Είναι μια έκφραση που ίσως προέρχεται από την Αρχαία Ελλάδα. Οι Σπαρτιάτες το έλεγαν για να πειράξουν τον Αγησίλαο. Ο Αγησίλαος αγαπούσε πολύ τα παιδιά του και όταν ήταν μικρά έπαιζε μαζί τους, καβαλώντας, σαν σε άλογο, ένα καλάμι.
Κάποια μέρα όμως τον είδε ένας φίλος του σε αυτή την στάση και ο Αγησίλαος τον παρακάλεσε να μην πει τίποτα σε κανέναν. Αλλά εκείνος δεν κράτησε τον λόγο του και το είπε σε άλλους, για να διαδοθεί σιγά – σιγά σε όλους και να φθάσει στις μέρες μας, με αλλαγμένη την ερμηνεία του (το λέμε όταν θέλουμε να πούμε για κάποιον ότι πήραν τα μυαλά του αέρα).
[ Nατσουλισμός αλέρτ. Είναι γνωστό (νομίζω από τον Πλούταρχο) το επεισόδιο με τον Αγησίλαο που έπαιζε με τα παιδιά του καβαλώντας ένα καλάμι, κάτι που είχε ξενίσει κάποιους Σπαρτιάτες. Ο Νατσούλης παίρνει αυτό το επεισόδιο, του βάζει επιπλέον λεπτομέρειες και το συνδέει αυθαίρετα με τη σημερινή φράση, η οποία απλώς γεννήθηκε από το καμάρι των παιδιών όταν καβαλάνε καλάμι, τάχα πως πρόκειται για άλογο.]