Ερευνώντας τους Χρυσαυγίτες σε μια ορεινή επαρχία της Ελλάδας
‘
![Υποστηρικτές της Χρυσής Αυγής σε προεκλογική συγκέντρωση τον Μάιο του 2014. [Aris Messinis/AFP]](https://insidestory.gr/sites/default/files/styles/article-main/public/par7888389_1.jpg?itok=dmGnONpt)
Μιχάλης Πέτρου: Ως κοινωνικοί επιστήμονες και με αφορμή την τρέχουσα πολυδιάστατη κρίση, εστιάζουμε στη μελέτη των κοινωνικοοικονομικών και πολιτισμικών αλλαγών που αναδύονται στην ελληνική κοινωνία. Στο πλαίσιο αυτό, η μελέτη της πολιτικής κουλτούρας και συμπεριφοράς, με έμφαση στην ανάδυση ακροδεξιών κινημάτων, αποτελεί κομβικό σημείο στον ερευνητικό μας προβληματισμό. Ειδικά όσον αφορά στην μελέτη μας για τη Χρυσή Αυγή, αφορμή αποτέλεσε η εντυπωσιακή εκλογική επιτυχία της στις διπλές εθνικές εκλογές του 2012 και τα αντίστοιχα υψηλά ποσοστά που πέτυχε σε δύο περιοχές της ελληνικής περιφέρειας.
par8276492_1.jpg
![Ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής Νίκος Μιχαλολιάκος σε προεκλογική συγκέντρωση τον Σεπτέμβριο του 2015. [Angelos Tzortzinis/AFP]](https://insidestory.gr/sites/default/files/styles/article-img/public/field/image/par8276492_1.jpg?itok=vPdrqFHD)
Να σημειώσω εδώ ότι πρόκειται για περιοχές που βρίσκονται εκτός του λεκανοπεδίου της Αθήνας, με έντονα αγροτικά χαρακτηριστικά, όπου δραστηριοποιούμαστε ερευνητικά τα τελευταία χρόνια διερευνώντας τους ευρύτερους κοινωνικούς μετασχηματισμούς της υπαίθρου. Στις διαδοχικές καθημερινές επαφές που είχαμε με αρκετούς από τους κατοίκους-ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής, διαπιστώσαμε έναν εμμονικό ρατσιστικό λόγο προς τους αλλοδαπούς, που κατά παράδοξο όμως τρόπο, η παρουσία τους στην περιοχή είναι εξαιρετικά περιορισμένη αλλά και όπως οι ίδιοι οι κάτοικοι σημειώνουν, δεν εμφανίζουν αυξημένη παραβατικότητα.Αυτό αναμφίβολα παραπέμπει στην ύπαρξη ενός φαντασιακού φόβου περί του αλλοδαπού «Άλλου», που στην καθημερινότητα των κατοίκων αποδεικνύεται ισχυρότερος και πιο επικίνδυνος ακόμα και από τα υπαρκτά οικονομικά προβλήματα λόγω της κρίσης που αντιμετωπίζει η αγροτική κοινωνία. Το ερώτημα που κληθήκαμε –ανάμεσα σε άλλα– να απαντήσουμε είναι το πώς αυτός ο αδιόρατος φόβος αναπτύσσεται, εσωτερικεύεται, εδραιώνεται και αναπαράγεται, στον βαθμό να αποτελεί ισχυρό κίνητρο εκλογικής υποστήριξης προς τη Χρυσή Αυγή.
Μ.Π: Αδιαμφισβήτητα, για έναν ψηφοφόρο το ζήτημα της εκλογικής του προτίμησης αποτελεί ευαίσθητο θέμα. Πολύ περισσότερο όταν η έρευνά μας στηρίχτηκε σε ποιοτικές μεθόδους. Δηλαδή, δεν παρουσιαστήκαμε ξαφνικά και διανείμαμε ένα ερωτηματολόγιο και ζητήσαμε από τους κατοίκους να το συμπληρώσουν, αν και σε αυτήν την περίπτωση απαιτούνται ανάλογα προσεκτικά και αυστηρά μεθοδολογικά βήματα. Η δική μας έρευνα βασίστηκε στη συμμετοχική παρατήρηση, την κατεξοχήν μέθοδο έρευνας της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας που απαιτεί τη σταδιακή είσοδο και παρουσία του ανθρωπολόγου-ερευνητή σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας της κοινωνίας υποδοχής. Μιλήσαμε με ανθρώπους που μας υποδέχτηκαν και μας φιλοξένησαν στα σπίτια τους, φάγαμε μαζί τους, κοιμηθήκαμε στα σπίτια τους, συμμετείχαμε σε γιορτές, σε εκδηλώσεις, διασκεδάσαμε μαζί στα καφενεία, στις ταβέρνες, κ.λπ.Στο πλαίσιο αυτό, απαιτήθηκε πολύς και επίπονος χρόνος για να δημιουργηθούν σχέσεις οικειότητας και κατ’ επέκταση σχέσεις εμπιστοσύνης, προκειμένου ο «άλλος» να μας ανοιχτεί και να μας μιλήσει για την πολιτική του ιδεολογία, την εκλογική του προτίμηση και κυρίως τα αίτια που τον οδήγησαν σε αυτήν την επιλογή. Για να σας δώσω ένα χρονικό μέτρο σύγκρισης, αρκεί να σημειώσω ότι στην περιοχή έρευνας δραστηριοποιούμαστε από το 2012 όσον αφορά στην έρευνα της Χρυσής Αυγής. Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα αντιμετωπίσαμε καχυποψία, επιφυλακτικότητα, ακυρώσεις συναντήσεων, δυσκολίες στις επαφές μας. Η χαρακτηριστικότερη ήταν η απόδοση προς εμάς της ιδιότητας του δημοσιογράφου, καθώς ήταν συχνή η ερώτηση «μήπως είστε δημοσιογράφοι; Θα έχετε και κάμερα;». Εκτός των άλλων, η ίδια η θεματική της έρευνας εμπεριείχε διαστάσεις που μέχρι πρότινος αποτελούσαν ζητήματα-ταμπού για μια μικρή κοινωνία (όπως ο ναζισμός, η ακροδεξιά, η χούντα, η βία, οι δολοφονίες ή απόπειρες δολοφονιών κ.λπ.), το να κουβεντιαστούν δημόσια ή να εξωτερικευτούν προς έναν άγνωστο, όπως ήμασταν εμείς ως ερευνητές.Αυτός είναι εξάλλου και ο λόγος που στα κείμενά μας δεν κατονομάζουμε ούτε την περιοχή έρευνας, ούτε και τα πραγματικά ονόματα των ανθρώπων με τους οποίους μιλήσαμε και μας εμπιστεύτηκαν. Ακριβώς, για να διαφυλαχτεί η ανωνυμία και ιδιωτικότητά τους.
Γιώργος Κανδύλης: Η βαθιά οικονομική ύφεση και ιδιαίτερα η παγίωση των πολιτικών λιτότητας, η μαζική αύξηση της ανεργίας, της φτώχειας και της οικονομικής ανασφάλειας που τη συνόδευσαν οδήγησαν και σε ραγδαία κρίση εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα και τους θεσμούς του κράτους. Μια τέτοια συνθήκη αποτελεί ευκαιρία για την ανάδειξη νέων πολιτικών δυνάμεων (ή, όπως στην περίπτωση της ΧΑ, την ανάσυρση δυνάμεων από το περιθώριο του πολιτικού συστήματος).Ωστόσο, η ερμηνεία που θέλει τη ΧΑ να είναι αποτέλεσμα της κρίσης και της «αντισυστημικής διάθεσης» είναι εξαιρετικά απλουστευτική και παραπλανητική. Η ισχυροποίηση του ενός ή του άλλου φορέα δεν μπορεί να εξηγηθεί αποκλειστικά από την εμφάνιση κατάλληλων συνθηκών, ούτε και από την απλή επισήμανση της δυναμικής του νέου, του άφθαρτου ή του άγνωστου. Στην πραγματικότητα η επιτυχία ενός φορέα εξαρτάται από την ικανότητά του να παρουσιάσει ορισμένα ζητήματα με τρόπο τέτοιο ώστε να πείθει μικρότερα ή μεγαλύτερα ακροατήρια για την καταλληλότητα και την αυθεντικότητα των λύσεων που ο ίδιος προτείνει, απέναντι σε πραγματικές ή κατασκευασμένες “κρίσεις”. Δεν αρκεί ποτέ π.χ. η οργή και η καταδίκη των παλιών πολιτικών («όλοι μας πρόδωσαν»), αν δεν συνοδεύεται από κάποια στρατηγική εφαρμογής της καταδίκης («να φύγουν», «να μπουν στη φυλακή», «να τρώνε ξύλο μέσα στη Βουλή» κ.λπ.), όσο γενικόλογη κι αν μπορεί να είναι αυτή. Σε αυτό το πλαίσιο αποβαίνει χρήσιμη η σύνδεση ενός φορέα με ακροατήρια που στρέφουν ευήκοα ώτα σε συγκεκριμένες λύσεις λόγω προηγούμενων ιδεολογικών ταυτίσεων ή συγγενειών.
Γ.Κ.: Η ΧΑ υπήρξε από την ίδρυσή της μια βίαιη νεοναζιστική οργάνωση. Η βία της στρεφόταν παλιότερα κατά των εσωτερικών πολιτικών αντιπάλων και ιδιαίτερα βέβαια ενάντια στα μέλη ακροαριστερών και αναρχικών ομάδων, παρότι δεν υπήρχε δημόσια πολιτική κάλυψη της οργάνωσης γι’ αυτού του είδους τις ενέργειες. Είναι κρίσιμο το γεγονός ότι η εμφάνιση της ΧΑ στην κεντρική πολιτική σκηνή δεν οφείλεται σε κάποια υποτιθέμενη αποκήρυξη του βίαιου χαρακτήρα της, αλλά αντίθετα στην επίκληση της βίας, είτε στον προγραμματικό λόγο των στελεχών της, είτε στην εμφάνιση και το στυλ της δημόσιας παρουσίας τους, είτε ακόμα και σε συγκεκριμένες προβεβλημένες βιαιοπραγίες (π.χ. επιθέσεις σε μετανάστες μικροπωλητές σε λαϊκές αγορές) –παρόλο που οι πιο βίαιες δραστηριότητες (επιθέσεις και λιντσαρίσματα μεταναστών στο δρόμο ή και σε σπίτια), αν και αναπτύσσονται ραγδαία την ίδια εποχή, εξακολουθούν να γίνονται χωρίς ρητή ανάληψη της ευθύνης. Η ΧΑ πέτυχε να καταστήσει τις βίαιες πρακτικές της και τον βίαιο λόγο της ελκυστικά σε ένα μέρος των πολιτών. Η επιτυχία αυτή διαταράχθηκε αποφασιστικά μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, έχει όμως σημασία ότι σήμερα βίαιες πρακτικές και βίαιος λόγος επανεμφανίζονται όλο και περισσότερο στο ρεπερτόριο της οργάνωσης.
Μ.Π.: Όπως προείπα, στα χρόνια που δραστηριοποιούμαστε στην περιοχή έρευνας διαπιστώσαμε έναν ρατσιστικό λόγο προς τους αλλοδαπούς, η παρουσία των οποίων όμως στην περιοχή, κατά παράδοξο τρόπο, είναι εξαιρετικά περιορισμένη, όπως οι ίδιοι οι συνομιλητές μας παραδέχτηκαν. Μάλιστα, οι λιγοστοί αλλοδαποί στην περιοχή και μόνιμα εγκατεστημένοι, περιορίζονται σε λιγοστές οικογένειες αλβανικής καταγωγής, για τις οποίες οι ίδιοι οι κάτοικοι σημείωσαν ότι είναι οικογενειάρχες, εργαζόμενοι και δεν έχουν δημιουργήσει κανένα πρόβλημα. Από αυτό και μόνο προκύπτει μια αντιφατική διάσταση.
par7342507_1.jpg
![Μέλη της ΧΑ μοιράζουν σακιά με πατάτες μόνο σε Έλληνες, στην Πάτρα το 2012. [Menelaos Michalatos/AFP]](https://insidestory.gr/sites/default/files/styles/article-img/public/par7342507_1.jpg?itok=pFmA3eZ2)
Παρόλα αυτά, υπάρχει φόβος στο συλλογικό φαντασιακό ο οποίος φαίνεται να εδραιώνεται μέσω της διάχυσης και εσωτερίκευσης φανταστικών εγκληματικών περιστατικών (βιασμοί, δολοφονίες κ.λπ.) με πρωταγωνιστές αλλοδαπούς που φέρονται ότι έδρασαν στην περιοχή. Οι τρόποι με τους οποίους θεμελιώνονται και ριζώνουν στις σκέψεις των ανθρώπων τέτοιες ακραίες φοβικές ιδεο-ψυχαναγκαστικές προσλήψεις εν μέρει σαφώς και σχετίζονται με τον τρόπο με τον οποίον προβάλλονται αντίστοιχα περιστατικά από τα ΜΜΕ.Επιπρόσθετα, και για την περιοχή που εξετάζουμε, αυτό προϋποθέτει και την ύπαρξη ενός δικτύου υποστήριξης, μιας ισχυρής διαμεσολαβητικής αρχής που να συντηρεί, να (ανα)τροφοδοτεί και εν γένει στρατηγικά να διαχειρίζεται μύθους, με σκοπό τη συγκρότηση μιας δαιμονοποιημένης εικόνας του αλλοδαπού μετανάστη, που αποτελεί εμβληματικό φετίχ της ρατσιστικής ρητορικής της Χρυσής Αυγής, όπως αυτή επιβεβαιώνεται στη βίαιη ρητορική και δράση της. Για παράδειγμα, οι επαναλαμβανόμενες παραδοχές που κατά καιρούς δεχόμασταν όσα χρόνια μελετάμε την περιοχή, όπως «κινδυνεύουμε από τους αλλοδαπούς», «η Χρυσή Αυγή μάς προστατεύει», «οι αλλοδαποί βιάζουν τα παιδιά μας», «οι αλλοδαποί μας σκοτώνουν» και «οι αλλοδαποί έχουν περισσότερα δικαιώματα από εμάς», αποτελούν την απόληξη της συμβολικής εξουσίας και συμβολικής βίας που επιβάλλουν επίμονα τη θυματοποίηση του συλλογικού «Εαυτού».Η συνεχής επανάληψη της θυματοποίησης αποσκοπεί στη διαμόρφωση μιας κουλτούρας φόβου και στην εδραίωση ενός κόσμου υπό απειλή και πανικό και αποτελεί το άμεσο ζητούμενο μιας βιοεξουσίας που επιδιώκει να ελέγξει τον καθημερινό κοινωνικό βίο. Επιδιώκει έτσι αφενός τη συσπείρωση και “στράτευση” ενάντια σε μία αδιόρατη απειλή, αφετέρου την εξασφάλιση και στήριξη των συμφερόντων της, άρα και της αναπαραγωγής της. Είναι χαρακτηριστικό ότι, όταν εμείς ως ερευνητές κληθήκαμε –σε κάποιες περιπτώσεις που εμείς θεωρήσαμε αναγκαίο– με συγκεκριμένες αποδείξεις να επιχειρηματολογήσουμε ότι τα περιστατικά βιασμών και δολοφονιών από αλλοδαπούς στην περιοχή είναι κατασκευασμένα και πρόκειται ουσιαστικά περί μύθων, δεν καταφέραμε να πείσουμε, δεχόμενοι την στερεοτυπική απάντηση «εμείς έτσι έχουμε ακούσει».Σε όσες περιπτώσεις αναζητήσαμε τα βασικά κίνητρα υποστήριξης προς τη Χρυσή Αυγή, αυτά φαίνονταν να διαμορφώνονται στη βάση μιας εκδικητικής και συνάμα βίαιης τιμωρητικής αντίδρασης προς το πολιτικό σύστημα αλλά και τους μετανάστες. Για πολλούς από τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής υπάρχει διάχυτη η άποψη ότι είναι η μόνη που μπορεί να τιμωρήσει αυτούς που θεωρεί υπεύθυνους για τα δεινά που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία. Η τιμωρία όμως αυτή φαίνεται να γίνεται αποδεκτή από τους ψηφοφόρους, όταν οργανώνεται γύρω από τη βία και όχι μέσω μιας θεσμικής διαδικασίας. Όπως χαρακτηριστικά μας είπε ένας από τους υποστηρικτές της ΧΑ: «Η Χρυσή Αυγή είναι η μόνη που απέδειξε με πράξεις ότι μπορεί να βάλει τα πράγματα στη θέση τους με τη βία άμεσα. Είναι οι άνθρωποι πεινασμένοι; Οργάνωσε συσσίτια μόνο για τους Έλληνες με τον τσαμπουκά. Είναι σε κρίση η αγορά και τα καταστήματα δεν δουλεύουν επειδή οι μαύροι πουλάνε ανεξέλεγκτα σε πάγκους στο πεζοδρόμιο; Η Χρυσή Αυγή έσπασε τους πάγκους. ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία, μας πίνετε το αίμα μας; Βρισίδι και τσαμπουκάδες μέσα στη Βουλή. Αυτά θέλω να βλέπω. Γι’ αυτό ψηφίζω Χρυσή Αυγή».Γ.Κ.: H ΧΑ αποδείχθηκε εξαιρετικά ικανή, τουλάχιστον για ένα διάστημα, στο να χτίσει για την ίδια τον ρόλο του τιμωρού που εκδικείται για τα δεινά που έχει υποστεί το Έθνος και ο Λαός του. Αντικείμενο της εκδίκησης είναι καταρχάς ο ξένος εισβολέας στον οποίο αποδίδονται δαιμονικές και μιαρές ιδιότητες και ο οποίος φαίνεται να απειλεί το εθνικό σώμα, «όλους μας», είτε με τη μοχθηρότητα και τη βία του («δολοφόνοι», «βιαστές», «ληστές», «μπαίνουν στα σπίτια μας», «σκοτώνουν τα παιδιά μας»), είτε με τη μολυσματικότητά του («βρωμιάρηδες», «μας κουβαλάνε αρρώστιες», «κτηνοβάτες»). Στόχος φαίνεται να είναι η απομάκρυνση, αλλά κάποτε –όπως στο αφήγημα του ομαδικού βιασμού δύο ανήλικων παιδιών από αλλοδαπούς– η ίδια η εξόντωση του εισβολέα. Άλλες φορές η εκδίκηση στρέφεται και εναντίον του εσωτερικού εχθρού, της πολιτικής τάξης που πρόδωσε το έθνος και πρέπει να πληρώσει γι’ αυτό. Ο στόχος εδώ φαίνεται να είναι η αποκατάσταση της δικαιοσύνης, ενώ οι αναφορές σε βίαια μέσα εκκαθάρισης είναι σπανιότερες (χωρίς πάντως να λείπουν εντελώς).
Μ.Π.: Ως προς το προφίλ της ιδεολογικοπολιτικής οικογενειακής παράδοσης των υποστηρικτών της ΧΑ θα μπορούσαμε να πούμε ότι πράγματι, σε αρκετές περιπτώσεις υπάρχουν ισχυροί παραδοσιακοί πολιτικοί δεσμοί με δεξιές ή ακροδεξιές ιδεολογίες. Πρόκειται για παραδοσιακούς πολιτικούς προσανατολισμούς που απηχούν παλαιότερες οικογενειακές ευθυγραμμίσεις, είτε με τη δικτατορία των συνταγματαρχών είτε με ιδεολογικές ομάδες και τραυματικά γεγονότα που χρονολογούνται στην Αντίσταση και τον Εμφύλιο Πόλεμο.Ωστόσο και στο βαθμό που το εκλογικό σώμα ανανεώνεται με νέα μέλη, η σημερινή υποστήριξη προς τη Χρυσή Αυγή δεν μπορεί να αντανακλά μια παραδοσιακή οικογενειακή ακροδεξιά κληρονομιά. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ενός 25χρονου νέου ψηφοφόρου της ΧΑ, που προσλαμβάνει την υποστήριξη του σε αυτήν ως ρήξη με τους παραδοσιακούς πολιτικούς δεσμούς: «Οι γονείς μου δεν μπορούν να δεχθούν ότι ψήφισα υπέρ της ΧΑ. Είναι εντελώς αντίθετοι. Είναι απόλυτα έξω από τη λογική τους, την ιδεολογία τους και την κουλτούρα τους. Αλλά δεν με πείθουν, δεδομένου ότι πάντα ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που μας κατέστρεψαν. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ φταίνε που νέοι σαν κι εμένα δεν έχουν εργασία σήμερα».
Γ.Κ.: Η ΧA υιοθέτησε από την ίδρυσή της τη νεοναζιστική πολιτική ταυτότητα σε πολλαπλά επίπεδα: πολιτικός λόγος, σύμβολα, πρακτικές. Το γεγονός ότι ταυτόχρονα την αποκρύπτει ή την παραλλάσσει με διάφορα ρητορικά σχήματα και συμβολικές αναπλαισιώσεις (όπως ότι «δεν μπορεί να είμαστε ναζί, από τη στιγμή που είμαστε έλληνες εθνικιστές», ότι ο γνωστός χαιρετισμός «είναι αρχαιοελληνικός» κ.λπ.) δεν αλλάζει το γεγονός αυτό. Άλλωστε η ΧΑ δεν κρύβει την ταύτισή της με τη θεωρία της φυλετικής υπεροχής. Από την άποψη αυτή η ΧΑ διαφέρει από εκείνα τα ακροδεξιά ευρωπαϊκά κόμματα που αν και υιοθετούν ανοιχτά ξενοφοβική και αντιμεταναστευτική ρητορική αποφεύγουν ωστόσο να ταυτιστούν με τον βιολογικό ρατσισμό.
par7897575_1.jpg
![Η σωματική ρώμη και η άσκηση βίας ήταν από την αρχή μέρος της πολιτικής κουλτούρας της ΧΑ. [Louisa Gouliamaki/AFP]](https://insidestory.gr/sites/default/files/styles/article-img/public/par7897575_1.jpg?itok=7KIEIZ-s)
Επίσης η ΧΑ πηγαίνει τον αντισυστημικό της λόγο πέρα από την καταδίκη της παρούσας λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, στην απόρριψη συνολικά της δημοκρατίας ως συστήματος και στον οραματισμό μας ενιαίας εθνικής κοινότητας που κυβερνάται από έναν ισχυρό ηγέτη. Στην έρευνα συναντήσαμε επανειλημμένα αυτήν την επίκληση του «ισχυρού άνδρα» που θα ενώσει αποφασιστικά το λαό και θα κυβερνήσει με πυγμή, τιμωρώντας εν ανάγκη τους απείθαρχους για το καλό της πατρίδας, με αναφορές μάλιστα στα πρόσωπα του Ντόναλντ Τραμπ και του Ερντογάν. Θα λέγαμε από αυτήν την άποψη ότι η ΧΑ ανήκει στο άκρο της ακροδεξιάς πολιτικής οικογένειας, χωρίς αυτό να σημαίνει, όπως προειδοποιεί ο Paul Hainsworth, ότι θα πρέπει να περιμένουμε ειλικρινή απόρριψη του βιολογικού ρατσισμού και ειλικρινή αποδοχή της δημοκρατίας από τα “λιγότερο ακραία” ακροδεξιά κόμματα.
Μ.Π: Αναμφίβολα οι ευρωπαϊκές κοινωνίες –ανάμεσά τους και η ελληνική– βιώνουν ριζικές μεταβολές. Μία από αυτές είναι και η άνοδος ακροδεξιών και φασιστικών κινημάτων, κάτι που τις προηγούμενες δεκαετίες θα φάνταζε αδιανόητο. Έχει πολλαπλά ειπωθεί ότι η οικονομική κρίση, η κρίση του πολιτικού συστήματος, το τέλος των ιδεολογιών, το μεταναστευτικό ζήτημα, η ανεργία, η φτώχεια στην ευρωζώνη και πλήθος άλλων ζητημάτων αποτελούν αίτια ή συναίτια για την εμφάνιση των εν λόγω κινημάτων. Αυτό εν μέρει αποτελεί πράγματι μια ικανή συνθήκη ερμηνείας, είναι όμως και αναγκαία; Διότι, προκύπτει ο προβληματισμός: τι συμβαίνει σε εκείνες τις περιπτώσεις κοινωνιών ή χωρών όπου αναπτύσσονται τέτοια κινήματα αλλά δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα φτώχειας ή ανεργίας, ή δεν βιώνουν σχεδόν καθόλου το μεταναστευτικό πρόβλημα, ή τέλος πάντων δεν αντιμετωπίζουν οικονομική κρίση;Πολύ φοβάμαι ότι είμαστε ήδη αντιμέτωποι με ένα ζήτημα που έχει να κάνει με την υιοθέτηση –φύσει και θέσει– ρατσιστικών/φασιστικών ιδεολογιών από ευρωπαίους πολίτες. Στην περίπτωση της Ελλάδας, μιλάμε για ανθρώπους της διπλανής μας πόρτας και που μέχρι πρόσφατα είτε απλά δίσταζαν να προβάλουν δημόσια την ιδεολογική τους προτίμηση, είτε την κάλυπταν μέσω της εκλογικής τους προτίμησης σε άλλους κομματικούς σχηματισμούς. Εν κατακλείδι και από τα μέχρι τώρα δεδομένα της επιτόπιας έρευνάς μας, έχω την αίσθηση ότι στην ελληνική περίπτωση, οι οπαδοί της Χρυσής Αυγής δεν έχουν κανένα απολύτως κώλυμα να δημοσιοποιήσουν –με περηφάνια μάλιστα– τη συμπάθεια και στήριξή τους προς αυτήν και τις μεθόδους της. Ήδη αυτό φαίνεται και από την ίδια μας την έρευνα, καθώς στα πρώτα χρόνια επαφής μας με την περιοχή, είχαμε να κάνουμε με «κοινωνίες της αποσιώπησης». Το τελευταίο χρονικό διάστημα, έχουμε μια ξεκάθαρη και σαφή μεταστροφή των ανθρώπων με τους οποίους μιλάμε τόσα χρόνια προς μία εξωστρέφεια και δημοσιοποίηση των ακραίων πολιτικών τους πεποιθήσεων και αντίστοιχα δημόσιων τοποθετήσεων φιλικών προς τη Χρυσή Αυγή.Γ.Κ.: Δυστυχώς όχι. Τα βασικά δομικά συστατικά της ακροδεξιάς, όπως ο εθνικισμός, η απόρριψη του Άλλου και η ταύτιση με ισχυρές ηγεσίες είναι βαθιά ριζωμένα στη δυτική πολιτική κουλτούρα. Η ακροδεξιά οδηγεί αυτά τα χαρακτηριστικά στις ακραίες συνέπειές τους και επομένως συνιστά για τη φιλελεύθερη δημοκρατία, με τα λόγια του Cas Mudde, μία «παθολογική κανονικότητα». Από την άλλη, αυτά δεν είναι τα μόνα χαρακτηριστικά της φιλελεύθερης δημοκρατίας, όπου συνυπάρχουν μια σειρά από αντιθέσεις. Από αυτήν την άποψη, η άνοδος της ακροδεξιάς δεν είναι μεν μια πρόσκαιρη ή συγκυριακή μόδα, δεν είναι όμως και νομοτελειακή, υπό τον όρο ότι άλλες αντίρροπες δυνάμεις της αντιπαρατίθενται.