Την σπάνια αλλά ανερχόμενη ποικιλία λημνιώνα απεφάσισε να φυτεύσει στο νέο αμπελώνα του ο Ν Αναγνωσστάκης στα Δερβενοχώρια
Η λημνιώνα, η οποία δεν πρέπει να συγχέεται με το λημνιό, είναι το ανερχόμενο αστέρι των ελληνικών ερυθρών ποικιλιών και δεν αποκλείεται να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για κορυφαίες ετικέτες σύγχρονων κρασιών της Ελλάδας, μέσα στα επόμενα χρόνια. Το δυναμικό ποιότητας αυτής της ερυθρής ποικιλίας, που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ερυθρών ξηρών κρασιών, εντοπίστηκε μόνο όταν τα κλήματα που είχαν απομείνει από αυτήν ήταν ελάχιστα. Αρκετά χρόνια έρευνας και μικροοινοποιήσεων, στις οποίες συνεργάστηκαν πολλοί επιστήμονες, καλλιεργητές και παραγωγοί, άρχισαν να αποφέρουν εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Το κρασί από λημνιώνα έχει εξαιρετικά βαθύ, ζωηρό και σκούρο κόκκινο χρώμα. Στη μύτη είναι πλούσιο, πολύ εκφραστικό, με έντονη γεύση μαύρων φρούτων και μπαχαρικών και ορυκτώδη χαρακτήρα, ενώ έχει καλή σχέση με νέο βαρέλι. Το στόμα είναι ευρύ και δομημένο πάνω σε στιβαρές, αλλά ποτέ επιθετικές ταννίνες. Η αλκοόλη μπορεί να είναι σχετικά υψηλή, παρότι σπανίως ξεπερνά το 13,5%, αλλά εξισορροπείται πάντα από την έντονη οξύτητα της ποικιλίας. Λέγεται πως η λημνιώνα προέρχεται από τη Θεσσαλία και ειδικότερα από τις περιοχές της Καρδίτσας και του Τυρνάβου. Σήμερα, λόγω του υποσχόμενου προφίλ της, καλλιεργείται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, συχνά όμως πειραματικά.
Η λημνιώνα είναι μια από τις σπάνιες αυτές ερυθρές ποικιλίες, που οδηγούν σε κρασιά με εκχύλισμα, συμπύκνωση, οξύτητα, αρώματα και γεύση, τα οποία δεν τείνουν να γίνουν παχιά και υπερβολικά σωματώδη. Απευθύνονται σε όσους αναζητούν κομψά και ασυνήθιστα κόκκινα κρασιά. Τα κρασιά αυτά, ιδίως όταν είναι νέα, συνοδεύουν άριστα πιάτα με μοσχάρι και άλλα κόκκινα κρέατα με πλούσια γεύση. Τα περισσότερα διαθέσιμα δείγματα μπορούν να καταναλωθούν άμεσα, αλλά ωφελούνται αν παλαιώσουν τουλάχιστον για λίγα χρόνια στη φιάλη, ενώ φτάνουν στο ζενίθ τους μέσα σε δέκα ή και περισσότερα χρόνια.