Λεξιλογικά των γιατρών
Καθώς σε όλη την Ευρώπη οι κοινωνίες ετοιμάζονται με δειλά βήματα να βγουν από την καραντίνα, περνώντας στη δεύτερη φάση, της συμβίωσης με τον κορονοϊό, δεν πρέπει να ξεχάσουμε τους ήρωες της πρώτης φάσης, τους επαγγελματίες της υγείας, το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, που έδωσαν τη μάχη από την πρώτη γραμμή, με τεράστιο προσωπικό κόστος -και σε ανθρώπινες ζωές. Οπότε, στο σημερινό σημείωμα θα λεξιλογήσουμε για τους γιατρούς.
Λέμε γιατρός στην καθημερινή γλώσσα, αλλά ιατρός στο πιο επίσημο, που είναι λέξη αρχαία, ομηρική μάλιστα. Στο Λ της Ιλιάδας λένε για τον Μαχάονα, τον γιο του Ασκληπιού και γιατρό των Αχαιών, ότι ἰητρὸς γὰρ ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων, ο γιατρός αξίζει όσο πολλοί άντρες -ιητρός είναι ο ιωνικός τύπος. Η λέξη ετυμολογείται από το ρήμα ιάομαι, θεραπεύω, γιατρεύω, που έχει επιβιώσει στα ιαματικά λουτρά και στην ιατρική ιδιόλεκτο.
Στα μεσαιωνικά χρόνια, με συνίζηση και ημιφωνοποίηση του ι, η λέξη έγινε γιατρός (όπως και η εορτή έγινε γιορτή), και στα νεότερα χρόνια οι δυο τύποι συνυπάρχουν, και το ίδιο ισχύει και με τα σύνθετα και παράγωγά τους, αφού πλάι στην ιατρική υπάρχει το γιατρικό και δίπλα στο ιατρείο η γιατρειά, πάντοτε με τη διαφορά ύφους. Εμφανίστηκε και η μεταφορική χρήση της λέξης, για κάποιον ή κάτι που θεραπεύει ψυχικά πάθη, «εις κάθε ανάγκη και κακόν εσύ ήσουν ο γιατρός μου» στον Ερωτόκριτο.
Είπαμε ότι οι τύποι «ιατρός» και «γιατρός» συνυπάρχουν, αλλά στη σύνθεση, πχ σε διάφορες ειδικότητες γιατρών, η λόγια εκδοχή επικρατεί σχεδόν απόλυτα, πχ οφθαλμίατρος, παιδίατρος, κτηνίατρος, αθλητίατρος (και ο απλολογημένος αθλίατρος) κτλ. Μόνο στον οδοντίατρο έχει αισθητή παρουσία η λαϊκή παραλλαγή οδοντογιατρός, εκτός αν ξεχνάω κάποιον άλλον τύπο.
Σε αντίθεση με άλλα επαγγέλματα, γυναίκες που ασκούσαν την (εμπειρική) ιατρική υπήρχαν από παλιά, οπότε υπάρχουν πολλοί τύποι του επαγγελματικού θηλυκού: γιατρίνα, γιάτρισσα, γιάτραινα, γιατρέσσα.
Υπάρχει και το δημοτικό: Φέρνει γιατρό απ’ τη Βενετια και γιάτρισσα απ’ την πόλη / να γιάνουνε τους πόνους του, τους αναστεναγμούς του.
Ωστόσο, ακριβώς επειδή οι έμφυλοι αυτοί τύποι αναφέρονται ακριβώς στην εμπειρική ιατρική, οι σημερινές γυναίκες που ασκούν την επιστημονική ιατρική προτιμούν, όχι παράλογα, τον επίκοινο τύπο, η γιατρός, και ακόμα καλύτερα, η ιατρός, που φαίνεται να έχει και περισσότερο κύρος. Ο τύπος «γιατρίνα» βέβαια, σαν λαϊκή εναλλακτική, ακούγεται αρκετά.
Μια άλλη λέξη που τη χρησιμοποιούμε συχνά για να προσφωνήσουμε ή να αναφερθούμε σε γιατρό είναι και ο δόκτορας, από το λατινικό doctor που σήμαινε διδάσκαλος και που πήρε και τη σημασία του γιατρού στους πρώτους αιώνες των ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, χωρίς όμως να χάσει τη σημασία του κατόχου του ανώτατου πανεπιστημιακού τίτλου, που έχει άδεια διδασκαλίας, κι έτσι είναι συνηθισμένο το μπέρδεμα να θεωρούνται γιατροί όλοι οι κάτοχοι διδακτορικού τίτλου που έχουν το Dr. μπροστά στο όνομά τους και να δέχονται ερωτήσεις ιατρικού χαρακτήρα ενώ μπορεί να είναι π.χ. νομικοί ή μηχανικοί.
Αντίστοιχα του δόκτορα υπάρχουν στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες (doctor, docteur, dottore κτλ.), αν και δεν αποτελούν τον κατεξοχήν όρο για τον επιστήμονα της υγείας αλλά συνήθως μια προσφώνηση ή αναφορά σε ανεπίσημο ύφος. Στις ρωμανικές γλώσσες ο γιατρός λέγεται medecin στα γαλλικά, medico στα ισπανικά και στα ιταλικά, λέξεις που όλες ανάγονται στο λατινικό medicus· της ίδιας οικογένειας και τα medicine, medical της αγγλικής.
Γενικά οι Έλληνες γιατροί έχαιραν μεγάλης εκτίμησης από την αρχαιότητα και τα συγγράμματά τους διαβάζονταν πολύ -αλλά και οι ίδιοι έγραφαν πολύ. Τα διασωθέντα έργα του Γαληνού ξεπερνούν σε όγκο όλα τα διασωθέντα έργα της κλασικής αρχαιότητας. Η ιατρική ορολογία είναι γεμάτη από ελληνικούς ή ελληνογενείς όρους, ενώ και κάποιες ιατρικές λέξεις έχουν ελληνική αρχή που δύσκολα φαίνεται.
Για παράδειγμα, οι Γερμανοί λένε Arzt τον γιατρό, και στοιχηματίζω πως δύσκολα θα πιστέψετε ότι η λέξη αυτή έχει ελληνική αρχή, κι όμως έτσι είναι, από τη λ. αρχίατρος μέσω λατινικών (archiater). Γούστο έχει ότι η γερμανική λέξη Arztpraxis, που σημαίνει ιατρείο, και είναι με τα τόσα συνεχόμενα σύμφωνά της σχεδόν απρόφερτη για ελληνικά λαρύγγια, έχει ελληνική προέλευση και στα δυο συνθετικά της.
Μια ακόμα ιατρική λέξη που έχει ελληνική αρχή χωρίς να φαίνεται είναι η αγγλική surgeon, ο χειρούργος (ή χειρουργός), που ανάγεται, ακριβώς, στο αρχαίο χειρουργός, μέσω του λατινικού chirurgia και του παλαιογαλλικού cirurgien, surgien. Να πούμε εδώ ότι αρχικά χειρουργός ήταν ο οποιοσδήποτε χειρώνακτας ή χειροτέχνης και μόνο στην ελληνιστική εποχή εμφανίστηκε η ιατρική σημασία, ενώ το ρήμα χειρουργώ είχε και άσεμνη σημασία.
Τον νεαρό και άπειρο γιατρό τον λέμε γιατρουδάκο, ενώ ο κατεξοχήν μειωτικός όρος για τον κακό γιατρό είναι κομπογιαννίτης, που κανονικά σημαίνει τον εμπειρικό γιατρό αλλά και τον αγύρτη που εξαπατά τους ασθενείς, τον ψευτογιατρό. Μπορούμε επίσης να τον πούμε αλμπάνη, λέξη που κανονικά σημαίνει κτηνίατρος-πεταλωτής, ή, απλώς, χασάπη.
Ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός, λέει μια παροιμία που την έχουμε από την αρχαιότητα (ο κοινός ιατρός σε θεραπεύσει χρόνος), ενώ μια συνηθισμένη κατάρα σε κάποιον που μας αδίκησε και μας πήρε χρήματα είναι «στους γιατρούς να τα φας». Στα παλιά καφενεία, όταν κάποιος άφηνε ανοιχτή την πόρτα και έμπαινε το ξεροβόρι, του φώναζαν «Κλείσε τον γιατρό έξω!».
Μια έμμετρη παροιμία συμβουλεύει:
Έχε τα πόδια σου ζεστά, την κεφαλήν σου κρύα,
τον στόμαχό σου αλαφρύ, γιατρού δεν έχεις χρεία.
Πηγή : sarantakos WordPress.com