε «το μικρότερο κακό».

Είχε μια «πολύχρωμη» ζωή κι από πολύ νωρίς ενδιαφέρθηκε για τα πολιτικά ζητήματα και τις πολιτικές θεωρίες, όπως και τα αντίστοιχα συστήματα. Αλλωστε, καθαρά πολιτικό περιεχόμενο είχαν οι πρώτες του δημοσιεύσεις όταν σχετιζόταν με τους φαβιανούς (οι απόψεις των οποίων υπήρξαν η γενεσιουργός αιτία για τη δημιουργία του Εργατικού Κόμματος στη Βρετανία). Ο ίδιος όμως βρισκόταν ένα βήμα πιο πέρα. Τον ενδιέφερε η μεγάλη εικόνα: ο κόσμος στο σύνολό του και η πορεία της ανθρωπότητας.

Εδωσε διαλέξεις παντού. Ακόμη και στην Κίνα και την Ιαπωνία, πολλά χρόνια προτού τις χώρες αυτές τις «ανακαλύψουν» οι γάλλοι διανοούμενοι. Το 1920 ταξίδεψε στη Σοβιετική Ενωση με μια αντιπροσωπεία του βρετανικού Εργατικού Κόμματος και συνάντησε τον Λένιν με τον οποίον είχε συνομιλία μίας ώρας. Τον βρήκε σκληρό και άκαμπτο και τον παρομοίασε με χοντροκέφαλο καθηγητή – κι επιπλέον δεν έτρεφε και καμία αγάπη για την ελευθερία.

Από το λίγο που είδε τον Τρότσκι έβγαλε δυο-τρία εντυπωσιακά συμπεράσματα: οι κομμουνιστές στη Ρωσία δεν θεωρούσαν τον Τρότσκι ισάξιο του Λένιν. Ηταν όμως ευφυέστατος, είχε μια «μαγνητική» προσωπικότητα αλλά και μια ματαιοδοξία, ίδιον των καλλιτεχνών και των ηθοποιών.

Εζησε τα πάντα

Το φλέγμα του Ράσελ ήταν μοναδικό. Εζησε στη ζωή του τα πάντα. Ακόμη κι ένα αεροπορικό δυστύχημα στο Τροντχάιμ της Βόρειας Νορβηγίας στο οποίο ήταν ο ένας εκ των 24 διασωθέντων από τους 43 επιβάτες, το αντιμετώπισε με εξοντωτικό χιούμορ λέγοντας πως διασώθηκε επειδή ήταν καπνιστής (καπνιστές ήταν και οι υπόλοιποι διασωθέντες που κατά τα ειωθότα εκείνα τα χρόνια κάθονταν στο πίσω μέρος του αεροπλάνου).

Αυτά όμως και πλήθος άλλα εξηγούν μεν τη στάση του ανδρός απέναντι στη ζωή, όμως αυτό που έχει σημασία, πέντε δεκαετίες μετά τον θάνατό του, είναι το έργο. Ο Ράσελ είχε λαμπρή ακαδημαϊκή καριέρα αλλά κι έναν ορίζοντα που την ξεπερνούσε. Και τον χαρακτήριζε κάτι σπάνιο: ήταν και οργανικός και δημόσιος διανοούμενος, με τεράστιο πολιτικό κύρος.

Στο επιστημονικό επίπεδο δεν είχε αντιπάλους που να μπορούσαν να του αντιπαρατεθούν. Ηταν αυστηρός σε ό,τι αφορούσε τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά. Αλλά και «αγαπημένος» των μέσων ενημέρωσης. Ομως ποτέ δεν έκανε έκπτωση στις απόψεις του για να ακολουθήσει το ρεύμα. Αντίθετα, οι άλλοι ήταν εκείνοι που τον ακολουθούσαν. Και δεν αποτελούσε σύμπτωση το ότι κάθε γραπτή παρέμβασή του δημιουργούσε είδηση.

Τα πολιτικά του κείμενα είναι σε μεγάλο βαθμό κείμενα πολεμικής και όχι πολιτικής ανάλυσης. Εν τούτοις, ήταν αυτός που όρισε με την ακρίβεια και την ευχέρεια που τον διέκρινε τις μορφές της δύναμης (ή της εξουσίας). Δεν ήταν μόνο κορυφαίος επιστήμονας, αλλά και προικισμένος συγγραφέας. Τις λογοτεχνικές αρετές στα βιβλία του άλλωστε εκτίμησε, ανάμεσα στα άλλα φυσικά, η Σουηδική Ακαδημία και του απένειμε το 1950 το βραβείο Νομπέλ.

ΤΖΟΡΤΖ ΟΡΓΟΥΕΛ:

Οσα υποστήριξε μπορεί σήμερα να τα θεωρούμε αυτονόητα, αλλά ο Ράσελ είχε το σπάνιο προσόν να τα αναδεικνύει σε «εποχές πανικού», καθώς έγραφε ο Οργουελ το 1939 στην κριτική του για το βιβλίο του PowerA New Social Analysis που είχε κυκλοφορήσει τον προηγούμενο χρόνο. Εκεί, αναφερόμενος στην Ιστορία, θυμίζει πως όλα τα τυραννικά καθεστώτα κατέρρευσαν και πως δεν υπάρχει λόγος να υποθέτει κανείς ότι το χιτλερικό καθεστώς δεν θα έχει την ίδια τύχη. Δεν ήταν τόσο απλό όσο ακούγεται εκ των υστέρων. Ούτε και η άποψή του πως η δημοκρατία από μόνη της δεν αρκεί, αν δεν συνοδεύεται από ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα προωθεί την ανεκτικότητα και την ισχυρή πνευματική συγκρότηση. Ετσι, ο κοινός νους θα είναι αυτός που θα επικρατεί στο τέλος. Εκείνη την εποχή της αβεβαιότητας δεν ήταν πολλοί που πίστευαν ότι όντως θα επικρατούσε ο κοινός νους – και ο καταστροφικός πόλεμος που ακολούθησε τους επιβεβαίωσε. Αλλά ως υπόσχεση ή ελπίδα, η «πρόβλεψη» (έστω και διαψευσμένη) έχει πάντα την αξία της – ιδιαίτερα στη δική μας εποχή.

Αυτός ο αριστοκράτης που κατέβαινε στις αντιπολεμικές διαδηλώσεις σε βαθύ γήρας ήταν ένας ειλικρινής διανοούμενος, ένας ιππότης κατά βάθος, και ο ιπποτισμός του ήταν κάτι πολύ περισσότερο από την απλή ευφυΐα, όπως έλεγε ο Οργουελ. Και σε όλα τα κείμενά του, ακόμη και τα πιο αρνητικά, δεν παραλείπει να παραπέμψει στο θετικό πνεύμα που θα πρέπει να διέπει τη συμπεριφορά και τον χαρακτήρα μας. Φυσικά δεν είχε καμιά σχέση με κάποιους σύγχρονους θορυβοποιούς, όπως ο κ. Μπερνάρ Ανρί Λεβί.

Το Δικαστήριο Μπέρτραντ Ράσελ

Το 1966 ο Ράσελ ήταν 94 ετών. Τι ήταν εκείνο που τον παρακίνησε να δημιουργήσει το Διεθνές Δικαστήριο Εγκλημάτων Πολέμου, γνωστότερο ως «Δικαστήριο Μπέρτραντ Ράσελ»; Τα εγκλήματα πολέμου που διέπραξαν οι Αμερικανοί στο Βιετνάμ. Ο Ράσελ, όπως και τα υπόλοιπα μέλη του Δικαστηρίου, είχαν διαπιστώσει την αδυναμία του διεθνούς ποινικού δικαίου να δικάσει εγκλήματα πολέμου. Αυτό το άτυπο δικαστήριο, που χρηματοδοτούνταν από διάφορες πηγές (ένας από τους χρηματοδότες ήταν και ο Χο Τσι Μινχ), είχε σκοπό να πληροφορήσει και να αφυπνίσει την κοινή γνώμη. Οι αντίπαλοί του θεώρησαν τις δίκες ως ένα είδος σόου. Εν τούτοις, τα ερωτήματα που έθεταν οι διοργανωτές για πρώτη φορά ετίθεντο σε διεθνές επίπεδο, μολονότι ο πόλεμος βρισκόταν ακόμη στις αρχές του.

Τα εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν θα τα αποκάλυπτε, ωστόσο, η ερευνητική δημοσιογραφία, στις ΗΠΑ κυρίως, κινητοποιώντας τον γενικό πληθυσμό σε απανωτές διαδηλώσεις. Το Δικαστήριο Ράσελ επομένως, που υπήρξε το πρότυπο για να δημιουργηθούν κι άλλα, μικρότερης σημασίας παρόμοια δικαστήρια, ήταν σε μεγάλο βαθμό ευρωπαϊκή υπόθεση. Αν σήμερα εξετάζεται κατά κύριο λόγο από ιστορική σκοπιά είναι γιατί στον «Πρώτο Κόσμο» τουλάχιστον οι κινητοποιήσεις είναι πολύ λιγότερες και το κίνημα για την ειρήνη και τον αφοπλισμό, ιδίως μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων, έχει ξεφτίσει, ενώ άλλες μορφές κινητοποίησης αναπτύσσονται, κυρίως με τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.

Βεβαίως, δεν υπάρχει πλέον το κύρος των διανοουμένων και των πολιτικών προσωπικοτήτων σαν αυτές των μελών του Δικαστηρίου Ράσελ. Ακόμη και η λέξη «διανοούμενος» μοιάζει να έχει χάσει μεγάλο μέρος από την αίγλη που είχε παλαιότερα. Το παράδειγμα όμως έχει τη σημασία του. Η θέση του Μπέρτραντ Ράσελ στην παγκόσμια ιστορία των μαθηματικών και της φιλοσοφίας, ουσιαστικών γνωρισμάτων της λεγόμενης υψηλής κουλτούρας, βρίσκεται πάντα πολύ ψηλά. Ο πολιτικός Ράσελ είναι μια φωνή από το παρελθόν. Αλλά ανεξαρτήτως από ποια απόσταση και με τι διαθέσεις την ακούει κανείς, έχει ακόμη να μας πει πολλά και για τη δική μας εποχή.

***

Πηγή: Βιστωνίτης Αναστάσης – ΤΟ ΒΗΜΑ

Αντικλείδι , https://antikleidi.com