Η διάκριση Ορεινών- Πεδινών, ανάγεται στην Εθνοσυνέλευση της Γαλλικής Επανάστασης του 1789. Τότε, οι ριζοσπαστικοί με τις πλέον επαναστατικές ιδέες, κατέλαβαν το άνω αριστερό μέρος της αίθουσας της Εθνοσυνέλευσης και ονομάσθηκαν Ορεινοί επειδή τα έδρανά τους ήταν στο ψηλότερο μέρος του αμφιθεάτρου. Μεταξύ των Ορεινών ήταν ο Νταντόν, ο Μαρά, ο Σαιν Ζυστ και άλλοι από την ομάδα των Επαναστατών της Γαλλικής Επανάστασης.
Μεγαλώνοντας σε κιμπούτς στο Ισραήλ γνώρισα τον πραγματικό ανθρώπινο κομμουνισμό, όπου ο καθένας προσέφερε σύμφωνα με τις δυνατότητες του και αμείβετο σύμφωνα με τις ανάγκες του, και όλα αυτά σε ένα καθεστώς πλήρους κοινωνικής και πολιτικής, ελευθερίας.
Στις 7 Αυγούστου, στη μακρινή Πνομ Πενχ, ένα ειδικό μεικτό δικαστήριο, διεθνές και εθνικό, καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη δυο γεροντάκια, τον Νουόν Τσέα, 88 χρόνων, και τον Κιέου Σαμπάν, 83 χρόνων. Ο πρώτος άκουσε τη δικαστική απόφαση από αναπηρικό αμαξίδιο, ο δεύτερος υποβασταζόμενος. Ποιος τους ξέρει, ποιος τους θυμάται; Κι όμως ήταν κορυφαία στελέχη του καθεστώτος των Ερυθρών Χμερ (17.4.1975 – 7.1.1979). Ο πρώτος, γνωστός ως «Αδερφός υπ’ αριθμόν 2», ήταν το δεξί χέρι του Πολ Ποτ, και ο δεύτερος ήταν αρχηγός του κράτους. Βαρύνονται, πάει να πει, για ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα του εικοστού αιώνα: 1.700.000 άνθρωποι, το ένα τέταρτο δηλαδή του συνολικού πληθυσμού, δολοφονήθηκαν με ποικίλους τρόπους, σε αυτά τα τρία χρόνια και εννιά μήνες που κράτησε το καθεστώς τους.
Θα το επαναλάβουμε: η Καμπότζη των Ερυθρών Χμερ έφτασε πιο κοντά από οποιοδήποτε άλλο καθεστώς στην πραγμάτωση του ολοκληρωτισμού – κομμουνιστικού εν προκειμένω ολοκληρωτισμού, μαοϊκής εμπνεύσεως. Υπό τις επευφημίες πολλών δυτικών δημοσιογράφων και διανοουμένων, ορισμένων μάλιστα εξ αυτών πολύ προσφιλών στην Ελλάδα μέχρι σήμερα (Αλέν Μπαντιού, Νόαμ Τσόμσκι). Η βιαιότητα, η κτηνωδία και η παράνοια αυτού του καθεστώτος είναι από τις πιο ακραίες στην ιστορία.
Το κολαστήριο του Τιόλ Σλενγκ, όπου βασανίστηκαν τουλάχιστον 12.380 άνθρωποι, ίσως και να μην έχει ιστορικό προηγούμενο ως προς την αγριότητα των βασανισμών. Επέζησαν επτά κρατούμενοι μόνο, κι αυτοί για ειδικούς λόγους. Διοικητής του ήταν ο διαβόητος Ντουκ, καθηγητής μαθηματικών, λάτρης της γαλλικής λογοτεχνίας και σήμερα ευαγγελικός χριστιανός και αναγνώστης της Βίβλου. Ο Ντουκ είναι ο τρίτος άνθρωπος του καθεστώτος που έχει καταδικαστεί, σε τριάντα πέντε χρόνια κάθειρξη αρχικά (Ιούλιος 2010) και σε ισόβια αργότερα (Φεβρουάριος 2011). Απ’ ό,τι φαίνεται δεν θα υπάρξει τέταρτος.
Ποια είναι η σημασία αυτών των δικών σήμερα, τριάντα τόσα χρόνια μετά το τέλος του φονικού καθεστώτος; Πιστεύει κανείς ότι αποδόθηκε πράγματι δικαιοσύνη; Τι σόι δικαιοσύνη είναι αυτή με τρεις καταδίκες όλες κι όλες, λίγο προ του φυσικού τέλους των ενόχων, για 1.700.000 νεκρούς; Οσοι χάθηκαν, χάθηκαν. Αγρια, φρικτά, άδικα, μάταια, αδικαίωτα, παρανοϊκά. Δεν υπάρχει αποκατάσταση και δικαιοσύνη, και χίλιοι και δέκα χιλιάδες να είχαν καταδικαστεί, για τον άνθρωπο που, στο Τιόλ Σλενγκ, τον έβαζαν να τρώει τα κόπρανά του, το μικρό παιδί που το πέταξαν από τον τρίτο όροφο μπροστά στα μάτια των γονιών του ή τη γυναίκα που την ανέτεμναν ζωντανή.
Θα ήταν το ίδιο δηλαδή να μην είχαν γίνει ούτε καν οι δίκες αυτές; Οχι, είναι η απάντηση. Οι δίκες έδωσαν τη δυνατότητα να μιλήσουν μάρτυρες, να προσκομιστεί αποδεικτικό υλικό δεκάδων χιλιάδων σελίδων, να τις παρακολουθήσουν χιλιάδες άνθρωποι. Μπορεί να μην υπάρχει δικαιοσύνη για τα θύματα, το αποτρόπαιο όμως έργο των κακούργων δεν το καταπίνει η σιωπή, δεν χάνεται, εγγράφεται στην κοινή ανθρώπινη ιστορία. Ναι, στην ανθρώπινη. Γιατί ο Ντουκ και ο Νουόν Τσέα και ο Κιέου Σαμπάν είναι ασφαλώς τέρατα, μα ανθρώπινα τέρατα, που φανερώνουν τις απεριόριστες δυνατότητες του ανθρώπου να επινοεί και να πράττει το κακό.
Μέσα από αυτές τις μαρτυρίες υψώνεται τελικά μια επιτύμβια στήλη για τα θύματα, όπως γράφει ένας από εκείνους που υπέφερε φρικτά μαρτύρια και τελικά επέζησε, ο σκηνοθέτης και συγγραφέας Ρίτι Πανχ (Rithy Panh), στο βιβλίο του, με τη συνεργασία του Κριστόφ Μπατάιγ (Christophe Bataille), «L’ Élimination» (Grasset 2011). Μεταφράζω:
«Ετσι, μετά από τριάντα χρόνια, οι Ερυθροί Χμερ παραμένουν νικητές: οι νεκροί είναι νεκροί, και έχουν σβηστεί από προσώπου γης. Η επιτύμβια στήλη τους είμαστε εμείς. Υπάρχει όμως και μια άλλη στήλη: η δουλειά της έρευνας, της κατανόησης, της ερμηνείας, που δεν είναι ένα θλιμμένο πάθος: αγωνίζεται ενάντια στον αφανισμό. Αυτή η δουλειά δεν ξεθάβει βεβαίως τους πεθαμένους. […] Αυτή η δουλειά βεβαίως δεν μας γαληνεύει. Δεν μας πραΰνει. Μας επιστρέφει όμως την ανθρωπινότητα, την νόηση, την ιστορία. Ενίοτε την ευγένεια. Μας κάνει ζωντανούς.» (σ. 205)
Απέναντι στο κακό δεν υπάρχει κανενός είδους εγγύηση, έξω από αυτό το εύθραυστο και τρεπτό πράγμα που είναι η ανθρώπινη συνείδηση, όσο αυτή αναρωτιέται διαρκώς για τα έργα και τις πράξεις της και όσο πασχίζει να δει τον άλλο άνθρωπο σαν ένα ξεχωριστό πλάσμα, έξω από κάθε είδους γενικές κατηγορίες και κατατάξεις, που έχει ανάγκη, όπως όλοι μας, από λίγη καλοσύνη.
Η μοίρα του κάμπου είναι να πλημμυρίζει. Αυτό είναι γραμμένο αιώνες τώρα. Και δεν είναι μόνο η μοίρα τούτου του κάμπου, του θεσσαλικού. Όχι. Η μοίρα έχει γραμμένο για όλες τις πεδιάδες συχνά πυκνά να πλημμυρίζουν. Άλλοτε πολύ, άλλοτε λιγότερο.
Και από αυτή τη μοίρα δεν ξεφεύγει καμιά. Πώς θαρρείτε ότι προκύπτει η ευφορία του κάμπου; Είναι η προίκα των πλημμυρών σε αλλοτινούς καιρούς. Οι πιο παλιοί σίγουρα θα θυμούνται και άλλες πλημμύρες και καταστροφές, θα έχουν αποτυπωμένα στη μνήμη τους τον πόνο, την απώλεια και την καταστροφή που φέρνει το νερό όταν πέφτει με ορμή πάνω στον ανθρώπινο μόχθο.
Οι επιστήμονες πάλι, γνωρίζουν με βεβαιότητα ακόμη πιο καταστροφικές πλημμύρες σε χρόνους προγενέστερους που μετριούνται όχι με ανθρώπινες ζωές, αλλά με χρόνους γεωλογικούς, τους μεγααιώνες. Τα νερά αυτών των πλημμυρών έχουν φυλακιστεί στα έγκατα της θεσσαλικής γης και της χαρίζουν αυτή την ευφορία. Καλό θα ήταν να μην το έχουμε ξεχάσει, αλλά δυστυχώς κοντή η μνήμη του ανθρώπου και ακόρεστη η ανάγκη του για ανάπτυξη.
O Σρινιβάσα Ραμανούτζαν(Srinivasa Ramanujan, 22 Δεκεμβρίου 1887 – 26 Απριλίου 1920) ήταν μια ιδιαίτερη μαθηματική διάνοια. Αυτοδίδακτος Ινδός μαθηματικός με σχεδόν καθόλου εκπαίδευση στα καθαρά μαθηματικά, κατάφερε στο σύντομο διάστημα της ζωής του να καταγράψει αξιοσημείωτη συνεισφορά στη μαθηματική ανάλυση, στη θεωρία αριθμών, στις απειροστικές σειρές και στα συνεχή κλάσματα, που τον κατέταξαν στις κορυφαίες προσωπικότητες της μαθηματικής κοινότητας.
Έζησε στην Ινδία αποκομμένος από την μαθηματική κοινότητα της εποχής, που ήταν ανεπτυγμένη κυρίως στην Ευρώπη, με αποτέλεσμα να εξελίσσει την μαθηματική του έρευνα απομονωμένος. Ως συνέπεια αυτού, πέρα από την παραγωγή καινούργιου υλικού ανακάλυψε ξανά θεωρήματα που ήταν ήδη γνωστά. Αυτό οδήγησε τον Άγγλο μαθηματικό Γκόντφρεϊ Χάρολντ Χάρντι να τον χαρακτηρίσει φυσική διάνοια, της ίδιας κλάσης με μαθηματικούς όπως ο Νεύτωνας και ο Αρχιμήδης, ο Όιλερ και ο Γκάους.
Τα πρώτα χρόνια
Ο Ραμανούτζαν γεννήθηκε στο Ερόντε, στην Ομόσπονδη Πολιτεία Μανδράς (σημερινή επαρχία Ταμίλ Ναντού) σε μια οικογένεια Βραχμάνωντου λαού των Ταμίλ. Ο πατέρας του εργαζόταν σαν υπάλληλος σε ένα μαγαζί που πωλούσε υφάσματα και η μητέρα του ασχολούνταν με τα οικιακά και παράλληλα ήταν ψάλτης σε ένα τοπικό ναό.
Η πρώτη του επαφή με τα μαθηματικά έγινε στην ηλικία των 10 ετών και αμέσως επέδειξε φυσική δεξιότητα είτε ανακαλύπτοντας από νωρίς δικά του θεωρήματα είτε αποδεικνύοντας ξανά, από μόνος του, θεωρήματα όπως η Ταυτότητα του Όιλερ. Στην ηλικία των 17 ετών είχε ήδη διεξάγει την προσωπική του έρευνα σχετικά με τους Αριθμούς Μπερνουλί και την σταθερά των Όιλερ-Μασερόνι.
Αν και του χορηγήθηκε υποτροφία για να σπουδάσει σε ένα κρατικό κολέγιο, δεν κατάφερε να το πραγματοποιήσει, καθώς απέτυχε στα μαθήματα που δεν είχαν σχέση με τα μαθηματικά. Στις 14 Ιουλίου 1909, ο Ραμανούτζαν παντρεύτηκε ένα δεκάχρονο κορίτσι, την Τζανακιαμάλ. Ξεκίνησε να εργάζεται ως υπάλληλος λογιστηρίου στο λιμάνι του Μάντρας για να συντηρηθεί.
Η επαφή με το Κειμπριτζ
Από εκεί κι ενώ συνέχισε να εργάζεται ώς υπάλληλος λογιστηρίου, το 1912 και το 1913, έστειλε κάποια από τα θεωρήματα του σε τρεις ακαδημαϊκούς στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ. Οι δύο πρώτοι καθηγητές, H. Φ. Μπέικερ και E. Γ. Χόμπσον, επέστρεψαν τα γράμματα του Ραμανούτζαν χωρίς κανένα σχόλιο. Ο τρίτος, Γκόντφρεϊ Χάρολντ Χάρντι, θεώρησε αρχικά την εννιασέλιδη μελέτη του Ραμανουτζάν απάτη, καθώς προερχόταν από έναν άγνωστο μαθηματικό. Μελέτησε ωστόσο προσεκτικά τα χειρόγραφα του Ραμανούτζαν μαζί με το συνάδελφο του Τ. E. Λίτλγουντ και εντυπωσιάστηκαν από τη μαθηματική ιδιοφυΐα του Ραμανούτζαν.
Τον Φεβρουάριο του 1913, ο Χάρντι έγραψε ένα γράμμα στον Ραμανούτζαν, στο οποίο εξέφραζε το ενδιαφέρον του για τις μελέτες του, προσθέτοντας ωστόσο ότι «είναι απαραίτητο να δοθούν και κάποιες αποδείξεις στους ισχυρισμούς». Επικοινώνησε παράλληλα με τις Ινδικές Αρχές για να κανονίσει ένα ταξίδι για τον Ραμανούτζαν στο Κέιμπριτζ. Όμως, σύμφωνα με την Βραχμανική παιδεία του, ο Ραμανούτζαν αρνήθηκε να φύγει από την πατρίδα του για να πάει σε μια «ξένη χώρα». Ο Χάρντι απογοητεύτηκε αρχικά από την απόφαση του Ραμανούτζαν να μην ταξιδέψει στην Αγγλία, κατάφερε ωστόσο να τον μεταπείσει επιστρατεύοντας το συνάδελφο του, λέκτορα στο Μάντρας, E. Χ. Nεβίλ, κι έτσι, ο Ραμανούτζαν ξεκίνησε στις 17 Μαρτίου 1914 το ταξίδι του για την Αγγλία, αφήνοντας τη γυναίκα του πίσω με τους γονείς του στην Ινδία.
Ο Ραμανούτζαν πέρασε σχεδόν πέντε χρόνια στο Κέιμπριτζ όπου συνεργαζόταν με τον Χάρντι και τον Λίτλγουντ και εξέδωσε μερικά από τα ευρήματά του. Οι προσωπικότητες του Χάρντι και του Ραμανούτζαν διέφεραν έντονα. Η συνεργασία τους ήταν ένα κράμα διαφορετικής κουλτούρας, απόψεων και τρόπου εργασίας. Ο Χάρντι ήταν άθεος και ένθερμος υποστηρικτής της μαθηματικής απόδειξης και της μαθητικής αυστηρότητας, εν αντιθέσει με τον Ραμανούτζαν, ο οποίος ήταν ένας βαθιά θρησκευόμενος άνδρας και στηριζόταν έντονα στη διαίσθησή του. Την περίοδο στην οποία ο Ραμανούτζαν βρισκόταν στην Αγγλία, ο Χάρντι προσπάθησε σκληρά να του αναπληρώσει μορφωτικά κενά, χωρίς όμως να παρεμποδίσει την έμπνευσή του.
Ο Αριθμός Ραμανουτζάν-Χάρντι
Στα μαθηματικά υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην επίγνωση και την κατοχή μιας απόδειξης. Ο Ραμανούτζαν διατύπωσε μια πληθώρα από μαθηματικούς τύπους, οι οποίοι μετέπειτα εξετάστηκαν σε βάθος και αποτέλεσαν τη βάση για να ανοίξουν νέοι ερευνητικοί ορίζοντες. Για παράδειγμα, οι σειρές του Ραμανούτζαν για το π συγκλίνουν πάρα πολύ γρήγορα (εκθετικά) και αποτελούν την βάση για μερικούς από τους πιο γρήγορους αλγόριθμους που χρησιμοποιούνται σήμερα για τον υπολογισμό του π.
Μια από τις πιο γνωστές θεωρίες του είναι ο αριθμός 1729, γνωστός ως ο αριθμός Ραμανουτζάν-Χάρντι λόγω ενός γνωστού ανεκδότου του Βρετανού μαθηματικού Χάρντι που αφορά μια επίσκεψη που έκανε σε νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν ο Ραμανουτζάν.O αριθμός των ταξί
Συγκεκριμένα ο Χάρντι γράφει:
Θυμάμαι μια φορά που πήγαινα να τον επισκεφτώ στο Putney επειδή ήταν άρρωστος. Είχα πάρει ένα ταξί με το νούμερο 1729 και σχολίασα πως ο αριθμός αυτός μου φαινόταν αρκετά βαρετός και πως ήλπιζα αυτό να μην αποτελούσε κάποιον άσχημο οιωνό. «Όχι», μου απάντησε «είναι ένας πολύ ενδιαφέροντας αριθμός, είναι ο μικρότερος αριθμός που μπορεί να εκφραστεί ως το άθροισμα δύο κύβων με δύο διαφορετικούς τρόπους.»
Οι δύο διαφορετικοί τρόποι είναι
1729 = 13 + 123 = 93 + 103.
Η γενίκευση αυτής της ιδέας οδήγησε στην ιδέα των «Αριθμών των Ταξί«, από τους πιο αγαπημένους ακέραιους των μαθηματικών.
Μαθηματική Συνεισφορά
Στον Ραμανούτζαν απονεμήθηκε πτυχίο Θετικών επιστημών (το πτυχίο αυτό αργότερα μετονομάστηκε σε διδακτορικό «phD») τον Μάρτιο του 1916 για την δουλειά του πάνω στους ιδιαίτερα σύνθετους αριθμούς, το πρώτο μέρος της οποίας έχει δημοσιευθεί σαν εργασία στη Μαθηματική Εταιρία του Λονδίνου και η οποία χαρακτηρίστηκε από τον Χάρντι ως μια από τις πιο ασυνήθιστες για την εποχή όσον αφορά την μαθηματική έρευνα. Στις 6 Δεκεμβρίου 1917, εκλέχθηκε μέλος της Μαθηματικής Εταιρίας του Λονδίνου. Έγινε μέλος της Βασιλικής Εταιρίας το 1918, όντας ο δεύτερος Ινδός με αυτή την ιδιότητα, μετά τον Ardaseer Cursetjee το 1841, και ήταν ένας από τα νεότερα μέλη της ιστορίας της Βασιλικής Εταιρίας. Τον Οκτώβριο του 1918, ήταν ο πρώτος Ινδός που εκλέχθηκε στο Tρίνιτι Κόλετζ του Κέιμπριτζ.
Απεβίωσε το 1920, μόλις στην ηλικία των 32 ετών ταλαιπωρημένος από αρρώστιες, υποσιτισμό και πιθανόν υποφέροντας από μόλυνση στο συκώτι.
Στην διάρκεια της σύντομής του ζωής, ο Ραμανούτζαν κατάφερε να αφήσει έργο που απαριθμεί σχεδόν 3900 αποτελέσματα, κυρίως ταυτότητες και εξισώσεις. Τα διατυπωμένα συμπεράσματά του ήταν τόσο πρωτότυπα όσο και ιδιαίτερα αντισυμβατικά, όπως οι πρώτοι αριθμοί Ραμανούτζαν και η συναρτήση θήτα Ραμανούτζαν, και ενέπνευσαν έναν τεράστιο αριθμό περαιτέρω ερευνών. Είναι χαρακτηριστικό πως μερικές από τις πιο σημαντικές ανακαλύψεις του άργησαν πολύ να ενταχθούν στο ρεύμα των σύγχρονων μαθηματικών.
Τον Δεκέμβριο του 2011, αναγνωρίζοντας την συνεισφορά του στα μαθηματικά, η κυβέρνηση της Ινδίας διακήρυξε την ημέρα των γενεθλίων του Ραμανούτζαν (22 Δεκεμβρίου) ως ετήσια Εθνική Ημέρα των Μαθηματικών καθώς και το έτος 2012 ως «Εθνικό Χρόνο των Μαθηματικών».
Η ιστορία του Ραμανουτζάν έγινε ταινία το 2015 με τον τίτλο The Man Who Knew Infinity με τους Dev Patel και Jeremy Irons στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
«Κυριακή, γιορτή και σχόλη να ‘ταν η βδομάδα όλη», είχε τραγουδήσει η Αλίκη Βουγιουκλάκη στο τραγούδι «Η Κυριακή», σε στίχους Αλέκου Σακελλάριου και μουσική Γιώργου Ζαμπέτα.
Το «σχολείο», είναι το ίδρυμα που παρέχεται παιδεία κυρίως σε ανηλίκους, όπως λέει το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, παράγεται από την αρχαία λέξη «σχολή». Κι εδώ είναι το ωραίο: αυτή η «σχολή», δηλαδή το ίδρυμα που παρέχει ειδική κατάρτιση και εκπαίδευση μετά τη στοιχειώδη, είναι η ίδια ακριβώς λέξη με τη «σχόλη», που τραγουδούσε κι η Αλίκη! Η «σχόλη», που σημαίνει ημέρα αργίας ή γιορτής, διατήρησε την αρχική σημασία της λέξης «σχολή», με αναβιβασμό του τόνου…
Λοιπόν, η αρχική σημασία της λέξης «σχολή», απ’ όπου βγαίνει και το «σχολείο», όπως είπαμε, είναι «ανάπαυση, ησυχία, ελεύθερος χρόνος»! Η λέξη είναι αβέβαιης ετυμολογίας, λέει το Λεξικό, όμως η εννοιολογική της εξέλιξη είναι εντυπωσιακή. Από την έννοια της ανάπαυσης και της απραξίας η «σχολή» δήλωσε στη συνέχεια και την αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, προκειμένου να καλλιεργήσει κανείς το πνεύμα του, με αποτέλεσμα, όπως διαβάζω στο Λεξικό του κ. Μπαμπινιώτη, να συναντούμε στον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη τη σημασία «σπουδή, φιλοσοφική συζήτηση». Στην ελληνιστική κοινή, η λέξη «σχολή» πήρε τη σημασία του ιδρύματος όπου προσφέρονται συστηματικά τέτοιες γνώσεις…
Ηθικόν δίδαγμα: σχολείο και ελεύθερος χρόνος είναι έννοιες ενιαίες και αδιαίρετες. Πρέπει να έχεις ελεύθερο χρόνο για να καλλιεργήσεις το πνεύμα σου στο σχολείο, που δεν είναι, δεν θα έπρεπε να είναι, ένα σωφρονιστικό κάτεργο ή η «δουλειά» των παιδιών. Ας το θυμόμαστε αυτό όταν φορτώνουμε τα παιδιά μας με χίλιες δυο άλλες επιπρόσθετες δραστηριότητες, από τάε κβον ντο μέχρι μπαλέτο, με τρεις ξένες γλώσσες ενδιαμέσως. Το μεγαλύτερο αγαθό στις αγχωμένες κοινωνίες μας φαίνεται πως είναι ο ελεύθερος χρόνος, για να αναπαυθείς, να παίξεις, να καλλιεργήσεις το πνεύμα σου, να γίνεις άνθρωπος.
Μακάρι η βδομάδα όλη να ήταν μία σχόλη – σχολή: είχε δίκιο η Αλίκη.
Το όνομα του περίφημου μηχανολόγου Μαλκότση, συζητιέται ακόμα και στις ημέρες μας. Το ίδιο και οι μηχανές του.
Η ιστορία ξεκινάει από το όραμα του Μικρασιάτη Σωκράτη Μαλκότση.
Σπούδασε μηχανολόγος-μηχανικός στο ΕΜΠ, απ’ όπου αποφοίτησε το 1919, και στο Πολυτεχνείο της Λειψίας, όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του ένα χρόνο αργότερα.
Μεταξύ 1921 και 1924, εργάστηκε στην εγκατάσταση κέντρων αυτόματης τηλεφωνίας, στην Αμβέρσα, που εκείνη της εποχή αποτελούσε έναν από τους σημαντικότερους εμπορικούς κόμβους της Ευρώπης, προτού επιστρέψει στην Ελλάδα και ανοίξει τεχνικό γραφείο.
Το 1934 ξεκινάει δυναμικά. Προχωράει με έδρα τον Πειραιά στις μηχανικές κατασκευές, ιδρύοντας, με κύριο μέτοχο την Τράπεζα Χίου, την «Τέχνικα Σ. Μαλκότσης Α.Ε. Γενικών και Τεχνικών Επιχειρήσεων».
Το εργοστάσιο στήνεται στον Πειραιά, στην οδό Παπαστράτου και τα κεντρικά στην Αθήνα, στην οδό Σωκράτους.
Κατά την περίοδο του πολέμου, το μηχανουργείο του Μαλκότση συνεργάστηκε με το Ελληνικό Πυριτιδοποιείο και Καλυκοποιείο του Μποδοσάκη και κατασκεύαζε βλήματα για το Βασιλικό Ναυτικό. Στην συνέχεια, το εργοστάσιο επιτάχθηκε από τους Γερμανούς κατακτητές.
Μεταπολεμικά, η εταιρεία αναπτύσσεται και γίνεται μία από τις πλέον δυναμικές της Ελλάδας. Κατασκεύαζε από εξαρτήματα για το σιδηροδρομικό δίκτυο, μέχρι μηχανουργικά δράπανα, ποτιστικές μηχανές και τελικά ένα ολοκληρωμένο ελληνικό τρακτέρ.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1940 οι πολύ μεγάλες, μετά τον πόλεμο, ανάγκες σε έργα οδήγησαν βαθμιαία τόσο στην αύξηση του αριθμού Διπλ. Μηχανολόγων ΕΜΠ, όσο και στην αύξηση της απασχόλησής τους σε διάφορους τομείς.
Στο εργοστάσιο του Διπλ. Μηχανολόγου Μηχανικού Σ. Μαλκότση, που προπολεμικά λειτουργούσε ως μηχανουργείο, κατασκευάζονταν τώρα εν σειρά μονοκύλινδροι και, σε μικρότερο αριθμό, τετρακύλινδροι κινητήρες Diesel, που στα πρώτα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια κάλυπταν τις ανάγκες των αγροτικών αρδευτικών αντλιοστασίων, αλλά και την κίνηση των πολλών μικρών αλιευτικών σκαφών, τις βιοτεχνικές και άλλες συναφείς εφαρμογές με χαμηλό κόστος.
Στη διάρκεια μιας δεκαετίας παρήχθησαν 30.000 κινητήρες 7 και 15 ΗΡ. Στο εργοστάσιο εργάσθηκαν άνθρωποι που έγιναν μετέπειτα Καθηγητές ΕΜΠ και συμμετείχαν επίσης στα έργα των αντλιοστασίων της λίμνης Υλίκης για την υδροδότηση της Αθήνας.
Το αποκορύφωμα της επιτυχίας για το εργοστάσιο Μαλκότση ήρθε με τη μηχανή ΕΜ ή αλλιώς «Έλσα Μαλκότση».
Ακριβώς όπως ο Emil Jellinek, ο έμπορος αυτοκινήτων που το 1901 έδωσε το όνομα της κόρης του στους κινητήρες των Daimler-Benz, δηλαδή Mercedes, έτσι και ο Μαλκότσης έδωσε το όνομα της κόρης του στον κινητήρα που έφτιαξε το 1949.
Οι κινητήρες αυτοί χαρακτηρίστηκαν για την αξιοπιστία τους και μάλιστα λειτουργούν μέχρι και σήμερα, όπως μπορεί να επιβεβαιώσει κάποιος, κάνοντας μια σύντομη έρευνα στο διαδίκτυο.
Οι παλαιότεροι αγρότες γνωρίζουν τον παλιό μονοκύλινδρο, κατακόρυφο, υδρόψυκτο πετρελαιοκινητήρα, ισχύος 10-12 ίππων, ο οποίος σε πολλές περιοχές τις χώρας μας εξακολουθεί να λειτουργεί παραγωγικά, έως τις μέρες μας.
Μέσα στα επόμενα χρόνια, ο Μαλκότσης είχε τελειοποιήσει το ομώνυμο τρακτέρ του, το οποίο όμως δεν μπήκε ποτέ σε γραμμή μαζικής παραγωγής.
Τα τρακτέρ, που σχεδιάστηκαν σε συνεργασία με μια βρετανική συμβουλευτική εταιρία, παρήχθησαν για μόνο μερικά έτη, λόγω έλλειψης των χρημάτων, και άλλων πόρων.
Η αντίστροφή μέτρηση φαίνεται ότι ξεκίνησε όταν η βιομηχανία Μαλκότση εκτέθηκε σε υψηλό δανεισμό για να ανταποκριθεί σε μια μεγάλη παραγγελία 1.000 μηχανών για στρατιωτικά οχήματα προς την ΕΛΒΟ.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, μπήκαν οι τίτλοι τέλους για την ιστορική βιομηχανία, που απασχόλησε εκατοντάδες εργάτες και που όπως αποδεικνύεται δεκαετίες αργότερα, είχε μεγάλα οράματα
Δίκιο έχουν οι ηλίθιοι, οι παλαβοί, οι ξεροκέφαλοι, οι βίαιοι, οι πάντες – εκτός από τους λογικούς ανθρώπους. Τί άλλο γίνεται μέσα στην ιστορία πέρα από το να εφευρίσκει ο καθένας λογικές εξηγήσεις για τις παλαβομάρες του; Κι αυτό πάλι σημαίνει ότι έρχονται καινούργιοι παλαβοί στο προσκήνιο που τα κάνουν όλα άνω κάτω…..
Ο Τσέζαρε Παβέζε Ιταλός ποιητής, μυθιστοριογράφος, κριτικός λογοτεχνίας και μεταφραστής που συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ού αιώνα στη χώρα του.
Πίνακας της έκθεσης «Βασίλης Θεοχαράκης – Γλαυκή Θάλασσα»
Την έκθεση «Βασίλης Θεοχαράκης – Γλαυκή Θάλασσα» στο Ιστορικό Αρχείο-Μουσείο, στην Ύδρα, εγκαινίασε η υπουργός Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη.
Στη θεματική αυτή έκθεση, όπως τονίζεται σε σχετική ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παρουσιάστηκαν περισσότερες από τριάντα αντιπροσωπευτικές ελαιογραφίες και υδατογραφίες, όπως ακριβώς τις αποτύπωσε η άκρως ερευνητική ματιά του ζωγράφου, ικανή να αποτυπώνει την κάθε στιγμή με πάσα λεπτομέρεια.
Ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος, ο αποκαλούμενος Σκοτεινός και επίσης ο φιλόσοφος του πυρός, εξέφρασε την αρχή της μη αναστρεψιμότητας λέγοντας: «Ουκ αν εμβαίης δις τοις αυτοίς ποταμοίς, ου γαρ ρέουσι τα αυτά ύδατα», «Δεν μπορείς να μπεις δύο φορές στους ίδιους ποταμούς, γιατί δεν ρέουν τα ίδια νερά». Με τη λέξη ύδατα εννοούσε επίσης τις συνθήκες που ποτέ δεν είναι οι ίδιες αλλά πάντα αλλάζουν. Εννοούσε επίσης τον χρόνο.